Ὁ ἀνασασμὸς τῶν ἀνθρώπων, ἡ ἀποκαραδοκία τῶν αἰώνων καὶ τὸ βαθὺ μυστήριο τοῦ Θεοῦ Γ΄

    Αὐτὸ πού, ὅπως εἴδαμε στὰ δύο προηγούμενα ἄρθρα, ἀναζη­τοῦ­σαν μὲ ἐναγώνιο ­ἀνασα­σμὸ οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ γεμίσουν τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς τους, αὐτὸ ποὺ ἀποτελοῦ­σε τὴν ἀποκαραδοκία ὅλων τῶν λαῶν στὴ διάρκεια τῶν ­αἰώνων, ἄρ­χισε νὰ λαμβά­νει ὅλο καὶ πιὸ ­συγκε­κριμένη ­μορφή. Ἔγινε ­πλέον προσδο­κία ἑνὸς Λυτρω­τῆ. Τὰ ­μάτια τῶν ἀνθρώπων στρέφον­ταν τώρα στὸ μέλλον μὲ τὴ λαχτάρα τοῦ ἐρχομοῦ Του. Οἱ Προ­φῆτες καὶ ὁ λα­ὸς τῶν Ἑβραίων Τὸν εἶ­χαν ὀνομάσει ­Μεσ­σία καὶ ­ἀνέμεναν μὲ ­ἐμπιστοσύνη τὴν ἔλευσή Του. Ἡ προσδοκία αὐτὴ ­ἔ­­­­­­­γινε ἔτσι ὁ ­μόνιμος ἀνασασμὸς τῶν ἀν­­θρώπων· ταυτόχρονα ἐναγώνιος καὶ λυ­τρωτικός. Ἔ­­γινε ἡ ἀποκαρα­δοκία τῶν αἰώνων· ἡ ἀναμονὴ τοῦ χρόνου, τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν. Ἀλ­λὰ ἀ­­­ναμονὴ μὲ τὸ κενὸ πάντα στὴν ­καρδιὰ καὶ στὴ διάνοια, μὲ τὴν πικρὴ γεύση τῆς προπατορικῆς παρακοῆς στὰ ­χείλη, τὸν πό­νο στὸ βλέμμα, τὴν ἀγωνία στὴ μορ­φή.
    Ἔτσι διαδέχθηκαν οἱ αἰῶνες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἕως ὅτου ἦρθε «τὸ πλήρω­μα τοῦ χρόνου» (βλ. Γαλ. δ΄ 4)· συμ­πλη­ρώθηκε ὁ κα­θορισμένος καιρός. Ἡ ὑπερευλογη­μένη Κόρη, ἡ Μαριάμ, δέχεται τὸ μήνυμα τοῦ ­Ἀρχαγγέλου. Ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κύριου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38). Ἔγκυος ἐ­­­πι­σκέπτεται τὴ συγγε­νή της ­Ἐλισάβετ, ἐνῶ ἐκείνη κυοφοροῦσε τὸν ­Τίμιο Πρόδρομο. Κατὰ τὴ γέννηση τοῦ ­παιδιοῦ του ὁ ­πατέ­ρας του Ζαχαρίας θὰ ­προφητεύσει: «Εὐ­λογητὸς Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρω­σιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» (Λουκ. α΄ 68)· νὰ εἶ­ναι δοξασμένος ὁ Θεός, ποὺ ἐπὶ αἰ­ῶνες οἱ Ἰσραηλίτες τὸν θεωροῦσαν δικό τους Θεό, ὁ Ὁποῖος ὅμως ἦρθε καὶ ἔφερε τὴ λύτρωση στὸν ἀληθινὸ λαό Του, σὲ ὅλο τὸ γένος τῶν ἀν­θρώπων.
    Ἐπιτέλους ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ στὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα, ὑπόσχεση ποὺ τὴν ἐπανέλαβε πολλὲς φορὲς στοὺς δίκαιους ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐκπληρώθηκε: Ὁ Μεσσίας ἦρθε, κήρυξε, σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε· οἱ πύλες τοῦ Παραδείσου καὶ πάλι ἄνοιξαν γιὰ νὰ ­ὑποδεχθοῦν τοὺς λυ­τρωμένους. Καὶ ἀπὸ τότε ­παραμένουν ἀνοιχτές.
    Ἀνοιχτές! Πόσοι ὅμως τὶς διαβαίνουν; ­«Πολλοί εἰ­­σι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί», εἶπε ὁ Κύριος (Ματθ. κβ΄ 14). Πολλοὶ καλοῦνται, πολλοὶ εἶναι ­«κλητοί». Οἱ «ἐκλεκτοὶ» ὅμως παραμένουν λίγοι. Στοὺς ­καιρούς μας ἴσως ἐ­­λάχιστοι. Ἡ ­πλειονότητα τῶν ­ἀνθρώπων ἐξακολουθεῖ σήμερα, περισσότερο ἴσως ἀπὸ ὁπο­τεδή­ποτε ἄλλοτε, νὰ χτίζει νέους βαβελικοὺς ­πύργους. Πύργους μεγαλαυχίας. Ὄχι πιὰ μὲ ­πλίνθους καὶ λάσπη ἀλλὰ μὲ τὴν ὑβριστικὴ τεχνολογία, τὶς πληθωρικὲς γνώσεις, τὴν χωρὶς­ ­φραγμοὺς ­«τέχνη», τὶς ἀλλόκοτες φιλοσοφικὲς θεωρίες, τοὺς ­νεοταξικοὺς σχεδιασμούς. Σχεδιασμοὺς ποὺ στὸ παρελθὸν ὁδήγησαν στὶς παρανοϊκὲς ἀντιλήψεις τοῦ ­Χιτλερισμοῦ περὶ Ἄριας Φυλῆς. Αὐτὴ ἡ ὑβριστικὴ συμπεριφορὰ ἰσοπεδώνει σήμερα τὰ πάντα. Προωθεῖ τὸν ἀχαλίνωτο αἰσθησιασμό, τὴ διαφθορὰ τῶν συνειδήσεων, ἐπιβάλλει τὴν ἰδιοτέλεια τῆς ζούγκλας.
    Ὅμως καὶ σ’ αὐτὴ τὴ μανιακὴ ἐποχὴ ὑπάρχουν καὶ οἱ πιστοὶ ποὺ ἀναμετροῦνται μὲ τὸ ­ἀδυσώπητο χάος τοῦ κενοῦ καὶ τὸ δαμάζουν. Εἶναι τὰ ­θαύματα τῆς θείας Χάριτος. Εἶναι οἱ ἥρωες τῆς ζωῆς, ποὺ δὲν χάνουν τὴν ἐπαφή τους μὲ τὸ βαθὺ ­μυστήριο τῆς αἰωνιότητας. Μάρτυρες. Ὁμολογητές. Οἱ «ἐκλεκτοὶ» τῆς κάθε ἐποχῆς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ γένος, ἡλικία, φυλή, φύλο, μόρφωση καὶ κοινωνικὴ θέση. Αὐ­τοὶ ποὺ σηκώνουν ψηλὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ ­Χριστοῦ. Αὐτοὶ ποὺ γεφυρώνουν τὸ χάσμα ἀνάμεσα στὴ θνη­τή μας φύση καὶ τὸν Παράδεισο. Αὐτοὶ ποὺ εἶ­ναι ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου.
    Αὐτοὶ ποὺ φανερώνουν μὲ ἔκπαγλο τρόπο τὸ βα­θὺ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ὅπως θὰ δοῦμε ἀναλυτικότερα στὸ ἑπόμενο καὶ τελευταῖο ἄρθρο μας.