Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2015

Ζ΄ Λουκᾶ: Λουκ. η΄ 41-56

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ ᾿­Ιησοῦ, ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑ­­­­πῆρ­χε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκά­λει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑ­­­­πάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆ­ναι, προσ­ελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; ὁ δὲ ᾿­Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προ­σπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐ­­τῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυν­αγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτον­το αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. καὶ κατεγέ­λων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρα­τήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς. ὁ δὲ παρήγ­γειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

1. Ἡ πίστη ποὺ σώζει

    Καθὼς προχωροῦσε ὁ Κύριος, ἦλθε κι ἔπεσε γονατιστὸς μπροστά Του ἕνας ἐπίσημος Ἰουδαῖος ἄρχοντας. Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰάειρο, προϊστάμενο τῆς ἑβραϊκῆς Συ­­ν­αγωγῆς τῆς Καπερναούμ, ὁ ὁποῖος ἀν­τιμετώπιζε μία σκληρὴ δοκιμασία: Ἡ δωδεκάχρονη ­μονάκριβη κόρη του εἶχε προσ­βληθεῖ ἀπὸ θανατηφόρα ἀσθένεια καὶ ἦ­ταν ἤδη ἑτοιμοθάνατη. Γι’ αὐτὸ καὶ γονα­τιστὸς θερμοπαρακαλεῖ τὸν Κύριο νὰ ἔρ­­θει στὸ σπίτι του γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει.

     Ὁ Κύριος ἀνταποκρίνεται στὴ θερμὴ ἱκε­σία τοῦ Ἰαείρου καὶ ξεκινᾶ γιὰ τὸ σπίτι. Μα­ζί Του κι ὅλος ὁ λαὸς ὁ ὁποῖος συνωστίζεται τριγύρω Του. 

    Ἀνάμεσα στὸ πλῆθος εἶναι καὶ κάποια γυναίκα ποὺ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν πάσχει ἀπὸ ἀκατάσχετη αἱμορραγία. Δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια βασανίζεται ἀπὸ τὴν ἀσθένεια αὐτὴ κι ἐνῶ ξόδεψε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς γιατρούς, κανεὶς δὲν μπόρεσε νὰ τὴν θεραπεύσει. Τώρα ὅμως ἐμφανίζεται καὶ γι’ αὐτὴν ἐλπίδα σωτηρίας: ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει; Τὸ πλῆθος εἶναι ἀδιαπέραστο. Ὡστόσο ἡ ἴδια ἔχει μέσα της σταθερὴ τὴν πεποίθηση ὅτι, ἂν ἀγγίξει ἔστω τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του, ὁπωσδήποτε θὰ θεραπευθεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ κάνει τὰ ­ἀδύνατα δυνατὰ γιὰ νὰ κατορθώσει ἔστω ἕνα ἄγ­γιγμα. Μὲ δυσκολία ἀλλὰ καὶ ἐπιμονὴ προ­χωρεῖ ἀνάμεσα στὸν κόσμο, ἁπλώνει μὲ πίστη τὸ χέρι της στὸ ἔνδυμά Του καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ θεραπεύεται. 

    Τότε ὁ Κύριος, προκειμένου νὰ φανερώ­σει τὴν πίστη τῆς γυναίκας, ρώτησε:
    –Ποιὸς μὲ ἄγγιξε;
    Ἀπόρησαν τὰ πλήθη, καὶ ὁ Πέτρος ἐξέφρασε τὴν ἀπορία τους:
    –Διδάσκαλε, οἱ ὄχλοι σὲ ἔχουν περικυκλώσει καὶ σὲ συνθλίβουν ἀπὸ παντοῦ, καὶ σὺ ρωτᾶς ποιὸς Σὲ ἄγγιξε;
    Ὁ Κύριος ὅμως ἐπιμένει:
    –Κάποιος μὲ ἄγγιξε, διότι κατάλαβα ὅτι βγῆκε ἀπὸ μένα θαυματουργικὴ δύναμη.
    Τότε ἡ γυναίκα ποὺ εἶδε ὅτι δὲν ξέφυγε ἀπὸ τὴν προσοχὴ τοῦ Κυρίου, παρουσιάστηκε μπροστά Του, Τὸν προσκύνησε καὶ ἄρχισε νὰ διηγεῖται ἐνώπιον ὅλων πῶς συνέβη τὸ θαῦμα. Κι ὁ Κύριος, ἐπαινών­τας τὴν πίστη της, εἶπε: «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Ἔχε θάρρος, κόρη μου, ἡ ­πίστη σου σ’ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε στὸ καλό, εἰρηνικὴ καὶ ἥσυχη.
    «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε»… Πράγματι τὴν ἔσωσε ἡ μεγάλη, ἡ θερμή, ἡ ζωντανὴ καὶ αὐθόρμητη πίστη τῆς ψυχῆς της. Διότι δὲν ἀπελπίστηκε ἀπὸ τὴν ἀνίατη ἀσθένειά της. Οὔτε παραιτήθηκε μπροστὰ στὰ ἐμπόδια ποὺ συνάντησε. Ἀντίθετα στήριξε τὴν ἐλπίδα της στὸν Κύριο, Τὸν πλησίασε μὲ πίστη καὶ βρῆκε τὴ λύση στὸ προσωπικό της πρόβλημα.
    Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωντανὴ πίστη ποὺ ὅλοι καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε. Πίστη ὄχι ἐξωτερικὴ καὶ τυπικὴ ἀλλὰ βαθιὰ καὶ οὐσιαστική. Νὰ πλησιάζουμε τὸν Κύριο μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴ μελέτη τοῦ ­θείου λόγου, τὴ λατρευτικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή, μὲ τὴν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι μόνο Ἐ­­κεῖνος μπορεῖ νὰ δώσει λύση ἀκόμη καὶ στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς φαίνονται ἄλυτα. Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ ἀνατρέψει ἀκόμη καὶ τὴ βαρύτερη θλίψη καὶ νὰ μᾶς χαρίσει ἀνάπαυση καὶ παρηγορία· ὅπως συνέβη στὴ συνέχεια στὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου.

