Σήμερα 20/1/2016 εορτάζουν:
- Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας
- Άγιος Ζαχαρίας ο Νεομάρτυρας εξ Άρτης
- Άγιοι Βάσσος, Ευσέβιος, Ευτύχιος και Βασιλίδης
- Άγιοι Ιννάς, Πιννάς και Ριμμάς
- Άγιος Πέτρος ο μακάριος ο τελώνης
- Άγιοι Θύρσος και Αγνή οι Μάρτυρες
- Άγιος Λέων Μακέλλης ο Μέγας ο Θράξ
- Αγία Άννα
- Όσιοι Ευθύμιος ο Ησυχαστής και Λαυρέντιος ο Έγκλειστος
- Άγιος Ευθύμιος Αρχιεπίσκοπος Τυρνόβου
- Άγιος Ιωάννης ο Ιερομάρτυρας
- Άγιος Θεόδωρος του Τόμσκ
O ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ O ΜΕΓΑΣ
Ὁ ὅσιος Εὐθύμιος εἶναι ὁ μέγας τῆς Ἐκκλησίας μας ἀσκητής καί συγχρόνως Ἱεραπόστολος. Συνδύασε ἄριστα ζωή ἀσκήσεως καί ἱεραποστολῆς. Ζωή ὀρθοδόξου ἀγωνιστικότητος καί ἁγιότητος. Γι’ αὐτό καί ἔλαμψε ὡς ἀστήρ πρώτου μεγέθους στό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας, αἰώνιο παράδειγμα ὁλοκληρωτικῆς προσφορᾶς στόν Θεό.
1. Δῶρο Θεοῦ.
Στή Μελιτηνή τῆς Ἀρμενίας γεννήθηκε ὁ Εὐθύμιος τό ἔτος 377 μ.Χ. ἐπί αὐτοκράτορος Γρατιανοῦ καί χαρακτηρίσθηκε ὡς δῶρο Θεοῦ. Διότι ἡ γέννησή του ἦταν καρπός μακροχρόνιας καί θερμῆς προσευχῆς τῶν εὐσεβῶν γονέων τοῦ Παύλου καί Διονυσίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐπί ἔτη πολλά ἄτεκνοι. Γιά τό λόγο αὐτό, ὅταν τόν ἀπέκτησαν, ἀποφάσισαν νά τόν ἀφιερώσουν μέ εὐγνωμοσύνη στόν Θεό, ὅπως ἔκανε παλιότερα ἡ Ἄννα γιά τόν γιό τῆς Σαμουήλ. Ἔτσι ἡ πιστή μητέρα ἀφοσιώθηκε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς της στήν ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ της, γιά νά τοῦ δώσει ἀπό τήν πρώτη ἡλικία ἀγωγή θρησκευτική, μόρφωση χριστιανική. Καί ἡ φροντίδα αὐτή ἐντάθηκε ἀκόμη περισσότερο, ὅταν σέ ἡλικία μόλις τριῶν ἐτῶν ὁ Εὐθύμιος ἔχασε τόν πατέρα του καί ἔμεινε ὀρφανός.
Ἄν ὁ Θεός γιά λόγους πού ἡ πανσοφία του γνωρίζει, στέρησε τόν Εὐθύμιο ἀπό τήν παρουσία καί φροντίδα τοῦ πατέρα του, προνόησε ὅμως νά ἀναπληρώσει τήν ἀπουσία τοῦ πατέρα. Ἔτσι ὁ ὀρφανός Εὐθύμιος προστατεύθηκε, ἀλλά καί ὁ ἱερός πόθος τῶν εὐσεβῶν γονέων τοῦ πραγματοποιήθηκε. O Ἐπίσκοπος δηλαδή τῆς Μελιτηνῆς Εὐτρώιος πληροφορήθηκε ἀργότερα τήν περίπτωση τοῦ μικροῦ ὀρφανοῦ κι ἐπειδή διέκρινε καί τά ἰδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα τοῦ παιδιοῦ, τό ἀνέλαβε ὑπό τήν προστασία του. Τό ἀνέθεσε στούς δυό ἔμπιστους Ἀναγνῶστες του, Ἀκάκιο καί Συνόδιο, μέ τήν ἐντολή νά φροντίσουν αὐτοί ἐκ μέρους του σ’ ὅλα γιά τόν Εὐθύμιο. Καί τόν ἀνέλαβαν πράγματι οἱ δυό συνετοί παιδαγωγοί μέ συναίσθηση τῆς εὐθύνης τους ἀπέναντι στό παιδί καί τό μέλλον του, ἀλλά καί ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία.
