ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (14/1)

Σήμερα 14/1/2016 εορτάζουν:

  • Αγία Νίνα Ισαπόστολος
  • Άγιοι Τριάντα Τρεις Πατέρες εν Ραϊθώ αναιρεθέντες
  • Άγιοι Τριάντα Οκτώ Πατέρες εν Σινά αναιρεθέντες
  • Όσιος Θεόδουλος, υιός του Οσίου Νείλου
  • Όσιος Στέφανος, κτήτωρ Μονής Χηνολάκκου
  • Αγία Αγνή
  • Όσιος Σάββας πρώτος Αρχιεπίσκοπος Σερβίας και κτήτωρ Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου
  • Όσιος Αδάμ
  • Άγιος Ιωαννίκιος Αρχιεπίσκοπος Τυρνόβου
  • Άγιος Ακάκιος εκ Ρωσίας
  • Άγιος Μελέτιος επίσκοπος του Ριαζάν
  • Άγιος Πλάτων ο Ιερομάρτυρας πρώτος επίσκοπος Εσθονίας και πάντων των εν τη Εσθονία Αγίων Νεομαρτύρων

 

Ο ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΕΡΒΙΑΣ

14.Agios-Sabbas-Arxiepiskopos-Serbias

Ὁ ἅ­γιος Σάβ­βας ἔ­ζη­σε στό δεύ­τε­ρο μι­σό τοῦ 12ου μ.Χ. αἰ­ῶ­νος καί στό πρῶ­το τοῦ 13ου. Ἦ­ταν γό­νος βα­σι­λι­κῆς οἰ­κο­γέ­νειας, δευ­τε­ρό­το­κος γιός τοῦ βα­σι­λέ­ως τῆς Σερ­βί­ας Συμεών. Ἀ­πό τή γέν­νη­σή του ζοῦ­σε στήν κο­σμι­κή καί πο­λυ­τε­λή ἀ­τμό­σφαι­ρα τῶν βα­σι­λι­κῶν ἀ­να­κτό­ρων καί ἀ­πο­λάμ­βα­νε τίς ἐ­κεῖ τι­μές καί τή δό­ξα.

Κα­τά πε­ρί­ερ­γο ὅ­μως τρό­πο ὅ­λα αὐ­τά δέν τοῦ γέ­μι­ζαν τήν ψυ­χή. Ἀ­πό τήν πρώ­τη του ἡ­λι­κί­α σέ ἀλ­λά ἀ­να­παυ­ό­ταν. Ἀ­γα­ποῦ­σε τήν πτω­χεί­α, τήν ἁ­πλό­τη­τα. Ἦ­ταν σε­μνός καί ἁπλός. Εἶ­χε στραμ­μέ­νους τούς πό­θους του στόν Θε­ό καί στή ζω­ή τῆς πί­στε­ως καί τῆς ἀ­ρε­τῆς. Ἐ­πι­θυ­μοῦ­σε καί πε­ρί­με­νε κά­τι ἀ­νώ­τε­ρο στή ζω­ή του. Καί ὁ Θε­ός, πού θαυμαστῶς τοῦ ἐ­νέ­βα­λε τούς πό­θους αὐ­τούς, θαυ­μα­τουρ­γι­κῶς καί θά τούς ἐκ­πλη­ρώ­σει. Κά­πο­τε, ὅ­ταν ὁ Σάβ­βας ἦ­ταν σέ ἡ­λι­κί­α 17 ἐ­τῶν, ἐ­πι­σκέ­φθη­καν τήν Σερ­βί­α κά­ποι­οι μονα­χοί τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄρους. Ἡ ἐμ­φά­νι­σή τους, ἡ ἀ­να­στρο­φή τους, οἱ λό­γοι τους, ἡ ὅ­λη συμ­πε­ρι­φο­ρά τους, εἵλ­κυ­σαν τήν προ­σο­χή καί τό ἐν­δι­α­φέ­ρον τοῦ νε­α­ροῦ βα­σι­λι­κοῦ γόνου. Κι αὐτός πό­θη­σε νά τούς γνω­ρί­σει κα­λύ­τε­ρα. Γι’ αὐ­τό καί μέ πολ­λή συ­στο­λή ζή­τη­σε ἀ­πό τόν βα­σι­λέ­α πα­τέ­ρα του τήν ἄ­δεια νά ἐ­πι­σκε­φθεῖ μα­ζί τους τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Κι ὅταν κα­τά θεί­α ἐμ­πνεύ­ση τοῦ δό­θη­κε ἡ ἄ­δεια, πε­ρι­χα­ρής ἔ­φθα­σε στόν Ἀ­θω­να κι ἔ­μει­νε ἐκ­στα­τι­κός! Φυ­σι­κό πε­ρι­βάλ­λον, ἱ­ε­ρές Ἀ­κο­λου­θί­ες, ἁ­πλό­τη­τα καί πτω­χεί­α, ἱ­ε­ρο­πρε­πής ἀ­να­στρο­φή, δι­α­κο­νή­μα­τα δι­ά­φο­ρα, καί μά­λι­στα ἡ εὐ­ω­δί­α τῆς ἁ­γι­ό­τη­τος τοῦ ἔ­δω­σαν τήν αἴ­σθη­ση ὅ­τι βρί­σκε­ται στόν ἐ­πί­γει­ο πα­ρά­δει­σο. Ἐ­κεῖ­νο πού ἐ­πι­θυ­μοῦ­σε ἡ ψυ­χή του τό βρῆ­κε πολ­λα­πλά­σιο.

