Σήμερα 19/1/2016 εορτάζουν:
- Όσιοι Μακάριος ο Αιγύπτιος και Μακάριος ο Αλεξανδρεύς
- Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός
- Άγιος Αρσένιος Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας
- Αγία Ευφρασία
- Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου
- Ανάμνηση Θαύματος Μεγάλου Βασιλείου
- Όσιος Μελέτιος ο Γαλησιώτης ο Ομολογητής
- Όσιος Κοσμάς ο Χρυσοστόματος
- Όσιος Μακάριος Επίσκοπος Ιερισσού
- Άγιος Μακάριος ο Καλογεράς
- Όσιος Μακάριος ο Νηστευτής εκ Ρωσίας
- Όσιος Μακάριος ο Διάκονος εκ Ρωσίας
- Άγιος Θεόδωρος του Νόβγκοροντ
- Όσιοι Μάξιμος και Δομέτιος οι αυτάδελφοι
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ΕΦΕΣΟΥ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ
Α. Πρός τό σκάμμα.
Πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, πού ἀκολούθησε τά ἴχνη τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καί ἐφάμιλλος τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, ἀναδείχθηκε ὁ μακάριος αὐτός ἐπίσκοπος τῆς Ἐφέσου, ὁ περιώνυμος μεταξύ τῶν ὀρθοδόξων μαχητῶν, ὁ Μάρκος ὁ Εὐγενικός. Χάρη στή θερμή του πίστη, τήν ἄτεγκτη ἐπιμονή του στήν Ὀρθόδοξη γραμμή καί τήν ἄφθαστη ἀνδρεία του, κατόρθωσε νά κράτησει τήν Ὀρθοδοξία ἀδούλωτη ἀπέναντι στούς κινδύνους πού τήν ἀπείλησαν νά ὑποδουλωθεῖ στήν παπική Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀναγκάσθηκε νά ἀναγνωρίσει τίς πλάνες, στίς ὁποῖες ὑπέπεσε μετά τό χωρισμό της ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Ἐκκλησία. Ἄς μελετήσουμε τήν πατερική αὐτή μορφή, πού στάθηκε βράχος ἀσάλευτος καί ἀμετακίνητος ἐμμονῆς στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση.
Βρισκόμαστε στό τέλος τοῦ 14ου αἰῶνος. Τά πράγματα γύρω ἀπό τήν περίφημη Βυζαντινή αὐτοκρατορία, πού ἐπί χίλια ἔτη ἐξέπεμπε πλούσιο φῶς πολιτισμοῦ καί χριστιανικής ζωῆς σέ ὅλα τά σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, δέν εἶναι καθόλου εὐχάριστα. Οἱ Τοῦρκοι τοῦ Μουράτ τοῦ Β΄ τήν ἐπιβουλεύονται ἀπό παντοῦ. Ὁλόκληρα τμήματά της τά ἀποσποῦν βίαια ἀπό τόν κορμό της καί τήν ἐξασθενίζουν συνεχῶς.
Μοιάζει μέ ἕνα μεγάλο ἀσθενῆ, πού ἔχει ἄμεση ἀνάγκη βοηθείας καί ἐνισχύσεως. Καί σάν νά μή ἔφθαναν οἱ κίνδυνοι αὐτοί, προστίθεται καί ἔνας ἄλλος ἀπρόσκλητος ἐχθρός. Εἶναι ὁ παπισμός· ἡ παπική Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐκμεταλλεύεται κάθε εὐκαιρία προκειμένου νά ὑποτάξει καί ὑποδούλωση, τήν Ὀρθοδοξία καί ἐπεκτείνει, τήν κυριαρχία της καί στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή.
Αὐτοκράτωρ στό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶναι ὁ Ἰωάννης ὁ Παλαιολόγος. Ἀπό τήν ὑψηλή σκοπιά τοῦ θρόνου τοῦ παρακολουθεῖ τά πράγματα τῆς αὐτοκρατορίας καί τά βρίσκει ἐξαιρετικά δύσκολα. Χρειάζεται ἄμεση βοήθεια. Ποῦ θά τήν βρεῖ ὅμως; Πουθενά δέν βλέπει νά ροδίζει ἡ αὐγή τῆς ἐλπίδος. Μία μόνο ἔχει ἀκόμη ἐλπίδα. Νά ἀπευθυνθεῖ στήν παπική Ἐκκλησία καί νά ζήτησει ἀπό αὐτήν ἐνίσχυση. Ἔχει αὐτή δύναμη καί ἐπιρροή. Ἔχει κατορθώσει νά ἐπηρεάζει βασιλεῖς καί αὐτοκράτορες τῆς Δύσεως. Μπορεῖ νά βοηθήσει ἀποτελεσματικῶς. Καί κατά τήν περίοδο ἐκείνη, συγκεκριμένα τό ἔτος 1438, εἶχε συγκροτήσει Σύνοδο, πού τήν ὀνόμασε Οἰκουμενική, στήν Φερράρα τῆς Ἰταλίας. Εὐκαιρία λοιπόν γιά τόν αὐτοκράτορα νά ἔλθει σέ συνεννοήσεις καί νά ζητήσει τήν πολυπόθητη βοήθεια. Ἀποφασίζει νά ἔλθει ἐκεῖ αὐτοπροσώπως μαζί μέ τούς ἀρχιερεῖς πού διέθεταν περισσότερο κύρος, μέ ἐπί κεφαλῆς τόν πατριάρχη Ἰωσήφ. Θά συζητήσουν ἐκεῖ, θά τούς θέσουν ὑπόψη τά σοβαρά ζητήματα πού τούς ἀπασχολοῦν θά ἀποσπάσουν ὁπωσδήποτε βοήθεια. Μαζί μέ τήν ὁμάδα τῶν ἐπισκόπων καί ὁ σπουδαῖος καί σταθερότατος Μάρκος, τό καύχημα τῆς Ὀρθοδοξιας, ὁ πρόεδρος τῆς μεγάλης Ἐφέσου, ὁ ἡρωικός της ἐπίσκοπος. Πρίν ὅμως παρακολουθήσουμε τήν τύχη τῆς ὑπό τόν Αὐτοκράτορα καί τόν Πατριάρχη ἐπιτροπῆς τῶν Ὀρθοδόξων, ἅς δοῦμε σέ λίγες γραμμές ποιός ἦταν ὁ ὀνομαστός ἐπίσκοπός της Ἐφέσου, πού γύρω ἀπό τό πρόσωπό του θά διεξαχθεῖ ὁ μέγας ἀγών τῆς Ὀρθοδοξιας κατά τοῦ Παπισμοῦ καί θά κράτησει, ἕνας καί μόνος αὐτός, τήν Πίστη τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἀδούλωτη.
