ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 1 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015

Τῆς Ὀρθοδοξίας: Ἑβρ. ια΄ 24-26, 32-40

Aδελφοί, πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσ­­καιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν, μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰ­­γύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προ­­φητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρί­σθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑ­­­στερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρη­μίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

1. ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

   Σήμερα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα μᾶς παρουσιάζει μιὰ χορεία ἁγίων μορφῶν τῆς πίστεως στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔδωσαν σκληρὲς μάχες καὶ ὑπέστησαν φρικτὰ μαρτύρια, προκειμένου νὰ μείνουν ἀνυποχώρητοι στὴν πίστη τους στὸν ἀληθινὸ Θεό. Πρῶτον ἀπ’ ὅλους ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐγκωμιάζει τὸν Μω­­­υσῆ. Καὶ λέει ὅτι αὐτός, ἐπειδὴ εἶχε πο­­λὺ μεγάλη πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό, ὅταν μεγάλωσε καὶ ἔγινε ἄνδρας, ἀρ­νήθη­κε νὰ ὀνομάζεται βασιλόπουλο, γυιὸς­ τῆς κόρης τοῦ Φαραώ. Προτίμησε­ νὰ κα­κοπαθεῖ μὲ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ πα­ρὰ νὰ ἔχει τὴν πρόσκαιρη ἀπόλαυση τῆς ἁ­­μαρτί­ας, νὰ ζεῖ δηλαδὴ ἄνετα καὶ μὲ τιμὲς ὡς Αἰγύπτιος ἄρχοντας μαζὶ μὲ τοὺς εἰ­­δωλολάτρες ποὺ καταπίεζαν τοὺς συμπατριῶτες του. Θεώρησε μεγαλύτερο­ πλοῦτο ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς τῆς Αἰγύ­πτου τὶς περιφρονήσεις ποὺ ἔμοιαζαν μὲ τὸν ὀνειδισμὸ ποὺ ὑπέστη ὁ Χριστός·­ «μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τὸν ὀνει­δισμὸν τοῦ Χριστοῦ». Διότι εἶχε καρφωμένα τὰ μάτια του στὶς οὐράνιες ἀντα­μοιβές.
   Ἐμεῖς βέβαια σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε ἐπακριβῶς τί σήμαινε­ γιὰ τὸν Μωυσῆ αὐτὴ ἡ ἐπιλογὴ ποὺ ἔκανε. Στὸ σταυροδρόμι τῆς ζωῆς του ἔπρεπε νὰ διαλέξει ἀνάμεσα σὲ δύο τρό­πους ζω­ῆς. Ἀπὸ τὴ μία τὰ ἀνάκτορα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὰ βοσκοτόπια. Κι ἐνῶ εἶχε ζήσει ὅλα τὰ παιδικά του χρόνια μέσα στὰ πλούτη καὶ τὶς ἀνέσεις, μὲ ὑπηρέτες καὶ παιδαγωγούς, μὲ τιμὲς καὶ δόξες, τὰ ἀρ­­νήθηκε ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ μὴ χάσει τὴν πίστη του. Καὶ πλήρωσε πολὺ ἀκριβὰ αὐτὴν τὴν ἐπιλογή του. Ἀπὸ πρίγκιπας ἔγινε βοσκός, ἀπὸ πάμπλουτος, φτωχός. Γιατί ὅμως τὸ ἔκανε αὐτό; Διότι κα­τανοοῦσε ὅτι μέσα στὰ ἀνάκτορα κινδύνευε νὰ χάσει τὴν πίστη του. Σκέφθηκε καλὰ καὶ ἀποφάσισε. Τί ἀξίζει περισσό­τερο; Ἡ κοσμικὴ καταξίωση ἢ ἡ πίστη στὸν Θεό; Καὶ πῆρε τὴν ἀπόφασή του.
   Τί θὰ ἦταν ἄραγε ὁ Μωυσῆς, ἐὰν ἐ­πέ­λε­γε τὶς ἐγκόσμιες ἀπολαύσεις; Τὸ πο­λὺ ἕνας ἀντιβασιλεὺς τῆς Αἰγύπτου ποὺ θὰ χανόταν κι αὐτὸς στὴν ἱστορία ὅπως τό­σοι ἄλλοι. Αὐτὸς ὅμως προτίμησε νὰ μείνει πιστὸς στὸν ἀληθινὸ Θεό. Κι ὁ Θε­ὸς δὲν τὸν ἄφησε. Τοῦ ἔδωσε μο­­να­δι­­­κὴ θέ­ση, τιμὴ καὶ ἀποστολή. Τὸν ἀ­­­ξίωσε νὰ ἀ­­­­κούει τὴ φωνή του, νὰ μιλά­ει μαζί Του, νὰ δέχεται τόσο μεγάλες ἀ­­­ποκαλύψεις, νὰ κάνει ἐκπληκτικὰ θαύματα, νὰ ὁδηγήσει τὸ λαό του στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας.
   Ὁ Μωυσῆς μέσα ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων ἄφησε σὲ ὅλους μας ἕνα μεγάλο δίδαγμα: ὅτι γιὰ τὴν πίστη μας ἀξίζει νὰ στερηθοῦμε τὰ πάντα, καθετὶ ποὺ στέκεται ἐμπόδιο στὴν πνευματική μας πορεία. Καὶ χρήματα καὶ δόξα καὶ τιμές. Κι ἂν ἄλλοι γύρω μας δὲν κατανοοῦν τὴν ἐπιλογή μας καὶ μᾶς περιφρονήσουν, θὰ μᾶς δοξάσει ὁ Θεός. Καὶ θὰ μᾶς ἀ­ξι­­ώσει νὰ ἔχουμε τέτοιες εὐλογίες στὴ ζωή μας, ποὺ ποτὲ δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ τὶς φαντασθοῦμε. Ἀρκεῖ νὰ μένουμε ἀ­­­παρασάλευτοι στὴν πίστη μας, στὴν Ὀρ­θο­δοξία μας, στὴν παρακαταθήκη τῶν ἁ­­­γίων Πατέρων μας.

2. ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

   Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴ συνέχεια ἐ­ξ­ι­στορεῖ τὰ ἀνδραγαθήματα ἀλλὰ καὶ τὰ φοβερὰ μαρτύρια ποὺ ὑπέστησαν πολ­­λοὶ ἅγιοι ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, προφῆτες καὶ δίκαιοι. Λέει ὅτι ὅλοι αὐτοὶ «διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας» – ἐπειδὴ εἶχαν μεγάλη πίστη, καταπολέμησαν καὶ ὑπέταξαν βασίλεια – κυβέρνησαν μὲ δικαιοσύνη, πέτυχαν τὴν πρα­γματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θε­οῦ, ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν, ἔσβη­σαν τὴν καταστρεπτικὴ δύναμη τῆς φω­τιᾶς, γλύτωσαν ἀπὸ τὴ σφαγή, σώθη­καν ἀπὸ ἀρρώστιες, ἀναδείχθηκαν ἀνί­κητοι στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ ἐ­χθρικὰ στρατεύματα.
   Ἄλλοι πάλι βασανίστηκαν σκληρὰ μέχρι θανάτου, ἐπειδὴ δὲν δέχθηκαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους. Κι ἄλλοι δοκίμασαν ἐμπαιγμοὺς καὶ μαστιγώσεις, δεσμὰ καὶ φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, σφαγιάσθηκαν. Κάποιοι ἔζησαν μέσα σὲ στερήσεις, θλίψεις καὶ κακοπάθειες. Περιφέρονταν σὰν μετανάστες στὶς ἐρημιές, στὰ βουνὰ καὶ στὶς σπηλιὲς τῆς γῆς. Ὅμως ὁλόκληρος ὁ κόσμος δὲν ἄξιζε ὅσο οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἄνδρες, κι οὔτε μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μ’ αὐτούς.
   Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος τὰ ἀναφέρει ὅλα αὐτὰ γιὰ μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τί θὰ ἔ­­­­­­­­­γραφε ἄραγε σήμερα γιὰ τὰ ἀμέτρη­τα ἑ­­­κατομμύρια τῶν ἁγίων Μαρτύρων­ ποὺ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν Ὀρ­­­θό­δο­ξη Πίστη μας; Τί θὰ ἔλεγε γιὰ τοὺς θε­­ο­­φόρους Πατέρες, τοὺς ἀκαταμάχητους­ Ὁ­­­­­­­­μολογητές, τοὺς καλλίνικους Μάρτυ­ρες, τοὺς λαμπροὺς Πατριάρχες, τοὺς εὐ­λαβεῖς ἱερεῖς, τοὺς ὁσίους μοναχοὺς καὶ ἀσκητές; Διότι ἀμέτρητοι ἀπ’ αὐτοὺς ὑ­­­­­­­­πέ­στησαν μαρτύρια ὅμοια ἢ καὶ ἀσυγ­­­κρίτως μεγαλύτερα καὶ ὀδυνηρότερα ἀπὸ αὐτὰ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
   Κι ὅλοι αὐτοὶ ἀπὸ τὰ ὕψη τοῦ οὐρα­νοῦ δοξασμένοι, μέσα στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ μᾶς καλοῦν νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ δικό τους παράδειγμα. Ἂς ἀκούσουμε λοιπὸν τὴ φωνή τους κι ἂς τοὺς ἀκολουθήσουμε στὴν αὐταπάρνησή τους, στὴ σταθερότητά τους, στὴν πίστη τους. Σὲ μιὰ ἐπο­χὴ συγκρητισμοῦ, ὅπου οἱ αἱρέσεις καὶ οἱ πλάνες κυριαρχοῦν, σὲ μιὰ ἐποχὴ κα­­­τὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία πολεμεῖται τό­­­­­σο σκληρὰ καὶ τόσο ὕπουλα, ἔχουμε χρέος νὰ συνεχίσουμε ἐμεῖς τὴ δική τους ἀποστολή. Νὰ μείνουμε ἀπαρασάλευ­­­­­­τοι στὶς παραδόσεις τῶν ἁγίων Πατέρων­ μας καὶ νὰ τηρήσουμε τὴ δική τους ὑπό­­σχεση: «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρ­θοδοξία». Ὅ,τι κι ἄν αὐτὸ μᾶς κοστίσει.