Τί εἶναι ἡ αἰώνια ζωή; Μὰ ὅ,τι ὑψηλότερο, ὅ,τι ἁγιότερο, ὅ,τι ὡραιότερο καὶ μεγαλειωδέστερο μπορεῖ νὰ ποθήσει καὶ νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος! Εἶναι ἡ κατεξοχὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν αὐτὸς ἐπηγγείλατο ἡμῖν, τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον», σημειώνει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (β´ 25). Εἶναι ἡ κατεξοχὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Γράφει σχετικὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ὁ μισθὸς μὲ τὸν ὁποῖο ἡ ἁμαρτία πληρώνει τοὺς δούλους της εἶναι ὁ θάνατος, «τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. Ϛ´ 23)· τὸ δῶρο ἀντίθετα ποὺ δίνει ὁ Θεὸς στοὺς δούλους Του εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὴν ὁποία ἀποκτοῦμε μὲ τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό,τὸν Κύριό μας.
Ἀλλὰ πῶς μποροῦμε νὰ ὁρίσουμε τὴν αἰώνια ζωή; Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας διευκρινίζει ὅτι αἰώνια ζωὴ δὲν εἶναι «ἡ μακροημέρευσις», ἡ ζωὴ ποὺ δὲν τελειώνει ποτέ, ποὺ δὲν διακόπτεται ἀπὸ τὸν θάνατο, τὴν ὁποία ὅλοι πρόκειται νὰ ἔχουν μετὰ τὴν ἀνάσταση, δίκαιοι καὶ ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ «καὶ τὸ ἐν εὐθυμίᾳ διάγειν». Ἡ αἰώνια ζωὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ἀτελείωτης «εὐθυμίας», τῆς ἀτελείωτης εὐτυχίας. Εἶναι ὁ Παράδεισος, ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐκεῖ ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχει θάνατος καὶ ἁμαρτία, πένθος, θλίψη, ἀσθένεια, ἀδικία, φθορά, γηρατειά, στέρηση, κούραση, κορεσμός, ἀλλὰ ἀπόλυτη καὶ ἀδιατάρακτη εὐτυχία.
Ὁ Κύριος στὴν ἀρχιερατική Του προσευχὴ μᾶς ἔδωσε ὁρισμὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς: «Αὕτη ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν» (Ἰω. ιζ´ [17] 3). Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὸ νὰ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι συνεχῶς ὅλο καὶ περισσότερο Ἐσένα, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ὁποῖο ἀπέστειλες στὸν κόσμο, ἔχοντας ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ Σένα καὶ ἀπολαμβάνοντας τὶς ἄπειρες τελειότητές Σου. Ἑπομένως ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ κατὰ τὴν ὁποία συνεχῶς γνωρίζει κανεὶς τὸν Θεό.
Ὡστόσο ἐδῶ δὲν ἐννοεῖται ἡ γνώση ποὺ ἀποκτᾶ κανεὶς διαβάζοντας βιβλία ἢ σπουδάζοντας σὲ Πανεπιστήμια. Εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζει κάποιος πολὺ καλὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ἀλλὰ νὰ εἶναι ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή. «Ὁ λέγων, ἔγνωκα αὐτόν, καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ μὴ τηρῶν, ψεύστης ἐστί» (Α´ Ἰω. β´ 4). Ὅποιος λέει· «ἔχω γνωρίσει τὸν Θεό», ἀλλὰ δὲν ἐφαρμόζει τὶς ἐντολές Του, εἶναι ψεύτης. Ἄρα γνωρίζει τὸν Θεὸ καὶ ζεῖ τὴν αἰώνια ζωή, ὅποιος ἐφαρμόζει τὶς ἐντολές Του – διότι «ἡ ἐντολὴ αὐτοῦ ζωὴ αἰώνιός ἐστιν» (Ἰω. ιβ´ [12] 50). Τότε τοῦ ἐμφανίζεται ὁ Χριστὸς καὶ ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα του μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ὁ Ἴδιος τὸ ὑποσχέθηκε (βλ. Ἰω. ιδ´ [14] 15-17, 21, 23).
