Ο ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Μέσα στήν πανηγυρική ἀτμόσφαιρα τῶν Χριστουγέννων ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐντάσσει καί τήν ἑορτή τοῦ μεγάλου πρωτομάρτυρος ἁγίου, τοῦ Στεφάνου. Εἶναι ὁ μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχυσε πρῶτος τό αἷμα του γιά τήν πίστη καί τή δόξα τοῦ Κυρίου. Ἄς δοῦμε τήν ἁγία ζωή του.
Οἱ Χριστιανοί τῶν πρώτων ἡμερῶν πληθύνονταν. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι σύμφωνα μέ τήν ἐντολή πού πῆραν ἀπό τόν Κύριο, «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Μάτθ. κη΄ 19), ἔπρεπε νά ἔχουν πρώτιστο καί κύριο ἔργο τους τό κήρυγμα, τό ὁποῖο καί πολύ τούς ἀπασχολοῦσε καί κοπιῶδες ἦταν. Παράλληλα ὅμως καί τό ἔργο τῆς φιλανθρωπίας δέν ἔπρεπε νά παραλειφθεῖ. Γι’ αὐτό ζήτησαν ἀπό τούς Χριστιανούς καί ἐξέλεξαν εἰδικά γιά τό ἔργο τῆς φιλανθρωπίας ἑπτά ἐνάρετους ἄνδρες πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καί σοφίας (Πράξ. στ΄ 3). Σ’ αὐτούς οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐμπιστεύθηκαν τή διακονία τῶν πτωχῶν. Ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ πρῶτος, ὁ ἐκλεκτότερος, ἦταν ὁ Στέφανος «πλήρης πίστεως καί Πνεύματος Ἁγίου».
Ἀμέσως ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ἐκλογῆς του ὁ Στέφανος ἀφοσιώνεται μέ ὅλες του τίς δυνάμεις στό ἱερό ἔργο του. Μέ ζῆλο πολύ, μέ ἐνθουσιασμό ἔνθεο ὑπηρετεῖ μαζί μέ τούς ἄλλους διακόνους τούς ἀδελφούς, τούς πτωχούς, τίς χῆρες καί τά ὀρφανά στίς ἀνάγκες τους.
Ἀλλά ὁ Στέφανος δέν περιορίζεται μόνο στό ἔργο τῆς ὑλικῆς φιλανθρωπίας. Ἐπιθυμεῖ διακαῶς νά γνωρίσουν καί ἄλλοι τόν Ἰησοῦ ὡς Σωτήρα. Νά μεταδώσει στούς ἀνθρώπους καί τόν ἄλλο ἐκεῖνον Ἄρτο τῆς ψυχῆς, μέ τόν ὁποῖο τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά τρέφεται καί νά στηρίζεται καί ὁ Ἴδιος. Γι’ αὐτό μέ τόν φλογερό του ζῆλο κηρύττει συνεχῶς τό θεῖο λόγο. Ὁ κόσμος τόν πλησιάζει καί τόν ἀκούει. Ἡ εὐγλωττία του καταπλήσσει. Ἡ ἀρετή του συναρπάζει καί ἑλκύει κοντά του πολλούς. «Στέφανος πλήρης πίστεως καί δυνάμεως», γράφει ὁ ἱερός συγγραφεύς τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, «ἐποίει τέρατα καί σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ» (Πράξ. στ΄ 8). Ἡ πρώτη Ἐκκλησία παράλληλα μέ τούς δώδεκα ἀπέκτησε πλέον καί ἄλλο μεγάλο Ἀπόστολο, τόν Στέφανο. Εἶναι τό καύχημα τῶν δώδεκα καί ὅλων τῶν μαθητῶν.
Ἡ δράση ὅμως αὐτή τοῦ Στεφάνου, ὅπως ἦταν φυσικό, ἐρέθισε τούς σκληροτράχηλους Ἰουδαίους. Ἡ καρδιά τους γέμισε ἀπό φανατισμό καί μίσος ἐναντίον του, ὅπως πρίν λίγο μόλις καιρό ἐναντίον τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τόν θεωροῦν ὡς τόν μεγάλο τους ἀντίπαλο, ὁ ὁποῖος πρέπει σύντομα νά ἐξαλειφθεῖ. Τί κάνουν λοιπόν; Τόν συκοφαντοῦν. Τόν κατηγοροῦν, ὅτι λέει λόγια βλάσφημα γιά τόν Μωϋσῆ καί τόν Θεό. Μ’ αὐτήν τήν κατηγορία διεγείρουν τό λαό καί ὁδηγοῦν τόν Ἀρχιδιάκονο ἐνώπιον τοῦ Συνεδρίου.
Ἄς δοῦμε ὅμως γιά μία στιγμή τόν Στέφανο ἐνώπιον τοῦ Συνεδρίου. Πῶς στέκεται, πῶς φέρεται, πῶς εἶναι τό πρόσωπό του, ὥστε ἐκεῖνοι πού τόν ἀντικρύζουν νά νομίζουν ὅτι εἶναι πρόσωπο Ἀγγέλου; Δέν εἶναι μόνο τό ἤρεμο καί γαλήνιο πρόσωπό του, τό ὁποῖο τοῦ χάριζε ἡ ἀκλόνητη πίστη καί ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό. Εἶναι κυρίως ἡ ἐξωτερίκευση τῆς ἐσωτερικῆς του λαμπρότητος. Αὐτή κάνει, ὥστε τό πρόσωπό του νά λάμπει «ὡσεί πρόσωπον ἀγγέλου» (Πράξ. στ΄ 15).
Αὐτός ὅμως ὁ ἄγγελος ἦλθε ἡ στιγμή νά τούς ἐλέγξει. Γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς ἱστορίας τους, τούς ἐξιστορεῖ τά ὅσα ἔκανε ὁ Θεός γι’ αὐτούς, τό ἐκλεκτό του γένος… Ἀλλά σεῖς, τούς λέει, πού εἶστε τόσο εὐεργετημένοι, ἀποδειχθήκατε λαός ἀχάριστος καί ὡς σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι στήν καρδιά γίνατε φονιάδες τῶν προφητῶν καί αὐτοῦ τοῦ μεγάλου Εὐεργέτου σας, τοῦ Χριστοῦ. Φοβερός ὁ λόγος! Δριμύς ὁ ἔλεγχος! Φρυάττουν οἱ σύνεδροι, ὁρμοῦν ἐναντίον του, τόν βρίζουν καί τόν βλασφημοῦν. Ἀλλά ὁ Στέφανος μένει ἤρεμος. Αὐτός τώρα δέν ζεῖ στή γῆ. Μέ τά μάτια τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς τοῦ ἀτενίζει στόν οὐρανό. Τοῦ ἀποκαλύπτεται οὐράνια δόξα. Βλέπει τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί «Ἰησοῦν ἐστώτα ἐκ δεξιῶν του Θεοῦ» (Πράξ. ζ΄ 55). Ἀνοίγει λοιπόν τό στόμα του καί μέ κάθε ἁπλότητα καί χάρη ὁμολογεῖ: «Ἰδού, θεωρῶ τούς οὐρανούς ἀνεωγμένους καί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ δεξιῶν του Θεοῦ ἐστώτα» (Πράξ. ζ΄ 56).
Ἀλλά τότε οἱ Ἑβραῖοι ἐξαγριώνονται περισσότερο. Ἀφήνουν νά ἐκδηλωθοῦν ἐναντίον του ὅλα τά κακοῦργα ἔνστικτά τους. Τόν τραβοῦν μέ ὁρμή. Τόν σέρνουν μέ βία ἔξω ἀπό τήν πόλη, γιά νά ἀρχίσει ἐκεῖ τό μεγάλο μαρτύριο, ὁ λιθοβολισμός. Τά χτυπήματα εἶναι ἀσταμάτητα, δυνατά, ὀδυνηρά. Πρέπει νά πεθάνει αὐτός, πού μέ τέτοια παρρησία τούς ἔλεγχε! Τό σῶμα του σέ λίγο εἶναι μία μεγάλη πληγή, ἀπό τήν ὁποία τρέχει ὁλοπόρφυρο τό μαρτυρικό του αἷμα. Κι αὐτός; Αὐτός πάλι ἤρεμος, γαλήνιος. Προσεύχεται τώρα. «Κύριε Ἰησοῦ, λέει, δέξαι τό πνεῦμα μου» (Πράξ. ζ΄ 59). Πάρε, Κύριε, κοντά σου τήν ψυχή μου αὐτή, ἡ ὁποία σέ ἀγάπησε τόσο πολύ καί σέ δόξασε μέ ὅλη τήν δύναμή της. «Καί θείς τά γόνατα ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ Κύριε, μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην». Μιμητής τοῦ σταυρωμένου Κυρίου του εὔχεται μέ δυνατή φωνή στόν Θεό: μήν ὑπολογίσεις, Κύριε, τήν ἁμαρτία, τό ἔγκλημα πού κάνουν τή στιγμή αὐτή ἐναντίον μου οἱ συμπατριῶτες μου. «Καί τοῦτο εἰπῶν ἐκοιμήθη». Παρέδωσε τό πνεῦμα του. Ἡ ἁγία του ψυχή πέταξε στόν οὐρανό, γιά νά γίνει δεκτή μέ πολλές τιμές ἀπό τόν Δημιουργό καί Σωτήρα της. Ἐκείνη τή στιγμή εἰσερχόταν στόν Παράδεισο ὁ πρῶτος μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος.
Μεγάλη μορφή μέ αἰώνια ἀκτινοβολία ὁ Στέφανος. Ἄς σταθοῦμε εὐλαβικά μπροστά του καί μπροστά στήν ἁγία μνήμη του. Ἄς θαυμάσουμε τό κάλλος καί τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του. Πολλά ἔχει νά πεῖ καί πολλά νά ἐμπνεύσει σ΄ ὅλους μας.
Στιχηρόν τοῦ Ἑσπερινοῦ. Ἦχος δ΄.
Ὡς βαθμίδες καί κλίμακες πρός οὐράνιον ἄνοδον οἱ τῶν λίθων νιφάδες σοι γεγόνασιν,
ὧν ἐπιβαίνων τεθέασαι ἐστῶτα τόν Κύριον τοῦ Πατρός ἐκ δεξιῶν,
σοί ὁμώνυμον Στέφανον προτεινόμενον δεξιᾷ ζωηφόρῳ οὗ πλησίον,
ὡς καλλίνικος παρέστης καί Ἀθλητῶν ἀκροθίνιον.
Ἀπολυτίκιόν του Ἁγίου. Ἦχος δ΄.
Βασίλειον διάδημα ἐστέφθη σή κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ,
Μαρτύρων πρωτόαθλε· σύ γάρ τήν Ἰουδαίων ἀπελέγξας μανίαν,
εἶδας σου τόν Σωτήρα, τοῦ Πατρός δεξιόθεν.
Αὐτόν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀθλητές Στεφανηφόροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη