Ο ἅγιος Φρουμέντιος γεννήθηκε στὴν Τύρο τὸν 4ο αἰώνα, τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλευε στὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ὁ Μέγας Κωνσταντίνος.
Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία δέχθηκε τὸν σπόρο τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Καὶ μορφώθηκε μὲ ὑψηλὴ παιδεία. Σύντομα ἀπέδειξε τὴν ὡριμότητά του, γιατὶ συνδύαζε σπάνια ἀρτιότητα στὸ ἦθος του μὲ σφαιρικὴ ἐπιστημονικὴ κατάρτιση στὸ πνεῦμα του.
Κάποτε ὁ διδάσκαλός του, ὁ φιλόσοφος Μερώπιος, ὀργάνωσε μιὰ ἐρευνητικὴ ἀποστολὴ πρὸς τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα γιὰ νὰ συλλέξει στοιχεῖα γιὰ τοὺς ἄγνωστους λαοὺς τῆς περιοχῆς ἐκείνης καὶ κυρίως τῆς Ἀβησσυνίας (Αἰθιοπίας). Στὴν ἀποστολὴ θὰ συμμετεῖχε καὶ ὁ Φρουμέντιος. Ὅμως τὸ πλοῖο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐξερευνήσεως δέχθηκε σὲ κάποιο λιμάνι ἐπίθεση ἀπὸ πειρατὲς ποὺ κατέσφαξαν ὅλους ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Φρουμέντιο καὶ τὸν ἀδελφό του Αἰδέσιο, ποὺ τοὺς πούλησαν καὶ τοὺς δυὸ σκλάβους στὸ βασιλιὰ τῆς Ἀβησσυνίας. Οἱ δύο νέοι διακρίθηκαν μὲ τὴν εὐγένειά τους καὶ τὰ πλούσια χαρίσματά τους, καὶ ὁ βασιλιὰς τοὺς ἔκανε συνεργάτες του καὶ τοὺς ἀνέθεσε τὴν εὐθύνη τῶν οἰκονομικῶν ὑποθέσεων. Ὅταν πέθανε ὁ βασιλιάς, ἡ βασίλισσα τοῦ κράτους ἀνέθεσε τὴν ἐκπαίδευση τοῦ ἀνήλικου παιδιοῦ τους Ἐζανᾶ, διαδόχου τοῦ θρόνου, στὸν ἔμπιστο καὶ σοφὸ Φρουμέντιο.
Τὸ κύρος τοῦ Φρουμεντίου ὅλο καὶ αὐξανόταν. Ἐπηρέαζε μὲ τὸ χριστιανικό του ἦθος τὸ εἰδωλολατρικὸ βασίλειο. Ἡ στάση τῆς βασίλισσας ἀπέναντι στοὺς Χριστιανοὺς Ρωμαίους ἐμπόρους ποὺ ἔμεναν ἐκεῖ, ἔγινε εὐνοϊκότερη. Καὶ τοὺς ἄφησε νὰ τελοῦν ἐλεύθερα τὰ λατρευτικά τους καθήκοντα.
Λίγα χρόνια ἀργότερα οἱ δύο νέοι, μετὰ τὴν ἐνηλικίωση τοῦ διαδόχου, ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία, ἀφήνοντας στοὺς κατοίκους τοῦ βασιλείου δυνατὲς ἀναμνήσεις καὶ ἐμπειρίες ἀπὸ τὴ ζωή τους ποὺ ἦταν γεμάτη ἀπὸ χριστιανικὴ καλοσύνη, εὐγένεια καὶ ἀνθρωπιά.
Ὁ Αἰδέσιος ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του τὴν Τύρο καὶ χειροτονήθηκε ἐκεῖ πρεσβύτερος. Ὁ Φρουμέντιος ἀκολούθησε ἄλλον δρόμο. Κατευθύνθηκε στήν Ἀλεξάνδρεια γιὰ νὰ συναντήσει τὸν ἅγιο Πατριάρχη Μέγα Ἀθανάσιο. Τοῦ περιέγραψε τὰ θαυμαστὰ περιστατικὰ τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ: τὴν περιπέτεια τοῦ ναυτικοῦ ἐρευνητικοῦ ταξιδιοῦ τους· τὸ θαῦμα τῆς διασώσεώς τους· καὶ κυρίως τὴν εἰλικρινὴ δίψα τοῦ εἰδωλολατρικοῦ λαοῦ τῆς Αἰθιοπίας νὰ γνωρίσει τὸν Χριστὸ καὶ νὰ φωτιστεῖ ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας Του. Καὶ τέλος, παρακάλεσε τὸν Πατριάρχη νὰ στείλει ἐπίσκοπο ἐκεῖ. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συγκινήθηκε ἀπὸ ὅσα ἄκουσε. Καὶ ἔκρινε ὅτι μόνο ὁ ἐνθουσιώδης Φρουμέντιος θὰ ἦταν ἄξιος γιὰ μιὰ τέτοια ἐπείγουσα ἱερὴ ἀποστολή.
Ὁ Φρουμέντιος ἀποδέχθηκε τὴν πρόταση τοῦ Πατριάρχου ὡς θεϊκὴ κλήση. Καὶ ἀφοῦ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος, ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο γιὰ νὰ ὀργανώσει, νὰ κατηχήσει, καὶ νὰ βαπτίσει τὸν λαὸ τῆς Αἰθιοπίας. Καὶ νὰ γίνει ὁ ἱδρυτὴς αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρῶτος Ἐπίσκοπος Ἀξώμης.
Θαυμαστοὶ ὑπῆρξαν οἱ ἀγῶνες τοῦ Φρουμεντίου γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ αὐτῆς τῆς εἰδωλολατρικῆς χώρας. Μετέφρασε τὶς Ἅγιες Γραφὲς στὴν τοπική τους γλώσσα. Περιόδευε μὲ ἱερὸ ἐνθουσιασμὸ τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ καὶ κατηχοῦσε τὸν λαὸ μὲ ἀναρίθμητα φλογερὰ κηρύγματα. Στήριζε τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἀδυνάτους μὲ τὶς συμβουλὲς καὶ τὶς πράξεις τῆς ἀγάπης του. Θεράπευε ἀσθενεῖς μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου καὶ ἀπεδείκνυε στοὺς εἰδωλολάτρες τὴ δύναμη τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ὅλοι ἀποδέχονταν μὲ ἐμπιστοσύνη τὸ θεῖο κήρυγμα. Πρῶτος ὁ βασιλιὰς Ἐζανᾶ ἔγινε Χριστιανός, καὶ ἀκολούθησαν πάμπολλοι εἰδωλολάτρες ποὺ ἐγκατέλειπαν τὰ εἴδωλα καὶ βαπτίζονταν στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος. Σύντομα κτίστηκαν ἱεροὶ Ναοὶ γιὰ τὶς λατρευτικὲς ἀνάγκες. Καὶ ὁ κόσμος δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ γιὰ τὸ θαῦμα τῆς μεταστροφῆς του.
Κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἐμφανίσεως καὶ ἐξαπλώσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ ὁ ἐπίσκοπος Φρουμέντιος στήριζε τὸν λαὸ στὸ Ὀρθόδοξο δόγμα, καὶ τὸν καλοῦσε νὰ μένει ἄγρυπνος καὶ πιστὸς στὶς ἱερὲς Παραδόσεις καὶ στὸ πνεῦμα καὶ γράμμα τοῦ Εὐαγγελίου παρὰ τοὺς ἐκφοβισμοὺς τῶν αἱρετικῶν αὐτοκρατόρων.
Ὁ φλογερὸς Ἐπίσκοπος τῶν Αἰθιόπων Φρουμέντιος παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Κύριο εἰρηνικὸς περίπου τὸ 380. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ χάρισε τὸν τίτλο τοῦ Ἰσαποστόλου, καὶ ὁ λαὸς τῶν Αἰθιόπων τὸν ὀνόμασε «φωτιστή του» καὶ «Πατέρα τῆς Εἰρήνης». Νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία του. Καὶ ἂς γίνει ὁ ἅγιος Φρουμέντιος ἐμπνευστής μας στοὺς ἱεραποστολικούς μας ἀγῶνες γιὰ τὴ μεταλαμπάδευση τῆς πίστεως στοὺς συμπατριῶτες μας, ποὺ ἀρκετοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀκόμη ἀγνοοῦν καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Σωτήρα μας καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου.