Σήμερα 2/1/2016 εορτάζουν:
- Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος Πάπας Ῥώμης
- Ὁ Ἅγιος Θεαγένης ἱερομάρτυρας
- Ὁ Ἅγιος Θεόπεμπτος
- Ἡ Ἁγία Θεοδότη μητέρα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων
- Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ κωφός
- Ὁ Ἅγιος Βασίλειος μάρτυρας ἐξ Ἀγκύρας
- Ὁ Ἅγιος Σέργιος
- Ὁ Ἅγιος Θεόπιστος
- Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Α´ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
- Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἢ Ζώρζης ἢ Γκιουρτζὴς ὁ Ἴβηρ
- Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ
- Ὁ Ὅσιος Σίλβεστρος Ῥῶσος τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου
Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος Πάπας Ῥώμης
Μὲ τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία ἔχουμε κοινοὺς ἀρκετοὺς ἁγίους, μέχρι τὸ χωρισμό της ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ Σίλβεστρος. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν γιὸς τοῦ Ῥουφίνου, γεννημένος στὴ Ῥώμη. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία εἰσχωρεῖ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ ἡλικία δὲ τριάντα χρόνων χειροτονεῖται ἀπὸ τὸν Πάπα Μαρκελῖνο· γίνεται Πάπας τὸ 314 καὶ διαδέχεται τὸν Ἅγιο Μελχιάδη ἢ Μιλτιάδη. Ἐνδιαφέρθηκε καὶ πολέμησε πολὺ τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου καὶ θέσπισε τοὺς λειτουργικοὺς κανόνες γιὰ τὸν καθαγιασμὸ τοῦ μύρου τοῦ ἁγίου χρίσματος. Ἀλλὰ μεταξὺ τῶν καλύτερων ἔργων τοῦ πάπα Σιλβέστρου, ξεχωρίζει τὸ ἔργο τῆς μέριμνας γιὰ τὴν βιοτικὴ συντήρηση τῶν φτωχότερων κληρικῶν καὶ τῶν μοναχῶν γυναικῶν, ὥστε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τῆς πνευματικῆς διακονίας καὶ προσευχῆς νὰ μὴν ἀποσπῶνται ἀπὸ τὸ κυρίως ἔργο τους. Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος πέθανε εἰρηνικὰ σὲ βαθιὰ γεράματα τὴν 31η Δεκεμβρίου τοῦ 335 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Θεαγένης ἱερομάρτυρας
Ὁ ἅγιος Ἱερομάρτυρας Θεαγένης ἦταν ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Πάριο· τὴν ὀνομασία της πῆρε ἐπειδὴ εἶχε κτισθεῖ ἀπὸ τοὺς Πάριους, κατοίκους τῆς νήσου Πάρου. Ἡ πόλη αὐτὴ βρισκόταν μεταξὺ τῆς Κυζίκου καὶ τῆς Λαμψάκου. Αὐτὸς λοιπὸν ὁδηγήθηκε στὸν Τριβοῦνο Ζηλικίνθιο καὶ ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Ὁπότε τὸν ἔδειραν ἀνελέητα καὶ ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα τὸν ἔῤῥιξαν στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας. Ἔτσι τελείωσε τὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου καὶ πῆρε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ ἀμάραντο στεφάνι τῆς αἰώνιας δόξας.
Ὁ Ἅγιος Θεόπεμπτος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἡ Ἁγία Θεοδότη μητέρα τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων
Ἦταν μητέρα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ κωφός
Ἦταν ἀσκητὴς καὶ ἔζησε ζωὴ ὅσια. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος μάρτυρας ἐξ Ἀγκύρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς μαρτύρησε στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (360- 363 μ.Χ.). Κατηγορήθηκε ὅτι πίστευε στὸν Χριστὸ καὶ προσπαθοῦσε νὰ παρασύρει στὴ χριστιανικὴ πίστη εἰδωλολάτρες. Βασανίστηκε ἀπὸ τὸν διοικητὴ τῆς Ἄγκυρας Σατουρνίνο, καὶ τὰ βασανιστήρια ἐπαναλήφθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἔστειλαν δέσμιο στὴν Καισαρεία, ὅπου τὸν καταδίκασαν σὲ θηριομαχία. Σὲ κάποια ἐθνικὴ (εἰδωλολατρική) γιορτὴ λοιπόν, ἔστησαν ἀπέναντί του ἕνα κλουβί, ἀπ᾿ ὅπου ἐξόρμησε μία πεινασμένη λέαινα. Ὁ μάρτυρας δὲν θηριομάχησε. Σὲ στάση θερμῆς προσευχῆς κατασπαράχθηκε ἀπὸ τὸ θηρίο. Οἱ συγγενεῖς του παρέλαβαν τὰ λίγα ἐναπομείναντα λείψανά του καὶ τὰ ἔθαψαν μὲ τιμές. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ στὴν πόλη τοῦ μαρτυρίου του, κτίσθηκε ἐκκλησία στὸ ἅγιο ὄνομά του.
