Καὶ ὅμως ἄντεξε… – (Ἀληθινὴ ἱστορία)

(Ἀληθινὴ ἱστορία)   

Ἡ Μαρία τελείωσε τὴ Σχολὴ Νοσηλευτικῆς. Μὲ χαρὰ ρίχτηκε στὸ ἔργο αὐτὸ τῆς ἀνακουφίσεως τοῦ πόνου τῶν ἀσθενῶν. Ἐκεῖνα τὰ δακρυσμένα μάτια τῶν ἀρρώστων ποὺ καρφώνονταν ἐ­­πάνω της τὴν ὥρα τῆς νοσηλείας, πόσα δὲν τῆς ἔλεγαν!
Εἶναι ὅμως καιρὸς νὰ στήσει καὶ τὸ δικό της σπιτικό. Πάνω στὸ χρόνο τοὺς χάρισε ὁ Θεὸς τὸ πρῶτο τους ἀγόρι. Ἡ χαρά τους κορυφώθηκε, ὅταν σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἦρθε καὶ τὸ δεύτερο παιδί, ἀγόρι καὶ αὐτό. Πόσο τὰ καμαρώνει τὰ δυό της ἀγγελούδια ἡ καλὴ μάνα! Πόσες προσευχὲς καθημερινὰ κάνει στὴν Παν­αγία! Θέλει νὰ δώσει στὰ παιδάκια της, τὰ σπλάχνα της, ὅ,τι καλύτερο μπορεῖ. Ξε­χνᾶ τὸν κόπο τῆς καθημερινῆς ­ἐργασίας στὸ Νοσοκομεῖο καί, ὅταν ἐπιστρέφει στὸ σπίτι της, προσπαθεῖ νὰ εἶναι χαρούμενη καὶ εὐχάριστη στὴν οἰκογένειά της.
Δὲν ἄργησαν ὅμως νὰ σηκωθοῦν ἀγέρηδες καὶ ἄγρια κύματα νὰ χτυποῦν ἀλύπητα τὸ σκάφος τῆς οἰκογένειάς της. Ὁ σύζυγος της τὸν τελευταῖο καιρὸ μπαίνει στὸ σπίτι σκυθρωπός, εἶναι κοφτὸς στὶς κουβέντες του καὶ ἄλλοτε ἀμίλητος. Ἀλ­λάζει τὰ ροῦχα τῆς δουλειᾶς, τσιμπάει κάτι πρόχειρα στὸ πόδι καὶ μετὰ ἐξαφανίζεται. Ἡ νύχτα γι᾿ αὐτὸν μετατράπηκε σὲ μέρα. Ἀλόγιστα σκορπᾶ τὰ λίγα χρήματα τοῦ μισθοῦ του στὸ χαρτὶ καὶ στὸ ποτό. Σχεδὸν ξημερώματα ἐπιστρέφει τὶς περισσότερες φορὲς στὸ σπίτι. Ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν οἰκογένειά του καὶ τὶς ἀνάγκες της. Τὰ δυὸ ἀγόρια του, καθώς μεγαλώνουν, μαραζώνουν ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ πατέρα τους. Τὸν ἀναζητοῦν, τὸν θέλουν κοντά τους. Ἡ κατάσταση ὅμως καθημερινὰ γίνεται ὅλο καὶ χειρότερη γιὰ τὴν οἰκογένεια.
Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς πολλὲς ἐπικοινωνίες μὲ τὸν Πνευματικό της ἡ Μαρία τοῦ εἶπε ὅτι ἡ ὑπομονή της ἔχει ἐξαντληθεῖ καὶ δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀντέξει ἄλλο τὴ συμπεριφορὰ τοῦ συζύγου της.
Ὁ καλός της Πνευματικὸς μὲ πολλὴ κατανόηση προσπάθησε νὰ τὴ στηρίξει καὶ νὰ τὴ βοηθήσει πνευματικά. Τῆς συνέστησε νὰ ἀποφύγει τὸ διαζύγιο.
Ὁ κόπος τῆς καθημερινῆς ἐργασίας στὸ Νοσοκομεῖο, ἡ ψυχικὴ ταλαιπωρία ἀπὸ τὸν σύζυγό της, ἡ μέριμνα γιὰ τὰ ­παιδιά της κλόνισαν σοβαρὰ τὴν ὑγεία της. Ἡ Μα­ρία ἀνηφορίζει καθημερινὰ τὸ δικό της Γολγοθᾶ, φορτωμένη μὲ τὸν βαρὺ σταυρό της, ποὺ κατὰ διαστήματα γίνεται ἀσήκωτος. Στὴν ἐργασία της ὅμως πάν­τοτε μὲ τὸ χαμόγελο περιποιεῖται τοὺς ἀσθενεῖς της. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ὑποπτευθεῖ τὸ τί ζεῖ αὐτὴ ἡ γυναίκα.
Τὰ παιδιά της μεγάλωσαν. Ὁ πρῶτος γιός της ζητᾶ τὴν εὐχὴ τῆς μάνας του καὶ δημιουργεῖ τὴ δική του οἰκογένεια. Χαίρεται ἡ Μαρία, καὶ πιὸ πολὺ ἄστραψε τὸ πρόσωπό της ἀπὸ χαρά, ὅταν ἀπέκτησε τὴν πρώτη της ἐγγονούλα, ποὺ θὰ τῆς δώσουν μάλιστα καὶ τὸ ὄνομά της. Καθημερινὰ στὴν προσευχή της εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Παναγία γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς εὐλογίες ποὺ τῆς χαρίζει ἡ ἀγάπη Του.
Ἡ μικρὴ Μαρία καθημερινὰ μὲ τὰ ἀθῶα παιχνιδιαρίσματά της τοὺς δίνει πολλὴ χαρά. Ἄρχισαν ὅμως ὁ πατέρας καὶ ἡ μά­να της νὰ ἀνησυχοῦν. Διαπιστώνουν ὅτι περνοῦν οἱ μῆνες χωρὶς νὰ παίρνει καὶ τὸ ἀνάλογο βάρος οὔτε καὶ τὸ ὕψος.
Σὰν τό ᾿μαθε ἡ γιαγιὰ Μαρία, ἔπεσε μπροστὰ στὰ εἰκονίσματά της καὶ ἔλεγε καὶ ξανάλεγε: «Χριστέ μου, Παναγία μου, κάνε καλὰ τὴν ἐγγονούλα μου». Συμφώνησαν κατόπιν γονεῖς καὶ γιαγιά, μαζὶ μὲ τὴ θερμὴ καθημερινὴ Παράκληση στὴν Παναγία καὶ στὸν ἅγιο Νεκτάριο, νὰ κάνουν νηστεία, νὰ ἐξομολογηθοῦν καὶ νὰ καλέσουν τὸν ἱερέα γιὰ Εὐχέλαιο. Στὸ προσκύνημά τους στὸν ἅγιο Νεκτάριο ὅλοι τους ἔπεσαν γονατιστοὶ μπροστὰ στὴν κάρα του Ἁγίου καὶ δακρυσμένοι τὸν παρακαλοῦν γιὰ τὴ θεραπεία τῆς μικρῆς.
Θεέ μου, πόσο φιλάνθρωπος εἶσαι! Κάνεις καὶ σήμερα θαύματα μὲ τοὺς Ἁγίους Σου. Ἡ μικρὴ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες ἄλλαξε. Ἄρχισε νὰ τρέφεται κανονικὰ καὶ νὰ ἀναπτύσσεται.
Ὁ δεύτερος γιὸς τῆς Μαρίας, ὁ Νίκος, ὑ­­­πηρετεῖ στὸ στρατὸ ὡς ὑπαξιωματικός. Δυὸ στρατιῶτες του σὲ μιὰ ἄσκηση τραυματίστηκαν σοβαρά. Ὁ διοικητὴς ἀπέδωσε εὐθύνη γιὰ τὸ ἀτύχημα στὸν ὑπεύθυνο ὑπαξιωματικό. Γύρισε στὸ σπίτι μὲ ἰσχυρὸ νευρικὸ κλονισμό. Αἰσθάνεται ἀ­νασφάλεια καὶ βαριὰ μελαγχολία.
Τὸ δρομολόγιο τὸ ξέρει καλὰ ἡ Μαρία καὶ ἀπὸ ἄλλες δύσκολες ὧρες. Μαζὶ μὲ τὸ παλληκαράκι της, πλησιάζει ἤδη τὰ εἴκοσι πέντε χρόνια του, ἄρχισαν τὴν Παράκληση στὴν Παναγία καὶ στὸν ἅγιο Νεκτάριο. Ὁ Νίκος, ποὺ τὰ τελευταῖα ­χρόνια εἶχε ξεφύγει ἀρκετὰ ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τώρα μὲ τὴ δοκιμασία του προσεύχεται θερμὰ μαζὶ μὲ τὴ μανούλα του. Ζήτησε μάλιστα νὰ πᾶνε μαζὶ στὸν Πνευματικό της γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ. Νήστεψε ὅλη τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ὁ Νίκος δὲν εἶναι πιὰ ὁ παλιὸς Νίκος. Τώρα ἐκκλησιάζεται τακτικά, μελετᾶ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, προσ­εύχεται. Ἔχει ἠρεμήσει. Ἐπανῆλθε κανονικὰ καὶ στὴν ὑπηρεσία του.
Ὕστερα ἀπὸ ὅλες αὐτὲς τὶς εὐλογίες ποὺ τῆς χάρισε ὁ Θεός, ­ἀνηφορίζοντας καθημερινὰ τὸν Γολγοθᾶ της, ἔκανε ἡ Μα­­ρία καὶ κάτι τολμηρό. Πῆρε στὸ ­σπίτι της νὰ γηροκομήσει τὸν πεθερό της, τὸν πατέρα τοῦ ἄσωτου συζύγου της. Τὸ θεώ­ρησε αὐτὸ ἰδιαίτερη εὐλογία. Καὶ κάτι ἀν­έλπιστο! Τὶς τελευταῖες ἡμέρες τὴν εἰ­­­­­δοποίησαν ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία της γιὰ κά­ποια χρήματα ποὺ τῆς ὀφείλουν ἀπὸ ἕνα ἐπίδομα…
Τόσα προβλήματα, τόσες δυσκολίες… καὶ ὅμως ἄντεξε. Καὶ τόσα θαύματα… Δό­­ξα τῷ Θεῷ! Τώρα τῆς μένει ἕνας ἀκόμα ἀγώνας. Αὐτὸς γιὰ τὸν ὁποῖο ἀγωνίζεται σ᾿ ὅλη της τὴν οἰκογενειακὴ ζωή. Προσεύ­χεται, προσεύχεται καὶ ­περιμένει… νὰ ξαναβρεῖ τὸν ἄντρα της, νὰ τὸν δεῖ μετανοημένο στὸ πετραχήλι τοῦ Πνευματικοῦ. Στὰ τόσα θαύματα τοῦ Θεοῦ ἕνα ἀκόμα. Τὸ τελευταῖο καὶ μεγαλύτερο!