ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 24 ΜΑΪΟΥ 2015
Τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: Ἰωάν. ιζ΄ 1-13
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπάρας ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν, εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν. ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. ᾿Εφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. ᾿Εγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὑτοῖς.
ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ΤΟ Α ΚΑΙ ΤΟ Ω
1. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι ἀφιερωμένη στοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συνῆλθε τὸ ἔτος 325 μ.Χ. στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ θεμελίωσε τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας στὸ θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μᾶς παρουσιάζει ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία εἶναι τμῆμα ἀπὸ τὴν ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου· τὴν προσευχὴ ποὺ ἀπηύθυνε ὁ Χριστός μας ὡς Μέγας Ἀρχιερεὺς μετὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ λίγο πρὶν συλληφθεῖ.
Τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ Κύριος ὕψωσε τὸ βλέμμα Του πρὸς τὸν οὐρανὸ καὶ εἶπε: «Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα»· ἦλθε ἡ ὥρα ποὺ ἔχεις ὁρίσει γιὰ νὰ θυσιασθῶ. Δόξασε τὸν Υἱό σου καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση του, γιὰ νὰ Σὲ δοξάσει καὶ ὁ Υἱός σου, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ τοῦ ἔδωσες ἐπάνω σ’ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, γιὰ νὰ δώσει τὴν αἰώνια ζωὴ σ’ ὅλο τὸ πλῆθος ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἔδωσες καὶ οἱ ὁποῖοι πίστεψαν σ’ Αὐτόν. Αὐτὴ δὲ εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὸ νὰ Σὲ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅλο καὶ περισσότερο καὶ νὰ διατηροῦν στενὸ σύνδεσμο μ’ Ἐσένα, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ὁποῖο ἀπέστειλες στὸν κόσμο.
Ἐγὼ Σὲ δόξασα πάνω στὴ γῆ, συνεχίζει ὁ Κύριος. Καὶ μὲ τὴ θυσία τὴν ὁποία θὰ προσφέρω σὲ λίγο πάνω στὸ σταυρό, ὁλοκληρώνω τελείως τὸ ἔργο ποὺ μοῦ ἀνέθεσες νὰ κάμω. Καὶ τώρα Ἐσύ, Πάτερ, δόξασέ με καὶ ὡς ἄνθρωπο δίπλα σου, μὲ τὴ δόξα ποὺ εἶχα κοντά σου ὡς προαιώνιος Υἱός σου προτοῦ νὰ δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος.
Μέχρι τὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ προσευχὴ τοῦ Κυρίου ἀναφέρεται στὸ πρόσωπό Του καὶ στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα. Ἐκεῖνον τὸν προσφωνεῖ «Πάτερ», ἐνῶ ὀνομάζει τὸν ἑαυτό του «Υἱό». Ἐπιπλέον δέ, εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Θεὸ ὅτι ὁμιλεῖ ὡς ἴσος πρὸς ἴσον. Ὅλα αὐτὰ ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι Υἱὸς Θεοῦ, ὁμοούσιος καὶ ὁμότιμος μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα.
Γι’ αὐτὴ τὴ θεμελιώδη ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας ἀγωνίστηκαν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καὶ ἔδωσαν ἰδιαίτερη βαρύτητα στὴν ἀλήθεια αὐτή, διότι ὅποιος δὲν ἀναγνωρίζει τὸν Κύριο Ἰησοῦ ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ οὔτε νὰ ἀποκτήσει τὴν αἰώνια ζωή. Τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ σημαίνει τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς σωτηρίας μας· Αὐτὸς εἶναι «τὸ Α καὶ τὸ Ω», ἡ πνοή, ἡ ζωή, ἡ αἰώνια εὐφροσύνη μας. Εἶναι ὁ ἀγαπημένος Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ὁποία ἐπιθυμεῖ Ἐκεῖνος νὰ ζεῖ ἑνωμένος σὲ ἀδιάσπαστη ἑνότητα, ὅπως ἀποκαλύπτει συνεχίζοντας τὴν προσευχή.
2. Ὁ «υἱὸς τῆς ἀπωλείας»
–Φανέρωσα τὸ ὄνομά σου στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀπέσπασες ἀπὸ τὰ δίχτυα τοῦ κόσμου καὶ τοὺς ἔδωσες σὲ μένα. Δικοί σου ἦταν κι Ἐσὺ τοὺς ἔδωσες σὲ μένα. Κι αὐτοὶ τήρησαν τὸν λόγο σου, τὸν ὁποῖο τοὺς ἀποκάλυψα.