2. Ἡ καταισχύνη τῶν ἀπίστων

    Τὴν ὥρα ποὺ ὅλοι θαύμαζαν τὸ γεγο­νὸς τῆς θεραπείας τῆς αἱμορροούσης, ἦρ­θε κάποιος καὶ ἀνήγγειλε στὸν ἀρχισυνάγωγο Ἰάειρο τὰ δυσάρεστα νέα:

    –Ἡ κόρη σου πέθανε, τοῦ εἶπε. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλεῖς πλέον τὸν Διδάσκαλο.
    Τότε παρενέβη ὁ Κύριος γιὰ νὰ τοῦ ­δώσει θάρρος: Μὴ φοβᾶσαι, τοῦ εἶπε. «Μὴ ­φοβοῦ· μόνον πί­στευε»· ἐσὺ νὰ ἔχεις σταθερὴ ­πίστη, καὶ ἡ κόρη σου θὰ σωθεῖ.
    Ὅταν ἔφθασαν στὸ σπίτι, βρῆκαν συγκεν­τρωμένο πλῆθος ἀνθρώπων ποὺ ἔκλαιγαν καὶ θρηνοῦσαν γιὰ τὸν θάνατο τῆς μικρῆς κόρης.
    –Μὴν κλαῖτε, τὸ κορίτσι δὲν πέθανε ἀλλὰ κοιμᾶται, εἶπε ὁ Κύριος.
    Κανεὶς ὅμως δὲν πίστευε στὰ λόγια Του. Μάλιστα ὁρισμένοι ἄρχισαν καὶ νὰ Τὸν εἰρωνεύονται: «καὶ ­κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν». Ὅλοι εἶ­χαν ἀντικρίσει τὸ ἄψυχο σῶμα καὶ γνώ­ριζαν καλὰ ὅτι τὸ κορίτσι ἦταν ­νεκρό.
    Τότε ὁ Κύριος πῆρε κοντά Του μόνο τρεῖς Μαθητές Του, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν ­Ἰωάννη, καθὼς καὶ τοὺς γονεῖς τοῦ παιδιοῦ καὶ εἰσῆλθαν στὸ δωμάτιο. Πλησίασε τὴ νεκρὴ κόρη κι ἔπιασε τὸ χέρι της:
    –Κόρη, σήκω, τῆς εἶπε.
    Καὶ μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο Του αὐτὴ ἀ­­­ναστήθηκε! Καὶ γιὰ νὰ βεβαιωθοῦν οἱ γονεῖς της ὅτι ἔχαιρε πλήρους ὑγείας, τοὺς παρήγγειλε νὰ τῆς δώσουν νὰ φάει. Τοὺς ζήτησε ἀκόμη νὰ μὴ διαδώσουν τὸ γε­γονός.
    Τέτοιο θαῦμα ὅμως πῶς νὰ μείνει κρυφό; Ὅλοι τὸ πληροφορήθηκαν καθὼς εἶδαν καὶ πά­λι ζωντανὴ τὴ μικρὴ κόρη. Κι αὐτοὶ ποὺ εἰ­­ρωνεύονταν τοὺς λόγους τοῦ θεανθρώπου Κυρίου, καταντροπιάστηκαν.
    Πάντα ἔτσι γίνεται. Τὰ λογικοφανὴ ­ἐπιχειρήματα τῶν ἀπίστων καταρρέουν μπροστὰ στὸ θαῦμα, ἐ­­­νῶ οἱ χλευασμοὶ καὶ οἱ εἰρωνεῖες τους ­ἐπιστρέφουν στοὺς ἴδιους, γιὰ νὰ τοὺς ντροπιάσουν καὶ τοὺς ἐξευτελίσουν. Ἐκεῖ καταλήγουν ὅσοι ἀμφισβητοῦν ἢ ἀπορρίπτουν τὸν Θεὸ καὶ τὴ δύναμή Του.
    Ἂς μὴν πτοούμαστε λοιπόν, ὅταν προβάλλεται ἡ ἀθεΐα. Καὶ βέβαια ἂς μὴν ἐμπιστευόμαστε ἀπό­λυτα τὴν ἀνθρώπινη λογική, ποὺ εἶναι περιορισμένη. Ἡ λογικὴ τοῦ Θεοῦ λειτουργεῖ ἐντελῶς διαφορετικά. Ἂς εἴμαστε ταπεινοὶ γιὰ νὰ δεχόμαστε μὲ πίστη τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου ὡς βάλσαμο παρηγοριᾶς στὶς θλίψεις καὶ ὡς τὴ μόνη λύση στὰ προβλήματά μας.