Σέ δυό κυρίως τομεῖς στράφηκε ἡ φροντίδα τῶν ἐκλεκτῶν κηδεμόνων: στήν ἐν Χριστῷ ἀγωγή, τόν πνευματικό δηλαδή καταρτισμό τοῦ Εὐθυμίου, καί τήν θεολογική καί ἐκκλησιαστική μόρφωσή του. Καί ἀνταποκρίθηκε καί εὐδοκίμησε καί στά δυό ὁ Ἅγιος, ὥστε καί θεολογική μόρφωση ἀξιόλογη νά λάβει καί ἁγιότητα βίου νά παρουσιάσει. Σεμνός, ἠθικός, συνετός, ὀρθόδοξος στό φρόνημα, θερμός στό ζῆλο, κλήθηκε νωρίς ἀπό τόν Ἐπίσκοπο καί χειροτονήθηκε διαδοχικά διάκονος καί ἱερεύς. Ἡ ὅλη του ἀνατροφή τόν ἀπέδειξε ἱκανό νά τοῦ ἀνατεθοῦν γρήγορα καί τά καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς Μελιτηνῆς, ἀλλά καί τοῦ Ἔξαρχου ὅλων τῶν Μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς.
Δόθηκε τότε εὐκαιρία στόν φιλομαθή ἡγούμενο καί στράφηκε περισσότερο στή μελέτη, συμπλήρωσε καί ἀνέπτυξε τή θεολογική του μόρφωση. Ἀλλά συγχρόνως μέ τήν ἁγιότητα καί τήν δραστηριότητά του ἀνέδειξε τή Μονή πνευματικό φυτώριο, κέντρο ψυχικοῦ ἀνεφοδιασμοῦ καί δυνάμεως.
Σέ ὥριμη ἡλικία, τό ἔτος 406, ἔρχεται στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Τούς τόπους, ὅπου ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔζησε ὡς ἄνθρωπος, δίδαξε καί πέθανε γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τό ὅλο περιβάλλον ἐδῶ τόν συγκίνησε βαθύτατα καί τόν εἵλκυσε. Μέ θερμό λοιπόν πόθο γιά τήν ἁγιότητα καί μέ ἀγάπη πολλή γιά τήν ἄσκηση, κλείσθηκε στό σπήλαιο τοῦ ὁσίου Θεοκτίστου καί κοντά στόν ἅγιο Γέροντα ἀσκοῦνταν στίς μοναχικές ἀρετές καί μάλιστα στήν ὑπακοή, τή μελέτη καί αὐτομελέτη, τήν προσευχή. Σημειώνει ὁ ἱερός ὑμνωδός:
«οὐκ ἔδωκας ὕπνον σοῖς ὀφθαλμοῖς οὐδέ τοῖς βλεφάροις σου νυσταγμόν ἕως οὗ τήν ψυχήν καί τό σῶμα τῶν παθῶν ἠλευθέρωσας καί σεαυτόν ἡτοίμασας τοῦ Πνεύματος καταγώγιον» (κατοικητήριον).
Ἦταν μιά ἐσωτερική παρόρμηση πού τοῦ ἔβαλε ὁ Θεός, γιά νά τόν ἑτοιμάσει γιά τήν μελλοντική του δράση καί τήν πνευματική του ἀκτινοβολία.
2. Μέ ὁρμητήριο τό ἀσκητήριο.
Ἐγκαταστάθηκε ὁ Εὐθύμιος στό ἀσκητήριό του καί ἀσκοῦνταν. Δέν ἄργησαν ὅμως οἱ πιστοί τῆς περιοχῆς νά τόν γνωρίσουν. Καί μέ τή γνωριμία τους αὐτή αἰσθάνθηκαν τήν ἕλξη τῆς λαμπρῆς του φυσιογνωμίας, φυσιογνωμίας καθαροῦ ὀρθοδόξου βιώματος, ἀσκήσεως καί θερμοῦ ζήλου γιά ἱεραποστολική δράση.
Συγκεντρώθησαν λοιπόν σιγά – σιγά γύρω του πολλοί, μέ τόν πόθο νά καθοδηγηθοῦν ἀπ’ αὐτόν καί νά συνεργασθοῦν μαζί του γιά τή διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας στίς γύρω περιοχές. Ἔτσι κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο ὁ Εὐθύμιος «φερωνύμως ἔγινε εὐθυμία τῶν πιστῶν» καί αὐτός πού ἦταν καρπός στειρώσεως ἀποδείχθηκε πολύγονος, διότι «ἐκ τοῦ πνευματικοῦ του σπέρματος» γέμισε ἡ ἔρημος ἀπό πλῆθος ἁγίων μοναστῶν.