Τώρα πείσθηκαν ὅτι ὅλα ὅσα μοῦ ἔδωσες προέρχονται ἀπὸ Σένα. Ἀπόδειξη, τὸ γεγονὸς ὅτι τοὺς λόγους ποὺ μοῦ ἔδωσες νὰ ἀποκαλύψω στοὺς ἀνθρώπους, ἐγὼ τοὺς παρέδωσα σ’ αὐτούς, καὶ αὐτοὶ τοὺς ἀποδέχθηκαν. Πίστεψαν ὅτι γεννήθηκα ἀπὸ Σένα καὶ ὅτι Ἐσὺ μὲ ἀπέστειλες στὸν κόσμο.
Ἐγὼ γι’ αὐτοὺς παρακαλῶ· δὲν Σὲ παρακαλῶ τὴ στιγμὴ αὐτὴ γιὰ τὸν κόσμο τῆς ἀπιστίας, ἀλλὰ γιὰ κείνους ποὺ μοῦ ἔδωσες, διότι εἶναι δικοί σου. Καὶ ὅλα ὅσα ἀνήκουν σὲ μένα δικά σου εἶναι, ὅπως καὶ τὰ δικά σου εἶναι δικά μου. Κι ἐγὼ ἔχω δοξασθεῖ ἀπὸ αὐτούς, διότι ἀναγνώρισαν τὴ θεϊκή μου φύση καὶ πίστεψαν σὲ μένα.
Ἐγὼ βέβαια δὲν θὰ εἶμαι πλέον σωματικῶς στὸν κόσμο, ὅπως μέχρι τώρα. Αὐτοὶ ὅμως θὰ εἶναι στὸν κόσμο, διότι δὲν ἐπιτέλεσαν ἀκόμη τὴν ἀποστολή τους. Ἐγὼ ἔρχομαι σὲ Σένα. Πάτερ ἅγιε, φύλαξέ τους μὲ τὴ δύναμή σου, τὴν ὁποία ἔδωσες καὶ σὲ μένα, «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς»· γιὰ νὰ εἶναι μεταξύ τους ἑνωμένοι ὡς ἕνα πνευματικὸ σῶμα, ὅπως εἴμαστε ἕνα κι ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε τὴν ἴδια οὐσία καὶ φύση.
Ὅταν ἤμουν μαζί τους στὸν κόσμο, ἐγὼ τοὺς φύλαγα μὲ τὴ δύναμή Σου. Ὅσους μοῦ ἔδωσες τοὺς φύλαξα, καὶ κανεὶς ἀπ’ αὐτοὺς δὲν χάθηκε παρὰ μόνο «ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας», ὁ προδότης Ἰούδας· κι ἔτσι ἐκπληρώθηκαν οἱ προφητεῖες τῆς Γραφῆς. Τώρα ὅμως ἔρχομαι σὲ Σένα. Καὶ τὰ λέω αὐτά, ἐνῶ βρίσκομαι ἀκόμη στὸν κόσμο αὐτό, γιὰ νὰ τ’ ἀκούσουν κι αὐτοὶ καὶ νὰ ἔχουν μέσα τους τέλεια τὴ χαρὰ τὴ δική μου…
Γιὰ ὅλους προσεύχεται ὁ Χριστός. Γιὰ ὅλους φροντίζει καὶ ἀγρυπνεῖ. Ἂν χάθηκε ὁ Ἰούδας, αὐτὸ δὲν ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη φροντίδας τοῦ Κυρίου ἀλλὰ στὴ δική του κακὴ προαίρεση καὶ ἐξέλιξη. Κι εἶναι πράγματι φοβερὸ νὰ σκέπτεται κανεὶς ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους κατέληξε «υἱὸς τῆς ἀπωλείας». Φοβερὸ ἐπίσης καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας κληρικός, ὁ Ἄρειος, «ἄλλος Ἰούδας χρηματίσας, τῇ γνώμῃ καὶ τῷ τρόπῳ» (στιχηρὸ Ἑσπερινοῦ), μὲ τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες του προκάλεσε ἀνυπολόγιστη ζημιὰ στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν· γι’ αὐτὸ καὶ τὸν κατεδίκασε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Τὴν ἴδια καταστροφικὴ πορεία ἀκολούθησαν καὶ ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων.
Τὸ δικό μας χρέος εἶναι νὰ καλλιεργοῦμε τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ νὰ μαθητεύουμε στὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴ διδαχὴ τῶν θεοφώτιστων Ἁγίων Πατέρων, γιὰ νὰ μένουμε σταθεροὶ κι ἀμετακίνητοι στὴν πίστη καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.