1 Ἰουνίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Ἀπολογητὴς καὶ φιλόσοφος
● Οἱ Ἅγιοι Ἰοῦστος, Ἰουστῖνος, Χαρίτων, Χαριτὼ ἡ παρθένος, Εὐέλπιστος, Ἰέραξ,
Παΐων καὶ Λιβεριανός (κατ᾿ ἄλλους Βαλλεριανός)
● Ὁ Ἅγιος Νέων
● Ὁ Ὅσιος Πύρρος ὁ Ἐπίσκοπος ὁ Παρθένος
● Ὁ Ἅγιος Φίρµος
● Ὁ Ἅγιος Γεράσιµος
● Ὁ Ἅγιος Θεσπέσιος
● Οἱ Ἅγιοι 10.000 Μάρτυρες
● Διήγηση ὠφέλιµη κάποιου γεωργοῦ Μετρίου ὀνοµαζόµενου
● Ἀνάµνηση τῆς ἀπαλλαγῆς τῆς νήσου Λευκάδας ἀπὸ τὴν ἀῤῥώστια πανώλη, τὸ
ἔτος 1744
● Οἱ Ὅσιοι Διονύσιος Γλουσίας ὁ Θαυµατουργὸς καὶ Ἀγαπητὸς ὁ ἐν τῷ σπηλαίῳ
τοῦ Ἀναργύρου ἰατροῦ
Περισσότερα στοιχεῖα
ὉἍγιος Ἰουστῖνος ὁἈπολογητὴς καὶ φιλόσοφος
Ἀπὸ τοὺς µεγαλύτερους διδασκάλους καὶ ἀπολογητὲς τῆς Ἐκκλησίας ὁ Ἰουστίνος, γεννήθηκε 100 χρόνια µετὰ τὸ Χριστὸ στὴ Συχὲµ τῆς Σαµάρειας. Οἱ γονεῖς του ἦταν Ἕλληνες εἰδωλολάτρες (τὸν πατέρα του ἔλεγαν Πρίσκο Βάκχιο), καὶ αὐτὴ τὴν θρησκεία κληρονόµησαν καὶ στὸ γιό τους, ποὺ τὸν διέκρινε καταπληκτικὴ εὐφυΐα, ἀλλὰ καὶ φιλοµάθεια. Ἀνήσυχο πνεῦµα καθὼς ἦταν ὁ Ἰουστῖνος, γνώριζε ὅλες τὶς γνωστὲς φιλοσοφίες τῆς ἐποχῆς του. Ὡστόσο, ὅµως, καµιὰ δὲν τὸν ἀνέπαυε πλήρως, καὶ συνεχῶς ἀναζητοῦσε τὸ κάτι ἄλλο, τὸ τέλειο. Ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ἁγνότητα καὶ τὴν εἰλικρινὴ πρόθεση τῶν φιλοσοφικῶν του ἀναζητήσεων, ἀνταποκρίθηκε. Μία µέρα, καθὼς ὁ Ἰουστῖνος βάδιζε κοντὰ στὴ θάλασσα, συνάντησε ἕνα γέροντα, ποὺ ἦταν ἄριστα καταρτισµένος στὴν ἀλήθεια τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ἐπακολούθησε διάλογος, καὶ ἀπὸ τὸν Ἰουστῖνο ἐφαρµόστηκε ὁ λόγος τοῦ Σοφοῦ Σειράχ: «Λόγον σοφὸν ἐὰν ἀκούσει ἐπιστήµων, αἰνέσει αὐτὸν καὶ ἐπ᾿ αὐτὸν προσθήσει». Δηλαδή, ὁ πραγµατικὰ συνετός, ἂν ἀκούσει κάποιο σοφὸ λόγο, θὰ τὸν ἐπαινέσει καὶ πάνω σ᾿ αὐτὸν θὰ προσθέσει καὶ ὁ ἴδιος κάποιον ἄλλον. Ἔτσι καὶ ἔγινε.
Ὁ Ἰουστῖνος, ἀναλύοντας τὰ λόγια του γέροντα, ἀνακάλυψε τὴν ἀλήθεια καὶ µὲ τὸ τάλαντο τῆς φιλοσοφίας ποὺ εἶχε, ἀναδείχθηκε ὄχι µόνο ὑπερασπιστὴς τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ µάρτυρας, δίνοντας κι αὐτὴ τὴν ζωή του. Ἀποκεφαλίστηκε στὴ Ῥώµη, περὶ τὸ 165 µ.Χ., ἐπὶ βασιλείας Μάρκου Αὐρηλίου.
ΟἱἍγιοι Ἰοῦστος, Ἰουστῖνος, Χαρίτων, Χαριτώ ἡ παρθένος, Εὐέλπιστος, Ἰέραξ, Παΐων καὶ Λιβεριανός (κατ᾿ἄλλους Βαλλεριανός)
Ἔλαβαν καὶ οἱ ἅγιοι αὐτοὶ τὰ µαρτυρικὰ στεφάνια, µαζὶ µὲ τὸν φιλόσοφο καὶ ἀπολογητὴ Ἰουστῖνο, στὸ διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν ἐπὶ Μάρκου Αὐρηλίου. Ἀνῆκαν στὴν ἀνδρεία φάλαγγα τῶν χριστιανῶν τῆς Ῥώµης, ὅπου µόνο τὸ γνήσιο χριστιανικὸ θάῤῥος, µποροῦσε νὰ µὴ πτοεῖται ἀπὸ τὴν δύναµη τῆς εἰδωλολατρίας, ποὺ ὑποστηριζόταν ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα καὶ τὸ στρατό. Ἀφοῦ λοιπὸν ἐπανειληµµένα ὁµολόγησαν τὸ Χριστό, καταδικάστηκαν νὰ πεθάνουν µὲ ἀποκεφαλισµό. Ὅλοι ὑπέστησαν τὸ µαρτύριο αὐτὸ ἀτάραχοι καὶ χαρούµενοι, µὲ τὴν πεποίθηση ὅτι τοὺς περίµεναν τὰ ἀθάνατα οὐράνια ἀγαθά, ποὺ δίνονται ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα, σ᾿ ὅλους ὅσους ἔζησαν µὲ πίστη καὶ ἀγάπη στὴ γῆ.
ὉἍγιος Νέων
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
ὉὍσιος Πύρρος ὁἘπίσκοπος ὁ Παρθένος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
ὉἍγιος Φίρµος
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μαξιµιανοῦ, τὸ ἔτος 299. Συνελήφθη διότι ὁµολογοῦσε τὸν Χριστὸ καὶ ὁδηγήθηκε στὸν Μάγο (ἴσως τὸ κύριο ὄνοµα τοῦ ἡγεµόνα), καὶ ἐπειδὴ δὲν πείστηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, πρῶτα τὸν γύµνωσαν καὶ τὸν µαστίγωσαν µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν, ἔπειτα τὸν κρέµασαν καὶ ξέσχισαν τὶς σάρκες του καὶ µὲ ξυράφι ἔκοψαν τὴν ῥάχη του. Κατόπιν ἐξάρθρωσαν τὰ µέλη του καὶ κατέσφαξαν µὲ µαχαίρια τὴν κοιλιά του, τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια του. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ Φίρµος παρέµεινε σταθερὸς στὴ χριστιανική του πίστη τὸν ἀποκεφάλισαν.
ὉἍγιος Γεράσιµος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸν ὑπ᾿ ἀριθµ. 53 Κώδικα τῆς Μονῆς Βλατέων. Καµία ἄλλη πληροφορία δὲν ἔχουµε γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ.
ὉἍγιος Θεσπέσιος
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἀλεξάνδρου Σεβήρου, τὸ ἔτος 222, καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία. Ἐπειδὴ ὁµολογοῦσε τὸν Χριστὸ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Καππαδοκίας Σιµπλίκιο καὶ ὁδηγήθηκε στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων γιὰ νὰ θυσιάσει σ᾿ αὐτά. Ὁ Θεσπέσιος ὄχι µόνο δὲν θυσίασε, ἀλλ᾿ ἐνέπαιξε τὰ εἴδωλα, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν κρεµάσουν καὶ νὰ ξεσχίσουν τὶς σάρκες του. Ἔπειτα τὸν ἔβαλαν µέσα σ᾿ ἕνα καζάνι µὲ βραστὸ νερό, ἀλλ᾿ ὁ Θεσπέσιος µε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ἔµεινε ἀβλαβής. Στὴ συνέχεια τὸν ἔφεραν καὶ πάλι στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων, γιὰ νὰ προσφέρει σ᾿ αὐτὰ θυσία, ἀλλ᾿ ὅταν πλησίασε τὸν βωµὸ τὸν γκρέµισε. Ὁπότε ἀµέσως τὸν ἔβαλαν µέσα σ᾿ ἕνα καζάνι µὲ βραστὸ λάδι, πίσσα καὶ λίπος, καὶ ἀφοῦ ἔµεινε µέσα σ᾿ αὐτὸ δυὸ µέρες βγῆκε ἀβλαβής, χωρὶς νὰ ἔχει κανένα ἔγκαυµα στὸ σῶµα του. Τότε πολλοὶ Ἕλληνες ἑλκύστηκαν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Τέλος, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν, καὶ ἔτσι ἀνέβηκε ἡ µακαρία ψυχή του στεφανηφόρος στὰ οὐράνια.
ΟἱἍγιοι 10.000 Μάρτυρες
Αὐτοὶ µαρτύρησαν στὴν Ἀντιόχεια ἐπὶ αὐτοκράτορα Δεκίου. Ἡ µνήµη τους δὲν ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήµου, ἀναγράφεται ὅµως σ᾿ αὐτὸν τοῦ Delehaye καὶ στὸν ὑπ᾿ ἀριθ. 53 Κώδικα τῶν Βλατέων.
Διήγηση ὠφέλιµη κάποιου γεωργοῦ Μετρίου ὀνοµαζόµενου
Στὴ Γαλατία τῆς Ἀσιατικῆς Παφλαγονίας ἦταν κάποιος γεωργός, ποὺ ὀνοµαζόταν Μέτριος. Αὐτὸς λοιπὸν ἔβλεπε τὸν γείτονά του ποὺ εἶχε γιοὺς καὶ τοὺς προετοίµαζε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ γίνουν ἀξιωµατικοὶ καὶ ὑπηρέτες τοῦ Βασιλιᾶ. Τότε ὁ Μέτριος παρακάλεσε τὸν Θεὸ λέγοντας: «Κύριε, ἂν καὶ ἐγὼ εἶµαι ἄξιος δοῦλος σου, χάρισέ µου ἕνα ἀρσενικὸ παιδὶ γιὰ νὰ τὸ ἔχω ἀποκούµπι στὰ γηρατειά µου». Ἀφοῦ προσευχήθηκε, στὴ συνέχεια πῆγε στὸ πανηγύρι ποὺ γινόταν κάθε χρόνο στὴν Παφλαγονία. Στὴν ἐπιστροφή, στάθηκε σὲ ἕνα δασάκι ποὺ εἶχε νερό, γιὰ νὰ ποτίσει τὰ ζῷα του. Ἐκεῖ λοιπὸν βρῆκε ἕνα πουγκί, ποὺ εἶχε µέσα 1500 φλουριά. Ὅπως ἦταν σφραγισµένο, χωρὶς νὰ τὸ ἀνοίξει, τὸ πῆρε καὶ τὸ πῆγε στὸ σπίτι. Τὴν ἑπόµενη χρονιά, ξαναπῆγε στὸ πανηγύρι τῆς Παφλαγονίας καὶ ὅταν τελείωσε, ὁ Μέτριος πῆγε καὶ στάθηκε στὸ δασάκι ποὺ βρῆκε τὰ φλουριὰ καὶ παρατηροῦσε τοὺς διαβάτες. Τότε φάνηκε κάποιος, ποὺ κάτι ἔψαχνε καὶ ἀναστέναζε βαριά. Ὁ γεωργὸς τὸν ῥώτησε γιατί ἀναστενάζει τόσο καὶ αὐτὸς τοῦ ἀπάντησε ὅτι πέρυσι εἶχε πολλὰ ἐµπορεύµατα, τὰ ὁποῖα πούλησε στὸ πανηγύρι καὶ εἶχε µαζέψει 1500 φλουριά, τὰ ὁποῖα ἔχασε σ᾿ αὐτὸ τὸ δασάκι. Τότε ὁ γεωργὸς ἔβγαλε ἀπὸ τὸ ἁµάξι του τὸ πουγκί, ποὺ εἶχε βρεῖ καὶ τοῦ τὸ ἔδειξε. Ὁ ἔµπορος ὅταν τὸ εἶδε ἔπεσε ἀπὸ τὴν χαρά του κάτω ἀναίσθητος. Ὁ φτωχὸς γεωργὸς τὸν συνέφερε, ἀποσφράγισαν τὸ πουγκί, µέτρησαν τὰ φλουριὰ καὶ ἦταν πράγµατι 1500. Ὁ ἔµπορος τότε θέλησε νὰ δώσει στὸν γεωργὸ τὰ 500, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν δέχθηκε τίποτα. Ἔτσι ἀφοῦ εὐχαρίστησαν καὶ οἱ δυὸ τὸν Θεὸ ἀποχωρίστηκαν. Τὴ νύχτα ἐκείνη, ὅταν ὁ γεωργὸς ἔπεσε νὰ κοιµηθεῖ, εἶδε στὸν ὕπνο του ἄγγελο Κυρίου, ποὺ τοῦ εἶπε ὅτι θὰ κάνει παιδὶ ἀρσενικό, θὰ τὸ ὀνοµάσει Κωνσταντῖνο καὶ θὰ φέρει µεγάλη εὐλογία στὸ σπίτι του. Ἔτσι καὶ ἔγινε, µετὰ ἀπὸ ὁρισµένο χρόνο ἡ γυναῖκα τοῦ γεωργοῦ γέννησε ἀγοράκι, τὸ ὁποῖο µεγάλωσε, µορφώθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ὁ βασιλιὰς τὸν ἀνύψωσε σὲ Πατρίκιο. Ἔτσι ἔφερε πολλὰ ἀγαθὰ στὴν οἰκογένειά του καὶ ὁ Θεὸς ἀντάµειψε µ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο τὸν γεωργὸ γιὰ τὴν τίµια πράξη του.
Ἀνάµνηση τῆς ἀπαλλαγῆς τῆς νήσου Λευκάδας ἀπὸ τὴν ἀῤῥώστια πανώλη, τὸἔτος 1744
ΟἱὍσιοι Διονύσιος Γλουσίας ὁ Θαυµατουργὸς καὶἈγαπητὸς ὁἐν τῷ σπηλαίῳ τοῦἈναργύρου ἰατροῦ (Ῥῶσοι)