Εἶναι πανευτυχής, διότι ὁ Θεὸς εἶναι «τῶν ἐφετῶν ἡ ἀκρότης», ὅ,τι πιὸ ποθητὸ καὶ ἀξιαγάπητο. Ἡ γνωριμία μαζί Του εἶναι ἀνέκφραστη χαρὰ καὶ ἀπόλαυση. Ὁ πιστὸς ποὺ συνεχῶς Τὸν γνωρίζει, γεύεται ὅλο καὶ περισσότερο τὸ κάλλος Του, ζεῖ τὴν ἀγάπη Του, αἰσθάνεται τὸ μεγαλεῖο Του: τὴν πανσοφία, τὴν παντοδυναμία, τὴν ἁγιότητά Του… Δοκιμάζει ἀλλεπάλληλες ἐκπλήξεις ποὺ τὸν εὐφραίνουν, τὸν κυριεύει ἕνας ἅγιος θαυμασμός. Καὶ ἀγαπᾶ ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Θεὸ καὶ περιφρονεῖ ὅλα τὰ ἐγκόσμια καὶ κάθε ἄλλη ἀπόλαυση, καὶ ἀγωνίζεται νὰ ἐφαρμόζει ὅλο καὶ περισσότερο τὸ θέλημά Του γιὰ νὰ ζεῖ πλουσιότερα τὴν κοινωνία μαζί Του.
Ἀντίθετα, «ὁ ἀπειθῶν τῷ υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ᾿ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ᾿ αὐτόν» (Ἰω. γ´ 36)· ὅποιος δὲν ὑπακούει στὸ θέλημά Του, δὲν θὰ δεῖ, δὲν θὰ γευθεῖ τὴ ζωή, ἀλλὰ ἡ ἀποδοκιμασία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ θεληματική του ἀμετανοησία θὰ μένει αἰώνια ἐπάνω του.
Μάλιστα, ὅπως ὑποδηλώνεται ἀπὸ τὰ παραπάνω, ἡ αἰώνια ζωή (ὅπως ἐξάλλου καὶ ἡ κόλαση, ὁ αἰώνιος θάνατος) βιώνεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Διεκήρυξε ὁ Κύριος: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἔχει ζωὴν αἰώνιον»· «ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. Ϛ´ 47, 54). «Ἔχει»: τώρα. Τὴ ζεῖ ἀπὸ τώρα τὴν αἰώνια ζωή, τὴν προγεύεται ἀπὸ τώρα. Θὰ τὴν ἀπολαύσει στὴν πληρότητά της μετὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ἐμπειρικῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Καὶ τὴ ζεῖ ὅποιος ἔχει ζωντανὴ πίστη, τηρεῖ τὶς ἐντολές Του, ζεῖ συνειδητὴ μυστηριακὴ ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ γενικὰ ἁγιάζεται. Αἰώνια ζωὴ εἶναι νὰ ἔχει κανεὶς τὸν Χριστὸ μέσα στὴν καρδιά του τὴν καθαρισμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό. Διότι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι πρόσωπο, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός: «Οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος» (Α´ Ἰω. ε´ 20).
Ἂς τρέξουμε λοιπὸν στὸ Χριστό. Ἂς προσκολληθοῦμε πάνω Του. Ἂς Τὸν ἀγαπήσουμε μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή μας. Ἂς μὴν προτιμήσουμε τίποτε περισσότερο ἀπὸ Ἐκεῖνον. Ἂς φροντίσουμε τὴν ψυχή μας. Ἂς ἐπιμεληθοῦμε τὴ μετάνοιά μας, τὸν ἐξαγιασμό μας. Ἂς μισήσουμε τὶς ἁμαρτίες μας, ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὅσο θὰ πεθαίνει μέσα μας ἡ ἁμαρτία, τόσο πλουσιότερα θὰ γευόμαστε αὐτὴ τὴν ἄλλη ζωή, τὴ μόνη ἀληθινή, τὴν αἰώνια, γιὰ τὴν ὁποία ἔχουμε πλαστεῖ καὶ στὴν ὁποία βρίσκεται τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας μας.