Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΙΑΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015

Ἰωάννου τῆς «Κλίμακος»: Μάρκ. θ΄ 17-31

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε, ­ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ­ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀ­­ποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑ­­­­μᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ­ἀνέξο­μαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐ­τόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πε­­­σὼν ἐπὶ τῆς γῆς ­ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πα­­­τέρα αὐτοῦ· πόσος χρό­νος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέ­γονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. καὶ πολ­λάκις αὐ­­­τὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπο­­­λέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν ­σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ ­δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κρά­­­ξας ὁ πατὴρ τοῦ παι­­­δίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐ­­­­πι­­­­συν­­­τρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ ­πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέ­­­γων αὐ­­τῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ­ἐπιτάσ­σω, ἔξ­ελ­θε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ ­κρᾶ­­ξαν καὶ πολλὰ σπαρά­ξαν αὐτὸν ἐξῆλ­θε, καὶ ­ἐγένετο ὡσεὶ νε­­­­­κρός, ὥστε ­πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ­κρα­τή­σας αὐτὸν τῆς χει­­­­­ρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ­ἀνέ­­στη. Καὶ εἰσελθόν­τα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐ­πηρώ­των αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ­ἠδυνήθημεν ἐκ­­­βαλεῖν αὐτό. καὶ εἶ­πεν αὐ­τοῖς· τοῦ­­­το τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξ­ελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖ­θεν ἐξελ­θόντες πα­­ρεπορεύ­οντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐ­­­τοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀ­­­­­­­­­πο­κτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστή­σεται.

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΙΑΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ

1. Ἡ μακροθυμία τοῦ Κυρίου

   Ὅταν ὁ ­Κύριος Ἰησοῦς, μετὰ τὴ ­Με­ταμόρφωσή Του, κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὄ­­­ρος Θαβώρ, ἔτρεξαν πολ­­λοὶ νὰ Τὸν συναντήσουν. Τὸν πλησίασε τότε κι ἕνας πονεμένος πατέρας καὶ Τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε, Σοῦ ­ἔφερα τὸν γιό μου, ποὺ ἔχει κα­τα­ληφθεῖ ἀπὸ πονηρὸ πνεῦμα καὶ τὸν ἔχει ἀφήσει ­ἄλαλο.
   Μά­­λι­στα ὅταν τὸν ­κυριεύει, τὸν ρίχνει κάτω, τὸν κάνει νὰ βγάζει ἀ­­­φροὺς ἀπὸ τὸ στόμα καὶ νὰ ­τρίζει τὰ δόντια του, καὶ τὸν ἀφήνει ἀ­­­ν­­αίσθητο! Εἶ­πα πρὶν στοὺς μαθητές Σου νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο αὐτό, ἀλ­λὰ δὲν μπόρεσαν.
   Γυρίζει τότε ὁ Κύριος καὶ μὲ τόνο ἐπιτιμητικὸ λέγει: «ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕ­­ως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;»· ὦ ἄνθρωποι, εἴδατε τόσα θαύματα καὶ παραμένετε ἄπιστοι! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι;… Φέρτε μου ἐδῶ τὸ παιδί.
   Μεγάλη ἀναστάτωση εἶχε ­προκαλέσει ἡ ἀδυναμία τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί. Ὁ πατέρας ἦταν ἀνήσυχος. Ὁ κόσμος σὲ ἀπορία. Οἱ Γραμματεῖς, ποὺ δὲν ἔχαναν εὐκαιρία νὰ κατηγορήσουν τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητὲς Του, φαίνεται ὅτι βρῆ­καν εὐκαιρία νὰ πετάξουν λόγους πικροὺς καὶ βλάσφημους. Κι ὁ ­Κύριος Ἰησοῦς, ποὺ εἶδε ὅλη αὐτὴ τὴν ταραχή, δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ ἐκφράσει τὴ θλίψη του μπροστὰ στὴν ἀπιστία ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων.
   Ἀλλὰ ἂν ὁ Κύριος μίλησε μὲ αὐστηρότητα στοὺς ἀνθρώπους τῆς γενιᾶς Του ποὺ ἔμεναν ἄπιστοι παρὰ τὰ θαύματα ποὺ εἶχαν δεῖ, τί θὰ ἔλεγε στὴ δική μας γενιά; Ἄραγε τί πίστη θὰ ζητοῦσε ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς, ποὺ ἔχουμε γνωρίσει τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγε­λίου καὶ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴ χάρη τῶν ἁγίων Μυστηρίων καὶ τὴν ἐμπειρία ἀναρί­θμητων θαυμάτων;… Ὅ­­­­ταν ἀπολαμβάνουμε τόσες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ λυγί­ζουμε στὴν πρώτη δυσκολία καὶ νὰ ἀ­­­πελπιζόμαστε;…
   Κι ὅμως, παρὰ τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ὀλιγοπιστία μας ὁ Κύριος ­μακροθυμεῖ. Μᾶς ἀνέχεται καὶ περιμένει τὴ μετάνοιά μας, ἐνῶ Ἐκεῖνος συνεχίζει νὰ στέλνει πλούσιες τὶς χάριτες καὶ τὶς ­εὐλογίες Του. Ὅπως φάνηκε καὶ στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ὅταν ζήτησε νὰ Τοῦ φέρουν τὸ παιδὶ γιὰ νὰ τὸ θεραπεύσει.

