8. Κερδισμένος ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς καὶ ὄχι τῆς κατὰ κόσμον εὐτυχίας

Ἀπάντηση στὸ πρόβλημα: «Γιατί εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς;»

    Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, γράφαμε στὸ προηγούμενο ἄρθρο, δὲν ἔχει νὰ φοβηθεῖ τίποτε. Ἐκεῖνοι ποὺ πρέπει νὰ φοβοῦνται, διότι τοὺς περιμένουν πολὺ δύσκολοι καιροὶ καὶ ὁπωσδήποτε ὄλεθρος καὶ θάνατος αἰώνιος, εἶναι ὅσοι ἀποστατοῦν ἀπὸ τὸν Θεό, οἱ ἀμετανόητοι ἀσεβεῖς. Εἶναι σαφὴς καὶ κατηγορηματικὸς ὁ ἱερὸς Ψαλ­μωδός. Λέγει: Ἂς φοβοῦνται οἱ ἀσεβεῖς, διότι «ἰδοὺ οἱ μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ σοῦ ἀπολοῦνται, ἐξωλόθρευσας πάντα τὸν πορνεύοντα ἀπὸ σοῦ» (Ψαλ. οβ΄ [72] 27): Ἰδού· ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ Σένα θὰ χαθοῦν. Διότι Σύ ἐξολόθρευσες κάθε ἄνθρωπο ποὺ χωρίστηκε ἀπὸ Σένα ποὺ εἶσαι ὁ ἀληθινὸς Νυμφίος, καὶ ξέπεσε στὴν εἰδωλολατρία καὶ τὴν ἁμαρτία μολύνοντας καὶ διαλύοντας ὡς μοιχὸς καὶ πόρνος τὴ σχέση του καὶ τὴν ἕνωσή του μαζί Σου.

    Βεβαίως ἀπομακρύνεται κάποιος ἀπὸ τὸν Θεὸ ὄχι τοπικά, διότι ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών· ἀπομακρύνεται «κα­τὰ τὴν σχέσιν καὶ ἀγάπην, διὰ μέσου τῆς ἁμαρτίας». Ὅπως ἀντιθέτως πλησιάζει κάποιος τὸν Θεὸ «διὰ μέσου τῆς ἀρετῆς, ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία φεύγει καὶ μακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεόν, καθὼς φεύγει καὶ τὸ σκότος ἀπὸ τὸ φῶς». Ὅσο δὲ ἀπομακρύνεται κανεὶς ἀπὸ τὸν Θεό, «τόσον περισσότερον πλησιάζει εἰς τὴν ἀπώλειαν (…), ἀπώλειαν δὲ ὀνομάζει ὄχι τὴν εἰς τὸ μὴ ὂν διάλυσιν, ἀλλὰ τὴν στέρησιν τῆς σωτηρίας»1.

    Ὁ εὐσεβὴς Ψαλμωδὸς ὁμολογεῖ ὅτι παρέμεινε σταθερὸς κοντά στὸν ἅγιο Θεό, διότι, ὅπως τονίζει, γνωρίζει ὅτι τὸ τέλος ὅσων βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ θὰ εἶναι ἡ καταστροφή. Δὲν τοὺς καταστρέφει ἐδῶ, ἀλλὰ στὴν αἰώνια κόλαση!… «Ἐξωλόθρευσας», ­Κύριε, ­γράφει, ­«πάντα τὸν πορνεύοντα ἀπὸ σοῦ». Ὁ Ψαλμωδὸς πορνεία ὀνομάζει ἐδῶ τὴν εἰδωλολατρία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀρνεῖται τὸν Θεὸ καὶ προσχωρεῖ στὴ λατρεία τῶν εἰδώλων, δηλαδὴ τῶν ­δαιμόνων, χωρίζεται ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Νυμφίο, μολύνον­τας καὶ διαλύοντας ὡς μοιχὸς καὶ πόρνος τὴ σχέση του καὶ τὴν ἕνωσή του μαζί Του. Ἡ Ἐκκλησία ὀνομάζεται «νύμφη Θεοῦ, ἐπειδὴ καὶ εἶναι ἑνωμένη μὲ τὸν ἀληθῆ Θεὸν διὰ μέσου τῆς πίστεως καὶ τῆς φυλακῆς (τῆς τηρήσεως, τῆς ἐφαρμογῆς) τῶν θείων ἐντολῶν»2. Ἄλλωσ­τε ὁ Θεὸς διὰ τοῦ προφήτου Ἱερεμίου λέγει: «Ἔμαθες τί ἔκαμαν σ’ Ἐμένα τὸ πλῆθος τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ; Πῆγαν σὲ κάθε ὑψηλὸ βουνὸ καὶ κάτω ἀπὸ κάθε πυκνόφυλλο δένδρο καὶ “ἐπόρνευσαν ἐκεῖ”· πα­ραδόθηκαν δηλαδὴ στὴ λατρεία τῶν εἰδώλων… Καὶ τὸ ἀκόμη χειρότερο ἦταν ὅτι οἱ­ ­Ἰσραηλίτες δὲν θεωροῦ­σαν τὴ βδε­λυκτὴ εἰδωλολατρία ὡς ­παρανομία καὶ συνέχιζαν τὴν εἰδωλολατρική τους μοιχεία μὲ τὸ νὰ λατρεύουν τὰ ξύλινα εἰδωλικὰ ἀγάλματα καὶ τὰ πέτρινα εἴδωλα» (βλ. Ἱερ. γ΄ 6, 9). 

    Τὸν λόγο αὐτὸ τοῦ Κυρίου πρέπει πο­λὺ νὰ τὸν προσέξουμε. Διότι αὐτὰ δὲν συ­­νέβαιναν μόνο τότε, συμβαίνουν δυσ­τυχῶς καὶ στὶς μέρες μας. Διότι ­σήμερα δὲν ἔχουμε μόνο φαινόμενα νεοειδωλολατρίας, ἀλλὰ καὶ ἀθεΐας καὶ λατρείας τοῦ μαμωνᾶ καὶ ἀπιστίας καὶ ἠθικῆς ἀποχαλινώσεως. Δηλαδὴ ­φαινόμενα ἐξ­οργιστικῆς ἀσέβειας καὶ ­ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Σωτήρα Χριστό. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐργαζόμαστε προκλητικά, ἔτσι ποὺ ἐξοργίζουμε τὸν πανάγαθο Θεό, ὁ Ὁ­­­ποῖος ὅμως μακροθυμεῖ καὶ δὲν ἐφαρμόζει τὸν λόγο τοῦ ­Ψαλμωδοῦ: «Ἐξωλόθρευσας πάντα τὸν πορνεύοντα ἀπὸ σοῦ». Ἀλλὰ ἂς μὴν ­ἐπαναπαυόμαστε στὴ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ.

    Ὁ ­ἀπόστολος Παῦλος προειδοποιεῖ καθέναν ποὺ συμπεριφέρεται μὲ τὸν τρό­πο αὐτό: Νομίζεις ὅτι ἐσὺ προνομιακὰ θὰ ἀποφύγεις τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ; Ἢ καταφρονεῖς τὸν πλοῦτο τῆς εὐεργετικῆς ἀγαθότητός Του καὶ τῆς ἀνεκτικότητος καὶ τῆς μακροθυμίας ποὺ δείχνει σὲ σένα, καὶ δὲν δείχνεις ἐνδιαφέρον νὰ μάθεις ὅτι τὸ νὰ σὲ εὐεργετεῖ ὁ Θεός, ἀντὶ νὰ ἐξαπολύσει τὴν ὀργή Του ἐναντίον σου γιὰ τὶς κακὲς πράξεις σου, πρέπει νὰ σὲ παρακινεῖ καὶ νὰ σὲ ὁδηγεῖ σὲ μετάνοια; Καὶ σύμφωνα μὲ τὴ σκληρότητά σου καὶ τὴν ἀμετανόητη καρδιά σου, ποὺ δὲν συγκινεῖται ἀπὸ τὴν τόση καλοσύνη τοῦ Θεοῦ, μαζεύεις ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ σου θησαυροὺς ὀργῆς, ποὺ θὰ ἐξαπολυθοῦν ἐναν­τίον σου τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ ξεσπάσει ἡ θεία ὀργὴ καὶ θὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος θὰ ἀποδώσει στὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα του (βλ. Ρωμ. β΄ 3-6).

    Ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς κατακλείει τὸν ὑ­­πέρ­οχο 72ο Ψαλμό του ὁμολογώντας ὅτι γι’ αὐτὸν μόνο ἕνα μόνιμο καὶ ­ὕψιστο ἀγαθὸ ὑπάρχει. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ νὰ προσκολλᾶται καὶ νὰ ἐμπιστεύεται ὁλοένα καὶ περισσότερο στὸ Θεό του καὶ νὰ στηρίζει ὅλες του τὶς ἐλπίδες στὸν Κύριο. Καὶ προσθέτει: Ἔτσι, ­ἀπορροφημένος ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη Σου, Κύριέ μου, νὰ ἔχω κύριο καὶ παντοτινὸ ἔργο μου τὸ νὰ ἐξαγγέλλω ὅλες τὶς δοξολογίες ποὺ Σοῦ ὀφείλω δίπλα στὶς πύλες τῆς Ἱε­­ρουσαλήμ, γιὰ νὰ τὶς ἀκοῦν ὅλοι ὅ­­­σοι εἰσέρχονται ἀπὸ αὐτὲς στὴν πόλη (Ψαλ. οβ΄ [72] 28). 

    Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ὅσο περισσότερο βυθίζεται στὸν ὠκεανὸ τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του, τόσο καὶ βοηθεῖται στὸ νὰ ὑπομένει καρτερικὰ καὶ νὰ ἐλπίζει δυναμικά.

    Ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς ἀφοῦ ἔλαβε «πεῖ­ραν δι’ αὐτῶν τῶν πραγμάτων»3, ἀποφάσισε νὰ προσκολληθεῖ πλέον στὸ Θεὸ καὶ νὰ μείνει ἀχώριστος μαζί Του. Βε­βαιώθηκε ὅτι ἡ εὐσέβεια εἶναι ὠφέλιμη σὲ ὅλα, διότι ὑπόσχεται ἀγαθὰ καὶ ἀνταμοιβὲς καὶ γι’ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὴν μέλλουσα (βλ. Α΄ Τιμ. δ΄ 8). Στὸ τέλος εὐτυχὴς καὶ κερδισμένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς κατὰ Θεὸν ἀρετῆς καὶ ὄχι ὁ ἄν­θρωπος τοῦ μαμωνᾶ καὶ τῆς κατὰ κόσμον εὐτυχίας.

 

1. Νικοδήμου Ἁγιορείτου – Εὐθυμίου Ζιγαβηνοῦ, Ἑρμηνεία εἰς τοὺς 150 Ψαλμοὺς τοῦ Δαβίδ, τόμ. Β΄, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 285.

2. Νικοδήμου Ἁγιορείτου – Εὐθυμίου Ζιγαβηνοῦ, ὅ.π., σελ. 286.

3. Θεοδωρήτου Κύρου, Εἰς τὸν 72ον Ψαλμὸν 28, PG 80, 1453Α..