ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 21 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

Γ΄ Ματθαίου: Ματθ. ς΄ 22-33

Εἶπεν ὁ Κύριος· ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ­ὀ­φθαλ­μός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτει­νὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ­πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις ­δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ­ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονή­σει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ­ἐνδύματος; ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ ­οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐ­τῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσ­θεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολο­μὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς ­κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγον­τες, τί φάγωμεν ἢ τί ­πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ­ζητεῖ­τε δὲ πρῶ­τον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύ­νην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα ­προστεθήσεται ὑμῖν.

ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΑ

1. Ὁ μαμωνὰς τῆς ἀδικίας

   Πέρασαν σχεδὸν 2.000 χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ἐκφωνήθηκε ἡ «ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία» τοῦ Κυρίου, κι ὅμως οἱ λόγοι ἐκεῖνοι διατηροῦν ἄμεση ἐπικαιρότητα ἀκόμη καὶ σήμερα, καὶ δίνουν τὴν τέλεια λύση στὰ ἀδιέξοδα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου. Ἕνα τμῆμα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὁμιλία περιέχεται στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.
   Ἀναφερόμενος ὁ Κύριος στὴν προσκόλληση στὰ ἐπίγεια ἀγαθά, εἶπε: Τὸ ­λυχνάρι ποὺ ­δίνει φῶς στὸ σῶμα εἶναι τὸ μάτι· ἐὰν τὸ μάτι σου εἶναι ὑγιές, ὅλο τὸ σῶ­μα σου θὰ βρίσκεται μέσα στὸ φῶς. Ἐὰν ὅμως δὲν εἶναι ὑγιές, ὅλο τὸ σῶ­μα σου θὰ εἶναι ­βυθισμένο στὸ σκοτάδι. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνο ποὺ σοῦ ­δόθηκε γιὰ νὰ σοῦ μεταδίδει φῶς, γίνει ­σκοτάδι, σὲ πόσο σκοτάδι θὰ βυθισθεῖς; Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει μὲ τὸ νοῦ. Διότι τὸ λυχνάρι ποὺ φωτίζει τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ νοῦς. Ἐὰν ὁ νοῦς τυφλωθεῖ ἀπὸ τὴ φιλαργυρία καὶ τὴν προσκόλληση στὸν πλοῦτο, σὲ πόσο πνευματικὸ σκοτάδι θὰ βυθισθεῖ τότε ἡ ψυχή!…
   Εἶναι ἀδύνατον νὰ συγκεντρώνει κανεὶς θησαυροὺς στὴ γῆ καὶ ταυτόχρονα νὰ εἶναι προσ­κολλημένος καὶ στὸ Θεό. «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν»· κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως δοῦλος σὲ δύο κυρίους. Διότι ἢ θὰ μισήσει τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσει τὸν ἄλλο, ἢ θὰ προσκολληθεῖ στὸν ἕνα καὶ θὰ περιφρονήσει τὸν ἄλλο. «Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ». Δὲν μπορεῖτε νὰ εἶστε συγχρόνως δοῦλοι καὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾶ, δηλαδὴ τοῦ πλούτου.
   Δοῦλοι τοῦ μαμωνᾶ! Ἄνθρωποι ποὺ σκέπτονται μέρα – νύχτα πῶς νὰ ἀπο­κτήσουν περισσότερα ὑλικὰ ἀγαθά, νὰ αὐξήσουν τὰ κέρδη τους, νὰ ἐπενδύσουν, νὰ ἀποταμιεύ­σουν, νὰ ἐξασφαλίσουν τάχα τὸ μέλλον τους μὲ χρήματα καὶ κτήματα. Ἔτσι γίνονται δοῦ­λοι στὸ χρῆμα, στὸν «μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας» (Λουκ. ις΄ 9), ὅπως χαρακτηρίζει τὸν πλοῦτο ὁ Κύριος σὲ ἄλλο σημεῖο.
   Καὶ πράγματι, ὁ μαμωνᾶς εἶναι ὁ πιὸ ἄδικος, ἀπάνθρωπος, πονηρὸς κι ἀναξιόπιστος ἀφέντης. Εἶναι ἄδικος καὶ ἀπάνθρωπος διότι ἐνῶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ προορίζονται γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἐκεῖνος θέλει τὰ χρήματα νὰ συγκεντρώνονται στὰ χέρια λίγων, οἱ ὁποῖοι τὰ ἁρπάζουν οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὰ χέρια τῶν πτωχῶν. Εἶναι πονηρὸς καὶ ἀναξιόπιστος, διότι ὑπόσχεται εὐτυχία στοὺς κατόχους του, ἀλλὰ τελικὰ τοὺς γεμίζει μὲ ἄγχος, ἀνασφάλεια καὶ ἀπογοήτευση, καθὼς εὔκολα τοὺς ἐγκαταλείπει καὶ τοὺς ἀφήνει μετέωρους. Καὶ τὸ χειρότερο: ὅποιος εἶναι δοῦλος τοῦ μαμωνᾶ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ πανάγαθος Θεὸς καλεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ζήσει ἐντελῶς διαφορετικά: μὲ δικαιοσύνη, ἀγάπη, ἐλεημοσύνη, ἐμπιστοσύνη στὴ στοργικὴ θεία Πρόνοια.
   Βέβαια προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Στὸν κόσμο τῆς ἀδικίας καὶ τοῦ ἀτομισμοῦ μπορεῖ κάποιος νὰ ἐπιβιώσει ἀκολουθώντας τὸ δρόμο τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίνει ὁ Κύριος στὴ συνέχεια τῆς διδασκαλίας Του.

2. Ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ

   ─Μὴν ἀγωνιᾶτε γιὰ τὸ τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε, οὔτε τί ροῦχα θὰ φορέσετε, μᾶς παραγγέλλει. Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸ ἔνδυμα;… Ὁ Θεὸς λοιπὸν ποὺ σᾶς χάρισε τὰ ἀνώτερα, θὰ σᾶς χαρίσει καὶ τὰ κατώτερα.
   Κοιτάξτε τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ! Δὲν σπέρνουν, οὔτε θερίζουν, οὔτε ἀποθη­κεύουν τρόφιμα, κι ὅμως ὁ ἐπουράνιος Πατέρας σας τὰ τρέφει. Ἐσεῖς δὲν ἀξίζετε πολὺ περισσότερο ἀπὸ αὐτά;
   Σκεφθεῖτε κάτι ἀκόμα: Ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ὅσο κι ἂν φροντίσει, μπορεῖ νὰ προσθέσει στὸ ἀνάστημά του ἕναν πήχη;
   Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἔνδυσή σας ­γιατί σᾶς καταλαμβάνει τόση ἀγωνία; ­Πα­­ρα­­­­τη­­ρῆστε τὰ ἀγριολούλουδα. Δὲν ­κοπιάζουν οὔτε γνέθουν· κι ὅμως σᾶς λέω ὅτι ἀ­­­κό­­μα κι ὁ σοφὸς Σολομών, μὲ ὅλη τὴ βασιλική του μεγαλοπρέπεια, δὲν ντύθηκε μὲ ἔνδυμα τόσο ὡραῖο καὶ θαυμάσιο, ὅπως περι­βάλ­λεται ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγριολούλουδα αὐτά.
   Ἂν λοιπὸν ὁ Θεὸς ντύνει μὲ τόση ὀ­­­μορφιὰ τὰ ἀγριόχορτα, ποὺ ­φυτρώνουν μό­να τους στὸν ἀγρὸ καὶ τὰ ὁποῖα ­σή­­μερα ὑπάρχουν καὶ αὔριο ρίχνονται στὸ φοῦρ­νο ὡς καύσιμη ὕλη, δὲν θὰ φροντίσει πο­λὺ περισσότερο γιὰ σᾶς καὶ δὲν θὰ σᾶς δώ­σει τὰ ἀπαραίτητα ροῦχα, ὀλιγόπιστοι;
   Μὴ σᾶς κυριεύει λοιπὸν ἡ ἀγωνία «τί θὰ φᾶμε, ἢ τί θὰ πιοῦμε, ἢ μὲ ποιὸ ἔνδυμα θὰ ντυθοῦμε». Ἔτσι σκέπτονται οἱ εἰδωλολάτρες ποὺ ζητοῦν μόνο ὑλικὰ ἀγαθὰ στὶς προσευχές τους. Ἐσεῖς μὴν ἀνησυχεῖτε, διότι ὁ οὐράνιος Πατέρας σας γνωρίζει τὶς ἀνάγκες σας καὶ θὰ σᾶς δώσει ὅ,τι χρειάζεστε.
   Ἐσεῖς «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ»· νὰ ζητᾶτε πρῶτα ἀπ’ ὅλα καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, «καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν»· καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν μαζὶ μ’ ἐκεῖνα τὰ οὐράνια ἀγαθά.
   Τί ἄλλο νὰ προσθέσουμε στοὺς ­λόγους αὐτοὺς τοῦ θείου Διδασκάλου; Μὲ τρόπο ἁπλὸ καὶ πειστικό, μὲ παραδεί­γματα ἀπὸ τὴ φύση ἀλλὰ καὶ λογικὰ ἐπιχειρήματα μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα: ὅ­­­ποιος πιστεύει στὸ Θεὸ καὶ Τὸν ἐμπιστεύ­εται ὡς Δημιουργὸ καὶ ­Πατέρα Του, δὲν πρόκειται νὰ στερηθεῖ ­τίποτε. Ὁ ­φι­λάν­θρωπος Θεὸς θὰ τοῦ ­χαρίζει ­πλού­σια καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ ἐπουράνια ἀγα­θά.