2. Προσευχὴ καὶ νηστεία

   Ὁδήγησαν λοιπὸν μπροστά Του τὸν ταλαίπωρο νέο. Τότε τὸ πονηρὸ πνεῦ­μα ἄρχισε νὰ ταράζει μὲ φοβεροὺς σπασμοὺς τὸ νέο, ὁ ὁποῖος ἔπεσε καὶ κυλιόταν στὴ γῆ βγάζοντας ἀφροὺς.
   –Ἀπὸ πότε συμβαίνει αὐτό;… ­ρώτησε ὁ Κύριος. «Παιδιόθεν», ­ἀπάντησε ὁ πα­­τέρας καὶ συνέχισε: Πολλὲς φορὲς μά­λιστα τὸν ἔριξε στὴ φωτιὰ καὶ στὸ νε­­ρό! Ἂν λοιπὸν μπορεῖς νὰ κάνεις κάτι, λυπήσου μας καὶ βοήθησέ μας…
   –Ἐὰν ἐσὺ μπορεῖς νὰ πιστέψεις, ὅλα εἶ­ναι δυνατὰ σ’ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει, ἀ­­­ποκρίθηκε ὁ Κύριος.
   Κλαίγοντας τότε ὁ πατέρας τοῦ ­παιδιοῦ, φώναξε δυνατά: «πιστεύω, Κύριε· ­βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ», πιστεύω ὅτι ἔχεις τὴ δύναμη νὰ μὲ βοηθήσεις. Βο­ήθησέ με ν’ ἀ­­­παλλαγῶ ἀπὸ τὴν ὀλιγοπιστία μου.
   Τότε ὁ Κύριος πρόσταξε αὐστηρὰ τὸ δαι­μονικὸ πνεῦμα: Πνεῦμα ἄλα­λο καὶ κου­φό, Ἐγὼ σὲ διατάζω, βγὲς ἀπ’ αὐ­τὸν καὶ μὴν ξα­να­μπεῖς ποτὲ πιὰ μέσα του!
   Καὶ τὸ πονηρὸ δαιμόνιο, ἀφοῦ κραύγασε δυνατὰ καὶ συντάραξε τὸ ­παιδί, βγῆκε. Ὁ νέος ἔγινε σὰν νεκρὸς· ­πολλοὶ νόμιζαν ὅτι πέθανε. Ὁ Χριστὸς ὅμως τὸν ἔπιασε ἀπ’ τὸ χέρι καὶ τὸν σήκω­σε ὄρθιο.
   Ὅταν, λίγο ἀργότερα, ὁ Κύριος μπῆκε σὲ κάποιο σπίτι, Τὸν πλησίασαν ἰδιαιτέρως οἱ μαθητές Του καὶ Τὸν ρώτησαν: Για­τί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ ­βγάλουμε τὸ πονηρὸ πνεῦμα; Κι Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάν­τησε: «τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐ­δενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευ­χῇ καὶ νηστείᾳ»· αὐτὸ τὸ εἶδος τοῦ δαιμονίου δὲν βγαίνει μὲ τίποτε ἄλλο παρὰ μὲ προσευχὴ ποὺ συνο­δεύεται ἀπὸ νηστεία.
   Ἔπειτα ἔφυγαν ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ διέσχισαν τὴ Γαλιλαία ἀπὸ τὴ δυτικὴ ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ καθὼς ὁ Κύριος ἦ­­­ταν μόνος μὲ τοὺς μαθητές Του, τοὺς μι­λοῦσε προφητικὰ γιὰ τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή Του κι ἔτσι ­προετοίμαζε τὶς ψυχὲς τους γιὰ τὰ συγκλονιστικὰ αὐ­τὰ γεγονότα.
   Ἂς σταθοῦμε ὅμως στὴν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου, ὅταν οἱ μαθητὲς Τὸν ρώ­τησαν για­τί δὲν μπόρεσαν νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί: Γιὰ τέτοιες δύσκο­λες περιπτώσεις, χρειάζεται προσευχὴ καὶ νηστεία, εἶπε. Αὐτὰ εἶναι τὰ πανίσχυρα ὅπλα ποὺ μᾶς προτείνει ὁ Χριστὸς στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ πονηροῦ: Πρῶ­τα, θερμὴ προσευχή, διότι αὐτὴ φανερώνει τὴν πίστη καὶ τὴν ἐξάρτησή μας ἀπὸ τὸν παντοδύναμο Θεό. Καί παράλληλα, ­νηστεία, ἡ ὁποία ­ταπεινώνει τὴν σάρκα καὶ ἐξυψώνει τὸ πνεῦμα πρὸς τὸν ἅγιο Θεό.
   Ἰδιαίτερα αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ἐφοδιαστοῦμε μὲ αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ὅπλα, προκειμένου νὰ ἀν­τιμετωπίζουμε νικηφόρα τὶς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ. Ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε λοιπόν, ἂν βλέπουμε ὅτι ὁ ἀγώνας εἶναι δύσκολος καὶ ὁ ἐχθρὸς ἰσχυρός. Ἂν ἀκολουθήσουμε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου καὶ καταφεύγουμε ταπεινὰ στὴν προσευχὴ καὶ στὴ νηστεία, εἶναι βέβαιο ὅτι θὰ ξεπερνοῦμε κάθε πειρασμό.