Οἱ οἰκουμενιστικὲς ἐκδηλώσεις ποὺ σκανδαλίζουν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξαν καὶ κατὰ τὸ ἐφετινὸ Πάσχα πολλές. Ὅμως ὁ μέγιστος σκανδαλισμός του εἶναι ἐκεῖνος τοῦ περασμένου Νοεμβρίου. Ὁ λαὸς δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι «ὁ φύλαξ τῆς Ὀρθοδοξίας», κατὰ τὴν ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν πάπα Πῖο Θ΄ (6 Μαΐου 1848), διερωτᾶται: Πῶς ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἀντήλλαξε ἀσπασμὸ μὲ τὸν Πάπα κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ὀρθοδόξου Θείας Λειτουργίας στὴν Κωνσταντινούπολη τὴν 30ὴ Νοεμβρίου 2014; Τὸ ἐρώτημά του ἔχει ἤδη μεταβληθεῖ σὲ μέγιστο σκανδαλισμό. Ὁ ἀσπασμὸς αὐτὸς δὲν ἦταν ὁ πρῶτος. Προηγήθηκε δυστυχῶς καὶ ἄλλος ὅμοιος μὲ αὐτὸν κατὰ τὴν ἀντίστοιχη ἐπίσκεψη στὴν Κωνσταντινούπολη τοῦ προηγούμενου πάπα Βενεδίκτου. Ἔχει ὅμως δίκιο ὁ λαὸς νὰ αἰσθάνεται σκανδαλισμένος; Ἂς δοῦμε τὸ θέμα μέσα στὸ λειτουργικὸ πλαίσιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Πότε δίδεται ὁ λειτουργικὸς ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία; Δίδεται πρὶν ἀκολουθήσει ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως, τὸ «Πιστεύω…». Ἔπειτα ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν ἐκφώνηση ἀπὸ τὸν διάκονο ἢ τὸν ἱερέα «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν». Προκειμένου δηλαδὴ νὰ ὁμολογήσουμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη μας, ἀπαραίτητος ὅρος εἶναι νὰ ἀγαποῦμε ἀληθινὰ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια ὅλοι οἱ πιστοὶ μὲ ἕνα στόμα, μὲ μιὰ καρδιὰ καὶ μὲ μιὰ ψυχὴ ὁμολογοῦμε μὲ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἄλλωστε ἡ ἀγάπη βασίζεται, ἢ καλύτερα προϋποθέτει τὴν ἀλήθεια. Ἡ δὲ θυσία, ἡ ὁποία πρόκειται νὰ προσφερθεῖ στὴ συνέχεια, εἶναι κατ’ ἐξοχὴν θυσία ἀγάπης. Ὁ ἀναμάρτητος Κύριός μας σταυρώθηκε ἀπὸ ἄμετρη ἀγάπη πρὸς τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο. Συγκαταβαίνει δὲ νὰ θυσιάζεται καὶ ὑπὸ τὰ εἴδη τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου ταπεινούμενος σὲ κάθε Θεία Λειτουργία μπροστὰ στὰ μάτια μας ἕνεκα τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Πῶς λοιπὸν θὰ τολμήσουμε νὰ Τὸν ἀτενίσουμε πάνω στὴν ἁγία καὶ θαυμαστὴ Τράπεζα τῆς ἀγάπης Του χωρὶς ὁμόνοια καὶ ἀγάπη μεταξύ μας;
Παλαιότερα ὁ ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης γινόταν μεταξὺ ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος. Στὸ Ἅγιο Βῆμα οἱ κληρικοὶ ἀσπάζονταν τὸν ἐπίσκοπο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέδιδαν τὸν ἀσπασμὸ στοὺς ἔξω ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα πιστούς, ὁπότε ἀκολουθοῦσε ὁ ἀσπασμὸς ὅλων τῶν πιστῶν. Ἀσπάζονταν χωριστὰ οἱ ἄνδρες τοὺς ἄνδρες καὶ χωριστὰ οἱ γυναῖκες τὶς γυναῖκες. Ὁ καθηγητὴς Παν. Τρεμπέλας στὸ περισπούδαστο ἔργο του Αἱ Τρεῖς Λειτουργίαι κατὰ τοὺς ἐν Ἀθήναις Κώδικας σημειώνει καὶ τοῦτο: «Κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ ἀσπασμοῦ καὶ κατὰ τὸ πέρας αὐτοῦ τὰ μὲν παιδία, κατὰ τὰς Ἀποστολικὰς Διαταγὰς» στέκονταν κοντὰ στὸ Ἱερὸ Βῆμα καὶ δίπλα τους βρισκόταν ἕνας διάκονος γιὰ νὰ μὴν ἀτακτοῦν, ἄλλοι δὲ διάκονοι περιφέρονταν καὶ πρόσεχαν «τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναῖκας, ὅπως μὴ θόρυβός τις γένηται καὶ μή τις νεύσῃ ἢ ψιθυρίσῃ ἢ νυστάξῃ». Ἄλλοι διάκονοι ἐπίσης στέκονταν στὶς θύρες τῶν ἀνδρῶν, καὶ ὑποδιάκονοι στὶς θύρες τῶν γυναικῶν, προσέχοντας νὰ μὴν ἀνοιχθεῖ ἡ θύρα καὶ βγεῖ ἔξω κατὰ τὴν ὥρα τῆς Ἀναφορᾶς κάποιος πιστός. Ἀκολουθοῦσε τότε νέα πρόσκληση τοῦ διακόνου ποὺ ἔλεγε: «Μή τις τῶν κατηχουμένων. Μή τις τῶν ἀκροωμένων. Μή τις τῶν ἀπίστων. Μή τις τῶν ἑτεροδόξων. Μή τις ἐν ὑποκρίσει. Ὀρθοὶ πρὸς Κύριον μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἑστῶτες ὦμεν προσφέρειν». Ἄς εἴμαστε ὄρθιοι γιὰ νὰ προσφέρουμε τὴ θυσία. Μετὰ τὴν πρόσκληση αὐτὴ γινόταν «νέα ἐκκαθάρισις τοῦ ἐκκλησιάσματος». Ἀπὸ αὐτά, γράφει ὁ Παν. Τρεμπέλας, ἀντιλαμβάνεται κανεὶς τὴν ἔννοιαν τῶν προτροπῶν τοῦ διακόνου ποὺ ἀκοῦμε καὶ σήμερα: ‘‘Τὰς θύρας, τὰς θύρας…’’ καὶ ‘‘Στῶμεν καλῶς’’»1.
