Ὁ θεῖος Διδάσκαλος περιόδευε τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκοντας στὶς Συναγωγὲς τῶν Ἑβραίων, κηρύσσοντας τὸ χαρμόσυνο κήρυγμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύοντας κάθε ἀσθένεια τῶν ἀνθρώπων. Σὲ κάποια ἀπὸ τὶς περιοδεῖες Του εἶδε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ σκορπισμένα καὶ αἰσθάνθηκε συμπάθεια καὶ πόνο γι᾽ αὐτούς, διότι ἦταν ἀποκαμωμένοι πνευματικῶς καὶ παραμελημένοι, σὰν πρόβατα ποὺ δὲν ἔχουν ποιμένα νὰ τὰ προφυλάξει καὶ νὰ τὰ ὁδηγήσει στὰ βοσκοτόπια. Τότε εἶπε στοὺς μαθητές Του:
«Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι» (Ματθ. θ΄ 37). Τὰ στάχυα ποὺ εἶναι ὥριμα γιὰ θερισμὸ εἶναι πολλά, οἱ ἐργάτες ὅμως ποὺ θὰ πρέπει νὰ τὰ θερίσουν εἶναι λίγοι. Πολλοὶ εἶναι οἱ εὐδιάθετοι νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ σωθοῦν, λίγοι ὅμως εἶναι οἱ κήρυκες ποὺ θὰ τὸ κηρύξουν.
Σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι ὁ Κύριος μιλάει στοὺς μαθητές Του γιὰ θερισμό, ἐνῶ δὲν προηγήθηκαν τὸ ὄργωμα τοῦ χωραφιοῦ, ἡ σπορὰ καὶ ὅλα ὅσα χρειάζονται μέχρι νὰ φθάσουμε στὸ θερισμό. Τότε πῶς εἶναι ἕτοιμα τὰ στάχυα γιὰ θερισμό;
Ἡ παρατήρηση τοῦ Χρυσορρήμονος εἶναι ἐπιτυχής, διότι ὅσον ἀφορᾶ τὴν καλλιέργεια τῶν σιτηρῶν, μέχρι νὰ φθάσουμε στὸν καιρὸ τοῦ θερισμοῦ προηγοῦνται ἡ διαδικασία τοῦ ὀργώματος, τῆς σπορᾶς, τῆς λιπάνσεως τοῦ χωραφιοῦ μὲ λιπάσματα, τῆς ψεκάσεως τῶν σιτηρῶν μὲ ζιζανιοκτόνα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπαραίτητη χρονικὴ περίοδος τῆς ἀναπτύξεως καὶ τῆς ὡριμάσεως. Ὅλες αὐτὲς οἱ φάσεις τῆς δουλειᾶς εἶναι κοπιώδεις γιὰ τοὺς γεωργούς.
Ἀλλὰ γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν χρειάζεται τίποτε ἀπὸ αὐτά. Ἤ, καλύτερα, ὅλα χρειάζονται, ἀλλὰ μποροῦν νὰ γίνονται μὲ γρήγορους ρυθμοὺς καὶ μὲ εὐκολία μεγάλη, τόσο ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ μιλοῦμε συγχρόνως γιὰ σπορὰ καὶ γιὰ θερισμό. «Διὰ τοῦτο θερισμὸν τὸ Εὐαγγέλιον καλεῖ, διὰ τὴν ταχύτητα καὶ τὴν εὐκολίαν, ἣν αὐτοῖς παρεῖχεν», γράφει ὁ ἐξαίρετος ἑρμηνευτὴς τῶν θείων Γραφῶν.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀναφέρει ὡς παράδειγμα τὸν εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης. Πόσο χρόνο χρειάστηκε γιὰ νὰ ἑλκυσθεῖ στὴν πίστη, νὰ βαπτισθεῖ καὶ νὰ γίνει χριστιανός; Πῆγε νὰ προσκυνήσει στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐπέστρεφε στὴν πατρίδα του. Κι ἐνῶ καθόταν πάνω στὴν ἅμαξά του καὶ διάβαζε μεγαλόφωνα τὸν προφήτη Ἡσαΐα, τὸν πλησίασε ὁ διάκονος Φίλιππος καὶ τὸν ρώτησε: Ἄραγε καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις; Κι αὐτὸς τοῦ ἀπάντησε: Δὲν τὰ καταλαβαίνω. Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ τὰ καταλάβω, ἐὰν δὲν βρεθεῖ κάποιος νὰ μὲ καθοδηγήσει; Ὁ ἀπόστολος Φίλιππος τοῦ τὰ ἐξήγησε ἀμέσως καὶ ὁ εὐνοῦχος, ἐπειδὴ εἶχε καλὴ διάθεση, τοῦ εἶπε αὐθόρμητα: Ἐδῶ βλέπω μία πηγὴ νεροῦ. Τί μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτισθῶ; Κατέβηκαν τότε ἀπὸ τὴν ἅμαξα, βαπτίστηκε καὶ ὁ εὐνοῦχος τῆς Κανδάκης κερδήθηκε γιὰ τὸν Χριστό. Ὅλα ἔγιναν ταχύτατα, καθὼς ταξίδευε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τὴν πατρίδα του (βλ. Πράξ. η΄ 26-40).
Νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν ληστὴ στὸ Σταυρό. Δὲν πρόλαβε νὰ πεῖ· «μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου», καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπάντησε· «ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾽ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. κγ΄ 42-43).
Μᾶς καταπλήσσει τὸ γεγονὸς ὅτι στὸ θερισμὸ τοῦ Εὐαγγελίου μπορεῖ ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τὴν ἴδια ἡμέρα καὶ νὰ σπέρνει καὶ νὰ θερίζει. Γι᾽ αὐτὸ μιλάει ὁ Κύριος γιὰ θερισμό. Καὶ μάλιστα μιλάει γιὰ θερισμὸ πολύ. Δὲν εἶναι μόνο κάποιες σπάνιες περιπτώσεις ὁρισμένων, ἀλλὰ καὶ περιπτώσεις πλήθους ἀνθρώπων ποὺ ἐκδηλώνουν προθυμία νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ σωθοῦν. Στὸ πηγάδι τοῦ Ἰακὼβ ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές Του: «ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη» (Ἰω. δ΄ 35). Σηκῶστε τὰ μάτια σας καὶ κοιτάξτε τὸ πλῆθος τῶν Σαμαρειτῶν ποὺ ἔρχονται στὴν πηγὴ νὰ ξεδιψάσουν ἀπὸ τὸν θεῖο λόγο μου. Μοιάζουν οἱ ψυχές τους μὲ χωράφια στὰ ὁποῖα δὲν πρόφθασε νὰ σπαρεῖ ὁ λόγος τῆς ἀλήθειας, κι ὅμως εἶναι λευκὰ καὶ ὥριμα πλέον, ἕτοιμα νὰ θερισθοῦν. Ἔτσι καὶ σ᾽ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων εἶναι τώρα ὥριμες γιὰ νὰ δεχθοῦν τὴ σωτηρία. Πράγματι· τὴν ἡμέρα ἐκείνη πίστεψαν στὸ Χριστὸ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς κωμοπόλεως Συχάρ.
Καὶ σήμερα οἱ ἄνθρωποι μοιάζουν σὰν μεστωμένα στάχυα ποὺ καρτεροῦν τὸν θεριστή. Περιμένουν μιὰ ἀφορμὴ νὰ δοθεῖ, γιὰ νὰ δεχθοῦν τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Φαινομενικά, δίνουν τὴν ἐντύπωση οἱ περισσότεροι ὅτι εἶναι ἀδιάφοροι, λόγῳ τῆς μεγάλης ἀποστασίας ποὺ ὑπάρχει στὴν ἐποχή μας. Ἀλλ᾽ ὅπου ἀρχίζει κάποια καλὴ προσπάθεια, ἀνταποκρίνονται καὶ τοὺς κερδίζει ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία.
Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ὅτι ὁ θερισμὸς εἶναι πολὺς κυριολεκτεῖ. Πάντοτε εἶναι πολὺς ὁ θερισμός. Ἐμεῖς, βλέποντας πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ζήτηση στὴν ἐποχή μας, ἀναρωτιόμαστε: Ποῦ βρέθηκαν ὅλες αὐτὲς οἱ ψυχές; Ποιὸς τὶς ἑτοίμασε; Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς ἑτοιμάζει τὶς ψυχές. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὶς κατανύσσει, γιὰ νὰ δεχθοῦν τὴ σωτηρία. Ὅμως ὑπάρχει ἄραγε ἐπαρκὴς ἀριθμὸς θεριστῶν ποὺ θὰ ἐργασθοῦν στὸν ἀγρὸ τοῦ θερισμοῦ; Γιὰ τὸ ἐρώτημα αὐτό, θὰ ἐπανέλθουμε, σὺν Θεῷ, σὲ ἑπόμενο ἄρθρο μας.