Στήν Κωνσταντινούπολη γεννήθηκε ὁ Μάρκος τό 1392. Μανουήλ ἦταν τό βαπτιστικό του ὄνομα. Διάκονος ἦταν ὁ πατήρ του. Καί διδάσκαλος συγχρόνως. Κόρη ἰατροῦ ἡ μητέρα του. Ἐπιμελεια καί φροντίδα πολλή ἐπέδειξαν ἀμφότεροι στήν χριστιανική καί ἠθική διαπαιδαγώγηση τοῦ υἱοῦ τους. Ἀλλά καί τήν γραμματική του μόρφωση δέν παραμέλησαν. Τόν ἤθελαν πιστό Χριοτιανό, ἀλλά καί ἱκανό νά προσφέρι ὅ,τι θά μποροῦσε στούς γύρω του. Ὁ νέος ἀνταποκρίθηκε πλήρως στίς προσδοκίες τῶν εὐσεβῶν γονέων του. Καί μόρφωση ἱκανή ἔλαβε, ἀφοῦ ὁ Θεός τόν εἶχε προικίσει μέ σπουδαία διάνοια, ἀλλά καί πνευματικῶς καί χριστιανικῶς μορφώθηκε ἄριστα. Ἀπό τό ἐφηβικά τοῦ χρόνια παρουσίασε δείγματα ὥριμου ἀνθρώπου, σπουδαίου νέου. Οἱ πρῶτες του ἀσχολίες μετά τήν ἐγκύκλια μόρφωση τοῦ ἦταν ὅπως καί τοῦ πατέρα του. Διδάσκαλος ἔγινε· καί στούς μαθητές τοῦ μετέδιδε τά ἑλληνικά γράμματα, ἀλλά καί τά χριστιανικά ρήματα. Καί οἰκοδομοῦσε ὁ νέος· καί γινόταν παράδειγμα σέ μικρούς καί μεγάλους σταθερότητος καί πνευματικῆς προκοπῆς.
Δέν ἐξάσκησε γιά πολύ καιρό τό ἔργο τοῦ διδασκάλου. Ἄλλο ἔργο καί ἄλλη κλήση ἀνώτερη καί ὑψηλότερη τόν προσείλκυσε. Καί ἀλλά σκάμματα, πνευματικά, καί ἄλλοι στίβοι καί ἀγῶνες γιά τήν διαφύλαξη τῆς ὀρθῆς Πίστεως ὡς ἰσχυρός μαγνήτης τόν ἀπέσπασαν ἀπό τό σχολεῖο καί τήν αἴθουσα τῆς διδασκαλίας καί τόν εἰσήγαγαν στήν Ἐκκλησία. Εἴκοσιπεντε ἐτῶν νέος ἀσπάζεται τόν μοναχικό βίο καί ὑπό τήν καθοδήγηση ἐνός σεμνοῦ καί ἐνάρετου μοναχοῦ, τοῦ Συμεών, ζεῖ μέ κάθε συνέπεια τή μοναχική ζωή καί ἀσκεῖται στίς μοναχικές ἀρετές, παρέχοντας τόν ἑαυτό τοῦ τύπο καί ὑπογραμμό σέ ὅλα. Τότε ἀπό Μανουήλ ὀνομάσθηκε Μάρκος. Δέν ἐπρόκειτο ὅμως νά μείνει ἁπλός μοναχός καί νά ἀφιέρωσει τή ζωή του στή μονή τῶν Πριγκηποννήσων. Ὁ Θεός τόν καλεῖ στή συνεχεία στό κληρικό στάδιο. Χειροτονεῖται Ἱερεύς καί διακονεῖ στό ἅγιό του Θεοῦ θυσιαστήριο ἐνῶ συγχρόνως σπουδάζει στήν πλούσια βιβλιοθήκη τῆς νέας του μονῆς, τῶν Μαγγάνων, καί κατατοπίζεται περισσότερο στό τεράστια προβλήματα, τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ φήμη τοῦ ταχέως ἐξήλθε ἀπό τά στενά ὅρια τῆς μονῆς, καί πολλοί ἔχουν στηρίξει πάνω τοῦ τά βλέμματα τῶν καί βλέπουν στό πρόσωπο τοῦ τόν γενναῖο καί ἄκαμπτό της ὀρθῆς Πίστεως ὑπερασπιστῆ. Καί οἱ μεγάλοι ἀγῶνες του δέν θά βραδύνουν νά καταπλήξουν τούς πιστούς. Στό μεταξύ ὅμως ἡ Ἐκκλησία, ἐκτιμώντας τήν σπάνια του ἀρετή καί τήν ζηλευτή του μόρφωση, τόν ἀναδεικνύει ἐπίσκοπο Ἐφέσου. Καί τόν καλεῖ νά ἀνάπτυξει τά μεγάλα του χαρίσματα καί νά ξετυλίξει τό μεγάλο του ἠθικό ἀνάστημα στήν διακυβέρνηση τῆς μεγάλης καί ἱστορικῆς Μητροπόλεως. Τιμή καί γιά τόν ἴδιο, ἀλλά τιμή καί γιά τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία τόν ἀνέδειξε. Καί τήν τιμή αὐτή ὁ σπουδαῖος ἀγωνιστῆς καί θά τῆς τήν ἀνταποδώση πολλαπλάσια.
Β. Ὁ ἀγωνιστής.
Δέν πρόφθασε νά δείξει τά μεγάλα πνευματικά καί διοικητικά τοῦ προσόντα στήν οἰκοδομή καί τήν διακυβέρνηση τῆς μεγάλης μητροπόλεως ὁ σεβάσμιος καί δραστήριος ποιμήν καί ἡ μεγάλη ἐξ ἀρχιερέων ἐπιτροπή ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Πατριάρχου, τῆς ὁποίας κλήθηκε νά ἀποτελέσει μέλος, ἑτοιμάζεται νά ἀναχώρησει. Πηγαίνει νά διαπραγματευθει μέ τήν Παπική Ἐκκλησία τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἡ Σύνοδος στή Φερράρα, ἀρχικά συγκλήθηκε, διακόπηκε, λόγω τῆς ἐμφανίσεως ἐκεῖ σοβαρῆς μεταδοτικῆς νόσου καί ἐπαναλήφθηκε τό ἑπόμενο ἔτος, 1439, στήν Φλωρεντία. Ἀπό τίς δυό αὐτές πόλεις πῆρε τό ὄνομά της: Σύνοδος Φερράρας – Φλωρεντίας.
Ἅς δοῦμε ἀρχικά τό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐπικρατοῦσε μεταξύ τῶν Ἀρχιερέων πού ἀποτελοῦσαν τήν ἐπιτροπή τῶν Ὀρθοδόξων. Τό πνεῦμα, λοιπόν, τῶν περισσοτέρων ἦταν φιλενωτικό. Δηλαδή ἐπιθυμοῦσαν νά βρεθεῖ τρόπος, ὥστε νά γεφυρωθεῖ καί πάλι τό χάσμα, τό ὁποῖο δημιουργήθηκε μέ τό σχίσμα, καί οἱ δυό Ἐκκλησίες, ἡ Δυτική καί ἡ Ἀνατολική, νά ἑνωθοῦν καί πάλι καί νά ἀποτελέσουν μία Ἐκκλησία. Εἴτε διότι οἱ δικοί μας μέ τίς ὑποχωρήσεις πού θά ἔκαναν, ὑπό τήν πίεση τοῦ Αὐτοκράτορος, νόμιζαν, ὅτι θά ἀπεκόμιζον ὀφέλη ἐκ μέρους τῆς ἰσχυρῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, εἴτε γιά ἄλλους λόγους, τό γεγονός εἶναι, ὅτι γιά τήν ἐπιτυχία τῆς ἑνώσεως πολλές ἔκαναν ὑποχωρήσεις.
Δυό μεγάλα καί βασικά ζητήματα ἀπασχόλησαν τούς συζητητές ἐπισκόπους τῶν δυό παρατάξεων. Τό ζήτημα τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὅπως οἱ Λατίνοι ὑποστήριζαν, καί τό ζήτημα τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ Πάπα ὡς διαδόχου του ἀποστόλου Πέτρου καί μοναδικής ἐπί τῆς γῆς ὁρατῆς κεφαλῆς ὅλης της Ἐκκλησίας, πού ἔχει τό πρωτεῖο ἀπέναντι σέ ὅλους λόγω τῆς εἰδικῆς ἐξουσίας, τήν ὁποία πῆρε ἀπό τόν Θεό ὡς διάδοχος τοῦ πρωτοκορυφαίου. Καί στό πρῶτο θέμα οἱ γνῶμες τῶν Ὀρθοδόξων διχάσθηκαν. Οἱ περισσότεροι, οἱ 13 ἀπό τούς 20, ὑπέγραψαν τήν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Στό δεύτερο ὅμως θέμα ἡ ὑποχώρηση ὑπῆρξε σχεδόν ὁλοκληρωτική. Ὅλοι οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων ὑπέγραψαν καί ἀναγνώρισαν τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα ὡς μοναδικοῦ ἀντιπροσώπου τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς.
Ἐνῶ ὅμως ὅλοι ὑποχώρησαν, ἕνας μόνο ἔμεινε βράχος ἀσάλευτος, ὁ Μάρκος. Μέ μία ψυχική δύναμη ἀξιοθαύμαστη στούς ἰσχυρούς του ὤμους κράτησε τήν Ὀρθόδοξη γραμμή, κατά τήν ὁποία ὁ Πάπας δέν ἔχει κανένα ἰδιαίτερο προνόμιο, ἀλλά μόνο εἶναι πρῶτος μεταξύ ἴσων. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ Λατίνοι πανηγύρισαν τήν ὑποχωρητικότητα τῶν Ὀρθοδόξων, ὅταν ὅμως εἶδαν τήν ἐμμονή τοῦ Μητροπολίτου Ἐφέσου στήν Ὀρθόδοξη γραμμή, λυπήθηκαν πολύ. Εἶναι μάλιστα ἐξαιρετικά χαρακτηριστικός ὁ διάλογος τοῦ Πάπα μέ τούς Συνοδικούς του μητροπολίτες.
— Τι ἔγινε; Ὑποχώρησαν οἱ Ὀρθόδοξοι στό πρωτεῖο; ρώτησε ὁ Πάπας.
— Ναι, ὑποχώρησαν, ἀπάντησαν ἐκεῖνοι.
— Ὁ Ἐφέσου Μάρκος συμφώνησε καί αὐτός;
— Ὀχι. Ἐμμένει στίς ἀπόψεις του.
— Τότε, δέν κάναμε τίποτε.
Καί πράγματι δέν ἔκαναν τίποτε. Διότι ἡ Ὀρθόδοξη συνείδηση, τήν ὁποία τόσο ἐπαξία ἐκπροσώπησε ὁ Ἐφέσου, ὄχι ἁπλῶς δέν ἀναγνώρισε τήν Σύνοδο ἐκείνη, ἀλλά καί τήν ἀποδοκίμασε, χαρακτηρίζοντας τήν ὡς ληστρική Σύνοδο καί ξένη ἐντελῶς πρός τό Ὀρθόδοξο πνεῦμα. Τό ἄξιο μάλιστα ἰδιαίτερης προσοχῆς εἶναι, ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι πού ὑπέγραψαν στή Σύνοδο δέν ἄργησαν νά ἀντιληφθοῦν τό λάθος τους. Καί γί αὐτό, ὅταν ἀποβιβάζονταν στήν Κωνσταντινούπολη τήν 1η Φεβρουαρίου τοῦ 1440 καί ρωτοῦνταν ἀπό τό πλῆθος, τό ὁποῖο τούς ὑποδεχόταν, πῶς πῆγαν οἱ συζητήσεις καί ἄν ἡ Ὀρθοδοξία νίκησε, ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν: Κόψτε τό δεξί μας χέρι πού ὑπέγραψε αὐτά τά πράγματα, ἐκριζῶστε τή γλώσσα μας πού τά ὁμολόγησε. Καί ἐνῶ ὁ λαός ἀπό τήν ἀπάντηση ἐκείνη ἀντιλαμβανόταν, ὅτι ἀντί γιά νίκη, τήν ὁποία περίμενε, οἱ δικοί μας στήν Φλωρεντία εἶχαν ὑποστεῖ δεινή ἤττα, ὅμως γεμάτος ἐλπίδα ἔστρεψε τά μάτια στόν Μητροπολίτη Ἐφέσου. Καί ὅταν ἀπό τό στόμα τό δικό του ἄκουσε, ὅτι σέ καμμία ὑποχώρηση δέν προέβη ἐκεῖνος, ἄλλ ἀντιθέτως ἀντέταξε τό ἀνάστημά του καί ἔμεινε πιστός καί σταθερός στήν Ὀρθόδοξη ἀντίληψη, ἀνέπνευσε καί ἐνθουσιάσθηκε, μέ δόξα μάλιστα καί τιμή πολλή στεφάνωσε τόν μεγάλο μαχητή καί ἀγωνιστῆ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅταν πληροφορήθηκε καί κάποιες ἰδιαίτερες λεπτομέρειες τῆς ὑποθέσεως, ξέσπασε σέ ἀκράτητο ἐνθουσιασμό. Ποιές εἶναι οἱ λεπτομέρειες αὐτές; Ὁ Πάπας προσκάλεσε ἰδιαιτέρως τόν Μάρκο στό γραφεῖο του, ἀφοῦ διεπίστωσε τήν ἐμμονή του στήν πίστη τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, καί μέ διάφορα μέσα προσπάθησε νά τόν μεταπείσει. Τόν κράτησε ὄρθιο γιά νά τοῦ δείξει, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ κυρίαρχος, ἐνῶ συγχρόνως ἄρχισε νά τόν ἀπειλεῖ. Ἀλλά ὁ ἀποφασιστικός ἐπίσκοπος στό πρῶτο ἔδωσε μόνος τή λύση, παίρνοντας κάθισμα στό ὁποῖο κάθισε, ἀφοῦ δήλωσε στόν ἀρχηγό τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας, ὅτι τά πόδια του ἦταν ἀδύνατα καί δέν μποροῦσε νά σταθεῖ ὄρθιος. Στίς ἀπειλές πάλι μέ σθένος πολύ ἀπάντησε, ὅτι δέν φοβοῦνταν ἀπολύτως κανένα, διότι ἔχει ἤρεμη τή συνείδησή του, ὅτι μένει πιστός στήν Ὀρθοδοξία, γιά τήν ὁποία εἶναι ἕτοιμος τά πάντα νά ὑποστεῖ.
Ἡ πρώτη σθεναρή στάση τοῦ ἡρωίκου Μητροπολίτου ἐκτιμήθηκε κατάλληλα ἐκ μέρους τῶν ὀρθοφρονούντων πιστῶν καί οἱ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου περί ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν ἔμειναν ἀπραγματοποίητες, μολονότι δυό κατά συνέχεια διάδοχοι στόν Οἰκουμενικό Πατριαρχικό θρόνο του στή Φλωρεντία ἀποθανόντος Πατριάρχου Ἰωσήφ, ὁ Μητροφάνης καί ὁ Γρηγόριος, ἦταν στό ἔπακρο φιλενωτικοί. Ἔτσι μέ τήν ἀνδρεία καί σταθερότητα τοῦ ἁγίου Μάρκου ἕνας σοβαρότατος κίνδυνος, πού ἀπείλησε τήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά ὑποδουλωθεῖ στόν παπισμό γιά μερικά ἀνταλλάγματα πού ζήτησε ὁ Αὐτοκράτωρ, ἀπόφευχθηκε ὁριστικά. Δέν εἶναι, λοιπόν, ἄξιος της εὐγνωμοσύνης ὅλων τῶν πιστῶν Χριστιανῶν ὁ σοφός καί ἅγιος καί ἀμετακίνητος στήν πίστη Ἱεράρχης;
Γ. Πιστός μέχρι τέλους.
Ἐξαιρετικά δύσκολη εἶναι ἡ θέση τοῦ γενναίου ἀγωνιστη καί ὑπερασπιστῆ τῆς Ὀρθοδοξίας ἔπειτα ἀπό τήν σαφῶς φιλενωτική στάση τόσο τοῦ Αὐτοκράτορος, ὅσο καί τοῦ Πατριάρχη. Καί ἐφόσον αὐτός ἦταν τό κύριο πρόσωπο, τό ὁποῖο μέ τόσο σθένος ἀντιτίθονταν στίς προσπάθειές τους γιά τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά ἐξουδετερωθεῖ. Καί πρῶτα πρῶτα οἱ φιλενωτικοί ἐπίσκοποι σέ ἀνακοινώσεις τούς πρός τόν λαό προσπάθησαν νά ἀποδείξουν, ὅτι γιά τόν ὀρό, τόν ὁποῖο ὑπέγραψαν στήν Φλωρεντία, δέν ἐπερχόταν καμμία ἀπολύτως μεταβολή στήν πίστη τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ ἡ πραγματικότητα ἦταν, ὅτι ὁ ὅρος περιελάμβανε καί τήν ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔστω καί ἄν γιά τούς Ἀνατολικούς δέν ἦταν ὑποχρεωτικός, καί ὅτι παραδέχθηκαν πλήρη ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα.
Ἀλλά δέν περιορίσθηκαν μόνο στό μέτρο αὐτό. Γιά νά μή ἐπηρεάζει τίς λαικές μάζες ὁ ἡρωικός ἐπίσκοπος, λαμβάνεται ἀπόφαση νά ἐξορισθεῖ. Καί ἐξορίζεται βέβαια, καί ἀπομακρύνεται ἀπό τήν πρωτεύουσα, ἀλλά συνεχίζει τόν ἀγώνα μέ δύναμη πολλή. Κηρύττει τήν ἀλήθεια σέ κάθε κατεύθυνση. Ἀλλά τό σπουδαιότερο, ἀπηύθυνε, πιθανῶς ἀπό τήν Λῆμνο, ἐγκύκλιο στούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς ὅλης της γῆς, στήν ὁποία καταδεικνύει ἀφενός μέν τίς πλάνες, στίς ὁποῖες περιέπεσε ἡ Καθολική Ἐκκλησία μετά τό σχίσμα, ἀφετέρου δέ τήν Ὀρθοδοξη πίστη. Ἀναπτύσσοντας δέ μέ ἔνα χειμαρρῶδες ὕφος καί τά ὅσα συζητήθηκαν στήν Σύνοδο, ἀποδεικνύει τίς σοβαρές διαφορές μεταξύ τῶν δυό Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες θά διαιωνίζουν τό σχίσμα, ἐάν παπική Ἐκκλησία πού ἀποκόπηκε ἀπό τήν Ὀρθοδοξία δέν ἐπανέλθει στήν πίστη τῆς ἀρχαίας ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας.
Κείμενο ἐξαιρετικῆς δογματικῆς σημασίας τό κείμενο τῆς ἐπιστολῆς τοῦ ἀοιδίμου Ἱεράρχου πάλλεται κυριολεκτικῶς ἀπό τόν ἐνθουσιασμό τοῦ Πατρός πού ἐνέμενε ἀμετακίνητα στήν Ὀρθόδοξη γραμμή. Χαρακτηρίζει στήν ἐγκύκλιο τούς Λατίνους ὡς αἱρετικούς, βεβαιώνοντας ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τήν ἐποχή ἐκείνη καί πιθανῶς ἀπό τίς Σταυροφορίες θεωροῦσε πράγματι τούς Λατίνους ὄχι μόνο ὡς σχισματικούς, ἀλλά καί ὡς αἱρετικούς, καθώς δεχόταν ὅσους προσέρχονταν ἀπό αὐτούς στήν Ὀρθοδοξία μέ τή χρίση τοῦ ἁγίου μύρου. Ἀκόμη στήν ἐγκύκλιο δηλώνεται ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι σχίσαμε τούς Λατίνους καί τούς ἀποκόψαμε τό κοινό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διότι φρονοῦσαν πράγματα ἄτοπα καί δυσσεβή καί παράλογα ἔκαναν τήν προσθήκη. Γί αὐτό συμπεραίνει, ὅτι τούς ἀποστραφήκαμε ὡς αἱρετικούς, καί γιά αὐτό χωρισθήκαμε ἀπό αὐτούς. Εἶναι αἱρετικοί λοιπόν καί ὡς αἱρετικούς τους ἀποκόψαμε.