Σημειώνουμε ὅτι τὸ φίλημα τῆς εἰρήνης, ἢ ὁ ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης, συναντᾶται σ’ ὅλες τὶς ἀρχαῖες Λειτουργίες. Τὴν ἀρχαιότερη μαρτυρία τὴ συναντοῦμε στὸν ἅγιο Ἰουστῖνο τὸν φιλόσοφο καὶ μάρτυρα (110-167 μ.Χ.). Ὁ δὲ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων ἀντὶ τοῦ «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους», ἀναγράφει τὸ «Ἀλλήλους ἀπολάβετε καὶ ἀλλήλους ἀσπαζώμεθα». Καὶ εἰς μὲν τὴν Ἀνατολὴ ὁ ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης προηγεῖται τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, στὴ Δύση ὅμως ὁ ἀσπασμὸς ἀκολουθεῖ μετὰ τὸν καθαγιασμό. Ὡστόσο ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διατηρώντας τὸν ἀσπασμὸ πρὶν ἀπὸ τὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων συμμορφώνεται πλήρως πρὸς τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος εἶπε: Ἐὰν προσφέρεις τὸ δῶρο σου στὸ θυσιαστήριο καὶ ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου γιὰ κάποια ἀδικία ποὺ τοῦ ἔκανες, ἄφησε ἐκεῖ τὸ δῶρο σου μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο καὶ πήγαινε πρῶτα καὶ συμφιλιώσου μὲ τὸν ἀδελφό σου, καὶ τότε, ἀφοῦ συνδιαλλαγεῖς μαζί του, ἔλα καὶ πρόσφερε τὸ δῶρο σου, διότι μόνο τότε αὐτὸ θὰ γίνει δεκτὸ ἀπὸ τὸν Θεό (Ματθ. ε΄ 23-24)2.
Σήμερα ὁ ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης γίνεται μόνο μεταξὺ τῶν κληρικῶν ποὺ συμμετέχουν στὴ Θεία Λειτουργία, μέσα στὸ Ἅγιο Βῆμα. Ὁ ἀσπασμὸς δὲ αὐτὸς εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητος καὶ ἀναγκαῖος, ὥστε ἂν δὲν προηγηθεῖ, εἶναι ἀδύνατο νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς «ἁγίας Ἀναφορᾶς». Ἄλλωστε γιὰ τὸ φίλημα αὐτὸ τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης προπαρασκευαζόμαστε καὶ μὲ τὴν πατρικὴ εὐλογία ἢ τὸν χαιρετισμὸ τοῦ λειτουργοῦ πρὸς τοὺς ἐκκλησιαζομένους, δηλαδὴ μὲ τὸ «Εἰρήνη πᾶσι».
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ γίνεται φανερὸ ὅτι ὁ ἀσπασμὸς τῆς ἀγάπης δὲν εἶναι μιὰ ἁπλή, ἐξωτερική, τυπική, ὑποκριτικὴ κίνηση ἀγάπης, ἀλλὰ ἔκφραση μιᾶς δυναμικῆς, ζωντανῆς, εἰλικρινοῦς, πραγματικῆς ἀγάπης τῆς ψυχῆς. Ἐξάλλου ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως, ποὺ θὰ ἀκολουθήσει, δηλαδὴ ἡ ἀπαγγελία τοῦ «Πιστεύω…», πρέπει νὰ γίνει «ἐν ὁμονοίᾳ». Δηλαδὴ μὲ καρδιὰ ὄχι μόνο ἐλεύθερη ἀπὸ μίσος, ἀλλὰ μὲ καρδιὰ γεμάτη ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἐὰν λείπει ἡ ἀγάπη αὐτή, ὅσες φορὲς καὶ ἂν ἐπαναλάβουμε τὸ «Πιστεύω…», δὲν ἔχουμε καμιὰ ὠφέλεια. Διότι «πίστις χωρὶς ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακ. β΄ 26), ἡ δὲ πίστη ἀποδεικνύεται ζωντανὴ καὶ ἐνεργητικὴ μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης (βλ. Γαλ. ε΄ 6).
Ἔχουμε ὅμως καὶ μερικὰ ἄλλα νὰ προσθέσουμε στὸ ὅλο θέμα.
1. Π. Ν. Τρεμπέλα, Αἱ Τρεῖς Λειτουργίαι κατὰ τοὺς ἐν Ἀθήναις Κώδικας, ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἰούλιος 19822, ὑποσημ. 22, σελ. 90-91.
2. Π. Ν. Τρεμπέλα, ὅ.π., σελ. 88, 89.