Ὁ Ἅγιος Σέργιος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Θεόπιστος
Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Α´ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια· ἐπωνομάσθηκε Ἱεροσολυμίτης, ἐπειδὴ ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ στὴν ἁγία Πόλη. Ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε καὶ μόνασε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὑστεροῦσε σὲ γραμματικὴ μόρφωση. Τὸν στόλιζε ὅμως ἄδολη εὐσέβεια καὶ βαθειὰ καὶ εἰλικρινὴς ἀρετή, καὶ τὸν ἀγαποῦσαν γιὰ τὴν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὴν ἁπλότητα τῶν ἠθῶν του. Ὅταν στὶς 2 Αὐγούστου 1075 πέθανε ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Η´, ὁ αὐτοκράτωρ Μιχαὴλ Δούκας ἔφερε στὸ θρόνο τὸν Κοσμᾶ, ἂν καὶ ἦταν ἤδη πολὺ γέρος. Ἐπὶ τῆς πατριαρχείας του ἡ ἀρχιεπισκοπὴ Πατρῶν προήχθη σὲ Μητρόπολη μὲ τρεῖς ἐπισκοπὲς στὴ δικαιοδοσία της. Ἐπίσης ὁ ἴδιος – ὁ Κοσμᾶς – χειροτόνησε καὶ ἔστειλε τὸ 1080 Μητροπολίτη Ῥωσίας τὸν Ἕλληνα Ἰωάννη, ἄνδρα κάτοχο μεγάλης μόρφωσης καὶ πολλῶν ἀρετῶν. Οἱ δυσκολίες ὅμως τῆς διοίκησης τῆς πατριαρχείας, ἔκαναν τὸν ἁπλοϊκο χαρακτῆρα τοῦ Κοσμᾶ, νὰ ἐπιθυμήση τὴν ἡσυχία καὶ τὴν γαλήνη τῆς πρώην μοναχικῆς του ζωῆς. Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν, στὶς 8 Μαΐου τοῦ 1081, ἀφοῦ λειτούργησε στὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἔφυγε μαζὶ μὲ τὸν ὑπηρέτη του καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Καλλίου στὴν Κωνσταντινούπολη. Μάταια τὸν παρακάλεσαν νὰ ἐπιστρέψει. Αὐτὸς ἔμενε ἀμετάπειστος καὶ πέθανε στὴ Μονὴ ἐκείνη.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἢ Ζώρζης ἢ Γκιουρτζὴς ὁ Ἴβηρ
Στὴν καταγωγὴ ἦταν Ἴβηρ. Σὲ νεαρὴ ἡλικία τὸν ἀγόρασε κάποιος Τοῦρκος σὰ σκλάβο καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔκανε περιτομή, τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Σαλής. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀφέντη
του παρέμεινε στὴ Μυτιλήνη, ἄγαμος, καὶ ζοῦσε εἰρηνικὰ σὲ κάποιο ἐργαστήρι, πουλώντας καὶ ἀγοράζοντας διάφορα εἴδη. Κάποια μέρα, καὶ σὲ ἡλικία πάνω ἀπὸ 70 χρονῶν, ὁ Γεώργιος παρουσιάστηκε αὐθόρμητα μπροστὰ στὸν κριτὴ καὶ πέταξε μπροστὰ τοῦ τὸ σαρίκι ποὺ φοροῦσε στὸ κεφάλι του, καὶ ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τοὺς φοβερισμούς, τὴ διαπόμπευση μέσα στοὺς δρόμους καὶ τὰ χτυπήματα μὲ ξύλα καὶ μαχαίρια, ὁ Γεώργιος παρέμεινε ἀμετάθετος, ὁμολογώντας τὴν πίστη τῶν πατέρων του. Τέλος, ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς δήμιούς του στὴν τοποθεσία Παρμὰ-κάπου, ὅπου καὶ ἔλαβε μαρτυρικὸ τέλος δι᾿ ἀγχόνης. Ἦταν 2 Ἰανουαρίου 1770. Ὁ δὲ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, τοποθετεῖ τὸ μαρτύριο τοῦ Ζώρζη τὸ ἔτος 1777.
Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ
Ο ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δημοφιλέστερους ἁγίους τοῦ πολυδοκιμασθέντος ρωσικοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ. Γεννήθηκε στὶς 19 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1759 στὴν πόλη Κοὺρσκ τῆς Ρωσίας ἀπὸ γονεῖς εὐπόρους καὶ θεοσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀνέθρεψαν τὸ μικρὸ παιδί τους — Πρόχορο τὸ ὀνόμασαν — «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ. Ϛ΄ 4). Αὐτοὶ τοῦ ἐνέπνευσαν τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία μας ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία… Μικρὸς ἦταν ὁ Πρόχορος ὅταν δέχθηκε σὲ ὥρα ἀσθενείας του τὴν θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα ὁ ἅγιος θὰ τὴν ὑπερευλαβεῖται μέχρι τὸ Ἀμὴν τῆς ζωῆς του.
Ἀπὸ τὴ μικρή του ἀκόμη ἡλικία ὁ Ἅγιος αἰσθάνθηκε μέσα του μεγάλη φλόγα ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Λίγα χρόνια ἀργότερα θὰ κληθεῖ ἀπὸ τὸν Νυμφίο Χριστὸ νὰ βαδίσει τὸν δρόμο τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἔτσι μὲ τὴν εὐχὴ τῆς εὐσεβοῦς μητέρας του Ἀγάθης σὲ ἡλικία 17 ἐτῶν θὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ ἐγκόσμια καὶ θὰ εἰσέλθει ὡς δόκιμος — γιὰ 8 χρόνια — Μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Σάρωφ τῆς ἐπαρχίας Ταμπώφ. Μὲ πολλὴ χαρὰ ἀναδέχεται ἐκεῖ τὰ δυσκολότερα διακονήματα. Γίνεται πρότυπο γιὰ τοὺς ἄλλους συμμοναστές του. Νηστεύει αὐστηρά, ὥστε νὰ δαμάζει τὶς νεανικὲς ὁρμὲς τοῦ παλαιοῦ ἑαυτοῦ του. Ἀγρυπνεῖ καὶ προσεύχεται θεοφιλῶς. ῞Ομως σὲ λίγο καιρὸ πάλι θὰ ἀσθενήσει, καὶ μάλιστα βαριά. Πιὸ πάνω ἀπὸ τὰ φάρμακα ἐμπιστεύεται τὴ ζωή του στὸν μεγάλο Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Μὲ ἰσχυρὴ πίστη προσέρχεται στὴ θεία Κοινωνία καὶ θεραπεύεται τελείως. Παροῦσα εἶναι καὶ πάλι στὴν ὥρα τῆς δοκιμασίας του ἡ ῾Υπεραγία Θεοτόκος ποὺ τοῦ λέει σὲ ὅραμα: «Αὐτὸς ἐδῶ (ἐννοοῦσε τὸν ἴδιο) εἶναι ἀπὸ τὸ δικό μας γένος».
Ἔφθασε ὅμως καὶ ἡ ὥρα νὰ καρεῖ Μοναχός. Ἀπὸ τώρα θὰ φέρει ἐπάξια τὸ ὄνομα Σεραφείμ, ποὺ σημαίνει «ὅλος φλόγα, πυρφόρος». Αὐτὰ τὰ Σεραφείμ, «τὰ ἔμπυρα στόματα», τὶς ἄυλες αὐτὲς οὐράνιες δυνάμεις τοῦ Τρισαγίου Θεοῦ, βιάζεται νὰ μιμηθεῖ σὲ καθαρότητα, σὲ προσευχή, σὲ διακονία ἀγάπης… Λίγο ἀργότερα χειροτονεῖται διάκονος… Συμμετέχει στὴ θεία Λειτουργία μὲ ἄκρα εὐλάβεια. Γιὰ κάθε θεία Λειτουργία προετοιμάζεται αὐστηρὰ μέρες πρὶν μὲ ὁλονύκτιες προσευχές… Ὁ Κύριος τὸν ἀμείβει γι᾿ αὐτὴν τὴν ἀγάπη του. Τὸν ἐπισκέπτεται μὲ κατανυκτικοὺς γλυκασμοὺς στὴν ψυχή του, μὲ πλούσια ἐσωτερικὴ εἰρήνη, μὲ ὁράσεις θεῖες καὶ οὐράνιες ἀποκαλύψεις. ῞Ολα αὐτὰ τὰ δέχεται ταπεινά. Καὶ μὲ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός του ὁμολογεῖ πρὸς ὅλους τὴν ἀθλιότητά του.
Σύντομα λαμβάνει καὶ τὸν δεύτερο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης. Γίνεται ἱερεύς. Τώρα θέλγεται περισσότερο ἀπὸ τὴν ἐρημία τοῦ δάσους. ᾿Εκεῖ θὰ παραμείνει μέσα σὲ ξύλινη καλύβα. Θὰ καλλιεργεῖ μικρὸ περιβολάκι. Θὰ ὀνομάσει τὸν μικρὸ αὐτὸ λόφο «ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ». Καὶ κάθε Κυριακὴ καὶ τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν θὰ ἔρχεται στὴ Μονὴ γιὰ νὰ συμμετέχει στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μεταλαμβάνει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Καὶ πάλι θὰ ἐπιστρέφει μὲ χαρὰ στὴν ἐρημία του. ᾿Εκεῖ ἐντρυφᾶ μὲ πολὺ πόθο στὶς θεόπνευστες σελίδες τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τὸ προσωπικό του χοντρὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο τὸ «κουβαλοῦσε» πάντοτε μαζί του στὴν πλάτη αἰσθανόμενος ὅτι βαστάζει «τὰ βάρη τοῦ Χριστοῦ».
῾Η ζωὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸν εἶχε θέλξει βαθιά. Ζοῦσε πάντα μαζί Του. Ἤθελε νοερὰ νὰ βαδίζει στοὺς δικούς του Ἁγίους Τόπους. Γι᾿ αὐτὸ στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τοῦ δάσους σὲ συγκεκριμένους γύρω τόπους ἔδωσε ὀνόματα ὅπως Βηθλεέμ, Ἰορδάνης, Θαβώρ, Γολγοθᾶς κτλ. Καὶ στὸν ἀντίστοιχο τόπο μελετοῦσε τὶς ἀνάλογες περικοπὲς ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Κυρίου. Καὶ παρέμενε ἐκεῖ ἐπὶ ὧρες στοχαζόμενος καὶ ἐμβαθύνοντας μὲ συγκίνηση στὰ θεῖα γεγονότα.
Τελοῦσε μόνος τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες. Λέγεται ὅτι ἔκανε κάθε μέρα χίλιες μετάνοιες. Τρεφόταν μὲ λιτὸ φαγητὸ «ἀπὸ τὰ κηπευτικὰ τοῦ περιβολιοῦ του». ῾Η ὁσιότητά του εἶχε ἡμερέψει τὴν ἄγρια φύση. Ἔτρεφε καὶ μία ἥσυχη ἀρκούδα τοῦ δάσους ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσε.
Ἀλλὰ οἱ μεγάλοι του ἀσκητικοὶ ἀγῶνες, ποὺ εἶχαν ὡς σκοπὸ τὸν ἐξαγνισμό του καὶ τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸν Θεό, κίνησαν τὸν φθόνο τοῦ πονηροῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος μὲ ταραχώδη ὄνειρα, ποικίλους ἀγρίους θορύβους καὶ ἐνοχλητικοὺς λογισμοὺς προσπάθησε νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὸν ἱερὸ σκοπό του. Ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ νικοῦσε μὲ ὅπλο τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὶς ὁλονύκτιες προσευχές του, οἱ ὁποῖες ἐκείνη τὴν περίοδο ἐγίνοντο συνεχῶς ἐπὶ 1000 ἡμέρες. Καὶ αὐτὸς ὄρθιος ἢ ἄλλοτε γονατιστὸς ἐπάνω σὲ ἕνα βράχο ἐπικαλοῦνταν τὸν Κύριο μὲ τὸν τελωνικὸ στεναγμὸ «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».
Ὁ Ἅγιος ἀκόμη δέχθηκε τότε πειρασμὸ καὶ ἀπὸ ἐπίθεση τριῶν ληστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπειδὴ δὲν βρῆκαν στὴν καλύβα του τοὺς ἐλπιζομένους θησαυρούς, τὸν ἔδειραν σκληρὰ μὲ ρόπαλα, τὸν κτύπησαν μὲ ἀνάστροφο τσεκούρι καὶ τὸν ἄφησαν στὸ τέλος αἱμόφυρτο καὶ μισοπεθαμένο!… ῾Η Παναγία μας ὅμως τὸν βοήθησε καὶ πάλι θαυματουργικὰ μὲ νέα της ἐπέμβαση. ῞Ομως ἀπὸ τότε ὁ ῞Οσιος θὰ μείνει γιὰ πάντα ὁ κυρτωμένος γέροντας ἀσκητὴς καὶ θὰ κρατεῖ ἰσόβια ἕνα ραβδὶ στὸ χέρι.
Οἱ ἀσκητικοὶ ἀγῶνες του θὰ συνεχισθοῦν ἀκόμη λίγα χρόνια μὲ ἁγία σιωπὴ καὶ ὑπομονή… ῞Οποιον συναντοῦσε στὸ δάσος «τοῦ ἔκανε ταπεινὰ ἐδαφιαία ὑπόκλιση». Καὶ συνέχιζε τὸ δρόμο του προσευχόμενος «ὑπὲρ ὅλου τοῦ κόσμου».
Δὲν θὰ παραμείνει ὅμως ἀκόμη γιὰ πολὺ στὴν ἀγαπημένη ἐρημία του. Ὁ Θεὸς θὰ καλέσει τὸν Ἅγιό του καὶ πάλι στὴν ἱερὰ Μονή του.
Ἐπιστρέφοντας ὁ ὅσιος ἀπὸ τὴν ἐρημία στὴν ἱερὰ Μονὴ διαμένει σὲ ἕνα στενὸ κελλάκι. Γιὰ πόρτα εἶχε τοποθετήσει ὄρθιο ἕνα φέρετρο, τὸ δικό του. Γιὰ στρῶμα του εἶχε ἕνα τσουβάλι ἀπὸ πέτρες καὶ γιὰ κάθισμα ἕναν κορμὸ δένδρου. Καὶ πάντα ἔκαιγε ἕνα ἀκοίμητο καντήλι μπροστὰ στὴν ἀγαπημένη του εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης ἢ «Τῆς πάντων χαρᾶς», ὅπως τοῦ ἄρεσε νὰ ὀνομάζει τὴν ῾Υπεραγία Θεοτόκο. ῾Η ψυχὴ τοῦ ὁσίου Σεραφεὶμ ἦταν πλημμυρισμένη ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶχε μέσα της πλοῦτο ἀρετῶν καὶ θείας Χάριτος. Τὸ πρόσωπό του ἦταν καὶ αὐτὸ πάντα φωτεινὸ καὶ πρόσχαρο… Εἶχε φθάσει πλέον ἡ ὥρα νὰ ἀναδειχθεῖ καὶ «στάρετς», δηλαδὴ φωτισμένη μορφή! Μεγάλος διδάσκαλος καὶ καθοδηγὸς τῆς Ρωσίας, σύγχρονος Ἀπόστολος Χριστοῦ… ῾Η Παναγία μας ἦταν αὐτὴ ποὺ τοῦ ἄνοιξε καὶ πάλι τὸν νέο δρόμο αὐτῆς τῆς διακονίας.
Ἀπὸ τώρα ὁ ὅσιος στάρετς Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ γίνεται ὁ πολύτιμος καθοδηγὸς τοῦ κόσμου ὅλου. Καὶ τῶν μοναχῶν καὶ τῶν λαϊκῶν. Τοὺς μοναχοὺς τοὺς συμβούλευε νὰ ἀγαποῦν τὴν ἄσκηση, νὰ ἔχουν ζῆλο καὶ προθυμία, νὰ ζοῦν μὲ ἀκρίβεια τὸ ἀγγελικὸ ἦθος τοῦ μοναχικοῦ βίου. Ἔλεγε στὶς μοναχὲς τῆς ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ντιβέγιεβο· «Νὰ ἔχετε πάντα τὰ χέρια στὸ ἐργόχειρο καὶ τὰ χείλη στὴν προσευχή». Ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν πονεμένο λαὸ τῆς Ρωσίας ἦταν πάντα ἀνοικτὸς γιὰ βοήθεια. Εἶχε πάντα τὴν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του ἀνοικτή. ῾Υποδεχόταν ὅλους πάντα μὲ τὴ φράση «Χαρά μου, Χριστὸς Ἀνέστη». Ἰδιαίτερα στοργικὸς ἦταν πρὸς ὅσους ἦσαν βαριὰ πληγωμένοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Μὲ τὸν χαριτωμένο καὶ στοργικὸ λόγο του καὶ μὲ τὴν πηγαία καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπη του ἔκαμπτε καὶ τοὺς πλέον σκληροὺς ἀνθρώπους. Τοὺς ἄλλαζε τὶς προοπτικές. Μεταμόρφωνε τὶς ψυχές τους. Καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε μέ τή μετάνοια στὸν Χριστό. Μὲ τὸ διορατικό του χάρισμα μποροῦσε νὰ ἀπαντᾶ σὲ προβλήματα τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἔγραφαν σὲ ἐπιστολές, χωρὶς νὰ τὶς ἀνοίξει. Παραδομένος στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος καὶ φωτισμένος πλούσια ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καθοδηγοῦσε μὲ σταθερότητα, χωρὶς νὰ ἔχει ἐσωτερικὲς ἀμφιβολίες γιὰ τὶς συμβουλὲς ποὺ ἔδινε. Σέ ἄλλους ἦταν ἐπιεικής, σέ ἄλλους αὐστηρός, σέ ἄλλους συγκαταβατικὸς ἢ σιωπηλός. Ὅλοι ἔφευγαν συγκλονισμένοι. Ἤξεραν πὼς ὑπάρχει δίπλα τους ἕνας Ἅγιος ποὺ τοὺς ὑπεραγαπᾶ, ποὺ φροντίζει γιὰ τὴ σωτηρία τους, ποὺ προσεύχεται μὲ χιλιάδες μνημονεύματα «ζώντων καὶ κεκοιμημένων». Γιὰ κάθε ἕνα ἀπὸ αὐτοὺς ἄναβε καὶ ἕνα κερὶ στὸ κελλί του. Καὶ ἦταν ἐκεῖ μέσα ὅλα πάντοτε φωτισμένα. Ὁ ὅσιος ἐπίσης εἶχε χαριτωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Πολλοὶ ἀσθενεῖς μὲ τὴν δύναμη τῆς θερμῆς προσευχῆς του θεραπεύονταν. Γνωστὴ εἶναι ἡ ἰαματικὴ χάρη τῆς «πηγῆς τοῦ πατρὸς Σεραφείμ».
Συνηθισμένη συμβουλὴ τοῦ ὁσίου γέροντος ἦταν: «Χαρά μου, ἀπόκτησε πνεῦμα εἰρήνης, καὶ τότε χιλιάδες ψυχὲς θὰ σωθοῦν κοντά σου». Μνημειώδης ἀκόμη παρέμεινε καὶ ὁ διάλογος ποὺ εἶχε μὲ ἕναν πλούσιο γαιοκτήμονα, τὸν Μοτοβίλωφ. Μεταξὺ τῶν ἄλλων στὴν ἐρώτηση τοῦ Μοτοβίλωφ «Ποῖος εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς;» ὁ ἅγιος ἀπάντησε· «῾Η ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ λαμβάνουμε μὲ τὰ ἀγαθὰ ἔργα ποὺ μᾶς συνιστᾶ ἡ ᾿Εκκλησία καὶ προπαντὸς μὲ τὴν προσευχή». Καὶ τότε ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Μοτοβίλωφ νὰ δεῖ τὸν ὅσιο Σεραφεὶμ μέσα στὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁλοφώτεινο καὶ ὁλόλαμπρο. Καὶ νὰ αἰσθανθεῖ, παρόλο ποὺ ἦταν ὅλα γύρω χιονισμένα, «μιὰ θέρμη καὶ μιὰ εὐωδία ποὺ δὲν εἶχε ξανανιώσει ποτέ», καθὼς ἐπίσης καὶ «μιὰ ἄφατη χαρὰ καὶ μιὰ εἰρήνη καὶ γαλήνη» ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ἐκφράσει μὲ λόγια. ῏Ηταν ὅλα αὐτὰ μιὰ μοναδικὴ «αἰσθητὴ ἐμπειρία», ποὺ στερέωσε τὸν Μοτοβίλωφ στὴν πνευματικὴ ζωή.
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ἀκόμη ὅτι ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ προφήτευσε μὲ πόνο ψυχῆς τὴν ἐπερχομένη λαίλαπα τοῦ ἀθεϊσμοῦ, ποὺ θὰ ἔπληττε γιὰ ἑβδομῆντα χρόνια τὴν Ρωσικὴ ᾿Εκκλησία.
Ἔφθασε ὅμως καὶ ἡ πολυπόθητη γι᾿ αὐτὸν ὥρα τῆς ἀναχωρήσεώς του ἀπὸ τὸν κόσμο. Εἶχε λάβει μάλιστα καὶ πληροφορία γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀπὸ τὴν Παναγία μας. Καὶ περίμενε μὲ χαρά… Ἀφοῦ κοινώνησε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ προσκύνησε τὶς ἅγιες εἰκόνες, εὐλόγησε τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς του λέγοντας: «Φροντίστε γιὰ τὴν σωτηρία σας. Ἀγρυπνεῖτε! Σᾶς ἑτοιμάζονται στέφανοι». Καὶ ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία 70 ἐτῶν γονατιστὸς ψέλνοντας ὕμνους τοῦ Πάσχα, ὅπως τοῦ ἄρεσαν πάντοτε. ῏Ηταν τότε 1η Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 1833(*).
Στὶς 19 Ἰουλίου τοῦ 1903 ἀνεκηρύχθη ἐπίσημα Ἅγιος παρουσίᾳ τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικῶν ἀρχόντων τῆς Ρωσίας καὶ μυριάδων κόσμου ποὺ κατέφθασε νὰ τιμήσει τὸν ὅσιο Πατέρα του. Τὶς ἡμέρες μάλιστα ἐκεῖνες ἔγιναν πολλὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου σὲ ἀσθενεῖς… Δυστυχῶς ὅμως τὰ χαριτόβρυτα ἱερὰ του Λείψανα κατὰ τὴν περίοδο τοῦ ἀθεϊσμοῦ (ἀπὸ τὸ 1926) κλάπηκαν. ῾Η ἀγάπη ὅμως τοῦ Θεοῦ τὰ φανέρωσε. Τὸ 1991 βρέθηκαν ἐγκαταλελειμμένα στὶς ἀποθῆκες τοῦ Μουσείου Ἀθεΐας στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Ἀνεκλάλητη ἦταν τότε ἡ χαρὰ ὅλου τοῦ μαρτυρικοῦ ρωσικοῦ λαοῦ. Μέσα σὲ ἕνα κλῖμα παλλαϊκῆς συγκινήσεως καὶ πανηγυρικῶν ἑορτασμῶν, ἀφοῦ τὰ λιτάνευσαν μέσα ἀπὸ μεγάλες πόλεις τῆς Ρωσίας, τὰ ἐναπέθεσαν μὲ εὐλάβεια στὴν ἱερὰ γυναικεία Μονὴ τοῦ Ντιβέγιεβο, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε ἱδρύσει κοντὰ στὴν περιοχὴ Σάρωφ.
Ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ μὲ τὴ ζωή του μᾶς ἀπέδειξε πὼς κάθε ἄνθρωπο, σ᾿ ὅποια ἐποχὴ καὶ ἂν γεννηθεῖ καὶ ὁπουδήποτε κι ἂν ζεῖ, ἂν ἀγαπήσει τὸν Θεὸ ἀληθινά, ὁ Θεὸς τὸν πλημμυρίζει μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ τοῦ δίνει τὰ πανάκριβα δῶρα του τῆς δικῆς του χαρᾶς καὶ εἰρήνης. Γίνεται τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πρότυπο γιὰ τοὺς συνανθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ καὶ στήριγμα γιὰ τὶς μετέπειτα γενεές. Ἀποκτᾶ φήμη παγκόσμια, καὶ δόξα καὶ τιμή.
Ἄς παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ ἀναδεικνύει καὶ σήμερα μέσα στὴν παγωμένη ἐποχή μας ἁγίους ὁλοφώτεινους σὰν τὸν ὅσιο Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ! Τοὺς ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη!
Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ὁ Ὅσιος Σίλβεστρος (Ῥῶσος)
τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου (+ 12ος αἰ.).