Ἄρχισε τότε ὁ ἅγιος ἡγούμενος τό ἱεραποστολικό ἔργο του στίς γύρω χῶρες. Διότι θεωροῦσε τά δυό ἔργα, ἄσκηση καί ἱεραποστολή, συνδεδεμένα μεταξύ τους ἀναπόσπαστα, ἐφόσον ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς, πού ἔδωσε στούς μαθητές του τήν ἐντολή τοῦ ἁγιασμοῦ, ὁ ἴδιος ἔδωσε καί τήν ἐντολή νά εὐαγγελίζονται στά ἔθνη. Ἐντολή, τήν ὁποία κατά γράμμα καί οἱ ἴδιοι ἐφάρμοσαν (Μάτθ. ε΄ 13 – 14, κη΄ 19, Μάρκ. ιστ΄ 19 – 20), ἀλλά καί οἱ διάδοχοί τους ἀποστολικοί καί λοιποί Πατέρες. Συστηματοποίησε λοιπόν ὁ Εὐθύμιος τήν ἱεραποστολική του ἐργασία ἰδιαιτέρως στίς ἀραβικές χῶρες. Ἔστειλε φωτιστές καί φωτίσθηκε ἡ χώρα μέ τό φῶς τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος. Πολλοί ἀπό τούς Ἄραβες Σαρακηνούς, πού δέχθηκαν τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, πίστευσαν στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, βαπτίσθηκαν καί ἔγιναν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι τό ἀσκητήριο τῆς ἐρήμου ἀναδείχθηκε ἱεραποστολικό κέντρο, πηγή φωτισμοῦ, μέ κατευθυντήριο νοῦ τόν ἔνθεο ζηλωτή, τόν θερμουργό ὅσιο Εὐθύμιο.
Ἦταν ὅμως τότε καί ἐποχή πολλῶν αἱρέσεων. Οἱ αἱρετικοί ἐργάζονταν μέ τρόπο ὕπουλο καί μέ θράσος, κατόρθωναν μάλιστα μέ τήν δόλια ψευδοδιδασκαλία τους καί τή διαστροφή τῶν Γραφῶν νά παραπλανοῦν τούς ἁπλοϊκούς Ὀρθοδόξους. Τό ὀλέθριο ἔργο τους δέν ἄφηνε σέ ἡσυχία τόν Εὐθύμιο. Ἡ ψυχή του πονοῦσε καί διαμαρτυρόταν. Τότε ὁ Ὅσιος στράφηκε μέ τή συνοδεία του στή διαφώτιση ὅσων πλανήθηκαν καί στήν προφύλαξη τῶν Ὀρθοδόξων.
Καί πράγματι ἡ δραστηριότητά του, οἱ προσευχές του, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἔφεραν τό θαυμαστό ἀποτέλεσμα. Εἶχε τήν ἐξαιρετική χαρά καί τήν ἱκανοποίηση νά δεῖ πολλούς αἱρετικούς, Νεστοριανούς, Εὐτυχιανούς, Μανιχαίους, νά διαφωτίζονται καί νά ἐπιστρέφουν στήν ὀρθόδοξη πίστη. Μεταξύ αὐτῶν ὁ Εὐθύμιος κατόρθωσε νά ἀποσπάσει καί τήν βασίλισσα Εὐδοκία, ἡ ὁποία εἶχε ἐμπλακεῖ στά δίκτυα τῆς αἱρέσεως τῶν μονοφυσιτῶν. Ἔκανε ἐντύπωση στή βασίλισσα ἡ θεολογική κατάρτιση τοῦ Ὁσίου, ἡ ὅλη του ἁγία φυσιογνωμία. «Ἦν μέν τό ἦθος μέτριος (στόν χαρακτήρα μετριοπαθής), τόν τρόπον πηλούς, τό χρῶμα λευκός, τήν ἡλικίαν εὐσταλής (στό ἀνάστημα εὐθυτενής) καί σεμνός, πολιός (λευκός) τήν τρίχα καί τήν ὑπήνην (τά γένεια του), μέχρι τῶν μηρῶν καθεικώς (μακρότατο).
Οἱ ἱεροί Συναξαριστές διηγοῦνται πλῆθος θαυμάτων, τά ὁποῖα ἐπιτέλεσε ὁ ὅσιος Εὐθύμιος καί μέ τά ὁποῖα συνόδευε τή διδασκαλία του καί τήν ἱεραποστολική του δράση. Καί ἀσθενεῖς θεράπευσε καί πεινασμένους ἔθρεψε καί νερό στούς ἀνθρώπους ἔδωσε μέ θαυματουργική βροχή. «Καί ἰάσεων ὤφθη πηγή καί διατροφή λιμώττουσι καί διψώντων δι’ ἐπομβρίας».