Τήν διδασκαλία αὐτή τοῦ ἁγίου Πατρός υἱοθετησε ἡ Ἐκκλησία ὡς γνησίως Ὀρθόδοξη καί σύμφωνη μέ τίς παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας. Παρόμοια καί ὅλη τή γενικότερη στάση τοῦ ἀπέναντι στή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία καί τή διδασκαλία τῆς ἐνέκρινε καί υἱοθέτησε ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία γιά αὐτό καί ἀναγνώρισε τόν Ἰεράρχη ὡς πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τόν κατέταξε στή σειρά τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς ἀπέναντι στήν Παπωσύνη δίπλα στό πλευρό τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τῶν ἄλλων ἡρωικῶν προμάχων της.
Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι μέ τούς ἀγῶνες τοῦ ὄχι μόνο δέν ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας ὡς Οἰκουμενική, ὅπως τήν θέλουν οἱ Λατίνοι, ἄλλ ἀντίθετα ὡς ληστρική Σύνοδος. Ὁ κλῆρος μάλιστα καί ὁ λαός ὁ ὁποῖος ἐνθουσιάσθηκε ἀπό τήν σθεναρή στάση τοῦ Ἱεροῦ Μάρκου στάθηκε τεῖχος ὀχυρό καί φρούριο ἀπόρθητο, ὥστε νά ἐμποδίσει τήν εἴσοδο ἀντιορθοδόξων φρονημάτων καί διδασκαλιῶν στόν ἱερό περίβολο τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Καί ὄχι μόνο στό κλίμα τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως δημιουργήθηκε ἡ σωτήρια ἀντίδραση, ἀλλά καί στά ἄλλα Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς, τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Ἀντιοχείας καί τῆς Ἀλεξανδρείας, ἀκόμη μάλιστα καί στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας. Αὐτά ἀπηύθυναν διαμέσου τῶν Πατριαρχῶν τούς ἐπιστολή πρός τόν φιλενωτικό Πατριάρχη Μητροφάνη, τόν ὁποῖο ἐγκατέστησε ὁ αὐτοκράτωρ γιά τήν ἐπιτυχία τῶν σκοπῶν του, στήν ὁποία ἀποκηρύσσουν τήν Σύνοδον τῆς Φλωρεντίας, καί χαρακτηρίζουν καί τόν ἴδιο ὡς αἱρετικό. Συμπληρώνοντας μάλιστα τήν ἐνεργειά τους ἔστειλαν καί στόν Αὐτοκράτορα εὐθαρσῆ καί γενναία ἐπιστολή, στήν ὁποία τόν προειδοποιοῦν ὅτι, ἐάν ἐξακολουθήσει νά προστατεύει τόν Μητροφάνη καί νά εἶναι ὑπέρ τῶν Καθολικῶν, θά τόν ἀφορίσουν.
Ἔτσι κατά τήν μαρτυρία τῶν Ἱστορικῶν ὁ ἱερός Μάρκος ἀναδείχθηκε σπουδαῖος προστάτης τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ σ’ αὐτόν κυρίως ὀφείλεται τό καθώς ἔγινε ὁ σημαιοφόρος τῆς ἀνθενωτικῆς μερίδος ἔσωσε μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί πέτυχε τήν ἐμμονή της στή γνήσια χριστιανική διδασκαλία, τῆς ὁποίας σαφῆς ἀπόκλιση ἦταν ὁ λατινικός ἰσχυρισμός περί πρωτείων.
Ἀλλά οἱ στερήσεις καί οἱ κακουχίες τῆς ἐξορίας καί οἱ συνεχεῖς ἀγῶνες ἔκαμψαν τήν σωματική ὑγεία τοῦ μεγάλου ἀγωνιστῆ. Δέν εἶναι παρά μόλις 52 ἐτῶν. Αἰσθάνεται ὅμως τίς δυνάμεις του νά τόν ἐγκαταλείπουν. Κάποια ἀσθένεια τόν ρίχνει στό κρεββάτι. Δέν εἶναι μεγάλης διάρκειας. Δεκατέσσαρις μόνο μέρες διήρκεσε. Καί ἦλθε ὁ θάνατος νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τούς κόπους καί τίς ταλαιπωρίες καί τίς ἐξουθενώσεις καί ταπεινώσεις, στίς ὁποίας τόν ὑπέβαλαν οἱ ἐχθροί του. Τό 1444, ἐννέα δηλαδή χρόνια πρίν ἀπό τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ. Πέταξε στούς οὐρανούς γιά νά πάρει τόν δίκαιο μισθό τῶν κόπων του. Τόν ἔκλαψαν οἱ Ὀρθόδοξοι. Τόν τιμᾶ μέ ὕμνους καί ἐγκώμια ἡ Ἐκκλησία. Πολύ χαρακτηριστικά εἶναι τά δυό αὐτά δίστιχα, τά ὁποῖα οἱ ὑμνογράφοι τοῦ ἀφιέρωσαν:
«Κρατεῖ μέν Ἄτλας μυθικῶς ὤμοις πόλον, κρατεῖ δ’ ἀληθῶς Μάρκος Ὀρθοδοξίαν». Καί: «Ὁ τούς διδασκάλους ἀληθῶς δοξάσας ἐν οὐρανοῖς δοξάζεται νῦν σύν τούτοις. Δοξάζεται ἐν οὐρανοῖς. Δοξάζεται καί ἐπί τῆς γῆς».
Τό παράδειγμα τοῦ διδάσκει, ἐμπνέει, φωτίζει, ἐνδυναμώνει τούς πιστούς μαχητές τῆς Ὀρθοδοξίας. Κύριε, ἀναδείκνυε πάντοτε στήν Ἐκκλησία Σου τέτοιους ἡρωικούς μαχητές.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπό τή Ζωή τῶν Ἁγίων»
Ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
«Ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων», εἶπε ὁ Κύριος (Ἰω. ι΄ 11). Καί ὁ λόγος πρωτίστως ἀναφέρεται σ’ Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ὡς ὁ μοναδικός καί ὁ Μέγας Ποιμήν ὄχι μόνο ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά θυσίασε καί αὐτή τή ζωή του. Καί ὅσοι ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μιμήθηκαν τόν Μέγα Ποιμένα, τήν ἴδια ὁδό ἀκολούθησαν. Πρόσφεραν δυνάμεις καί χρόνο, ἀλλά καί τή ζωή τους θυσίασαν πολλοί «ὑπέρ τῶν προβάτων», τά ὁποῖα ἐποίμαναν ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου καί «ἐν τῷ ὀνόματί του». Ἕνας τέτοιος ποιμένας τῆς μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ποίμνης εἶναι καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κερκύρας Ἀρσένιος.
Ὁ Ἀρσένιος εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς στά Ἱεροσόλυμα, τήν πόλη τήν ἁγία, στά χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Μακεδόνος (867 – 886). Οἱ εὐσεβέστατοι γονεῖς του, ἀπό βρέφος ἀκόμη ὄχι μόνο τόν μόρφωσαν ἐν Χριστῷ, ἀλλά καί τόν ἀφιέρωσαν στόν Κύριο μέ τόν ἱερό πόθο νά ὑπηρετήσει τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του.
Δέν γνωρίζουμε πολλά γιά τή νεανική του ἡλικία. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι, ὥριμος πλέον χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στή Σελεύκεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί στή συνέχεια ἐπί Πατριάρχου Τρύφωνος (928 – 931) ἦλθε στή Βασιλεύουσα καί ἔλαβε ἐπίσημη ἱερατική θέση κοντά στόν Πατριάρχη. Καί στήν ἐπίσημη αὐτή θέση ἐργάσθηκε ὁ Ἀρσένιος μέ ὅλη τή συναίσθηση τῆς εὐθύνης του ἀπέναντι στόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Ἀργότερα ὁ Πατριάρχης Θεοφύλακτος (931 – 956), ὁ ὁποῖος γνώρισε ἀπό κοντά καί παρακολούθησε τό ἔργο τοῦ καλοῦ αὐτοῦ ἐργάτη, τόν ἀνέβασε σέ ὑψηλότερη λυχνία. Τόν προήγαγε καί τόν χειροτόνησε ἐπάξια σέ Ἐπίσκοπο καί Ἀρχιεπίσκοπο Κερκύρας.
Καί ὁ νέος Ἐπίσκοπος ἦλθε στήν Κέρκυρα μέ πολλή ἀγάπη πρός τό ποίμνιο πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος, ἀλλά καί μέ ἐνθουσιασμό καί ἀπόφαση νά ἐργασθεῖ γι’ αὐτό μέχρι θανάτου. Κύριο μέλημά του ἦταν τό κήρυγμα. Κήρυγμα ἀφυπνιστικό, διαφωτιστικό, ἀλλά καί οἰκοδομητικό. Μέλημά του καί ἡ φιλανθρωπία καί κάθε ἀγαθοεργία. Ἡ βοήθεια ὅσων εἶχαν ἀνάγκη καί γιά ὅ,τι εἶχαν ἀνάγκη. Ἐργαζόταν ὅ,τι ὁ Θεός διά τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ ζητᾶ ἀπό τούς ποιμένες: «Τό χαμένο πρόβατο θά φροντίσω νά τό βρῶ, τό περιπλανώμενο θά τό ἐπιστρέψω, ἐκεῖνο πού ὑπέστη κάταγμα θά τό ἐπιδέσω, τό ἀσθενικό θά τό ἐνισχύσω, τό ὑγιές θά τό προφυλάξω καί γενικῶς θά τά ποιμάνω ὅλα μέ δικαιοσύνη» (Ἰεζ. λδ΄ 16). Ὁ Ἀρσένιος διακρίθηκε καί ὡς συγγραφεύς ἔργων πνευματικῆς οἰκοδομῆς τοῦ ποιμνίου του.
