Ἠταν κατάκοποι. Δὲν τοὺς πείραζε ὅμως καθόλου αὐτό. Ἐκεῖνο ποὺ βαθιὰ τοὺς προβλημάτιζε ἦταν ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀστέρος. Τοῦ ἀστέρος ποὺ γέμισε χαρὰ κι ἐλπίδα τὶς ψυχές τους μόλις τὸν πρωτοαντίκρισαν. Τοῦ ἀστέρος ποὺ ἔγινε γιὰ ἀρκετὸ διάστημα ὁ ὁδηγός τους ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἀνατολῆς ὣς τὰ μέρη τῆς Ἰουδαίας. Τοῦ ἀστέρος ποὺ ἁπάλυνε τοὺς κόπους τους, ποὺ ἡσύχαζε τοὺς λογισμούς τους καὶ αὔξανε τὶς σκέψεις τῆς ἐλπίδας τους.
Καὶ τώρα; Τώρα τὸ ἀστέρι, ὁ ὁδηγός τους, ἡ ἐλπίδα τους χάθηκε. Ἔτσι ξαφνικὰ καὶ ἀπρόσμενα.
Κι ἔμειναν μόνο μὲ τὴν ἐλπίδα μέσα τους. Μὲ τὴν κούραση νὰ ξεπροβάλλει μέσα ἀπ’ τὶς χαραμάδες τῶν λογισμῶν ποὺ τόσο καλὰ ἔφραζε τοῦτο τὸ ἀστέρι. Τὸ ἀστέρι τους.
Κι ὅμως, δὲν τὸ βάζουν κάτω. Δὲν ἀπελπίζονται. Δὲν καταθέτουν τὰ ὅπλα. Κάνουν τὸν πόθο τους ἀναζήτηση. Καὶ τὴν ἀναζήτησή τους ἐρώτημα. Ἐρώτημα ποὺ ἀπευθύνουν μὲ λαχτάρα σ’ ὅλα τὰ Ἱεροσόλυμα: «Ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων;» (Ματθ. β΄ 2). Ἐρώτημα ποὺ ἀπ’ τὶς ἀνήσυχες καρδιές τους φθάνει στὰ χείλη τους, κι ἀπὸ ἐκεῖ διαχέεται σ’ ὁλόκληρη τὴν πόλη τῶν Ἱεροσολύμων. Περνάει τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα. Γίνεται ἐχθρική, ἐναγώνια ἀπορία στὰ χείλη τοῦ ἴδιου τοῦ βασιλιᾶ Ἡρώδη: «Ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται;» (Ματθ. β΄ 4).
Ποῦ γεννιέται ὁ Χριστός;
Τὸν ἀναζητοῦν οἱ Μάγοι ἐξ ἀνατολῶν μὲ πόθο βαθύ, μὲ προσδοκία ἐσωτερική. Μὲ διάθεση νὰ Τὸν προσκυνήσουν καὶ νὰ Τοῦ προσφέρουν τὰ δῶρα τῆς καρδιᾶς τους. Τὸν ψάχνουν οἱ κάτοικοι τῶν Ἱεροσολύμων ἀπὸ περιέργεια, μὲ μιὰ διάθεση ἡ ἀναζήτησή τους νὰ ταράξει λιγάκι τὰ λιμνάζοντα νερὰ τῆς καθημερινῆς τους ρουτίνας. Τὸν ψάχνουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ γιὰ νὰ προσφέρουν ὑποτέλεια καὶ ἐκδούλευση στὸ βασιλιὰ Ἡρώδη.
Τὸν ψάχνει ἔντρομος καὶ ἀνήσυχος ὁ βασιλιὰς μὲ σκοπὸ ἐχθρικὸ καὶ δόλιο, γιατὶ νιώθει τὴν εὔθραυστη βασιλεία του νὰ ἀπειλεῖται ἀπὸ τὸν νηπιάσαντα «βασιλέα τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριον τῶν κυριευόντων».
Χριστούγεννα. Ὁ Κύριος θὰ γεννηθεῖ ξανά. Κι ὅπως τότε ἔτσι καὶ τώρα· ἡ ἴδια ἀναζήτηση καὶ ἡ ἴδια ἀπορία: «Ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται;» Γιὰ τοὺς πολλοὺς ἡ Γέννησή Του θὰ σημάνει τὴν εὐκαιρία τῆς συμμετοχῆς τους στὰ κοσμικὰ ρεβεγιὸν καὶ στὰ νυκτερινὰ κέντρα διασκέδασης. Ὁ ἐρχομός Του θά ’ναι μιὰ ἀκόμη εὐκαιρία γιὰ «διασκέδαση» καὶ γιὰ ξεφάντωμα.
Ἄλλοι πάλι θὰ «ἀναζητήσουν» κάτι στὰ πλούσια τραπέζια καὶ στὰ ἐντυπωσιακὰ δῶρα.
Ἐνῶ ἄλλοι θὰ περπατήσουν χιλιόμετρα μπροστὰ ἀπὸ στολισμένες βιτρίνες καὶ φωταγωγημένους δρόμους μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα μέσα στὴν ὁποία μποροῦν νὰ αἰσθανθοῦν πὼς γεννιέται καὶ πάλι ὁ Χριστός.
«Ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται;»
Εἶναι ἀλήθεια τοῦτο τὸ ἐρώτημα σεισμὸς ποὺ συγκλονίζει τὸ ἐσωτερικό μας; Ἐκφράζει τοῦτο τὸ ἐρώτημα τὴν πιὸ βαθιά μας ἀναζήτηση; Τὸν πιὸ μεγάλο πόθο μας; Τὴν ἀσίγαστη λαχτάρα μας;
Παραμονὲς Χριστουγέννων. Τὸ ἀστέρι ποὺ ὁδηγεῖ τὰ βήματά μας ὣς Αὐτὸν ποὺ ἐπτώχευσε ἔχει πολλὲς φορὲς φανεῖ καὶ στὴ δική μας ζωή. Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε λοιπόν, ὄχι μὲ τὴν ἀδιαφορία μιᾶς ἁπλῆς περιέργειας. Οὔτε μὲ τὸ «ἐνδιαφέρον» μιᾶς ἑορταστικῆς συνήθειας. Φυσικὰ χωρὶς τὴ σπουδὴ τῆς φιλάργυρης κερδοφορίας. Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε ταπεινοὶ προσκυνητὲς τοῦ μεγαλείου τῆς ἀγάπης Του στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες. Αὐτὲς ποὺ προετοιμάζουν τὸν ἐρχομό Του ἐντός μας. Αὐτὲς ποὺ φωτίζουν τὸν δρόμο ὣς τὴ Φάτνη ὅπου ἀνακλίνεται. Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε στὴν ἱερὴ ὑμνολογία, ποὺ περιγράφει, ἐξυμνεῖ, θεολογεῖ καὶ δοξάζει τὸν χαριτόβρυτο ἐρχομό Του. Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε στὴν ἱερὴ εἰκονογραφία ποὺ ἱστορεῖ μὲ χρώματα ἁπλὰ ἀλλὰ ἐκφραστικὰ «ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός». Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε μὲ τὴν ἱερὴ προσωπική μας πνευματικὴ προετοιμασία. Καθαρίζοντας τὸ ἐσωτερικὸ τῆς καρδιᾶς μας μὲ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση εἰλικρινὴ ποὺ λευκαίνει τὶς καρδιές μας καὶ τὶς κάνει χωρητικὲς τῆς δικῆς Του συγκαταβάσεως.
Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε στὰ πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν μας. Αὐτῶν ποὺ μισοῦμε καὶ ἀντιπαθοῦμε. Αὐτῶν ποὺ ἀποφεύγουμε νὰ τοὺς μιλήσουμε, ἐπειδὴ δὲν εἴμαστε διατεθειμένοι νὰ ξεχάσουμε τὸ κακὸ ποὺ μᾶς ἔγινε. Ἂς Τὸν ἀναζητήσουμε στὰ πρόσωπα τῶν φτωχῶν, τῶν ὀρφανῶν, τῶν ἀσθενῶν κι ὅλων τῶν ἀναγκεμένων. Γιατὶ ἐκεῖ ὑπάρχει Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ Ἀγάπη κι ἀπὸ ἀγάπη ἦλθε στὴ γῆ μας, γιὰ νὰ μᾶς μάθει ν’ ἀγαπᾶμε.
«Δεῦτε ἴδωμεν πιστοὶ ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός· ἀκολουθήσωμεν λοιπὸν ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ». Ἂς τὸ ἀκολουθήσουμε, τὸ ἄστρο ποὺ φτάνει ὣς τὴ Φάτνη τῆς Βηθλεέμ. Τὸ ἄστρο ποὺ φωτίζει τὴ συνείδησή μας. Τὸ ἄστρο ποὺ δείχνει τὸν δρόμο γιὰ τὰ ἀληθινά, τὰ πνευματικά, τὰ κοσμοσωτήρια καὶ τὰ λυτρωτικὰ Χριστούγεννα, γιὰ νὰ τὰ ἑορτάσουμε ἔτσι ὅπως μᾶς προτρέπει ἡ ἀρχιερατικὴ καρδιὰ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Μὴ πανηγυρικῶς, ἀλλὰ θεϊκῶς· μὴ κοσμικῶς, ἀλλ’ ὑπερκοσμίως· μὴ τὰ ἡμέτερα, ἀλλὰ τὰ τοῦ ἡμετέρου, μᾶλλον δὲ τὰ τοῦ δεσπότου· μὴ τὰ τῆς ἀσθενείας, ἀλλὰ τὰ τῆς ἰατρείας· μὴ τὰ τῆς πλάσεως, ἀλλὰ τὰ τῆς ἀναπλάσεως» (PG 36, 516). Ὄχι μὲ κοσμικοὺς πανηγυρισμοὺς ἀλλὰ μὲ πνευματικὲς πρὸς τὸν Θεὸ ἀνατάσεις. Ὄχι κοσμικὰ ἀλλὰ ὑπερκόσμια. Ὄχι δίνοντας προβάδισμα στὶς δικές μας φθηνὲς ἀπαιτήσεις καὶ «ἀνάγκες», ἀλλὰ προτάσσοντας αὐτὰ ποὺ ἐπιθυμεῖ Ἐκεῖνος. Ὁ Θεὸς ποὺ γίνεται ἄνθρωπος δικός μας. Ὄχι ὅ,τι ζητάει ἡ ἀσθενική μας ἁμαρτωλὴ φύση, ἀλλὰ αὐτὰ ποὺ ταιριάζουν στὴν ὑγιὴ κατάσταση ποὺ μᾶς παρέχει ἡ θεία Ἐνανθρώπησή Του. Ὄχι μὲ τὸν φυσικὸ τρόπο ζωῆς, ἀλλὰ μὲ τὶς ὑπερφυσικὲς δυνατότητες ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ θεία Γέννησή του.