Σέ πολύ βαθειά γηρατειά, ἑκατονταεής περίπου, μετά ἀπό πολυετή ποικίλη ἐκκλησιαστική δράση ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ στίς 20 Ἰανουαρίου τοῦ 473 ἐπί Λέοντος Α΄ τοῦ Θρακός.
Ἔτσι ὁ Εὐθύμιος ἀποδείχθηκε δυνατός προβολεύς καί γλυκειά φωνή τῆς Ὀρθοδοξίας γιά τήν ὅλη περιοχή, ὁδηγός καί φωτιστής, θαυματουργός ἰατρός καί τροφοδότης, ὅσιος καί ἅγιος, μοναζόντων βακτηρία καί ἑδραίωμα. Τά θαυμαστά ἀποτελέσματα ἀσκήσεως καί ἱεραποστολῆς, τά ὁποῖα κατέγραψε ἡ ἱστορία καί θαυμάζουν οἱ αἰῶνες, τόν ἀνέδειξαν «Μέγα». Θά μπορούσαμε καί μεῖς μαζί μέ τόν ἱερό ὑμνωδό νά ψάλουμε:
«Ὁ βίος σου, Παμμάκαρ, ἀγγελικός, ἡ ζωή σου, Θεόφρον, ὑπέρλαμπρος ἡ δέ ψυχή φωτοειδεστάτη· Θεοειδής καί εὐσεβής ἡ πίστις σου θείων γάρ δογμάτων ὑφηγητής ἐγένου, θεοφόρε, καί κῆρυξ ὀρθοδόξου διδασκαλίας ἐχρημάτισας. Διό πύλη σοι οὐρανῶν ἠνέωκται. Εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου καί πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν, ὅσιε Εὐθύμιε».
Στιχηρόν Μεγάλου Ἑσπερινοῦ. Ἦχος α΄.
Πάτερ Εὐθύμιε, καρπός ἔφυς μέν στειρώσεως, ἀλλ’ ὤφθης ὄντως πολύγονος,
ἐκ γάρ τοῦ σπέρματος τοῦ πνευματικοῦ σου Μοναστῶν πεπλήρωται ἡ ἔρημος,
ἡ πρίν ἀδιόδευτος· καί νῦν ἱκέτευε δωρηθῆναι ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τήν εἰρήνην καί τό μέγα ἔλεος.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄.
Εὐφραίνου ἔρημος ἡ οὐ τίκτουσα, εὐθύμησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα·
ὅτι ἐπλήθυνέ σοι τέκνα, ἀνήρ ἐπιθυμιῶν τῶν τοῦ Πνεύματος,
εὐσεβείᾳ φυτεύσας, ἐγκρατείᾳ ἐκθρέψας εἰς ἀρετῶν τελειότητα.
Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστέ ὁ Θεός, εἰρήνευσον τήν ζωήν ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ Ο ΕΞ ΑΡΤΗΣ
Ὁ οὐρανὸς τῆς ᾿Εκκλησίας μας στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας πλουτίστηκε μὲ τὴ λάμψη πλήθους νεοφανῶν ἀστέρων. Πρόκειται γιὰ τοὺς Νεομάρτυρες. Οἱ ἅγιες αὐτὲς μορφές — κάθε ἡλικίας καὶ ἐπαγγέλματος — προβάλλουν ἀπὸ κάθε γωνιὰ τῆς σκλαβωμένης Πατρίδος μας καὶ μὲ τὸ ἱλαρὸ φῶς τους καθοδηγοῦν μὲ ἀσφάλεια τὰ βήματά μας σὲ δρόμους αὐθεντικῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
῞Ενας τέτοιοε ἀστέρας – Νεομάρτυρας ποὺ ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος, εἶναι ὁ ἅγιος Νεομάρτυρας Ζαχαρίας ἀπὸ τὴν Ἄρτα, «τὸ τῆς Ἄρτης καλλώπισμα καὶ ᾿Ηπείρου τὸ καύχημα». Ὁ Νεομάρτυς Ζαχαρίας ὑπῆρξε ἐποχή — κατὰ τὴν νεανική του ἡλικία — ποὺ ἔχασε τὸ πνευματικό του φῶς. Πρόδωσε τὴν ἀληθινή του πίστη. Ἔγινε ἐξωμότης. ᾿Εγκατέλειψε τότε τὴν πατρίδα του καὶ ἦλθε στὴν Παλαιὰ Πάτρα (τὴ σημερινὴ Πάτρα). Καὶ ἐκεῖ ἄνοιξε