Ο πρεσβύτης Συμεὼν, συνεχίζοντας τὸν λόγο του πρὸς τὴν Παναγία μητέρα τοῦ θείου Βρέφους, πρόσθεσε: «Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί» (Λουκ. β΄ 35). Δηλαδή· λόγῳ τῆς ἀντιλογίας ποὺ θὰ ὑπάρχει σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Βρέφους, ἐπειδὴ εἶσαι μητέρα Του, θὰ διαπεράσει τὴν καρδιά σου μεγάλο καὶ ὀδυνηρὸ μαχαίρι θλίψεως καὶ ὀδύνης, ὅταν θὰ Τὸν δεῖς νὰ σταυρώνεται. Ἔτσι ἡ πτώση καὶ ἡ ἀνάσταση πολλῶν, καθὼς καὶ ἡ ἀντιλογία γύρω ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, θὰ γίνονται γιὰ νὰ ξεσκεπασθοῦν οἱ διαλογισμοὶ καὶ οἱ διαθέσεις πολλῶν καρδιῶν ποὺ ἔμεναν ἕως τώρα ἀπόκρυφες, καὶ θὰ φανερωθοῦν μὲ τὴν ἀπόρριψη ἢ ἀποδοχή τους τοῦ Μεσσία.
Στὴν προφητεία αὐτὴ τοῦ Συμεὼν δόθηκαν διάφορες ἑρμηνεῖες. Ὅμως ἡ μόνη ὀρθὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ δίνει ὁ ἑρμηνευτὴς Εὐθύμιος Ζιγαβηνός, ὁ ὁποῖος γράφει: «Ρομφαίαν ὠνόμασε τὴν τμητικωτάτην (κατεξοχὴν κοφτερή) καὶ ὀξεῖαν ὀδύνην» ἡ ὁποία διεπέρασε «τὴν καρδίαν τῆς Θεομήτορος», ὅταν «ὁ Υἱὸς αὐτῆς προσηλώθη» στὸ Σταυρό. Διότι ὁ Συμεὼν γιὰ τὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη αὐτὴ προφήτευσε τώρα1. Ἤ, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ὁ δίκαιος Συμεὼν τὰ εἶπε αὐτά, διότι ἦταν σὰν νὰ κατασφαζόταν κατὰ κάποιον τρόπο μὲ ξίφος ἡ ἁγία Παρθένος βλέποντας νὰ σταυρώνεται Ἐκεῖνος ποὺ γεννήθηκε «κατὰ τὴν σάρκα» ἀπὸ αὐτήν2.
Ὁ Θεοφύλακτος Ἀχρίδος παρατηρεῖ ὅτι «ρομφαία» ἦταν ἡ θλίψη ποὺ δοκίμασε ἡ Παρθένος γιὰ τὸ σταυρικὸ Πάθος τοῦ Κυρίου. Ἴσως ὅμως «ρομφαίαν λέγει καὶ τὸν σκανδαλισμὸν» ποὺ δοκίμασε ἡ Παρθένος βλέποντας «τὸν Κύριον σταυρούμενον». Διότι ἴσως νὰ ὑπονοοῦσε: «Πῶς ὁ τεχθεὶς ἀσπόρως, ὁ θαύματα ποιήσας, ὁ νεκροὺς ἀναστήσας, ἐσταυρώθη καὶ ἐνεκρώθη καὶ ἐνεπτύσθη;»3
Πάντως ἡ προφητεία τοῦ Συμεὼν ἐπαληθεύθηκε. Ἡ καρδία τῆς Πάναγνης Κόρης τῆς Ναζαρέτ, τῆς Θεοτόκου Μαρίας, πληγώθηκε βαθύτατα βλέποντας ἐκείνους ποὺ εὐεργέτησε ὁ Υἱός της νὰ Τὸν ἀπορρίπτουν, νὰ Τὸν χλευάζουν καὶ νὰ Τὸν σταυρώνουν! Κυριολεκτικὰ «ὀδυνηρὸ μαχαίρι θλίψεως καὶ ὀδύνης» διεπέρασε τὰ σωθικά της. Ἀλλὰ ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ φανέρωσε καὶ τοὺς διαλογισμοὺς πολλῶν, ὅπως ἀκριβῶς προφήτευσε ὁ θεοδόχος Συμεών. «Ὁ Πέτρος ἀπεκαλύφθη ἀρνησάμενος, ἀλλ’ ἐδείχθη ἡ ἰσχὺς τοῦ Θεοῦ», ὁ Ὁποῖος τὸν προσέλαβε διὰ τῆς μετανοίας. «Ἀπεκαλύφθησαν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοὶ» μὲ τὸ νὰ φανερωθεῖ ὁ προδότης Ἰούδας, μὲ τὸ νὰ φανερωθοῦν ὅσοι Τὸν ἀγαποῦν, ὅπως ἦταν ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, ποὺ πῆγε καὶ ζήτησε τὸ σῶμα τοῦ σταυρωμένου Ἰησοῦ ἀπὸ τὸν Πιλάτο· ὅπως ἦσαν οἱ γυναῖκες ποὺ ἔμειναν καὶ παρακολουθοῦσαν τὰ ὅσα γίνονταν κατὰ τὴ Σταύρωση4. Ἀλλὰ καὶ ὅπως φανέρωσε ἡ διαφορετικὴ στάση ποὺ κράτησαν ἀπέναντι τοῦ ἐσταυρωμένου Κυρίου οἱ δύο ληστές. Ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ ὁμολογία τοῦ Ρωμαίου ἑκατοντάρχου, ὅτι Αὐτὸς ποὺ σταυρώθηκε ἦταν «ἀληθῶς Θεοῦ υἱός» (Ματθ. κζ΄ [27] 54).
Ὅλα αὐτὰ ἦσαν μερικὲς ἀπὸ τὶς ἐκπληρώσεις τῆς προφητείας τοῦ δικαίου Συμεών. Ὁ Ζιγαβηνὸς παρατηρεῖ ὅτι ἡ προφητεία τοῦ Συμεὼν «ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί», ἐπαληθεύθηκε καὶ κατὰ τοῦτο: Πολλοὶ εἶχαν τὴν ὑποψία ὅτι ἡ Μαρία δὲν ἦταν μητέρα τοῦ Ἰησοῦ. Ἄλλοι πάλι ἔλεγαν «ὅτι ἄνθρωπος μόνον ἐστὶν ὁ Υἱὸς τῆς Μαρίας», ἄλλοι πάλι «ὑπώπτευον ὅτι Θεὸς μόνον ἐστί», καὶ αὐτὴ δὲν εἶναι μητέρα Του. Ὅταν ὅμως τὴν εἶδαν κατὰ τὴ Σταύρωση νὰ ὀδυνᾶται, νὰ ὀδύρεται καὶ νὰ νικᾶται λόγῳ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς της, «ἐπίστευσαν ὅτι μήτηρ αὐτοῦ ἐστι, καὶ ἀπεκάλυψαν, εἴτουν ἐξηγόρευσαν (δηλαδὴ φανέρωσαν) τοὺς διαλογισμοὺς τῶν καρδιῶν αὐτῶν, τοὺς τῆς ὑποψίας» (τοὺς διαλογισμοὺς τῆς ἀμφιβολίας καὶ δυσπιστίας τους)5.
Ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς κατακλείει τὴ συνάντηση τοῦ πρεσβύτη καὶ προφήτη Συμεὼν μὲ τὸ θεῖο Βρέφος καὶ μὲ μιὰ ἄλλη συνάντηση: τὴ συνάντηση μὲ τὴ σεβάσμια πρεσβύτιδα χήρα καὶ προφήτιδα Ἄννα. Ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος, Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων, παρατηρεῖ: «Προφήτευσε ὁ πρεσβύτης Συμεών, εἶχε προφητεύσει ἡ Παρθένος Μαρία, εἶχε προφητεύσει ἡ ἔγγαμος Ἐλισάβετ, ἔπρεπε νὰ προφητεύσει καὶ ἡ χήρα Ἄννα, ὥστε νὰ μὴν παραλείπεται καμία κατάσταση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καὶ κανένα φύλο»6.
Ὁ ἀκριβολόγος ἱστορικὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς δίνει καὶ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα ταυτότητος τῆς προφήτιδος αὐτῆς. Μᾶς λέγει ὅτι ὀνομάζεται Ἄννα καὶ ὅτι αὐτὴ ἦταν «προφῆτις», ὅπως ἦσαν ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Μωυσῆ (Ἐξ. ιε΄ [15] 20), ἡ Δεββώρα (Κριτ. δ΄ 4) καὶ ἡ Ὄλδα (Δ΄ Βασ. κβ΄ [22] 14). Ἀναφέρει δὲ τὸν πατέρα τῆς Ἄννας καὶ ὄχι τὸν σύζυγό της. Λεγόταν Φανουὴλ καὶ ἦταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἀσήρ, τοῦ ὄγδοου παιδιοῦ τοῦ Ἰακὼβ ἀπὸ τὴ Λεία. Ἔμεινε δὲ ἡ Ἄννα χήρα μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια συζυγικοῦ βίου. Τώρα δὲ ἦταν χήρα ἡλικίας περίπου 84 ἐτῶν. Ἡ Ἄννα ἀξιώθηκε νὰ ἔχει προφητικὸ χάρισμα, διότι δὲν ἀπομακρυνόταν ἀπὸ τὸν ἱερὸ περίβολο τοῦ ναοῦ «νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα» νύχτα καὶ μέρα τὸν Θεό7. Ὥστε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν ἐσκήνωσε τυχαῖα σ’ αὐτήν. Εἶχε ἤδη γίνει δοχεῖο χάριτος μὲ τὴν καθαρότητα, τὶς νηστεῖες, τὶς προσευχὲς καὶ τὴν ὅλη εὐσέβειά της. «Ἡ γηραιά (λοιπόν) τῷ σώματι (Ἄννα), τῇ δὲ πίστει νεάζουσα»8, βλέποντας ἐκείνη τὴν ὥρα τὸ θεῖο Βρέφος, εὐχαριστοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ καὶ «ἐλάλει περὶ αὐτοῦ, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ λυτρωτής»9. Μιλοῦσε δὲ «κυρίως οὐχὶ κατ’ ἐκείνην τὴν περίστασιν, ἀλλ’ ἔπειτα συνεχῶς ἐλάλει» εὐαγγελιζομένη σὲ ὅλους ὅτι εἶδε τὸν Λυτρωτή. Ἔτσι ἔγινε ἡ εὐαγγελίστρια ὄχι μόνο στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ. Μὲ ὅλα αὐτὰ ἡ γηραιὰ προφήτιδα Ἄννα «παρέσχε ἐν προκειμένῳ τὴν συμβολήν της μετὰ τοῦ Συμεὼν εἰς τὸ νὰ συναποτελεσθῇ ἡ εὐλαβὴς ἁρμονία τῶν ὕμνων, διὰ τῶν ὁποίων ἐδοξολογήθη ἡ θεία ἀγαθότης»10.
1. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, κεφ. Γ΄, PG 129, 893D.
2. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, Ἐξήγησις εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, β΄, PG 72, 505C.
3. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ, Εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, κεφ. β΄, PG 123, 732A.
4. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ, ὅ.π., PG 123, 732AB.
5. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, ὅ.π., PG 129, 896A.
6. AMΒΡΟΣΙΟΥ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ, Expositio Evangelii secundum Lucam, 2, 62, PL 15, 1575.
7. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, ὅ.π., PG 129, 896B.
8. ΛΕΟΝΤΙΟΥ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Λόγος Α΄, Εἰς Συμεῶνα, pg 93, 1580D.
9. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, ὅ.π., PG 129, 896B.
10. ΠΑΝ. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», σελ. 112.