Ἡ Κυριακὴ τῆς Κρίσεως προβάλλει μπροστά μας τὸ φοβερὸ κριτήριο ποὺ θὰ λάβει χώρα στὸ τέλος τῆς ἱστορίας. Ὁ Κύριος ὅμως δὲν προλέγει τὸ γεγονὸς ἁπλῶς γιὰ νὰ πληροφορηθοῦμε ὅτι κάποτε θὰ συμβεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς ὑποδείξει τὸ μέσο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ἐπιτύχουμε τὴ σωτηρία μας, θὰ βροῦμε ἔλεος κατὰ τὴν Τελικὴ Κρίση καὶ δὲν θὰ ἀποδοκιμασθοῦμε. Ποιὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλεημοσύνη. Ἐὰν δείξουμε ἀγάπη στὸν πλησίον μας ποὺ βρίσκεται σὲ ὁποιαδήποτε δυσκολία, ὁ Κύριος αὐτὸ θὰ τὸ λογαριάσει ὅτι τὸ κάναμε στὸν Ἴδιο προσωπικά, καὶ ἔτσι θὰ μᾶς χαρίσει τὴ Βασιλεία Του.
Ἡ ἐποχή μας, λόγῳ οἰκονομικῆς κρίσεως, κατεξοχὴν προσφέρεται γιὰ ἄσκηση ἐλεημοσύνης. Ὡστόσο, γιὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο, ἐπειδὴ εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως ποὺ ἔχει πλήξει ὅλους μας, ἡ προτροπὴ γιὰ ἐλεημοσύνη μᾶς στενοχωρεῖ καὶ μᾶς φοβίζει, διότι ὅλοι δυσκολευόμαστε, διότι τὰ ἔσοδά μας δὲν ἐπαρκοῦν καλά-καλὰ γιὰ τὴ δική μας συντήρηση· πῶς θὰ δώσουμε στοὺς ἄλλους; Καὶ τί νὰ δώσουμε; πενταροδεκάρες; Ποιὸς θὰ χορτάσει μὲ τέτοια προσφορά;…
Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Κύριο, ποὺ ἐπήνεσε τὴ χήρα ποὺ πρόσφερε στὸ Ναὸ δύο λεπτά, τὴ στιγμὴ ποὺ «πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά». Μὲ τὰ μαθηματικὰ τῶν ἀνθρώπων ἔδωσε τὰ λιγότερα, ἕνα ἀσήμαντο ποσό, μιὰ προσφορὰ χωρὶς νόημα. Μὲ τὰ ἀνώτερα ὅμως μαθηματικὰ τοῦ Θεοῦ «πλεῖον πάντων ἔβαλε», ἔριξε περισσότερα ἀπὸ ὅλους· διότι ὅλοι ἔριχναν ἀπὸ τὸ περίσσευμά τους, ἐνῶ ἐκείνη ἀπὸ τὸ ὑστέρημά της, ὅλα ὅσα εἶχε (βλ. Μάρκ. ιβ´ 41-44). Ἑπομένως, τὸ θέμα δὲν εἶναι τί δίνεις, ἀλλὰ μὲ τί διάθεση τὸ δίνεις, ὁ βαθμὸς τῆς αὐταπαρνήσεως στὴν προσφορά μας.
Τὸ σημαντικότερο ὅμως εἶναι ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη δὲν εἶναι μόνο θέμα χρημάτων, δὲν εἶναι κυρίως θέμα χρημάτων. Ἡ οὐσία τῆς ἐλεημοσύνης εἶναι ἡ εὐσπλαχνία. Ἡ θεάρεστη ἐλεημοσύνη προϋποθέτει τὴν εὐσπλαχνία· ἀλλὰ δὲν περιορίζεται σὲ αὐτήν. Ἐκδηλώνεται ἔμπρακτα.
Ὁ καλὸς Σαμαρείτης γιατί βοήθησε τὸν τραυματισμένο Ἰουδαῖο; Διότι «ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη» (Λουκ. ι´ 33). Εἶχε σπλαχνικὴ καρδιά, ποὺ καταλάβαινε τὸν πόνο τῶν ἄλλων. Ἡ δὲ εὐσπλαχνία του δὲν ἔμεινε ἁπλὸ συναίσθημα, ἀλλὰ ἔγινε πράξη: τὸν περιποιήθηκε, τὸν μετέφερε στὸ πανδοχεῖο, πλήρωσε τὸν πανδοχέα γιὰ νὰ τὸν φροντίσει, καὶ θέλησε στὴν ἐπιστροφὴ νὰ τὸν ξαναεπισκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποπληρώσει τὰ ἔξοδα τῆς νοσηλείας του… Ἡ ἀγάπη βρίσκει πάντοτε τρόπο νὰ βοηθήσει· ἐνῶ ἡ ἀδιαφορία βρίσκει πάντοτε κάποια δικαιολογία.
Καὶ ὄντως ὑπάρχουν πολλοὶ τρόποι. Ἐλεημοσύνη εἶναι καὶ μιὰ ἐπίσκεψη ἀγάπης σ᾿ ἕναν ἀσθενὴ ἢ πενθοῦντα, ἡ σιωπηλὴ διακριτικὴ συμπαράσταση ἢ ἕνας ἐνισχυτικὸς λόγος, ἕνα χαμόγελο. Ἐλεημοσύνη εἶναι νὰ ἀφιερώσουμε λίγο ἀπὸ τὸν χρόνο μας γιὰ ἐπικοινωνία μ᾿ ἕνα συνάνθρωπό μας περιφρονημένο ἀπὸ τοὺς πολλούς· νὰ τὸν ἀφήσουμε νὰ μᾶς μιλήσει, νὰ τοῦ ποῦμε μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο: κι ἐσὺ ὑπάρχεις καὶ ἀξίζεις τὸν σεβασμό μας.
Ἐλεημοσύνη εἶναι καὶ μιὰ ἁπλὴ ἐξυπηρέτηση· ἀκόμη ἡ βοήθεια στὴν ἀνήμπορη γειτόνισσα, ἡ διακονία στὸ συσσίτιο τῆς ἐνορίας, στὸ Φιλόπτωχο, σὲ κάθε ὑπεύθυνη προσπάθεια συνδρομῆς τοῦ πλησίον. Ἐλεημοσύνη εἶναι ἐξάλλου νὰ ἀνεχόμαστε τὸ ἐλάττωμα τοῦ ἀδελφοῦ μας, νὰ μὴν ἀγανακτοῦμε γι᾿ αὐτό· νὰ δίνουμε συγχώρηση σὲ ὅποιον μᾶς βλάπτει· νὰ μὴ σχολιάζουμε τὸ λάθος τοῦ ἄλλου, νὰ ντύνουμε μὲ τὴ σιωπή μας τὴν πνευματικὴ γυμνότητά του. Ἐλεημοσύνη εἶναι ἐπίσης νὰ μνημονεύουμε πονεμένους συνανθρώπους μας στὴν προσευχή μας· ἐκεῖνοι ὑποφέρουν τόσο πολύ, κι ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ διαθέσουμε ἕνα δευτερόλεπτο κάθε μέρα γιὰ νὰ ἀναφέρουμε τὸ ὄνομά τους στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ, στὴν πηγὴ τοῦ ἐλέους;
Κατεξοχὴν ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ ἱεραποστολή. «Kἂν μυρία δῷς χρήματα πένησιν», διαβεβαιώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «οὐδὲν τοιοῦτον ἐργάσῃ, οἷον ὁ μίαν ψυχὴν ἐπιστρέφων» (PG 61, 29). Ἀκόμη κι ἂν δώσεις ἀμέτρητο ποσὸ χρημάτων σὲ φτωχούς, δὲν θὰ κατορθώσεις τόσο σπουδαῖο ἔργο ὅσο αὐτὸς ποὺ φέρνει στὸ Χριστὸ μία ψυχή. Ὅσο ὑπερέχει ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα σὲ ἀξία, ἄλλο τόσο ὑπερέχει ἡ πνευματικὴ ἐλεημοσύνη, ἡ ἱεραποστολή, ἀπὸ τὴ σωματική.
Νὰ συμπαθήσουμε τοὺς συνανθρώπους μας στὴν πνευματική τους πτωχεία, στὴν ἄγνοιά τους· νὰ τοὺς δωρίσουμε ἕνα πνευματικὸ βιβλίο, νὰ τοὺς καλέσουμε σὲ μιὰ πνευματικὴ ὁμιλία, νὰ τοὺς μιλήσουμε γιὰ τὸν Χριστό, γιὰ Ἐξομολόγηση, νὰ τοὺς ὁδηγήσουμε σὲ Πνευματικό… Δὲν τελειώνουν οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε, νὰ ἐλεήσουμε, νὰ συναντήσουμε ἀγαπητικὰ τὸν συνάνθρωπό μας.
Ἡ ἐλεημοσύνη κάνει ἀνθρώπινη τὴ ζωή μας. Ἂν εἴχαμε ἀγάπη, πόσο ἐλαφρὺ τραῦμα στὸ σῶμα τῆς κοινωνίας μας θὰ ἦταν ἡ κρίση ποὺ περνᾶμε! Ἀλλὰ ὠφελεῖ πολὺ καὶ ἐμᾶς. Διότι ἡ ἀγάπη μᾶς ἁγιάζει, μᾶς ἐξομοιώνει μὲ τὸν Θεό – πλησιάζοντας τὸν συνάνθρωπό μας πλησιάζουμε τὸν Θεό. Μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴ φυλακὴ τῆς φιλαυτίας μας. Ἐλεώντας τὸν πλησίον χτυπᾶμε τὴ μόνη αἰτία τῆς δυστυχίας μας καὶ τῶν ἐσωτερικῶν διχασμῶν μας, τὸν ἐγωισμό μας. Πλησιάζοντας τὸν συνάνθρωπό μας ἀνακαλύπτουμε τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας, ζοῦμε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι βασιλεία κοινωνίας προσώπων, θεοδώρητης ἀγάπης καὶ ἑνότητος.