ἐργαστήριο γουναρικῶν καὶ ἀσκοῦσε μὲ τιμιότητα τὸ ἔργο τοῦ γουναρᾶ. Ὁ πανάγαθος ὅμως Θεὸς χάρισε στὸν ἐξωμότη δοῦλο του εὐκαιρία μετανοίας. ῾Ως μέσο χρησιμοποίησε ἡ θεία Πρόνοια τὸ ψυχωφελὲς βιβλίο «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία», ἕνα ἀπὸ τὰ λίγα πνευματικὰ βιβλία ποὺ κυκλοφοροῦσαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ βιβλίο ὁ πρώην Ζαχαρίας καὶ τώρα ἐξωμότης Μεεμέτης μελετοῦσε κρυφά. Καὶ ἡ μελέτη αὐτὴ τὸν ἀνέστησε. Ζήτησε ἐπίμονα ἀπὸ κάποιον φίλο του νὰ τοῦ βρεῖ κάποιοιν «ἐνάρετο πνευματικό». Καὶ ἐκεῖ ὁ Ζαχαρίας μὲ δάκρυα κατέθεσε «τὸ μεγάλο του κρῖμα ἀλλὰ καὶ τὸν πόθο ὁμολογίας καὶ ἐπανορθώσεως». Ὁ ἔμπειρος ὅμως Πνευματικὸς δοκίμασε τὴ γνησιότητα τῆς ἀποφάσεώς του μὲ εἰδικὴ ἄσκηση ὑπακοῆς σὲ κανόνα, τὸν ὁποῖο εὐχαρίστως δέχθηκε.
Τώρα ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Ζαχαρίου ἄναψε ἀκόμη περισσότερο καί — ὅπως σημειώνει ὁ αὐθεντικὸς βιογράφος του, ὁ ὅσιος Νικόδημος — ἐπιθυμοῦσε μὲ ἐπιμονὴ «νὰ θυσιάσει καὶ δέκα ζωές (ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ ἔχει) γιὰ τὸ ὄνομά του (τοῦ Χριστοῦ) τὸ Ἅγιον».
Τίποτε δὲν ἀνέκοψε τὴν γενναία του ἀπόφαση. Οὔτε ἡ ἡλικία του ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ φόβος τῶν σκληρῶν βασανιστηρίων, στὰ ὁποῖα ὑπέβαλλαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τοὺς πιστοὺς οἱ Τουρκαλβανοὶ τῆς Πελοποννήσου. «Ἔχω, ἔλεγε, τόση δίψα γιὰ νὰ βασανιστῶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ».
Λίγο πρὶν ἀναχωρήσει γιὰ τὴν γενναία του ὁμολογία, ἐξομολογήθηκε καὶ πάλι — ἀναλυτικότερα τώρα — ὅλες τὶς ἁμαρτίες του, «ὄρθιος μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια καὶ μὲ κατάνυξη». Στὴ συνέχεια ὁ Συναξαριστὴς μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Πνευματικός του τοῦ «ἀνέγνωσε τίς συγχωρητικές εὐχές κατὰ τὴν τάξη τῆς ᾿Εκκλησίας μας καὶ ἀφοῦ τόν μύρωσε, τὸν κοινώνησε τὰ ἄχραντα Μυστήρια». Καὶ ἀφοῦ ἔκαναν μετὰ μαζὶ Παράκληση στὴν ῾Υπεραγία Θεοτόκο τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ εἶπε νὰ μὴ μιλήσει ὑβριστικὰ γιὰ τὴν θρησκεία τῶν Τούρκων· ἀλλὰ «μὲ σύντομα λόγια νὰ ἀρνηθεῖ» τὴν πίστη πρὸς τὸν Μωάμεθ «καὶ νὰ ὁμολογήσει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι Χριστιανός».
Κι ἔτσι ὁπλισμένος ὁ ὑποψήφιος μάρτυρας μὲ δύναμη καὶ θεία χάρη ἔτρεξε πρὸς τὸ καθῆκον τοῦ ἐξαγνισμοῦ του. Πούλησε ἀμέσως ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του καὶ τὰ διαμοίρασε σὲ πτωχούς. Κράτησε μόνο λίγα χρήματα καὶ πῆρε τὸ «χαρατζοχάρτι», γιὰ νὰ λογισθεῖ καὶ πάλι «ραγιᾶς», δηλαδὴ ῞Ελληνας ὀρθόδοξος. Καὶ μετὰ ἔτρεξε πρὸς τὸν Κριτή.