Ἰδιαιτέρως ὅμως πρόσφερε ὅλο τόν ἑαυτό του ὑπέρ τῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ στίς κρίσιμες περιστάσεις πού βρέθηκε ὁ λαός τῆς Κερκύρας, ὅταν ληστρικές συμμορίες ἐπέδραμαν ἐναντίον τῆς νήσου. Σλαβικές συμμορίες ἀπό τίς ἀπέναντι περιοχές τῆς Ἠπείρου ἐπέφεραν μεγάλες καταστροφές, καί ἦταν ἕτοιμες νά προχωρήσουν μέχρι τήν Κέρκυρα. Ὁ φόβος τοῦ κερκυραϊκοῦ λαοῦ ἦταν μεγάλος καί ἡ ἀγωνία του εἶχε φθάσει στό κατακόρυφο. Τότε αὐτόκλητος ὁ γενναῖος Ἀρχιεπίσκοπος, ὡς καλός ποιμήν, ἀνέλαβε ἔργο σωτηρίας. Παίρνει τήν πρωτοβουλία καί χωρίς νά ὑπολογίσει τόν κίνδυνο ἔρχεται νά συναντήσει τούς ἐπιδρομεῖς. Καί οἱ Σλάβοι τόν δέχθηκαν βέβαια, ἀλλά ἀντί νά πεισθοῦν σ’ ὅ,τι ἐκεῖνος μέ πόνο καί δάκρυα, ὡς πατήρ καί ποιμήν, τούς παρακαλοῦσε, τόν κράτησαν ὅμηρο, δέσμιο κοντά τους. Στή συνέχεια μέ μανία ἀσυγκράτητη, μέ μονόξυλα, πέρασαν στήν Κέρκυρα, ἕτοιμοι νά ἀρχίσουν τό ὀλέθριο ἔργο τους. Τότε οἱ Κερκυραῖοι, ἐμπνευσμένοι ἀπό τό παράδειγμα τῆς αὐτοθυσίας τοῦ ποιμένα τους, μέ ἐνθουσιασμό καί ἐκπληκτικό θάρρος ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τῶν ἐπιδρομέων καί τούς ἔτρεψαν σέ φυγή. Πρῶτο τους ἔργο ἦταν νά σπεύσουν νά ἐλευθερώσουν τόν καλό τους ποιμενάρχη, τόν ὁποῖο καί μέ μεγάλη συγκίνηση καί ἐξαιρετικές τιμές ἐπανέφεραν στήν Κέρκυρα.
Δέν ἦταν ὅμως ἡ μόνη φορά, πού ὁ Ἀρσένιος ἔδειξε τέτοια αὐτοθυσία. Ἀργότερα ὁ διοικητής τῆς Κερκύρας, ἀνθρωπος κακῆς διαγωγῆς καί φήμης, ἄπληστος καί αἰσχροκερδής, κατήγγειλε τούς Κερκυραίους στόν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο τόν Πορφυρογέννητο (911 – 959) γιά ἀπιστία καί προδοσία τῶν δημοσίων συμφερόντων. Καί ὁ βασιλεύς κάλεσε τότε τούς προκρίτους νά ἔλθουν στήν Κωνσταντινούπολη καί νά ἀπολογηθοῦν γιά ὅσα κατήγγειλε σέ βάρος τους ὁ διοικητής.
Μπροστά στή μεγάλη αὐτή ἀδικία ὁ ἅγιος Ἀρχιεπίσκοπος ἀντέδρασε. Δέν μποροῦσε νά βλέπει τό ποίμνιό του νά συκοφαντεῖται τόσο ἀπροκάλυπτα, καί μάλιστα ἀπό ἕναν ἀνάξιο διοικητή, στόν αὐτοκράτορα. Καί ἀποφάσισε τότε, γέροντας πλέον, νά ἐπιχειρήσει ἕνα ταξίδι κοπιαστικό καί νά ἔλθει στήν Κωνσταντινούπολη νά παρουσιάσει στόν βασιλέα τά πράγματα ὅπως εἶχαν καί νά δικαιώσει τούς κατηγορουμένους. Κι ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ ἀντίκρυσε τόν σεβάσμιο γέροντα κι ὅταν ἄκουσε ἀπό τό στόμα του τά ὅσα πειστικά μέ κάθε εἰλικρινειά του ἀνέφερε, τόν καθησύχασε καί ἀθώωσε τούς συκοφαντημένους. Συγκινημένος ὁ Ἀρσένιος ἀπό τήν ἐπιτυχία τῆς ἀποστολῆς του καί μέ εὐχαριστίες στόν βασιλέα, καί μάλιστα πρός τόν Ἀρχιποίμενα Κύριο, ἀναχώρησε γιά τήν ἀγαπημένη του Κέρκυρα μέ τό ἐπίσημο αὐτοκρατορικό ἔγγραφο στά χέρια. Ὅμως κατά τήν ἐπιστροφή, μέσα στό πλοῖο ἀσθένησε καί κοντά στήν Κόρινθο πέθανε.
Τό ἱερό του σκήνωμα μεταφέρθηκε στήν Κέρκυρα. Ὁ κερκυραϊκός λαός, τό εὐλαβές ποίμνιο, τό δέχθηκε μέ ρίγη συγκινήσεως, μέ δάκρυα καί θρῆνο, καί τό ἐνταφίασε μέ τιμές Ἁγίου. Ἀπό ἐκεῖ δέν ἔπαυσε ὁ Ἅγιος καί μετά θάνατον νά χαρίζει στήν Κέρκυρα καί τό λαό της πλούσιες καί θαυματουργικές τίς εὐεργεσίες του. Ἀλλά καί στόν οὐρανό δέεται πάντοτε ἐκτενῶς ὑπέρ τοῦ εὐγενοῦς καί εὐλαβοῦς κερκυραϊκοῦ λαοῦ.
Πράγματι, σ’ ὅλα τά σημεῖα ὁ Ἀρσένιος ἀποδείχθηκε καλός ποιμήν, ὡς τροφοδότης καί ὑπερασπιστής τοῦ ποιμνίου του μέχρι θυσίας καί θανάτου. Κύριε, χάριζε καί πλήθυνε στήν Ἐκκλησία σου τέτοιους ἅγιους καί ἡρωικούς ποιμένες!
Ἀπό τό βιβλίο «Ἄνθοι τοῦ Παραδείσου»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη