ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 14 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015
Β΄ Ματθαίου: Ρωμ. β΄ 10-16
Ἀδελφοί, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, ᾿Ιουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι· οὐ γὰρ ἔστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἢ καὶ ἀπολογουμένων — ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΚΡΙΣΗ
1. ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Ἕνα ἐρώτημα ποὺ συχνὰ προβληματίζει πολλοὺς εἶναι τὸ ἑξῆς: Τί θὰ γίνουν στὴν ἄλλη ζωὴ τὰ ἀμέτρητα ἑκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν γνώρισαν ποτὲ στὴ ζωή τους τὸν Χριστὸ καὶ τὸ νόμο του; Θὰ καταδικασθοῦν ὅλοι στὴν Κόλαση; Εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτρέψει μιὰ τέτοια ἀδικία; Στὸ ἐρώτημα αὐτὸ μᾶς ἀπαντᾶ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Μᾶς λέει λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Θεὸς δὲν κάνει διακρίσεις σὲ πρόσωπα. Θὰ χαρίσει τὶς δωρεές του σ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κάνουν τὸ καλό, ἀνεξάρτητα ἐὰν εἶναι Ἰουδαῖοι ἢ εἰδωλολάτρες. Σ’ ὅλους αὐτοὺς θὰ χαρίσει τὴ δόξα, τὴν τιμὴ καὶ τὴν εἰρήνη του.
Βέβαια δὲν θὰ κρίνει ὅλους ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἀλλὰ τὸν καθένα θὰ τὸν κρίνει ἀνάλογα μὲ τὰ ὅσα γνώρισε καὶ ἔμαθε. Γι’ αὐτὸ ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ἔχουν κάποιο γραπτὸ νόμο, θὰ κριθοῦν χωρὶς νὰ ἔχουν ὡς κατήγορο τὸ νόμο αὐτό. Καὶ ὅσοι ἁμάρτησαν, ἐνῶ γνώρισαν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ θὰ κριθοῦν μὲ βάση τὸ νόμο αὐτό. Διότι τελικὰ θὰ δικαιωθοῦν καὶ θὰ σωθοῦν ὄχι ὅσοι ἁπλῶς ἄκουσαν τὸ θεῖο νόμο, ἀλλὰ ὅσοι τὸν τήρησαν στὴ ζωή τους.
Μὲ βάση λοιπὸν ὅλα αὐτὰ θὰ κρίνει ὁ Θεὸς πολὺ αὐστηρότερα ὄχι ὅσους ἔζησαν μέσα στὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀμάθεια, ἀλλὰ ἐμᾶς ποὺ γνωρίσαμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Διότι ἐμεῖς, ἐὰν δὲν ἐφαρμόσουμε τὰ ὅσα μάθαμε, θὰ εἴμαστε ἀναπολόγητοι. Θὰ ἔχουμε κατήγορό μας τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ποὺ γνωρίσαμε.
Ἔτσι ὅμως τελικὰ ἐμεῖς οἱ πιστοὶ εἴμαστε προνομιοῦχοι ἢ ὄχι; Εἴμαστε προνομιοῦχοι, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ μεγαλύτερη εὐθύνη. Διότι ἐμεῖς γνωρίσαμε καὶ μάθαμε τί θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς. Ζήσαμε μέσα στὴ χάρη τῆς Ἐκκλησίας του, ἀπολαύσαμε τὶς εὐλογίες τῶν ἱερῶν Μυστηρίων. Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ τὰ προνόμιά μας μεγαλώνουν κατὰ πολὺ καὶ τὴν εὐθύνη μας. Διότι δὲν ἀρκεῖ νὰ γνωρίζουμε μόνο τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ εἴμαστε μόνο ἀκροατὲς τοῦ νόμου. Πρέπει καὶ νὰ τὸν τηροῦμε στὴ ζωή μας. Δὲν φθάνει νὰ καυχιόμαστε ὅτι ἔχουμε τὴν ἀληθινὴ πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία. Θὰ πρέπει καὶ νὰ ζοῦμε ὅπως ὁ Θεὸς θέλει. Καὶ θὰ εἶναι πράγματι τραγικὸ κάποιοι ἀπὸ μᾶς τοὺς Ὀρθόδοξους πιστοὺς νὰ βρεθοῦμε κάποτε στὴν αἰώνια Κόλαση, ἐνῶ ἀμέτρητοι ἄλλοι ποὺ δὲν γνώρισαν τὸν ἀληθινὸ Θεό, νὰ ζοῦν αἰωνίως μαζί Του στὴν ἄληκτη χαρὰ τοῦ Παραδείσου. Ἂς προσέξουμε λοιπὸν πολύ, γιὰ νὰ μὴ βρεθοῦμε στὴν ἄλλη ζωὴ μπροστὰ σὲ φοβερὲς ἐκπλήξεις.
Μὲ ποιὸ κριτήριο ὅμως θὰ κριθοῦν ὅλοι ὅσοι δὲν γνώρισαν στὴ ζωή τους τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ; Σ’ αὐτὸ μᾶς ἀπαντᾶ ὁ θεῖος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια.
2. Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ
Λέει λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἐνῶ δὲν ἔχουν λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ γραπτὸ νόμο, τηροῦν στὴ ζωή τους ὅσα προστάζει ὁ γραπτὸς νόμος. Γιατί; Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔχουν ὡς ὁδηγὸ στὴ ζωή τους τὸν ἔμφυτο ἠθικὸ νόμο, δηλαδὴ τὴ συνείδησή τους. Καὶ ἐξηγεῖ ὁ Ἀπόστολος ὅτι αὐτοὶ οἱ εἰδωλολάτρες ξέρουν νὰ διακρίνουν τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό, διότι ἔχουν γραμμένο μέσα στὶς καρδιές τους τὸν ἔμφυτο ἠθικὸ νόμο. Ἡ συνείδησή τους τοὺς δίνει τὰ κριτήρια γιὰ κάθε πράξη. Ὅλοι αὐτοί, συνεχίζει, θὰ ἀνακηρυχθοῦν δίκαιοι καὶ τηρητὲς τοῦ νόμου τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ κρίνει ὁ Θεὸς τὶς ἀπόκρυφες πράξεις τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου.
Ἡ συνείδηση λοιπὸν εἶναι τὸ κριτήριο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ κριθοῦν οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν λάβει γραπτὸ νόμο. Διότι μέσα στὴ συνείδηση κάθε ἀνθρώπου ὁ Θεὸς φύτεψε τὸ νόμο του. Βέβαια ὁ θεῖος Ἀπόστολος δὲν ἀναφέρεται σ’ ὅλους τοὺς εἰδωλολάτρες ἀλλὰ σὲ ὅσους φοβοῦνται τὸν Θεό. Γιὰ νὰ ἔχει ὅμως ἡ συνείδηση φωνὴ θὰ πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν καλλιεργεῖ μὲ τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, νὰ τὴν ἐξαγιάζει μὲ τὴ χάρη τῶν Μυστηρίων, νὰ τὴν ἀφήνει νὰ ἐνεργεῖ μέσα του. Ἀρκετοὶ ἄνθρωποι ὅμως μὲ τὴν ἀδιαφορία καὶ τὴ σκληρότητά τους περιφρονοῦν τὴ συνείδησή τους, τὴν καθιστοῦν πωρωμένη, τυφλὴ καὶ ἀδρανή. Μιὰ καλλιεργημένη συνείδηση ἐπιτελεῖ τεράστιο πνευματικὸ ἔργο στὴν ψυχὴ κάθε ἀνθρώπου. Τὸν βοηθᾶ νὰ διακρίνει ποιὸ εἶναι τὸ σωστὸ καὶ ποιὸ ὄχι. Καὶ ἀντίστοιχα τὸν προτρέπει στὸ καλὸ ἢ τὸν ἀποτρέπει ἀπὸ τὸ κακό. Αὐτὴ δίνει ἐσωτερικὴ μαρτυρία γιὰ καθετί. Ἡ φωνή της ἀντηχεῖ μυστικὰ στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας. Κάποτε διαμαρτύρεται τόσο ἔντονα ποὺ κυριολεκτικὰ μᾶς ἀναστατώνει. Διότι εἶναι τὸ λυχνάρι ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς στὶς ψυχὲς ὅλων μας, ἕνα λυχνάρι ποὺ φανερώνει ὅτι εἶναι θεόπλαστος ὁ ἄνθρωπος.
Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς μας, ἰδιαιτέρως ἐμεῖς ποὺ γνωρίζουμε τὸ θεῖο θέλημα. Ἂς ἀγαπήσουμε τὴ μυστικὴ αὐτὴ φωνὴ τῆς ψυχῆς μας κι ἂς ἀκοῦμε τὶς διαμαρτυρίες της καὶ τὶς προτροπές της μὲ φόβο Θεοῦ καὶ μὲ διάθεση μετανοίας. Κι ἂς ἐκθέτουμε στὸν Πνευματικό μας τοὺς λογισμοὺς ποὺ αὐτὴ μᾶς ἀποκαλύπτει. Ἔτσι θὰ καθαίρεται ἡ συνείδησή μας. Ἔτσι θὰ προοδεύουμε περισσότερο στὴν ἐν Χριστῷ ζωή. Καὶ ἔτσι θὰ ἀξιωθοῦμε κάποτε νὰ παρασταθοῦμε μπροστὰ στὸ φοβερὸ βῆμα τοῦ Κριτοῦ μὲ ἐλπίδα στὸ ἔλεός του καὶ νὰ ζήσουμε μαζί Του στὴν αἰώνια μακαριότητα.