ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ – ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014
Α΄ Κορ. θ΄ 2-12
Ἀδελφοί, ἡ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; τὶς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; ἐν γὰρ τῷ Μωσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; ἢ δι’ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ’ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ’ ἐλπίδι. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ’ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ.
1. ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΨΗ
Στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται σὲ κάποιους Κορινθίους ποὺ ἀμφισβητοῦσαν τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα. Λέει λοιπόν: Ἡ σφραγίδα μὲ τὴν ὁποία πιστοποιεῖται τὸ ἀποστολικό μου ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου εἶστε ἐσεῖς τοὺς ὁποίους ὁδήγησα στὸν Χριστό. Ἀφοῦ λοιπὸν εἶμαι κι ἐγὼ Ἀπόστολος σὰν τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους, ρωτῶ: Δὲν ἔχω κι ἐγὼ καὶ οἱ συνεργάτες μου τὸ δικαίωμα νὰ τρεφόμαστε ἀπ’ αὐτὰ ποὺ μᾶς προσφέρουν οἱ μαθητές μας; Δὲν ἔχουμε κι ἐμεῖς τὸ δικαίωμα νὰ ἔχουμε μαζί μας στὶς περιοδεῖες μας κάποια ἀδελφὴ γιὰ νὰ μᾶς διακονεῖ, ὅπως κάνουν καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι; Ἢ μήπως μόνο ἐγὼ κι ὁ Βαρνάβας πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε βιοποριστικά, γιὰ νὰ καλύπτουμε τὰ ἔξοδά μας; Εἴμαστε στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς Βασιλείας του. Ποιὸς παίρνει μέρος σὲ ἐκστρατεῖες μὲ δικά του ἔξοδα; Εἴμαστε ἀμπελουργοὶ ποὺ καλλιεργοῦμε τὸ πνευματικὸ ἀμπέλι τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς φυτεύει ἀμπέλι καὶ δὲν τρώει ἀπὸ τὸν καρπό του; Εἴμαστε οἱ ποιμένες σας, κι ἐσεῖς εἶστε τὰ λογικὰ πρόβατά μας. Ποιὸς φροντίζει ἕνα κοπάδι, καὶ δὲν πίνει ἀπὸ τὸ γάλα τοῦ ποιμνίου αὐτοῦ;
Γιατί ὅμως τὰ γράφει ὅλα αὐτὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Διότι κάποιοι Κορίνθιοι ἀντὶ νὰ ἐκτιμοῦν τὴν αὐταπάρνηση καὶ τὴν ἀνιδιοτέλειά του, ἔψαχναν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Κι ἰσχυρίζονταν ὅτι αὐτὸς δὲν δεχόταν χρήματα καὶ ἄλλα ἀγαθὰ ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅπως ἔκαναν οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, διότι δὲν αἰσθανόταν ὁ ἴδιος ἴσος μὲ τοὺς Ἀποστόλους. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἀναγκάζεται νὰ διακηρύξει τὴ γνησιότητα τοῦ ἀποστολικοῦ του ἀξιώματος. Ταυτόχρονα ὅμως μέσα ἀπὸ τὴν ἀπολογία του αὐτὴ φανερώνει ἐμμέσως τὴν ἀχαριστία καὶ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τόση αὐταπάρνηση ὑπηρέτησε. Αὐτὸς τοὺς ἔδωσε τὰ πάντα, κι αὐτοὶ τὸν ἀμφισβητοῦσαν. Αὐτὸς ἐργάστηκε ἀνάμεσά τους τόσα χρόνια, χωρὶς νὰ τοὺς ζητήσει οὔτε ἕνα κομμάτι ψωμί· κι ὅμως αὐτοὶ ἐκμεταλλεύτηκαν κι αὐτὸ ἀκό-μη τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν συκοφαντήσουν.
Ἂς διδαχθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας ἀπὸ ὅλα αὐτά. Διότι ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀντιμετώπισε τόση ἀχαριστία καὶ περιφρόνηση, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς εἶναι πιθανὸν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιου εἴδους πειρασμούς; Νὰ μᾶς δείξουν δηλαδὴ ἀχαριστία, νὰ μᾶς ἀδικήσουν καὶ νὰ μᾶς ἀπορρίψουν ἀκόμη καὶ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εὐεργετήσαμε· κάποτε καὶ συγγενικά μας πρόσωπα καὶ πολὺ ἀγαπητά. Εἶναι βέβαια πολὺ μεγάλος τέτοιος πειρασμὸς καὶ δύσκολος ὁ ἀγώνας. Πρέπει ὅμως κι ἐμεῖς, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νὰ μάθουμε νὰ σηκώνουμε τέτοιους μεγάλους σταυρούς, ὅταν τοὺς ἐπιτρέψει ὁ Θεός, χωρὶς γογγυσμοὺς καὶ πικρίες ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση.
2. ΕΚΟΥΣΙΑ ΠΤΩΧΕΙΑ
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ τρέφονται ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, μὲ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Λέει λοιπόν: Αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω μήπως δὲν τὰ γράφει καὶ ὁ Νόμος; Εἶναι γραμμένο στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο τὸ ἑξῆς: Δὲν θὰ κλείσεις μὲ φίμωτρο τὸ στόμα τοῦ βοδιοῦ ποὺ ἁλωνίζει. Καὶ ρωτᾶ: Μήπως γιὰ τὰ βόδια νοιάζεται ὁ Θεός; Γιὰ μᾶς τὰ λέει!
Διότι γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς ἐργάτες ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ γεωργὸς ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴ γῆ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἀπολαύσει καὶ τὴ σοδειά. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἁλωνίζει, πρέπει νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸν καρπὸ ποὺ μὲ ἐλπίδα περιμένει νὰ ἀποκτήσει.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, συνεχίζει ὁ θεῖος Παῦλος, ὑπήρξαμε ἀνάμεσά σας πνευματικοὶ καλλιεργητές. Ἐὰν λοιπὸν ἐμεῖς σπείραμε στὶς καρδιές σας τὸν πνευματικὸ σπόρο τῆς ἀλήθειας καὶ σᾶς μεταδώσαμε πνευματικὰ χαρίσματα, σᾶς φαίνεται πολύ, ἂν θερίσουμε κάποια ὑλικὰ ἀγαθά σας; Κι ἂν ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τὰ δικαιώματα ποὺ τοὺς δίνει ὁ Nόμος, δὲν δικαιούμαστε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ πολὺ περισσότερο καὶ ἐμεῖς; Ἐμεῖς ὅμως δὲν κάναμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν. Ἀλλὰ ὑποφέρουμε κάθε εἴδους στερήσεις, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μᾶς προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ζοῦν ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, στὴ συνέχεια τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔκανε ποτὲ χρήση τοῦ δικαιώματός του. Ἐνῶ εἶχε κάθε δικαίωμα νὰ δέχεται τὴν τροφή του ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ τὸν φιλοξενοῦσαν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Κυρίου, αὐτὸς γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο τοὺς πιστοὺς δὲν ἐπιβάρυνε κανένα, ἀλλὰ ἐργαζόταν μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Προτίμησε νὰ ζεῖ μέσα σὲ στερήσεις καὶ ἀνέχεια, καὶ ὑπέφερε συχνὰ ἀπὸ πείνα καὶ δίψα καὶ γυμνότητα, προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει κανένα.
Μὲ τὴ στάση του αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς ἔδωσε ἕνα πολὺ μεγάλο μάθημα: ὅτι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὅλοι οἱ πιστοὶ θὰ πρέπει νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ μετρημένη καὶ φτωχική, συνετὴ καὶ ἁπλή. Νὰ μὴν ἐπιδιώκουμε μὲ πλεονεξία τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μὲ λιτότητα, ἀκόμη κι ὅταν μποροῦμε νὰ ζήσουμε μὲ ἀνέσεις καὶ πλούτη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημα καὶ τὸ βίωμα ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Βίωμα ἀσκήσεως καὶ μετρημένης ζωῆς. Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε λοιπὸν κι ἐμεῖς. Μιὰ ἁπλὴ καὶ μετρημένη ζωὴ ἔχει νὰ προσφέρει μεγάλη πνευματικὴ οἰκοδομὴ καὶ ἀνυπολόγιστα πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ σὲ μᾶς καὶ στοὺς γύρω μας.