ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 23 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2015
ΙΒ΄ Ματθαίου: Φιλιπ. β΄ 5-11
A δελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.
Η ΤΙΜΙΩΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ
1. Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΤΗΣ
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἀναφέρεται στὸ μέγα μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπος ἔδειξε ταπείνωση μεγάλη καὶ μοναδικὴ καὶ γι’ αὐτὸ ἔφθασε σ’ ἕνα μεγαλεῖο ἀνυπέρβλητο καὶ αἰώνιο. Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος:
Ἂς ἔχουμε κι ἐμεῖς μέσα μας τὸ ἴδιο φρόνημα τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς αὐταπαρνήσεως ποὺ εἶχε κι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Διότι Αὐτὸς ἂν καὶ εἶχε τὴν ἴδια θεϊκὴ φύση μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα του, δὲν θεώρησε τὴν ἰσότητά του αὐτὴ ἀποτέλεσμα ἁρπαγῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ κένωσε τὸν Ἑαυτό του κρύβοντας γιὰ κάποιο διάστημα τὴ δόξα καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητός του· πῆρε μορφὴ δούλου κι ἔγινε ἄνθρωπος ὅμοιος μὲ μᾶς. Κι ἐνῶ ἐξωτερικὰ φαινόταν μόνον ἄνθρωπος, ἦταν συγχρόνως καὶ ὁ τέλειος Θεός. Καὶ ταπείνωσε τὸν Ἑαυτό του δείχνοντας τέλεια ὑπακοὴ μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ, ποὺ εἶναι ὁ πλέον ὀδυνηρὸς καὶ ἀτιμωτικὸς θάνατος.
Αὐτὸν ὅμως ἀκριβῶς τὸν δρόμο τῆς ταπεινώσεως ἀκολούθησε ὁλοκληρωτικὰ στὴ ζωή της καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Ἡ ταπείνωσή της αὐτὴ ἀποκαλύφθηκε ἰδιαιτέρως κατὰ τὴ συγκλονιστικὴ ὥρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της. Ἄκουσε τότε ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ ὅτι ἦταν ἡ Κεχαριτωμένη καὶ ἡ πιὸ εὐλογημένη ἀπὸ ὅλες τὶς γυναῖκες, καὶ ὅτι ὁ Κύριος ἐπέβλεψε σ’ αὐτήν. Αὐτὴ ὅμως ἀπάντησε ὅτι ἦταν μόνο μιὰ ταπεινὴ δούλη τοῦ Κυρίου. Κι ἐνῶ ἦταν ἡ ἁγιότερη γυναίκα ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ ἀξιώθηκε νὰ γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Βασίλισσα ὅλων τῶν κτισμάτων, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων, αἰσθανόταν ἀνάξια τῆς τιμῆς ποὺ τῆς ἔκανε ὁ Θεός. Ἀπέδιδε κάθε ἀρετή της στὸν Θεό. Καὶ σ’ ὅλη της τὴ ζωὴ διακονοῦσε τὸ μεγαλύτερο μυστήριο μέσα στὴν ἀφάνεια καὶ τὴ σιωπή. Δὲν ἀποκάλυπτε ὅσα τῆς φανέρωνε ὁ οὐρανός. Ποτὲ δὲν ἤθελε νὰ προβάλει τὸν ἑαυτό της, νὰ καυχηθεῖ γιὰ κάτι, ἔστω γιὰ τὴ μεγαλοσύνη τοῦ Υἱοῦ της.
Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἡ Θεοτόκος ἀποκόπηκε ἀπὸ κάθε ὑλικὸ δεσμὸ καὶ μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή της ζοῦσε ἤδη στὸν οὐρανό. Ἀπέφευγε τὴν ἀνθρώπινη δόξα γιὰ νὰ μὴ μολυνθεῖ ἀπ’ αὐτήν. Ἡ πρωτοφανὴς ταπείνωσή της, διδάσκει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, δὲν ἔμενε μόνο ριζωμένη στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς της, ἀλλ’ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνέβλυζε καὶ πλημμύριζε ὅλη της τὴν ὕπαρξη, τὰ ἔργα της καὶ τὰ λόγια της. Καὶ μᾶς ἄφησε ἔτσι ἕνα θαυμαστὸ παράδειγμα ταπεινώσεως γιὰ νὰ τὸ μιμούμαστε καὶ νὰ τὸ βιώνουμε κι ἐμεῖς.
