Φτωχός!

   Eἶσαι φτωχός!… Τί ἔχεις; Δὲν ἔ­­­χεις τίποτε σχεδόν. Τὰ βγάζεις πέ­ρα; Πῶς νὰ τὰ βγάλεις; Εἶσαι ἄνεργος… Μὰ κι ἂν ἐργάζεσαι, κάθε πότε πληρώνεσαι καὶ πόσα παίρνεις; Ποῦ νὰ σοῦ φτάσουν;     Ποῦ νὰ φτάσουν γιὰ σένα, γιὰ τὰ παιδιά; Πῶς νὰ πληρώσεις τὸ νοίκι, τοὺς λογαριασμούς, τὰ κοινόχρηστα, τὸν μανάβη, τὸν φούρναρη…;
    Στενεύτηκες γερά, στενοχωριέσαι. Βλέ­πεις ἄλλους δίπλα σου νὰ καλοπερνοῦν. Δὲν ὑπάρχει κρίση γι᾿ αὐτούς; Μὲ τ᾿ αὐτοκίνητά τους, τὰ λοῦσα τους, τὰ γλέντια, τὴ συχνὰ προκλητικὴ καλοπέρασή τους. Στενοχωριέσαι, ἔ; Πῶς νιώθεις; Δὲν νιώθεις ἀδικημένος;
   Δυστυχισμένε! Ποὺ δὲν ἔχεις στὸν ἥ­­­λιο μοίρα… Κι ὄχι πὼς σοῦ φταίει μό­νο ἡ κρίση ἐσένα. Ἐσὺ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ­κρίση φτωχὸς καὶ στερημένος ἤσουν. Καὶ με­τὰ τὴν κρίση, ἂν κάποτε ἔρθει αὐτὸ τὸ μετά, ἴσως καὶ τότε φτωχὸς καὶ στερημένος νά ᾿σαι… Δυστυχισμένε!
   Εἶσαι!… Δὲν εἶσαι δυστυχισμένος;
   Ἀλλὰ γιὰ στάσου!… Δὲν ἀνοίγεις λίγο τὸ Εὐαγγέλιο; Καταλαβαίνεις ἀσφαλῶς τί κρατᾶς στὰ χέρια σου. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἕνα ὁποιοδήποτε βιβλίο. Εἶναι τὸ ὑ­­­πέρτατο βιβλίο! Τὸ πιστεύεις αὐτό, ἔτσι δὲν εἶναι; Λοιπόν, ἔλα νὰ ­προχωρήσουμε!
   Ἕνας καὶ μόνο λόγος τοῦ Χριστοῦ, ὅ­­­­­­­­­­πως μᾶς τὸν παραδίδει στοὺς ­«Μακαρισμούς» του ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, δίνει ­καίρια καὶ πλήρη ἀπάντηση στὸ ­παραπάνω ἐρώτημα. Οἱ ­«Μακαρισμοὶ» στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο διαφέρουν ἀπὸ τοὺς ἀν­­τί­­στοιχους γνωστοὺς τοῦ εὐαγγελιστοῦ Μα­­τθαίου. Τοὺς δίδαξε ὁ Κύριος σὲ ἄλλη περίσταση.
   Ἡ ὁμιλία τὴν ὁποία παραθέτει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἐλέχθη ἀπὸ τὸν Κύριο «ἐπὶ τόπου πεδινοῦ», ἐνῶ αὐτὴ τοῦ Ματθαίου «ἐπὶ τοῦ ὄρους». Τὰ νοήματά τους εἶναι συγγενικά, παρουσιάζουν ὅμως καὶ ἀρκετὲς διαφορές. Σ᾿ αὐτὴ λοιπὸν τήν «ἐ­­­πὶ τόπου πεδινοῦ» ὁμιλία ὁ Κύριος – τὸ πιστεύεις; – μακάρισε τοὺς φτωχούς. Τοὺς μακάρισε! «Μακάριοι οἱ πτωχοί, ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ», εἶ­πε. Εἶστε εὐτυχισμένοι ἐσεῖς οἱ φτωχοί, διότι σὲ σᾶς ἀνήκει ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Λουκ. ς΄ 20).
   Παράδοξος λόγος! Δὲν εἶναι; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι μακάριος, νὰ εἶναι εὐτυχισμένος ὁ φτωχός;
   Ὁ φτωχὸς ὑποφέρει. Ὁ φτωχὸς στερεῖ­ται· συχνὰ τοῦ λείπουν ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἀναγκαῖα. Δυσκολεύεται ὁ ἴδιος, δυσκολεύεται ἡ οἰκογένειά του, δύσκολα πορεύονται τὰ παιδιά του. Πῶς νὰ προχωρήσουν; Τί σπουδὲς νὰ κάνουν; Ποῦ νὰ βροῦν δουλειά; Τί ὄνειρα νὰ ἔχουν γιὰ τὸ μέλλον τους;
   Λοιπόν; Πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι μακάριος, πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι εὐτυχισμένος ὁ φτωχός;
   Ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ μιὰ σταθερὴ καὶ ἀσάλευτη βάση. Εἶναι ποτὲ δυνατὸν τὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ μας νὰ μὴν εἶναι πέ­ρα ὣς πέρα ἀληθινό; Ἕνας ­ὁποιοσδήποτε ἄλλος μπορεῖ νὰ κάνει λάθος. Ὁ Χριστός μας ὅμως; Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός. Καθετὶ ποὺ ἔχει πεῖ εἶναι ἀλήθεια. Ἑπομένως καὶ τοῦτος ὁ «Μακαρισμός» Του εἶναι ἀληθινός. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀμφισβητήσει κανείς. Ἂν τὸ ἀμφισβητήσει, εἶναι σὰν νὰ ἀμφιβάλλει γιὰ τὸ ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Θεός. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ ἀκλόνητη βάση πάνω στὴν ὁποία μποροῦμε νὰ οἰκοδομήσουμε τὶς παραπέρα σκέψεις μας.
   Γιατί λοιπὸν οἱ φτωχοί, σύμφωνα μὲ τὴ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ μας, εἶναι εὐ­τυχισμένοι;
   Ἀλλὰ εἶναι ὁλοφάνερο. Τὸ ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στὸ δεύτερο ἡμιστίχιο τοῦ «Μακαρισμοῦ». Εἶστε μακάριοι οἱ φτωχοί, λέει, «ὅτι ὑμετέρα ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ»· διότι σὲ σᾶς ἀνήκει ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ Παράδεισος. Ὁ ­Κύριος ἐδῶ ­μεταθέτει τὸ κέντρο βάρους τῆς ζωῆς. Προσδίδει στὸ διάστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς τὸ ἀληθινό της νόημα. Ἡ ἐπὶ γῆς ζωή, μᾶς λέει, εἶναι προοίμιο τῆς αἰωνιότητας, προετοιμασία γι᾿ αὐτήν. Δὲν εἶναι ­αὐτοσκοπός, εἶναι μέσον ποὺ ­ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ ζωή, στὴν ­αἰωνιότητα. Καὶ ὁ φτωχὸς ­εὐκολότερα εἰσ­έρχεται σ᾿ αὐ­­­τήν. Ἂν δείξει λίγη ὑπομο­νὴ στὶς δυσκολίες τούτης τῆς ζωῆς, κερδίζει τὴν ­αἰ­ωνιότητα.
   Ὅμως δὲν εἶναι μόνο αὐτό, ποὺ βέβαια εἶναι τὸ βασικότερο καὶ τὸ πιὸ σημαντικό. Εἶναι καὶ τὸ ὅτι ὁ φτωχὸς ποὺ ἐξαρτᾶ τὴ ζωή του ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι εὐτυχισμένος καὶ σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή. Καὶ εἶναι εὐτυχισμένος, διότι σὲ ὅλες τὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς διαπιστώνει τὴ θαυμαστὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος δίνει λύση ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ἀσφυκτικὰ ἀδιέξοδα. Αὐτὴ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ τοῦ φτωχοῦ εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ χαρᾶς καὶ εὐτυχίας· ὑπὸ τὴν προϋπόθεση βέβαια, ὅπως ἤδη ἔχουμε τονίσει, ὅτι αὐτὸς ἀφήνει μὲ πίστη τὴ ζωή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
   Οἱ πολλοὶ μακαρίζουν τοὺς πλουσίους.
   Ὁ Χριστὸς ἀντιστρέφει τὴν κλίμακα τῶν ἀξιῶν. Μακαρίζει τοὺς φτωχούς.
   Ὅσο κι ἂν μᾶς φαίνεται παράλογο, αὐ­τὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια.
   «Μακάριοι» λοιπὸν «οἱ πτωχοί»!