Πῶς ὅ­μως τώ­ρα νά ζη­τή­σει ἀ­πό τόν βα­σι­λέ­α πα­τέ­ρα του νέ­α ἄ­δεια νά πα­ρα­μεί­νει μό­νι­μα πλέ­ον στό Ὄ­ρος; Ὑ­ψώ­νει τά χέ­ρια του ἱ­κε­τευ­τι­κά στόν Οὐ­ρά­νιο Πα­τέ­ρα καί μα­ζί του ὅ­λοι οἱ μο­να­χοί. Καί τό θαῦ­μα γί­νε­ται! Πα­ρά τόν πό­θο πού εἶχε ὁ βα­σι­λεύς πα­τέ­ρας νά ἔ­χει τό εὐ­γε­νι­κό καί ἐ­νά­ρε­το βα­σι­λό­που­λο κον­τά του, δέ­χε­ται καί ἀ­κο­λου­θεῖ τήν κλή­ση τοῦ Βα­σι­λέ­ως Χρι­στοῦ. Χω­ρίς νά δώ­σει προ­σο­χή στίς ἀν­τί­θε­τες κρί­σεις τῶν ὑ­πη­κό­ων του, πι­στός καί ὁ ἴ­διος, κου­ρα­σμέ­νος ἀ­πό τήν ψεύ­τι­κη δό­ξα τοῦ ἀ­ξι­ώ­μα­τος, δί­νει εὐχαρίστως τήν ἄ­δεια. Ἡ χα­ρά στό Ὄρος εἶ­ναι ἀ­νε­κλά­λη­τη. Σάβ­βας καί μο­να­χοί δο­ξο­λο­γοῦν τόν Θε­ό καί μέ συγ­κί­νη­ση ἐ­πι­τε­λοῦν τήν μο­να­χι­κή κου­ρά καί κα­τα­τάσ­σουν τόν νέ­ο μο­να­χό στήν Ἱ­ε­ρά Μο­νή τοῦ Βα­το­πε­δί­ου. Νά ὑ­πεν­θυ­μί­σου­με στό ση­μεῖ­ο αὐ­τό τόν σχε­τι­κό καί θαυ­μά­σιο λό­γο τοῦ ἱ­ε­ροῦ Χρυ­σο­στό­μου: «Σύγ­κρι­σις βα­σι­λέ­ως πρός μο­να­χόν», στόν ὁ­ποῖ­ο συγ­κρί­νει τό βα­σι­λι­κό ἀ­ξί­ω­μα μέ τή μο­να­χι­κή ἰ­δι­ό­τη­τα, καί ἀ­πο­δει­κνύ­ει τήν μο­να­χι­κή κλή­ση καί τόν μο­να­χό ἀ­νώ­τε­ρο σέ ὅ­λα. Ἔ­τσι ἄλ­λω­στε τό αἰ­σθα­νό­ταν καί ὁ ἅγιος Σάβ­βας.

Ὑ­πάρ­χει ὅ­μως καί ἡ ἄλ­λη εὐ­λο­γη­μέ­νη συ­νέ­χεια. Ὁ βα­σι­λεύς Συ­με­ών, κου­ρα­σμέ­νος κι αὐ­τός ἀ­πό τήν πο­λυ­τέ­λεια καί τή χλι­δή, ἀλ­λά καί ἀ­πό τήν εὐ­θύ­νη τῶν βα­σι­λι­κῶν καθηκόν­των, με­τά τόν θά­να­το τῆς βα­σί­λισ­σας συ­ζύ­γου του Ἄν­νας καί ἀ­φοῦ ἀν­τι­λή­φθη­κε ὅ­τι ὁ πρω­τό­το­κος γιός του Στέ­φα­νος εἶ­ναι ἱ­κα­νός νά ἀ­να­λά­βει πλέ­ον τά βα­σι­λι­κά καθήκον­τα, ἐγ­κα­τα­λεί­πει τά ἀ­νά­κτο­ρα καί ἐ­λεύ­θε­ρος, «ἀ­γαλ­λο­μέ­νῳ πο­δί», μέ πό­θους ἱ­ε­ρούς πο­ρεύ­ε­ται νά συ­ναν­τή­σει τόν γιό του Σάβ­βα στό Βα­το­πέ­δι. Ἔ­τσι, πα­τέ­ρας καί γιός, βα­σι­λεύς καί βα­σι­λό­που­λο, συ­ναν­τι­οῦν­ται ὡς μο­να­χοί στήν Ἱ­ε­ρά Μο­νή, εὐ­φραι­νό­με­νοι στή μο­να­χι­κή πο­λι­τεί­α.

 Ἀλ­λά ἦ­ταν φυ­σι­κό· τό βα­σι­λι­κό πα­ρά­δειγ­μα ἀ­κο­λού­θη­σαν πολ­λοί ὀρ­θό­δο­ξοι Σέρ­βοι, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἔ­σπευ­σαν στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Τό­τε ἀ­κρι­βῶς ἱ­δρύ­θη­κε καί ἡ γνω­στή Ἱ­ε­ρά Μο­νή Χιλαν­δα­ρί­ου, ἐξολοκλήρου σερ­βι­κή Μο­νή, μέ ἱ­δρυ­τή τόν ἅ­γιο Σάβ­βα. Ἐ­κεῖ ἄ­φη­σε τήν τε­λευ­ταί­α του πνο­ή καί ὁ βα­σι­λεύς Συ­με­ών.

Ἦ­ταν τό­τε ἐ­πο­χή, κα­τά τήν ὁ­ποί­α τήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη κα­τεῖ­χαν οἱ Φράγ­κοι. Γι’ αὐ­τό καί ὁ αὐ­το­κρά­τωρ Θε­ό­δω­ρος Λά­σκα­ρης καί ὁ Πα­τριά­ρχης εἶ­χαν ἐγ­κα­τα­στα­θεῖ στή Νίκαια. Ἐ­κεῖ ἐ­στά­λη κά­πο­τε ὁ Σάβ­βας γιά τήν τα­κτο­ποί­η­ση κά­ποι­ων ὑ­πο­θέ­σε­ων τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μο­νῆς Χι­λαν­δα­ρί­ου. Ἐκεῖ τόν θαύ­μα­σαν τό­σο ὁ αὐ­το­κρά­τωρ ὅ­σο καί ὁ πα­τριά­ρχης, καθώς ἔβλεπαν τήν φω­τει­νή του προ­σω­πι­κό­τη­τα. Ἡ βα­σι­λι­κή κα­τα­γω­γή του, ἡ μόρ­φω­σή του, ἡ ἀ­ρε­τή του καί τά δι­ά­φο­ρα ἄλ­λα θαυ­μα­στά προ­σόν­τα του εἵλ­κυ­σαν τήν προ­σο­χή τους καί τοῦ πρό­τει­ναν καί τόν πει­θα­νάγ­κα­σαν νά δε­χθεῖ τό ἀ­ξί­ω­μα τοῦ Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που Σερ­βί­ας.

Ὡ­ραῖ­α τό ση­μει­ώ­νει ὁ βι­ο­γρά­φος του. Οἱ Σέρ­βοι τόν ὑ­πο­δέ­χθη­καν μέ ἀ­πε­ρί­γρα­πτη χα­ρά, ἔ­χον­τας καύ­χη­μα, ὅ­τι ὁ Θεός τούς πρόσφερε τόν βλα­στό τῆς Σερβικῆς βα­σι­λεί­ας, ὡς ἱ­ε­ρό τους ποι­με­νάρ­χη, στο­λι­σμέ­νο μέ ὅ­λα τά ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κά προ­σόν­τα. Ναί, ἦ­ταν ἀ­φι­λο­χρή­μα­τος, ἐ­λε­ή­μων, συμ­πα­θής, ζη­λω­τής, κή­ρυ­κας τοῦ θεί­ου λό­γου, ἀ­κού­ρα­στος σέ κά­θε ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κό κα­θῆ­κον πού τοῦ ζη­τοῦ­σε ὁ Ἀρ­χι­ποί­μην Κύ­ριος καί Θε­ός του. Δι­ά­κο­νος τῶν Χρι­στια­νῶν, ποι­μήν καί πα­τήρ!

Ἄλ­λα τό τέ­λος τῆς ζω­ῆς του ἔ­φθα­σε. Ὁ Θε­ός θά ἀ­να­παύ­σει τόν τί­μιο ἐρ­γά­τη Του καί θά τοῦ ἀ­πο­δώ­σει τόν δί­και­ο ἔ­παι­νο καί μι­σθό. Ἐ­άν στό τέ­λος τῆς ζω­ῆς του θά ἤ­θε­λε νά κάνει τόν ἀ­πο­λο­γι­σμό του, θά δι­α­πί­στω­νε πό­σο τόν εὐ­ερ­γέ­τη­σε ὁ Θε­ός. Τόν ὁ­δή­γη­σε ἀ­πό τά κο­σμι­κά ἀ­νά­κτο­ρα καί τοῦ χά­ρι­σε τήν ἱ­ε­ρή τι­μή τῆς μο­να­χι­κῆς κλή­σε­ως καί ἔ­πει­τα τῆς ἀρ­χι­ε­ρω­σύ­νης. Καί ἀ­π’ αὐ­τήν τόν ὁ­δη­γεῖ στή δό­ξα τοῦ Πα­ρα­δεί­σου. Μ’ αὐ­τές τίς σκέ­ψεις τῆς εὐ­γνω­μο­σύ­νης ὁ ὅ­σιος Σάβ­βας, ὁ πρῶ­τος Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος τῆς Σερ­βί­ας, ἔκλεισε τά μά­τια του στή γῆ, γιά νά τούς ἀ­νοί­ξει στά ἀ­γα­θά, «ἅ ὀ­φθαλ­μός οὐκ εἶ­δε καί οὖς οὐκ ἤ­κου­σε καί ἐ­πί καρ­δί­αν ἀν­θρώ­που οὐκ ἀ­νέ­βη, ἅ ἡτοί­μα­σεν ὁ Θε­ός τοῖς ἀ­γα­πῶ­σιν αὐ­τόν» (Α΄ Κορ. β΄ 9). Γιά νά εὔ­χε­ται ἐ­κεῖ αἰ­ω­νί­ως γιά τό εὐ­λο­γη­μέ­νο ποί­μνιό του, τό ὁ­ποῖ­ο κα­τά και­ρούς τό­σο πο­λύ δο­κι­μά­ζε­ται ἀ­πό τούς κα­κο­δό­ξους καί ἀ­πί­στους.

Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη