Πρῶτα ὁ Θεός!

   Εἶναι ἔμφυτο στὸν ἄνθρωπο καὶ ἐν πολλοῖς φανερώνει ὑγιὴ ψυχικῶς χαρακτήρα τὸ νὰ σχεδι­ά­ζει, νὰ προγραμματίζει καὶ νὰ καταστρώνει σχέδια ποὺ ἀφοροῦν στὸ μέλλον του. Σχεδὸν ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς αὐτοσυνειδησίας του, ὄντας μικρὸ παιδάκι, ἐκδηλώνει διάφορες προθέσεις σχετικὰ μὲ τὶς προτιμήσεις του καὶ τὶς μελλοντικὲς ἐπιδιώξεις του. Οἱ νέοι πολὺ συχνὰ ὀνειροπολοῦν σχετικὰ μὲ τὸ αὔριο. Οἱ γονεῖς καταστρώνουν σχέδια σχετικὰ μὲ τὴ μόρφωση, τὴν ἀποκατάσταση καὶ τὴ μελλοντικὴ πορεία τῶν παιδιῶν τους. Ἀπὸ τὸ πιὸ μικρὸ ἕ­­­­­ως τὸ πιὸ μεγάλο ταξίδι τῆς ζωῆς οἱ ἄν­θρωποι χαράζουν πορεία, προϋπολογίζουν τὸν χρόνο, ταξινομοῦν τὶς παραμικρές τους κινήσεις.
   Πόσες φορὲς ὅμως δὲν ­σχεδιάσαμε πράγματα, δὲν καταστρώσαμε ­σχέδια, δὲν προϋπολογίσαμε κινήσεις ποὺ τελικὰ ματαιώθηκαν καὶ ναυάγησαν; Πο­λὺ ὀρθὰ ὁ θυμόσοφος λαός μας λέει: «Λογαριάσαμε χωρὶς τὸν ξενοδόχο». Ποὺ σημαίνει ὅτι ὑπολογίσαμε τὴ διαμονή μας σὲ κάποιο ξενοδοχεῖο χωρὶς τὴ συνεννόηση καὶ τὴ συγ­κατάθεση τοῦ ξενοδόχου. Καὶ ­ξαφνικὰ διαπιστώσαμε ὅτι τὸ ξενοδοχεῖο ἦταν κλειστὸ ἢ ἦταν γεμάτο.
   Δὲν ἐξαρτῶνται στὴ ζωή μας ὅλα ἀπὸ ἐμᾶς. Ἀντίθετα, ὅλα ἐξαρτῶνται τελικῶς ἀπὸ τὸν Θεό. Πολὺ ὡραῖα τὸ σημειώνει ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «Ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» (Ἰακ. δ΄ 15). Ἂν ὁ Θεὸς ἐπιτρέψει πρωτίστως νὰ βρισκόμαστε στὴ ζωὴ καὶ ἂν Ἐκεῖνος θελήσει καὶ ἐπιτρέψει, θὰ κάνουμε αὐτὸ ἢ τὸ ἄλλο.
   Δὲν εἴμαστε ἀπόλυτοι κύριοι τῆς ζω­ῆς μας. Δὲν μποροῦμε νὰ ­στηριζόμαστε μονάχα στὴ δική μας κρίση, στὴ δική μας ἐκτίμηση καὶ στὸ δικό μας σχεδιασμό. Πολὺ περισσότερο στὶς ἱκανότητές μας καὶ στὰ χρήματά μας. «Ἄλλαι μὲν βουλαὶ ἀνθρώπων, ἄλλα δὲ Θεὸς κελεύει», ἔλεγαν πολὺ σωστὰ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. Δηλαδή, πολλὲς φορὲς ἄλλες εἶναι οἱ ἐπιθυμίες καὶ οἱ ἐπιδιώξεις τῶν ἄνθρώπων, ἐντελῶς ὅμως διαφορετικὲς εἶναι οἱ προσταγὲς τοῦ Θεοῦ. Καὶ βλέπει κανεὶς τότε οἱ ἄνθρωποι ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀπογοητεύονται, ἀλλὰ νὰ σαστίζουν κάποτε. Νὰ μελαγχολοῦν. Νὰ τὰ χάνουν καὶ νὰ ἀπελπίζονται.
   Πόσο διαφορετικὰ σκέπτεται καὶ σχεδιάζει ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ! Καταστρώνει κι αὐτὸς τὰ σχέδιά του. Ποθεῖ κι αὐτὸς νὰ δημιουργήσει στὴ ζωή του. Ἐξαρτᾶ ὅμως τὰ πάντα στὴ ζωή του ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τίποτε δὲν προγραμματίζει νὰ κάνει, ἐὰν πρῶτα δὲν σκεφθεῖ καὶ δὲν πεῖ: «πρῶτα ὁ Θεός!». «Ἂν θέλει ὁ Θεός!». Ἡ ζωή του, ἡ οἰκογένειά του, ἡ ἐργασία του, τά πάντα τίθενται κάτω ἀπὸ τὴν εὐλογία καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Κυρίου. Καὶ δὲν προτάσσει αὐτὰ τὰ λόγια τυπικὰ ἢ ἀπὸ συνήθεια, ἀλλὰ ἀπὸ ἐσωτερικὸ πόθο νὰ ὑποτάσσονται τὰ πάντα ὁλόψυχα στὸν Κυβερνήτη τοῦ παντός.
   Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος βρέθηκε στὴν Ἔφεσο καὶ οἱ ἐκεῖ χριστιανοὶ τὸν παρακάλεσαν νὰ μείνει περισσότερο κοντά τους, δὲν ἀνταποκρίθηκε στὴν παράκλησή τους. Τοὺς ἀποχαιρέτησε καὶ τοὺς εἶπε ὅτι θὰ ἔπρεπε μὲ κάθε τρόπο νὰ βρεθεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τὴν ἐπικείμενη ἑορτή, καὶ τοὺς ὑποσχέθηκε: «Πάλιν ἀνακάμψω πρὸς ὑμᾶς τοῦ Θεοῦ θέλοντος» (Πράξ. ιη΄ [18] 21). Θὰ ἐπιστρέψω πάλι κοντά σας, ἐὰν θέλει ὁ Θεός.
   Παρόμοια ἂς σκεπτόμαστε καὶ ἂς ἐνεργοῦμε στὴ ζωή μας ὅλοι. Νὰ κάνουμε τὰ σχέδιά μας. Νὰ ἐκφράζουμε ἐλεύθερα τὴν ἐπιθυμία μας. Ἀφοῦ ὅμως εἴμαστε ἕτοιμοι, τὸν πρῶτο λόγο νὰ τὸν ἔχει ὁ Θεός. Νὰ πορευόμαστε μὲ εἰρήνη ψυχῆς, ἀκόμη κι ὅταν βλέπουμε τὰ σχέδιά μας νὰ μὴν εὐοδώνονται. Μὲ ταπείνωση καὶ αὐτοπαράδοση ἂς ἀφήνουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργεῖ τὰ πάντα στὴ ζωή μας. Καὶ τέτοια νὰ εἶναι ἡ προσευχή μας καὶ ἡ παράκλησή μας στὸν Κύριο: «Κύριε, γενηθήτω τὸ θέλημά σου».
   Πρῶτα ὁ Θεός!
   Αὐτὴ νὰ εἶναι καὶ ἡ καθημερινὴ ἐπιδίωξή μας: «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».