Καθὼς περνοῦσε τοὺς δρόμους, ζητοῦσε συγγνώμη δημοσίως ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ ἔβλεπε γύρω του λέγοντας· «Συγχωρήσατέ μοι, ἀδελφοί μου, καὶ ὁ Θεὸς συγχωρήσοι σας». Καί μπροστὰ στὸν Κριτὴ ὁμολόγησε μὲ ἀφοβία· «᾿Εγὼ δὲν ὀνομάζομαι πλέον Μεεμέτης· ἀλλὰ Ζαχαρίας… ἦλθα ἐδῶ νὰ ἀρνηθῶ τὴν πίστη σας καὶ νὰ ἐνδυθῶ τὸν Χριστό μου».
Μάταια ὁ Κριτὴς προσπάθησε νὰ τὸν μεταπείσει… Τὸν θεώρησε μάλιστα μεθυσμένο… Σὲ εἰδικὴ σύναξη ἀγάδων ἀποφάσισαν νὰ τὸν φυλακίσουν. Καὶ ἐκεῖ καθημερινὰ δεχόταν ὁ Μάρτυς 3 φορὲς σκληροὺς ραβδισμούς. Καὶ ὁ γενναῖος Ζαχαρίας ἀσάλευτος καὶ γεμᾶτος χαρὰ ἔλεγε· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἀρνητή σου καὶ βοήθησέ με».
῞Ομως αὐτὸ τὸ ἦθος τοῦ Μάρτυρος προξένησε τὴν ἀγανάκτηση τοῦ Μπουλούκμπαση (ἀρχηγοῦ στρατιωτικοῦ τμήματος). Καὶ μὲ ἐντολή του ὁ δεσμοφύλακας ἦλθε στὸν Ζαχαρία καὶ «τέντωσε πολύ τά πόδια του στὸ ξύλο καὶ τά σκέλη του σχίσθηκαν». Καὶ ὁ Μάρτυς κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ λέγοντας μὲ δυνατὴ φωνὴ «Κύριε, εἰς χεῖράς σου παρατίθημι τὸ πνεῦμά μου» ἐτελειώθη. ῏Ηταν τότε 20 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 1782.
Ὁ Θεὸς δόξασε ἀμέσως τὸν Μάρτυρά Του. Ἄρρητος εὐωδία ξεχύθηκε ἀπὸ τὴ φυλακὴ τὴν ὥρα ἐκείνη. Τὸ ἱερό του Λείψανο οἱ βασανιστές τὸ ἔσυραν βίαια στοὺς δρόμους τῆς Παλαιᾶς Πάτρας καὶ τὸ ἔρριψαν σὲ ἕνα ξεροπήγαδο μαζὶ μὲ χώματα καὶ χόρτα λέγοντας «πὼς δὲν εἶναι ἄξιο ταφῆς, ἐπειδὴ ἐνέπαιξε καὶ τίς δύο θρησκεῖες».
Ὁ μαρτυρικὸς θάνατος τοῦ Ζαχαρίου συγκίνησε πολύ. Οἱ εὐλαβεῖς Χριστιανοὶ συμπολῖτες του ἀπὸ τὴν Ἄρτα ἀνέγειραν τὸ 1989-1990 «στὸν περιβάλλοντα χῶρο τῆς Μονῆς τῆς Κάτω Παναγιᾶς» μὲ ἔμπνευση τῆς ὁσιωτάτης καθηγουμένης Ἁγνῆς μοναχῆς ἕναν κομψὸ καὶ περικαλλῆ βυζαντινὸ ἱερὸ ναὸ τοῦ Νεομάρτυρος. Καὶ μὲ λαμπρότητα τὸν πανηγυρίζουν στὴν μνήμη του πλήθη εὐσεβοῦς λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ὅλοι διδασκόμαστε ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου πὼς ὁ δρόμος πρὸς τὴν ἁγιότητα περνᾶ μέσα ἀπὸ τὰ δάκρυα τῆς γνησίας μετανοίας. ῾Η μετάνοια καλλιτεχνεῖ ἁγίους Μάρτυρες. Δικαίως ὁ ὑμνογράφος τὸν ὑμνεῖ· «Μετανοίας τοῖς δάκρυσι, πάλιν ἀνεκτήσω, θησαυρὸν τὸν τίμιον τῆς θείας πίστεως». «Μετανοήσας εἰλικρινῶς, ὡς ὁ Πέτρος ὁ κορυφαῖος τῶν Μαθητῶν πρὸς μαρτυρικοὺς ἀποδυσάμενος ἀγῶνας περιφανῶς ἠγωνίσω ὑπὲρ Χριστοῦ!…». Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ζαχαρία, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ
Συγκλητικός ἦταν ὁ Εὐσέβιος. Μέλος δηλαδή τῆς περίφημης ρωμαϊκῆς Συγκλήτου, πού ἦταν τό ἀνώτερο νομοθετικό σῶμα τῆς αὐτοκρατορίας. Ἄνθρωπος, πού κατεῖχε ὑψηλή καί περίβλεπτη, ὅσο καί περίζηλη θέση κοντά στόν αὐτοκράτορα τῶν Ρωμαίων. Αὐτοκράτωρ τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ὁ Διοκλητιανός (284 – 304). Καί συγχρόνως ὁ Εὐσέβιος ἦταν μορφωμένος καί πλούσιος, ὅπως συνήθως οἱ συγκλητικοί. Βεβαίως ἦταν εἰδωλολάτρης. Εἰδωλολάτρης μέ ἐμμονή καί ζῆλο γιά τήν θρησκεία του, τήν ὁποία καί ὡς ἄτομο καί ὡς μέλος τῆς Συγκλήτου ὑποστήριζε, ὅπου κι ἄν βρισκόταν.
