Ἔγινε συνήθεια στὸ ἄκουσμά της ἡ λέξη αὐτοκτονία. Παλαιότερα σπάνια τὸ ἄκουγες, δύσκολα τὸ πρόφερες, σιωπηλὰ τὸ μετέδιδες ὡς νέο.
Στὶς μέρες μας ἔγινε καθημερινὸ φαινόμενο καὶ δὲν μᾶς συγκινεῖ πλέον. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἐκπλήσσει εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο κάποιος δίνει τέλος στὴ ζωή του καὶ ὄχι τὸ γεγονός.
Τὰ μέσα ἐνημερώσεως καθημερινὰ πα-ρουσιάζουν τέτοιες εἰδήσεις. Ἔρευνες ἀποδεικνύουν πόσο μεγάλο εἶναι τὸ ποσοστὸ τῶν ἀνθρώπων ποὺ δίνουν τέρμα στὴ ζωή τους μὲ ὅποιο τρόπο βρίσκουν.
Κάποιοι τὸ δικαιολογοῦν: «Ἐδῶ ποὺ φθάσαμε…», «ἔτσι ὅπως μᾶς κατάντησαν… δὲν ὑπάρχει ἄλλη λύση». Ἀπογοητευμένοι οἱ συνάνθρωποί μας ἀπὸ τὴν ἄθλια καὶ ἐλεεινὴ κατάσταση τῆς ἐποχῆς μας, κυριεύονται ἀπὸ ὀλιγοπιστία καὶ ἀποφασίζουν νὰ δώσουν τέλος στὴν ἐπίγεια ζωή τους ὅπως αὐτοὶ κρίνουν.
Καὶ μὲ τὸ τέλος αὐτὸ δόθηκε λύση στὸ πρόβλημά τους; Τί δυστυχία ἀφήνουν πίσω τους; Πόσο πληγώνουν τοὺς οἰκείους τους; Πόσο ἐπιβαρύνουν ψυχολογικὰ τὰ ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογένειάς τους;
Ὁ μόνος νικητής, ὁ πονηρὸς διάβολος, ἀφοῦ ἔσπειρε τὶς ἀμφιβολίες, τὴν ἡττοπάθεια, τὴν ἀπογοήτευση, θερίζει τοὺς καρποὺς τῆς αὐτοκτονίας.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος αὐστηρὰ τονίζει: «Δὲν συμπονοῦμε πολὺ ἐκείνους ποὺ βάζουν θηλιὰ στὸ λαιμό τους καὶ ἐκείνους ποὺ πέφτουν μόνοι τους στὸ γκρεμὸ καὶ ἐκείνους ποὺ αὐτοκτονοῦν μὲ τὸ ξίφος. Ἐκεῖνοι καταφεύγουν στὴν παρηγοριὰ τοῦ θανάτου εἴτε ἐξαιτίας συκοφαντιῶν, εἴτε λόγῳ ζημιᾶς χρηματικῆς, εἴτε ἐξαιτίας ἀναμενόμενου κινδύνου, εἴτε ἐπειδὴ περιμένουν πλήγματα, εἴτε ἐπειδὴ περιμένουν κάτι ἄλλο φοβερό, θέλοντας μὲ τὴν αὐτοκτονία νὰ ἀποφύγουν χειρότερα κακά» (Περὶ Εἱμαρμένης Λόγος ς΄ 2, ΕΠΕ 34, 620).
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τοὺς ἱεροὺς κανόνες της στέκεται μὲ αὐστηρότητα ἀπέναντι σὲ κάθε τέτοια πράξη. Ἀπαγορεύουν οἱ ἱεροὶ κανόνες τὴν τέλεση τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας σὲ αὐτόχειρες, ἐκτὸς εἰδικῶν περιπτώσεων, κατὰ τὶς ὁποῖες συντρέχουν λόγοι ψυχικῆς ὑγείας. Στὰ παλιότερα χρόνια οἱ αὐτόχειρες θάπτονταν στὰ κοιμητήρια σὲ ξεχωριστὸ μέρος ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους νεκρούς.
Διότι ὁ Κύριος ἔδωσε τὸ δῶρο τῆς ζωῆς καὶ δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ τὴν ἀφαιρεῖ κανεὶς μόνος του. Τὸ δῶρο αὐτὸ τῆς ζωῆς μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ τὸ διαχειρισθοῦμε καλῶς καὶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μὲ ποιὰ ἐξουσία ὁ ἄνθρωπος ἀποφασίζει νὰ κόψει μόνος του τὸ νῆμα τῆς ζωῆς του;
Εἶναι βέβαια ἡ δύσκολη ὥρα. Σκοτίζεται ὁ νοῦς, θολώνει τὸ μυαλό. Βρίσκει εὐκαιρία ὁ πονηρός. Τίποτε δὲν συγκινεῖ τὸν αὐτόχειρα. Βλέπει τὴν αὐτοκτονία ὡς μονόδρομο καὶ ὡς τὴ μόνη λύση στὰ πολλά του προβλήματα.
Πόσο διαφορετικὴ ἀντίληψη, σκέψη καὶ θεώρηση μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία! Πόσο διαφορετικὰ ἀντιμετωπίζονται τὰ θέματά μας μέσα στὴν Ἐκκλησία, «ἐν Χριστῷ»! Δὲν ἀρνεῖται τὰ προβλήματα, δὲν ὡραιοποιεῖ τὶς καταστάσεις. Δίνει ὅμως τὴν ἐλπίδα καὶ τὸ στήριγμα, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ζητᾶ ν’ ἀκουμπήσουμε τὴν ὅποια δυσκολία μας στὸ Χριστό μας. Ἐκεῖνος μᾶς χαρίζει ψυχραιμία, νηφαλιότητα, εἰρήνη καὶ φωτίζει νὰ δοθοῦν οἱ λύσεις ποὺ χρειάζονται. Παρουσιάζει ἀνθρώπους ἀγάπης ποὺ συμπαραστέκονται στὶς δυσκολίες καὶ σὰν ἄλλοι Σίμωνες Κυρηναῖοι σηκώνουν μαζί μας τὸν σταυρὸ τῆς ὁποιασδήποτε δοκιμασίας μας. Φωτίζει ἄλλους νὰ δώσουν λύσεις καὶ στὶς ὑλικές μας ἀνάγκες.
Ἡ αὐτοκτονία δὲν εἶναι λύση. Ἡ φυγὴ δὲν ἐπιλύει τὸ πρόβλημα. Στὶς δύσκολες ὧρες ποὺ θὰ παρουσιασθοῦν στὴ ζωή μας ὀφείλουμε νὰ στεκόμαστε μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα, μὲ γενναιότητα· νὰ ἀναλαμβάνουμε τὶς εὐθύνες μας καὶ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀγωνισθοῦμε μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα. Ἔχουμε χρέος νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς αὐτῆς μὲ διάθεση μετανοίας γιὰ τὰ λάθη ποὺ ἴσως κάναμε, καὶ μὲ ταπείνωση νὰ ζητήσουμε τὴ βοήθεια καὶ ἄλλων συνανθρώπων μας.
Ὅλους μας ἡ κάθε αὐτοκτονία πρέπει νὰ μᾶς συγκλονίζει ἐσωτερικά. Μὴ μένουμε ἀσυγκίνητοι, ἀμέτοχοι καὶ ἀδιάφοροι. Μιὰ ζωὴ τελείωσε χωρὶς νὰ τὸ πεῖ ὁ Θεός. Μιὰ ψυχὴ παραδόθηκε στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε εὐθύνη νὰ στηρίζουμε τοὺς συνανθρώπους μας ὅσο μποροῦμε μὲ σύνεση καὶ διάκριση. Νὰ προσευχόμαστε μὲ θέρμη γιὰ ὅσους ὑποφέρουν καὶ ἀπογοητεύονται. Νὰ τοὺς μεταδίδουμε πίστη ἀληθινὴ καὶ ἐλπίδα στὸν παντοδύναμο Θεό.
Ἡ λύση στὰ προβλήματά μας εἶναι ἡ ὑπομονή, ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ μας, ἡ πίστη, ἡ καταφυγὴ στὸν Κύριο. Ἂς ἀκούσουμε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὴν φωνή Του ποὺ μᾶς καλεῖ: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28).