Πρόκειται γιὰ τὴ νηστεία. Τὸ τονίζει θαυμάσια μὲ τὸ ἐξαίρετο ρητορικό του χάρισμα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στὸν πέμπτο λόγο του «Περὶ Μετανοίας».
Ὁ Θεός, λέει, πλάθοντας ἐξαρχῆς τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἔφερε καὶ τὸν ἐμπιστεύθηκε στὰ χέρια τῆς νηστείας, σὰν σὲ φιλόστοργη μητέρα καὶ ἄριστη παιδαγωγό, ἀναθέτοντας σ’ αὐτὴν τὴ σωτηρία τοῦ πλάσματός Του. Διότι αὐτὸ ποὺ εἶπε στοὺς Πρωτοπλάστους, «θὰ τρῶτε τοὺς καρποὺς κάθε δέντρου τοῦ Παραδείσου, ἀλλὰ δὲν θὰ τρῶτε ἀπὸ τοὺς καρποὺς μόνο τοῦ δέντρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ», τί ἄλλο ἦταν παρὰ εἶδος νηστείας;
Ἐὰν λοιπὸν μέσα στὸν Παράδεισο ἦταν ἀναγκαία ἡ νηστεία, συνεχίζει ὁ Ἅγιος, πολλῷ μᾶλλον ἐκτὸς τοῦ Παραδείσου. Ἐάν, πρὶν πληγωθεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὸν σατανά, ἦταν χρήσιμο τὸ φάρμακο τῆς νηστείας, πολλῷ μᾶλλον μετὰ τὴν πληγή. Ἐάν, ἐνῶ ἀκόμη δὲν εἶχε ξεσπάσει ὁ πόλεμος τῶν ἐπιθυμιῶν, ἦταν κατάλληλο καὶ ἀπαραίτητο τὸ ὅπλο τῆς νηστείας, πολλῷ μᾶλλον μετὰ τὴν τόσο μεγάλη μάχη, τὴν ὁποία προκαλοῦν οἱ δαίμονες, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ συμμαχία καὶ ἡ βοήθεια ποὺ μᾶς παρέχει ἡ νηστεία (ΕΠΕ 30, 186-188).
Καὶ δὲν εἶναι μόνο ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ γιὰ τὴ νηστεία. Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν ὅτι εἶναι θεόσδοτη ἐντολή.
«Ἀρχαία ἡ ἐντολὴ καὶ ἡμῖν ὁμόχρονος, ψυχῆς τις οὖσα παιδαγωγία», λέει στὸ λόγο του «εἰς τὸ Πάσχα» ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἡ νηστεία εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἀρχαία καὶ σύγχρονη μὲ ἐμᾶς, ὑπάρχει ἀπὸ τότε ποὺ ὑπήρξαμε οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ. Εἶναι μέσο γιὰ τὴν παιδαγωγία τῆς ψυχῆς μας (ΕΠΕ 5, 214).
Ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος, ποὺ συνέγραψε δύο ἐξαίρετες ὁμιλίες «Περὶ νηστείας», γράφει ὅτι ἡ νηστεία δὲν εἶναι «νεώτερον ἐφεύρημα», ἀλλὰ «συνηλικιῶτίς ἐστι τῆς ἀνθρωπότητος (εἶναι συνομήλικη μὲ τοὺς ἀνθρώπους)… ἐν τῷ παραδείσῳ ἐνομοθετήθη (τή νομοθέτησε ὁ Θεὸς τότε ποὺ οἱ Πρωτόπλαστοι ἦσαν μέσα στὸν Παράδεισο τῆς Ἐδέμ)… Ἐπειδὴ οὐκ ἐνηστεύσαμεν, ἐξεπέσομεν τοῦ παραδείσου· νηστεύσωμεν τοίνυν, ἵνα πρὸς αὐτὸν ἐπανέλθωμεν» (ΕΠΕ 6, 26-28).
Ὁ σκοπὸς τῆς θείας ἐντολῆς τῆς νηστείας ἦταν παιδαγωγικός. Ἀποσκοποῦσε στὴν παιδαγωγία, στὴ διαμόρφωση τῆς ψυχῆς. Στὴν ὑπακοή, στὴν ἐκκοπὴ τοῦ ἰδίου θελήματος, στὴν ταπείνωση, στὴν ἐξάρτηση ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτὴ τὴν ἐξάρτηση χτύπησε καὶ διέλυσε ὁ σατανὰς μὲ τὴν εἰσβολή του στὸν κῆπο τῆς Ἐδέμ, ὅταν εἶπε στὴν Εὔα: «Ὁ Θεὸς σᾶς ἀπαγόρευσε νὰ φᾶτε τοὺς καρποὺς τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, γιατὶ δὲν ἤθελε νὰ γίνετε σὰν κι Ἐκεῖνον». Κι ἔτσι τὴν παρέσυρε. Ἐξακολουθεῖ καὶ σήμερα ἡ νηστεία νὰ ἔχει σκοπὸ παιδαγωγικό. Δὲν εἶναι αὐτοσκοπός. Δὲν νηστεύουμε ἁπλῶς γιὰ νὰ νηστεύουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὠφελεῖται ἡ ψυχή μας. Γιὰ νὰ γυμνάζεται ἡ θέλησή μας, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ λέει «ὄχι» καὶ στὶς διάφορες ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες.
Καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀφοῦ ὀνομάζει καὶ αὐτὸς τὴ νηστεία «συνηλικιῶτιν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως», καὶ τὴ χαρακτηρίζει ὡς «ἐντολὴν ζωῆς» ποὺ ἀπέβλεπε στὸ νὰ ζεῖ ἀθάνατος καὶ εὐτυχὴς πλησίον τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος στὸν Παράδεισο, τὴ θεωρεῖ μετὰ τὴν πτώση ὡς μέσο γιὰ τὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς. Τονίζει δὲ ὅτι «καλὴ νηστεία (εἶναι) ἡ τελουμένη πρὸς μαρασμὸν τῆς (κάθε κακῆς) ἐπιθυμίας, πρὸς ταπείνωσιν τῆς ψυχῆς, πρὸς μίσους μεταποίησιν (γιὰ νὰ μετατραπεῖ τὸ μίσος σὲ ἀγάπη), πρὸς θυμοῦ σβέσιν, πρὸς μνησικακίας ἀπάλειψιν, πρὸς διανοίας καὶ προσευχῆς ἐργασίαν καὶ καθαρότητα» (ΕΠΕ 9, 182, 354-360).
Σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ὑψηλοὺς πνευματικοὺς σκοποὺς στοχεύει ἡ θεόσδοτη ἐντολὴ τῆς νηστείας τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἂν προκειμένου γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ σώματός μας συμμορφωνόμαστε ἀμέσως μὲ τὴ δίαιτα ποὺ μᾶς ὑποδεικνύει ἡ ἰατρικὴ Ἐπιστήμη, πόση ἄραγε προθυμία πρέπει νὰ δείχνουμε γιὰ τὴ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία καθόρισε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ποὺ ὁδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία, καὶ ἡ ὁποία φροντίζει γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία μας; Βέβαια, οἱ ἱεροὶ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας δικαιολογοῦν καὶ ἀπαλλάσσουν ἀπὸ τὴ σωματικὴ νηστεία τοὺς ἀσθενεῖς. Κανείς μας ὅμως δὲν ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴ νηστεία τῆς ἁμαρτίας. Λοιπόν, καλὴ Σαρακοστὴ καὶ φέτος!