Ὅμως καλοπροαίρετη ψυχή. Καί τίς καλοπροαίρετες καί εἰλικρινεῖς ψυχές τίς ἑλκύει ὁ Μαγνήτης, πού λέγεται Χριστός καί ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐνῶ ὁ αὐτοκράτωρ δίωκε τούς πιστούς τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ βασάνιζε τούς Χριστιανούς, ἡ καλοδιάθετη ψυχή τοῦ συγκλητικοῦ Εὐσεβίου ἔκλινε πρός τήν χριστιανική εὐσέβεια. Περίεργος μέ τήν καλή περιέργεια καί μέ τό ἐνδιαφέρον πού χαρακτηρίζει τίς εὐγενεῖς ψυχές, θέλησε νά πληροφορηθεῖ τί εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τούς Χριστιανούς μέ τόσο πεῖσμα, σταθερότητα δηλαδή, νά ἐπιμένουν στήν πίστη τους, πίστη σ’ ἕνα σταυρωμένο Ἑβραῖο Ἰησοῦ. Καί τό ἐνδιαφέρον του δέν ἄργησε νά ἱκανοποιηθεῖ. Βρέθηκαν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἐξήγησαν. Τοῦ ἀνέλυσαν τήν ἀβυσσώδη διαφορά πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στή θρησκεία τοῦ Χριστοῦ καί στήν εἰδωλολατρική. Τοῦ εἶπαν, ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, πού σώζει, πού μεταβάλλει ψυχές, πού ἀλλάζει κοινωνίες, πού κάνει καινά τά πάντα (Ἀποκ. κα΄ 5). Καί αὐτός «ὡς παιδίον ἄκακον», ἁπλός στήν ψυχή, τά δέχθηκε, πίστευσε καί κατενύγη. Ἄλλωστε ἔβλεπε καθημερινά στή ζωή του καί τό ἔργο του τή διαφορά ζωῆς καί συμπεριφορᾶς εἰδωλολατρῶν καί Χριστιανῶν. Μποροῦσε καί μόνος του νά πιστοποιήσει τό πῶς ἀναγεννᾶ τούς ἀνθρώπους ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Μέχρι πού ἦλθε τό ἄλλο συγκλονιστικό γι’ αὐτόν γεγονός: Τό μαρτύριο τοῦ Ἐπισκόπου Θεοπέμπτου. Εἶδε τόν Ἐπίσκοπο τῶν Χριστιανῶν νά συλλαμβάνεται, νά ὁδηγεῖται στόν αὐτοκράτορα καί ἀπτόητος νά κρατᾶ καί νά ὁμολογεῖ τήν πίστη του. Εἶδε νά ποτίζουν τόν Μάρτυρα μέ δηλητήριο, εἶδε νά τόν βάζουν στόν κλίβανο νά καεῖ, καί ὅμως καί ἀπό τό δηλητήριο καί ἀπό τή φωτιά αὐτός νά μένει ἀπρόσβλητος καί ἄβλαβης καί μέ χαρά νά ὑμνεῖ τόν Κύριο καί Θεό του. Εἶδε ἀκόμη, μετά τή θαυματουργική διάσωση τοῦ Ἐπισκόπου, τόν ἴδιο τόν δήμιο, πού τόν πότισε μέ τό φαρμάκι, νά συγκινεῖται καί νά προσχωρεῖ, τήν ὥρα ἐκείνη τοῦ μαρτυρίου, στόν Χριστό καί τελικά ὁ Ἐπίσκοπος καί ὁ δήμιος νά πεθαίνουν ἀδελφωμένοι γιά τόν Χριστό. Εἶδε ὁ Εὐσέβιος τό θαῦμα καί παραδόθηκε. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τόν ἐπισκίασε. Καί ὁ Ἱερός Μαγνήτης τόν εἵλκυσε. Καί παραδόθηκε στόν Χριστό, γιά νά γίνει δικός του πλέον. Χωρίς καμμία ἐπιφύλαξη. Καί μάλιστα θερμός πιστός, ἐνθουσιώδης, ὁμολογητής τῆς ἀληθείας, ὅπως ὁ ἴδιος τήν εἶδε καί τήν ψηλάφησε.
Ὅμως δέν ἄργησε νά γίνει ἀντιληπτός, αὐτός καί οἱ ἀλλοι δυό μαζί του συγκλητικοί (Εὐτύχιος καί Βασιλείδης), πού πίστευσαν. Ἔγιναν ἀντιληπτοί καί χωρίς πολλές διαδικασίες καί χωρίς καμμία ἀναβολή τούς καταδίκασαν. Ὑπῆρχε ἄλλωστε κίνδυνος καί ἄλλοι νά ἐπηρεασθοῦν ἀπό τήν πίστη τους καί τή θαρραλέα ὁμολογία. Σέ εἰδική λοιπόν συγκέντρωση συγκλητικῶν καί ἄλλων ἐπισήμων, ὅπως καί πλῆθος κόσμου, γιά νά τούς ἐξευτελίσουν, τούς ἀφαίρεσαν μέ ἐντυπωσιακό τρόπο τίς ἐπίσημες ζῶνες τους, πού ἦταν τό ἔμβλημα τοῦ ἀξιώματός τους, καί τούς καθαίρεσαν ἀπό τό συγκλητικό ἀξίωμα. Βεβαίως δέν περιορίσθηκαν μέχρις ἐδῶ. Στή συνέχεια τόν Εὐσέβιο καί τούς ἄλλους δυό μαζί του, τούς κρέμασαν ψηλά μέ τό κεφάλι τους κάτω. Κάποια στιγμή κάποιος ἀπό τούς πεπειραμένους καί σκληρούς δημίους, «χείριστος τῶν φονικῶν ἀντικειμένων» κτύπησε τόν Εὐσέβιο μέ τσεκούρι στή μέση καί ἔσχισε στά δυό τό σῶμα του. Καί ὁ Εὑσέβιος «θέατρον γενόμενος Ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις, τόν τῆς νίκης στέφανον παρά Χριστοῦ ἐκομίσατο». Ἀπό τήν ἐπίσημη καί ἐπίζηλη θέση τοῦ συγκλητικοῦ μεταφέρθηκε μέ τιμές καί δάφνες στόν πανένδοξο θρόνο τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ, γιά νά παραμένει ἐκεῖ δοξαζόμενος αἰωνίως.
Κάνει ἐντύπωση ἡ θαυμαστή μεταστροφή τοῦ συγκλητικοῦ Εὐσεβίου; Εἶναι ἀποτέλεσμα βεβαίως τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς φροντίδος του γιά κάθε καλοπροαίρετη ψυχή. Εἶναι ἀποτέλεσμα ὅμως καί τοῦ καλοῦ παραδείγματος τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή τους τόν ἐντυπωσίασαν, ὅπως καί μέ τό μαρτύριό του ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Θεόπεμπτος.
Πόσο μεγάλη σημασία, ἀλήθεια, ἔχει τό παράδειγμα τῶν Χριστιανῶν μέσα στήν κοινωνία, πάντοτε μέν, ἰδιαιτέρως ὅμως σέ ὧρες δοκιμασίας καί θλίψεως, ὅπως ἦταν ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἐπισκόπου! Ὤ, ἐάν ὅλοι οἱ Χριστιανοί ἔδειχναν τέτοιο παράδειγμα παντοῦ καί πάντοτε! Θά ἦταν φῶτα, πού θά καλοῦσαν πρός τό Φῶς, καί θά ἔρχονταν τότε πολλοί πρός τό Φῶς, νά τό χαροῦν καί νά τό ζήσουν!
Ἀπό τό βιβλίο «Ἄνθοι τοῦ Παραδείσου»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη