«Ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους…»

   Στὸν 33ο Ψαλμὸ ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβὶδ δοξολογεῖ τὸν ἅγιο Θεὸ γιὰ τὶς πλούσιες δωρεὲς ποὺ ἀπολάμβανε στὴ ζωή του. Ἂν καὶ βρίσκεται ἐμπερίστατος, διωκόμενος ἀπὸ τὸν Σαούλ, δὲν λησμονεῖ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Συνεχῶς φέρνει στὸ νοῦ του τὸ παρελθὸν τῆς ζωῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη του εἶναι διαρκής.
   Αἰσθάνεται τὸ ἀνύστακτο, ἄγρυπνο βλέμμα τοῦ Κυρίου νὰ παρακολουθεῖ τὴ ζωή του, ἀλλὰ καὶ τὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ Τὸν ­ἐμπιστεύονται. Γι’ αὐτὸ λέει χαρακτηριστικὰ στὸ στίχο 16: «ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ ­δικαίους». Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου μὲ πολλὴ στορ­γὴ καὶ ἐνδιαφέρον εἶναι ­στραμμένοι στοὺς δικαίους.
   Ἀνθρωποπαθὴς εἶναι αὐτὴ ἡ ἔκφραση. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει μάτια· χρησιμοποιεῖ ὅμως ὁ Δαβὶδ αὐτὴ τὴν ἔκφραση γιὰ νὰ δείξει πὼς ὁ Θεὸς τὰ βλέπει ὅλα, εἶναι παντεπόπτης. Μᾶς λέει ὅτι βρίσκεται πάντοτε στὸ πλευρὸ τῶν δικαίων, τοὺς προστατεύει ἀπὸ κάθε ἐπιβουλὴ καὶ ἀδικία ποὺ γίνεται εἰς βάρος τους· λαμβάνει ἰδιαίτερη πρόνοια ὑπὲρ τοῦ λαοῦ Του καὶ δείχνει ἔτσι τὴν πατρικὴ στοργή Του.
   Δὲν μποροῦμε νὰ συλλάβουμε μὲ τὸν φτωχὸ νοῦ μας τὴ σπουδαία αὐτὴ πραγματικότητα: τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ παρακολουθοῦν κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, κάθε στιγμὴ τοῦ ἀγώνα μας μὲ ἀγάπη, μὲ ἐνδιαφέρον. Μᾶς τὸ λέει καὶ ἀλλοῦ ὁ Ψαλμωδός: «τὰ βλέφαρα αὐ­τοῦ ἐξετάζει τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων» (Ψαλ. ι΄ [10] 4)
   Ἐξετάζουν τὰ πάντα. Μᾶς ­βλέπουν ὅταν ἀδικούμαστε, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀδικοῦμε· ὅταν πράττουμε τὸ ­ἀγαθό, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἁμαρτάνουμε. Μᾶς παρακολουθεῖ τὸ ἄγρυπνο μάτι τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ­γεννήσεώς μας μέχρι τὴν τελευταία. Μᾶς ­προστατεύει, μᾶς σώζει ἀπὸ κάθε κίνδυνο ­σωματικὸ ἢ ψυχικό, μᾶς ­παρηγορεῖ στὶς ὧρες τῶν θλίψεων. Μᾶς ἔχει στὴν ἔγνοια Του συνεχῶς. Ἀκόμη κι ὅταν τὰ δικά μας μάτια κλείνουν γιὰ νὰ ­ξεκουραστοῦν, οἱ δικοί Του ὀφθαλμοὶ εἶναι ἄγρυπνοι ἀπὸ πάνω μας καὶ μᾶς προστατεύουν, σὰν τοῦ στοργικοῦ πατέρα ποὺ παρακολουθεῖ τὰ βήματα τοῦ παιδιοῦ του σὲ κάθε ἡλικία διακριτικὰ καὶ μὲ σεβασμὸ στὴν ἐλευθερία του.
   Ὅσοι θέλουμε νὰ ἀνήκου­με στοὺς δικαίους, στοὺς ­ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸν Κύριο, ­ποὺ ἀγωνίζονται καὶ θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ ἅ­­­­γιο θέλημά Του, αἰσθανόμαστε ἀ­σφά­λεια γνωρίζοντας πὼς τὸ ἀνύστακτο βλέμμα τοῦ Θεοῦ εἶναι στραμμένο ἐπάνω μας. ­Ἐμπι­στευόμαστε περισσότερο τὴ ζωή μας σ’ Αὐ­τὸν ποὺ μᾶς ἔπλασε. Τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα θέματα τοῦ βίου μας, τὶς ­εὐχάριστες καὶ τὶς ­δύσκολες στιγμὲς τῆς ­καθημερινότητάς μας τὰ ­ἐνα­ποθέτουμε ὅλα σ’ Ἐ­­­κεῖνον. Ἐκεῖνος γνω­ρίζει καὶ τὰ κατευθύνει ὅλα πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυ­χῆς μας.
   Ἔτσι ἡ ψυχή μας γεμίζει μὲ εἰρήνη, μὲ χαρὰ ἀληθινή, ἰδιαίτερα στὶς δύσ­κολες ὧρες τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων, ὅπου τότε πολὺ περισσότερο μᾶς παρακολουθεῖ. Καὶ στὴ δύσκολη ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, οἱ ὀφθαλμοί Του εἶναι στραμμένοι πάνω μας καὶ παρακολουθοῦν τὸν ἀγώνα μας μέσα στὴν οἰκογένεια, στὴν ἐργασία, στὴν πνευματικὴ ζωή.
   Τὸ παντοκρατορικὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ ἀπρόσεχτες κινήσεις, πιθανὲς ἐκτροπὲς καὶ πτώσεις, ἀλλὰ καὶ ὅταν αὐτὲς συμβοῦν μᾶς παρακινεῖ καὶ μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ ἀνορθωθοῦμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ πατρικὸ σπίτι, τὴν ἁγία μας Ἐκ­κλησία· καὶ ἐκεῖ ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ νὰ καθαρίσουμε τὴν καρδιά μας, ὥστε μὲ καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ν’ ἀτενίζουμε τὸ πανάγιο πρόσωπό Του.
   Αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης, χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως κατακλύζουν τὴν ­­ψυ­χή μας, καθὼς σκεπτόμαστε πὼς οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου εἶναι διαρκῶς στραμ­μένοι ἐπάνω μας μὲ ἀγάπη καὶ στοργή, καὶ μέσα σ’ αὐτὸ τὸ ­βλέμμα τοῦ Θεοῦ συναντιόμαστε ὅλοι οἱ ­δί­καιοι, οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοί.
   Στὴ μεγάλη αὐτὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μας δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ Τοῦ προσφέρουμε καὶ μεῖς τὰ δικά μας μάτια· τὰ μάτια μας νὰ εἶναι στραμμένα σταθερὰ ἐπάνω Του, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Οἱ ὀφθαλμοί μου διαπαντὸς πρὸς τὸν Κύριον» (Ψαλ. κδ΄ [24] 15), γιὰ νὰ μπορεῖ καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ πεῖ πρὸς ἐμᾶς: «ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου» (Ψαλ. λα΄ [31] 8).