Ὅταν, 700 περίπου χρόνια πρὶν τὴ Γέννηση τοῦ Κυρίου, ὁ προφήτης Μιχαίας μιλοῦσε γιὰ τὴ Βηθλεέμ, τὴν παρουσίαζε ἕνα μικρό, ἀσήμαντο χωριὸ ἀνάμεσα στὶς λαμπρὲς καὶ ἔνδοξες πόλεις τῆς Ἰουδαίας.
Καὶ πράγματι. Ἡ Βηθλεὲμ δὲν εἶχε κάτι ἀξιόλογο γιὰ νὰ ἑλκύει τὰ βλέμματα τῶν ἀνθρώπων ἐπάνω της. Βέβαια ἀπὸ τὸ χωριὸ αὐτὸ καταγόταν ὁ Δαβίδ, ὁ ὁποῖος εἶχε βασιλεύσει τὸ 1000 περίπου π.Χ., ὅμως οὔτε ἡ γέννηση τοῦ ἐνδόξου αὐτοῦ βασιλιᾶ εἶχε καταστήσει τὴν κώμη αὐτὴ περιώνυμη ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους. Στὰ χρόνια τοῦ Μιχαία πάλι μικρὴ καὶ ἀσήμαντη ἦταν. Δὲν τῆς ἔδινε κανεὶς σημασία.
Ἔτσι ἀρχίζει τὴν προφητεία του γιὰ τὴ Γέννηση τοῦ Μεσσία ὁ προφήτης: «Καὶ σύ, Βηθλεὲμ οἶκος Ἐφραθά, ὀλιγοστὸς εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰούδα» (Μιχ. ε΄ 1). Ἐσύ, Βηθλεέμ, εἶσαι ἀπὸ τὰ πιὸ ἀσήμαντα χωριὰ στὴν Ἰουδαία. Ὀλιγάριθμη σὲ πληθυσμό, δὲν συγκαταλέγεσαι κἂν στὶς περίφημες οἰκογένειες τῶν ἰσραηλιτικῶν φυλῶν.
Ὅμως τί μ’ αὐτό; Ἡ Βηθλεέμ, ἀπὸ μικρὴ καὶ ἄσημη ποὺ ἦταν, ἐπρόκειτο νὰ καταστεῖ ἔνδοξη, περίφημη, διάσημη. Διότι, συνεχίζει ὁ προφήτης, ἀπὸ σένα θὰ γεννηθεῖ ἕνας ἄρχοντας ποὺ θὰ καταστεῖ ἔνδοξος κυβερνήτης τοῦ Ἰσραήλ. «Ἐκ σοῦ μοι ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ» (στίχ. 1). Κι ὄχι μόνο τοῦ παλαιοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἄρχοντας καὶ κυβερνήτης, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ νέου ἰσραὴλ τῆς Χάριτος, τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Τί ἦταν ἡ Βηθλεέμ πρίν; Τί ἔγινε ἡ Βηθλεέμ, ἀφότου ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς θέλησε νὰ εἰσχωρήσει στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ διάλεξε ὡς τόπο φανερώσεώς Του τὸ ἄσημο αὐτὸ χωριό; Ἡ Βηθλεέμ, ἀπὸ τότε καὶ μετά, καὶ μέχρι σήμερα καὶ ἕως ὅτου θὰ ὑφίσταται αὐτὸ τὸ σύμπαν, θὰ ἑλκύει τὰ βλέμματα ὅλου τοῦ κόσμου ἐπάνω της. Ἀπὸ τὰ ἄκρα τῆς οἰκουμένης θὰ ἔρχονται νὰ τὴν ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ τὴν τιμήσουν. Γιατὶ ἐκεῖ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ὅπου ἔρχεται ὁ Χριστός, ὅπου εἰσχωρεῖ, ὅπου κατοικεῖ, ἐκεῖ ὅλα γεμίζουν μὲ δόξα ἄρρητη, μὲ τιμὴ καὶ λαμπρότητα. Καὶ ἀντίστροφα, ἀπ’ ὅπου φεύγει ὁ Χριστός, ἐκεῖ ὁ τόπος καθίσταται ἔρημος, ρημαγμένος, συντρίμμια καὶ μόνο.
Αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ προφήτης, ὅταν συνεχίζει τὴν προφητεία καὶ ἀναφέρεται τώρα στὴ θέση ποὺ θὰ λάβουν ὅσοι ἀποδεχθοῦν τὸν Χριστὸ στὴ ζωή τους καὶ γίνουν λαὸς καὶ ποίμνιό Του: «Ἐν τῇ δόξῃ ὀνόματος Κυρίου Θεοῦ αὐτῶν ὑπάρξουσι, διότι νῦν μεγαλυνθήσονται ἕως ἄκρων τῆς γῆς» (στίχ. 3). Ὁ νέος Ἰσραήλ, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, οἱ χριστιανοί, θὰ εἶναι περιβεβλημένοι μὲ τὴ δόξα καὶ τὸ μεγαλεῖο τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ τους, διότι θὰ καταστοῦν ὀνομαστοί, ἔνδοξοι, λαμπροὶ καὶ περιφανεῖς μέχρι τῶν περάτων τῆς γῆς, σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο.
Στὶς μέρες μας βλέπουμε νὰ πραγματοποιεῖται τὸ ἀντίθετο. Ἡ πατρίδα μας ἔχει περιπέσει σὲ βυθὸ διεθνοῦς ἀνυποληψίας· διερχόμαστε ἡμέρες ἐθνικῆς κρίσεως, συντριβῆς καὶ ἐσχάτης ταπεινώσεως στὰ μάτια ὅλου τοῦ κόσμου· ἔχουμε καταστεῖ «ὄνειδος καὶ μυκτηρισμός», ἀντικείμενο χλεύης καὶ εἰρωνίας ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔθνη. Γιατί; Ἴσως εἶναι καιρὸς γιὰ μιὰ ἀνάκριση τῆς ἐθνικῆς μας συνειδήσεως, γιὰ μιὰ συλλογικὴ ἀπόπειρα ἐθνικῆς αὐτογνωσίας:
Τί μέρες πέρασε τὸ ἔθνος αὐτό! Τί δόξα καὶ τιμὴ καὶ μεγαλεῖο ἀνάμεσα στὰ ἔθνη τοῦ κόσμου… Πόσο δοξάστηκε ὁ λαὸς αὐτός, ὁ ὁποῖος δόξασε ὅσο κανεὶς ἄλλος ἐπάνω στὴ γῆ τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ καταστεῖ ἡ οἰκουμενικὴ μητρόπολη τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας! Πόσο ἡ ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία ἔκλεισε μὲς στὰ φυλλοκάρδια του ὁ ἑλληνικὸς λαὸς καὶ τὴν ἔκανε φρόνημα καὶ πράξη στὴ ζωή του, τὸν ὕψωσε καὶ τὸν ἔκανε περίβλεπτο καὶ ζηλευτὸ παντοῦ! Τὸν ἔκανε διάσημο!
Καὶ σήμερα; Σήμερα κινδυνεύει νὰ γίνει ἄσημος! Γιατί αὐτὸ τὸ κατάντημα;…
Ἀλλὰ χρειάζεται ἐρώτημα; Τί ἔχει ἀπομείνει ἀπὸ ἐκείνη τὴν πίστη στὸ λαό μας πιά; Τί δὲν ἔχει ἀκόμη καταλυθεῖ στὸν τόπο αὐτὸ ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν τρόπο ζωῆς; Ποιὰ δημόσια πράξη, ποιὰ νομοθετικὴ ρύθμιση στοιχεῖ ἀκόμη στὸ ὄνομα καὶ στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ; Ἀφοῦ ὁλοκληρωτικὰ ὡς ἔθνος Τὸν ἔχουμε προδώσει, πῶς περιμένουμε εὐλογία;
Ἂς μὴν ἀναζητοῦμε στὰ χαμένα λύσεις γιὰ τὴν ἀνόρθωση τῆς χώρας μας. Ἡ λύση εἶναι μία: Ἄμεση ἐπιστροφὴ στὸ Χριστό, ποὺ ὅλα δείχνουν πὼς Τὸν διώξαμε ἀπὸ τὶς καρδιές μας καὶ τὴν πατρίδα μας.
Γιὰ νὰ ξανάρθει πάλι. Καὶ ὅπως τὴ Βηθλεέμ, νὰ μᾶς καταστήσει ὑψηλοὺς «ἕως ἄκρων τῆς γῆς». Νὰ μᾶς πλημμυρίσει μὲ τὴ δόξα Του μέχρι τὰ πέρατα τοῦ κόσμου.