Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

Δ΄ Ματθαίου: Ρωμ. ς΄ 18-23

Ἀδελφοί, ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ. ἀνθρώπινον λέγω διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν. ὥσπερ γὰρ πα­ρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀ­­­­­νομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁ­­­γιασμόν. ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θά­νατος. νυνὶ δὲ ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον. τὰ γὰρ ὀψώ­νια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.

Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

1. ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

   Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει μία σύγκριση μεταξὺ τῆς δουλείας τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Λέει λοιπὸν στοὺς χριστιανοὺς τῆς Ρώμης: «Ἐλευ­­θε­ρω­θέ­ντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδου­λώθητε τῇ δι­­καιοσύνῃ». Ἀφοῦ ἐλευ­θε­ρω­θή­κα­τε ἀπὸ τὴν ἁ­­­μαρ­τία, γίνατε δοῦλοι στὴν ἀρετή. Καὶ συνε­χίζει: Χρη­­σι­μοποιῶ ἀν­θρώπινο τρόπο ἐκφράσεως ἐξαι­­τίας τῆς ἀδυναμίας τῆς ἀνθρώπινης φύ­­σεώς σας, ἡ ὁποία ρέπει πρὸς τὴν ἁμαρ­­τία καὶ γι’ αὐτὸ ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς σᾶς φαίνεται δουλεία. Ὅπως δηλαδὴ προ­­­­σφέρατε τὰ μέλη σας σκλάβα στὴν ἁμαρ­­τία γιὰ νὰ κάνετε τὴν ἀνομία, ἔτσι τώ­­ρα νὰ προσφέρετε τὰ μέλη σας δοῦλα στὴν ἐνάρετη ζωὴ γιὰ νὰ προοδεύετε σὲ ἁγιότητα. Ἡ ὑποταγή σας ὅμως αὐτὴ στὴν ἐνάρετη ζωὴ δὲν εἶ­ναι σκλαβιὰ ἀλλὰ ἐλευθε­ρία.
   Βέβαια ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ μακριὰ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ νομίζει. Νο­μίζει ὅτι ἡ ἐλευθερία βρίσκεται στὴν ἀσυ­δοσία, στὴν ἀποτίναξη κάθε ἐντολῆς. Ἡ ἀ­­λήθεια ὅμως εἶναι πολὺ διαφορετική. Ἡ πραγματικὴ ἐλευθερία βρίσκεται μέσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Δι­ό­τι ὁ ἄνθρωπος γίνεται πραγματικὰ ἐ­­­λεύ­­θερος, ὅταν ἐλευ­θερώνεται ἀπὸ τὴ με­­­γα­­λύτερη δουλεία, ποὺ εἶναι ἡ δουλεία­ τῆς ἁμαρτίας. Κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβεῖ μό­­νο ὅταν ὑπακούει στὸ θέλημα τοῦ Θε­οῦ. Πῶς ὅμως συμβαίνει νὰ νομίζει ὁ ἄν­­­­­θρω­πος ὅτι εἶναι ἀνε­λεύ­θερος ὅταν ὑ­πο­­­τάσ­σεται στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ; Αὐτὸ­ συμ­­βαίνει διότι τὸ σαρκικὸ φρόνημα­ ποὺ ἔχου­με ὅλοι, ἐπαναστατεῖ καὶ ἀντι­στρα­τεύ­ε­ται τὸν ἀγώνα τῆς ἀρε­τῆς. Δη­μιουργεῖ πολ­λὲς δυσκολίες. Γι’ αὐ­τὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καθὼς σκέπτεται τὴν ἀδυναμία τῆς φύσεώς μας, ὀνομάζει τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευ­θερία δουλεία. Διότι ἔτσι φαίνεται ἀρχικά.
   Γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ὑπακοή μας στὸν Θεὸ ὡς ἐλευθερία καὶ ὄχι ὡς βάσανο, θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε κάπως προοδεύσει στὴν ὑπακοή μας πρὸς τὸ θεῖο θέλημα. Τότε θὰ μποροῦμε νὰ αἰ­­­­­­­σθανθοῦμε τὴν ὄντως ἐλευθερία μας, ὅ­­­ταν φθάσουμε στὸ σημεῖο κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ ἄσκη­ση τῆς ἀρετῆς θὰ ἀποτελεῖ τὴ με­γα­λύ­­τερη ἀπόλαυσή μας· ὅταν ἡ ἀρετὴ γίνει φυσικὴ καὶ αὐθόρμητη ἐνέργεια μέ­σα μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ κατάσταση ποὺ ζοῦν ἀμετακίνητα οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἀλλὰ καὶ οἱ τελειωμένοι ἅγιοι. Ἡ ὁλοκληρωτι­κή τους ἀφοσίωση στὸν Θεὸ εἶναι ἡ εὐτυ­χία τους. Ἡ ἀπόλυτη αἰχμαλωσία τῆς θε­λή­σε­ώς τους ἀπὸ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ ἀ­­­πο­τελεῖ πλήρωμα τῆς χαρᾶς τους. Αὐτὸ ὅμως δὲν συμβαίνει μὲ μᾶς τοὺς χλιαρούς, ἰδι­αιτέρως μάλιστα ὅταν βρισκόμαστε στὰ πρῶτα μας βήματα στὴ χριστιανι­κὴ ζωή. Ἡ διεφθαρμένη μας φύση καθιστᾶ δύ­σ­κολο τὸν ἀγώνα μας. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀ­­­­­­­γω­νιζόμαστε δι­αρκῶς. Κι ὅ­­­σο θὰ ὑπο­­τασσόμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόσο θὰ ἀποκτοῦμε τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία.

2. ΤΑ «ΚΕΡΔΗ» ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

   Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος ρω­τᾶ: Ὅταν ἤσασταν δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας, «τίνα καρπὸν εἴχετε τότε»; Ποιὰ ὠφέλεια εἴχατε; Καμία! Κι ὅταν θυμάσθε τὰ ἁμαρ­τωλὰ ἔργα σας, ντρέπεσθε. Διότι τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα τῶν ἔργων αὐτῶν εἶναι ὁ πνευματικὸς θάνατος. Τώρα ὅμως ποὺ ἐ­­­­­­λευθερωθήκατε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ὑ­­­­ποταχθήκατε στὸν Θεό, ἔχετε ἀποκτήσει τὴν πρόοδο στὴν ἁγιότητα καὶ θὰ κερδί­σε­τε τελικὰ τὴν αἰώνια ζωή. Δὲν εἶναι λοι­πὸν πραγματικὴ ἐλευθερία ἡ ὑποταγή σας στὸν Θεό; Ναί. Τότε ἤσασταν δοῦλοι δυ­­­σ­τυχισμένοι, διότι ὁ μισθὸς μὲ τὸν ὁ­­­ποῖο ἡ ἁμαρτία πληρώνει τοὺς δούλους της εἶ­ναι ὁ θάνατος. «Τά ὀψώνια τῆς ἁ­­­μαρ­τίας θάνατος»· ἐνῶ τὸ δῶρο ποὺ δί­­­­­νει ὁ Θεὸς στοὺς δούλους του, εἶναι ἡ αἰ­­­­ώνια ζωή.
   Ὁ μισθὸς λοιπὸν τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ θάνατος.­ Ὁ πνευματικὸς θάνατος, ὁ χω­­ρι­­σμὸς δηλαδὴ τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀλ­­λὰ καὶ ὁ αἰώνιος θάνατος, ἡ κόλαση. Ὁ αἰώνιος αὐτὸς θά­­νατος εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς ζωῆς ποὺ κατασπαταλήθηκε στὶς ἡδονές, μιᾶς ζω­­ῆς φίλαυτης καὶ ἀλλοπρόσαλλης. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὶς ἀνυπολόγιστες ζημιὲς τῆς αἰωνιότητος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ φοβερότερο κακὸ ποὺ μπο­­ρεῖ νὰ πάθει ὁ ἄνθρωπος, νὰ στερεῖ­ται τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ γῆ καὶ αἰω­νί­­­ως στὴν κόλαση, ἡ ἁμαρτία καὶ σ’ αὐ­τὴ τὴ ­ζωὴ καταστρέφει πολλαπλὰ τὸν ἄνθρω­πο. Φό­­­­βοι, ἀγωνίες,­ κορε­σμός,­ ἐξ­άντλη­ση, ἀηδία, ἀπογοητεύσεις, ἐξα­χρεί­­ωση, ντρο­πή, ἐξευτελισμός. Αὐτὰ φέρ­νουν οἱ στιγμιαῖες καὶ παροδικὲς ἀπο­λαύ­σεις, τὶς ὁποῖ­ες ἀναζητεῖ ὁ ἄνθρωπος στὴν ἁμαρτία.
   Τί κερδίζει κανεὶς λοιπὸν μὲ τὴν ἁμαρτία; Ἀπολύτως τίποτε. Θυσιάζει ἀγαθὰ πολύ­τι­μα καὶ αἰώνια γιὰ πάθη εὐτελὴ καὶ ἀνά­ξια λόγου ἢ γιὰ ἡδονὲς ποὺ διαρκοῦν μό­νο ἐλάχιστες στιγμὲς καὶ μετὰ χάνονται καὶ ἐξατμίζονται. Ἡ ζωή μας κυλᾶ τόσο γρή­γορα καὶ μαζί της χάνονται ὅλες οἱ ἐ­­­γω­κε­ντρικὲς καὶ ἐμπαθεῖς ἐπιθυμίες καὶ ­πράξεις μας. Ὅλα γίνονται ἕνα πυκνὸ νέφος κα­­πνοῦ, ποὺ μᾶς πνίγει καὶ γεμίζει τὴν καρ­διά μας μὲ ἀπογοήτευση. Ὁ μισθὸς μὲ τὸν ὁποῖο μᾶς πληρώνει ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ θάνατος. Μιὰ πληρωμὴ ποὺ πρέπει νὰ τὴν περιμένουμε ἀναπόφευκτα. Μὴν ξεγελιό­μαστε λοιπὸν ἀπὸ τὸ δέλεαρ τῆς ἁμαρ­τίας. Μὴ μᾶς ἀπατᾶ τόσο εὔκολα. Τί­ποτε δὲν ἔχει νὰ μᾶς δώσει παρὰ μόνο σκοτάδι καὶ θάνατο.