2. Η ΥΨΩΣΗ
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι γιὰ τὴν ἄπειρη αὐτὴ ταπείνω-ση καὶ τὴν ὑπακοὴ ποὺ ἔδειξε ὁ Κύριός μας, ὁ Θεὸς Πατέρας του Τὸν ὑπερύψωσε καὶ ὡς ἄνθρωπο καὶ Τοῦ χάρισε ἕνα ὄνομα, τὸ ὄνομα «Κύριος Ἰησοῦς Χριστός», ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο ὄνομα. Τὸν ὑπερύψωσε, ὥστε στὸ ὄνομά του αὐτὸ νὰ γονατίσουν ταπεινὰ καὶ νὰ προσκυνήσουν λατρευτικὰ ἐμπρός Του καὶ οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ, καὶ οἱ ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων· ἀλ-λὰ κι αὐτὰ τὰ δαιμονικὰ ὄντα, ποὺ εἶναι στὰ καταχθόνια, νὰ ὑποκλιθοῦν μὲ τρόμο μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο του. Κι ἔτσι κάθε δημιούργημα νὰ ὁμολογήσει φανερὰ καὶ ξεκάθαρα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος, καὶ νὰ δοξάζεται ἔτσι ὁ Θεὸς Πατήρ.
Ὁ Θεὸς ὅμως ὑψώνει καὶ κάθε ταπεινὸ ἄνθρωπο. Αὐτὸς ὑπερύψωσε καὶ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιὰ τὴ μοναδικὴ ταπείνωση ποὺ ἔδειξε. Τὴν ὑπερύψωσε σὲ ἄφθαστο μεγαλεῖο τιμῆς καὶ δόξας καὶ ὅσο ζοῦσε κατεῖχε τιμητικὴ θέση στὴ ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Πολὺ δὲ περισσότερο δοξάζεται μετὰ τὴν Κοίμησή της. Τότε οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων τὴν «ὑποδέχθηκαν θεοπρεπῶς» γιὰ νὰ ὁδηγήσουν τὴ Βασίλισσά τους στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ ἡ Θεοτόκος πορεύεται πρὸς τὰ ἄνω βασίλεια. Ὑψώνεται μέχρι τὸ θρόνο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ἀντικρίζει τὸν μονάκριβο Υἱό της καὶ στέκεται δίπλα Του μὲ μητρικὴ παρρησία. Ἐκεῖ δέχεται καὶ ἀκτινοβολεῖ τὸ φῶς τῆς θεότητος μέσα σὲ μιὰ δόξα ἀπαστράπτουσα καὶ μοναδική. «Παρίσταται ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν» τοῦ Υἱοῦ της «ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». Ἐκεῖ τὴν ὑπερύψωσε ὁ Θεὸς περισσότερο ἀπ’ ὅλα τὰ δημιουργήματά του. Τὴν κατέστησε «τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ». Ἔγινε ἡ Θεοτόκος τὸ σύνορο μεταξὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς κτίσεως. Ἡ «Ὑψηλοτέρα καὶ Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν». Ἐκεῖ στὸν οὐράνιο θρόνο εἶναι ὁ ἐκλεκτότερος ἐκπρόσωπος ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ἡ «Ὡραιότης» τῆς Ἐκκλησίας μας! Ὁ «γλυκασμὸς» καὶ ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων! Τῶν «Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς»! «Πάντων ἡ προστασία» καὶ ἡ καταφυγή! Τώρα πλέον τὴν μεγαλύνουν ὅλες οἱ γενεές. Ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι.
Κι αὐτὴ δέεται ἀπὸ τὸ θρόνο της γιὰ μᾶς. Νιώθει τοὺς πόνους μας, τὶς δυσκολίες μας, τοὺς ἀγῶνες μας. Βλέπει τὰ δάκρυά μας, τὶς ἀγωνίες μας. Καὶ ἀσταμάτητα μεσιτεύει γιὰ ὅλους «πρὸς τὸν φιλάνθρωπον Θεόν». Καὶ μᾶς καταυγάζει μὲ τὴ λάμψη τοῦ θεομητορικοῦ της φωτός. Ἀναβλύζει πηγὲς ἰαμάτων καὶ εὐλογίες ἀδιάκοπες. Ἂς τρέξουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς μὲ εὐλάβεια στὴν ἱερή της Κοίμηση γιὰ νὰ τὴν παρακαλέσουμε γιὰ μᾶς καὶ τοὺς δικούς μας καὶ νὰ πλημμυρίσουμε μὲ τὴ χάρη της καὶ τὸ φῶς της.