Σήμερα 21/1/2016 εορτάζουν:
- Όσιος Μάξιμος ο Ομολογιτής
- Άγιος Νεόφυτος ο Μάρτυρας
- Αγία Αγνή
- Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
- Όσιος Ζώσιμος επίσκοπος Συρακουσών
- Άγιοι Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας οι εκ Τραπεζούντας
- Σύναξη της Αγίας Ειρήνης
- Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες
- Όσιος Νεόφυτος Προσμονάριος της Μονής Βατοπαιδίου
- Άγιος Αναστάσιος ο Μάρτυρας
- Άγιος Πάτροκλος
- Άγιοι Πάντες Μάρτυρες από του Πρωτομάρτυρα Στέφανου μέχρι σήμερα
- Όσιος Απολλώνιος ο Αναχωρητής
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας
- Άγιοι Γαβριήλ και Σιώνιος οι Μάρτυρες
- Όσιος Τίμων εκ Ρωσίας
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
Γενναῖος πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἥρωας ἀκατάβλητος. Ἀγωνιστής, πού δέν ἀποσύρεται ἀπό τό πεδίο τῆς μάχης παρά μόνο μέ τόν θάνατο. Τέτοιος ἦταν ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής. Ἐκκλησιαστική φυσιογνωμία ἐξαίρετη, πού ἐπί δεκατρεῖς τώρα αἰῶνες σάν φωτεινή στήλη φωτίζει τόν οὐρανό τῆς Ὀρθοδοξίας.
Στήν Κωνσταντινούπολη, τήν μεγάλη πρωτεύουσα τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, γεννήθηκε καί ἔζησε ὁ Μάξιμος. Ἡ καταγωγή του ἀπό οἰκογένεια ὑψηλῆς κοινωνικῆς τάξεως. Ἡ μόρφωσή του σπανία. Οἱ ἱκανότητές του σπουδαῖες. Τά τάλαντά του ζηλευτά. Πάρα πολύ νωρίς διακρίθηκε γιά τίς μεγάλες του ἀρετές καί τήν εὐστροφία τοῦ πνεύματός του. Οἱ σύμβουλοι τοῦ αὐτοκράτορος διέκριναν νωρίς τά μεγάλα του χαρίσματα. Καί ὁ Μάξιμος, ὁ εὐγενής καί εὐπαίδευτος νέος, κατέλαβε σπουδαία θέση στά ἀνάκτορα. Ὁ αὐτοκράτωρ Κώνστας, πατέρας τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Πωγωνάτου, ὁ ὁποῖος βασίλευσε ἀπό τό 641 – 668, τόν τίμησε μέ τό ἀξίωμα τοῦ Πρωτοασηκρήτου. Καί μέ τήν μεγάλη του εὐφυία καί τή σπανία του σύνεση ἀπέβη σπουδαῖος, ἤ μᾶλλον ὁ κυριότερος σύμβουλος τοῦ βασιλέως. Στό πρόσωπό του ὁ αὐτοκράτωρ διέκρινε τόν πιστό καί ἀφωσιωμένο καί σοφό συμπαραστάτη στόν χειρισμό μεγάλων καί πάρα πολύ σοβαρῶν ζητημάτων τῆς ἀχανοῦς αὐτοκρατορίας. Γι’ αὐτό καί τόν περιέβαλλε μέ ἐξαιρετική εὔνοια καί μέ πολλές τιμές.
Ἀλλά ὁ Μάξιμος δέν ἐπηρεάσθηκε οὔτε ἀπό τό μεγάλο ἀξίωμα, οὔτε ἀπό τίς τιμές, οὔτε ἀπό τήν αὐτοκρατορική εὔνοια. Ὅλα αὐτά τά θεωροῦσε μηδαμινά καί ἀνάξια λόγου μπροστά στόν ἀνεκτίμητο πλοῦτο καί θησαυρό τῆς Πίστεως, πού κρατοῦσε ὡς τήν πολυτιμότερη παρακαταθήκη στήν καρδία του. Τήν πίστη αὐτή δέν τήν ἀντάλλαξε μέ καμμία κοσμική λάμψη καί μέ κανέναν ὑλικό θησαυρό. Ἀντιθέτως ἦταν ἕτοιμος νά τά θυσιάσει ὅλα, προκειμένου νά κράτησει ἄθικτο τόν θησαυρό τῆς ὀρθῆς πίστεως.
Καί νά, στίς μέρες του ξεσπᾶ μία τρομερή αἵρεση, ἡ αἵρεση τῶν Μονοθελητῶν. Οἱ ὀπαδοί της πολλοί καί ἰσχυροί. Ἀνώτεροι ἀξιωματοῦχοι τῶν ἀνακτόρων, ἀλλά καί ἀπό τόν κλῆρο ὄχι λίγοι, πρεσβύτεροι καί ἐπίσκοποι. Σάλος μεγάλος ἐγείρεται στήν Ἐκκλησία. Κίνδυνος νέος, σοβαρός, ἔπειτα ἀπό τόσους ἄλλους πού προηγήθηκαν, ἀπειλεῖ νά νόθευσει τήν Ὀρθοδοξία. Τό φοβερό εἶναι ὅτι καί ὁ αὐτοκράτωρ ὑποστηρίζει τήν αἵρεση. Καί τήν ὑποστηρίζει ὄχι κρυφά, ἀλλά φανερά. Τάσσεται ξεκάθαρα μέ τούς ὀπαδούς τῆς αἱρέσεως. Καί μαζί μέ τή Σύγκλητο ἐκδίδει διατάγματα, μέ τά ὁποῖα ζητᾶ νά ἐπιβάλει τήν αἵρεση. Ἡ θέση τοῦ Μαξίμου εἶναι τώρα δύσκολη. Δέν ἀργεῖ ὅμως νά πάρει τή μεγάλη, τήν ἡρωϊκή ἀπόφαση. Πηγαίνει στόν αὐτοκράτορα. Καταθέτει τό ἀξίωμά του. Διαμαρτύρεται ἔντονα γιά τήν αὐτοκρατορική τακτική. Ὁ αὐτοκράτωρ, πού ἔπρεπε νά εἶναι ἕτοιμος νά θυσιασθεῖ γιά τήν Ὀρθοδοξία, νά ὑποστηρίζει τήν ἐθνοκτόνο αἵρεση, αὐτό εἶναι ἀκατανόητο. Ὅμως ἡ ἐνέργειά του, ἡ συμπεριφορά του, θά ἔχει συνέπειες. Δέν τό γνωρίζει; Ἀσφαλῶς τό γνωρίζει. Τίποτε ὅμως δέν ἀνακόπτει τήν ἀπόφασή του. Ἀπόφαση νά ὑποστεῖ καί τό θάνατο ἀκόμη παρά νά ἀρνηθεῖ τήν ὀρθή του πίστη.
Δέν περιορίζεται μόνο στό νά κατάθεσει τό ἀξίωμά του. Πρέπει νά ὀργανώσει καί τόν ἀγώνα κατά τῶν Μονοθελητῶν. Ἀποσύρεται σέ Μονή. Γίνεται μοναχός. Καταρτίζει ἐπιτελεῖο ἀπό μαχητές πιστούς καί τολμηρούς. Ἡ μονή τῆς Χρυσουπόλεως εἶναι ὁ τόπος πού καταστρώνονται τά σχέδια. Ἐργασία καί προσευχή νά τά εὐοδώσει ὁ Θεός. Δυό πρωταγωνιστές του στόν μεγάλο ἀγώνα, οἱ δυό Ἀναστάσιοι, σύμψυχοι καί ἡρωϊκοί στό φρόνημα, ὅπως ἐκεῖνος.
Τό πρῶτο μέρος τοῦ προγράμματος: Νά ζητηθεῖ ἡ βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης. Ἑνωμένη ἦταν ἀκόμη ἡ Ἀνατολή μέ τή Δύση. Στή Ρώμη λοιπόν οἱ ἀγωνιστές. Συγκροτεῖται ἐκεῖ Σύνοδος. Σ’ αὐτήν ἀναθεματίζονται οἱ ὀπαδοί τῆς αἱρέσεως. Μία νίκη. Ἕνα κατόρθωμα. Δέν φθάνει ὅμως αὐτό. Πρέπει καί ἡ Ἀνατολή νά ἀναθεματίσει τήν αἵρεση. Ἐπιστρέφουν οἱ ἀγωνιστές. Προσπαθοῦν νά διαφωτίσουν τούς πιστούς. Ὅμως στήν προσπάθειά τους συλλαμβάνονται μέ τήν βαριά κατηγορία, ὅτι εἶναι πολέμιοι τῶν βασιλικῶν διαταγμάτων καί ὑποκινητές τῆς ἀποστασίας καί δημιουργοί ἀντιστάσεως.
Γι’ αὐτό καί διώκονται· ὁ Μάξιμος ἐξορίζεται στή Θράκη. Ἀπομακρύνεται βίαια ἀπό τήν Βασιλεύουσα. Ὅμως καί ἐκεῖ ἐξακολουθεῖ τό ἔργο του· ἔργο διαφωτισμοῦ καί προστασίας τῆς ὀρθῆς πίστεως. Διδάσκει τήν Ὀρθοδοξία. Γράφει ἐπιστολές. Στηρίζει τούς πιστούς. Καταδικάζει τήν αἵρεση. Φλογερός, ἀπτόητος, ἀκατάβλητος. Τό φρόνημα τῶν Ὀρθοδόξων ἀναπτερώνεται. Οἱ ἀνακτορικοί ἀνησυχοῦν. Πρέπει νά τοῦ ἐπιβληθοῦν βαρύτερες ποινές. Καί ἐπιβάλλονται. Τοῦ κόβουν τήν γλώσσα γιά νά μήν μιλάει πιά· καί τό δεξί χέρι γιά νά μήν γράφει. Τίποτε ὅμως δέν κατόρθωσαν. Ἡ βαριά τιμωρία ἔφερε τό ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Οἱ πιστοί ξεσηκώνονται. Τό παράδειγμα ἐμπνέει. Οἱ ἀγῶνες θά στεφθοῦν ἀπό ἐπιτυχία. Χωρίς χέρια καί γλώσσα κηρύττει μέ μεγαλύτερη δύναμη καί ἀπό τήν πιό δυνατή φωνή καί γράφει ὀξύτερα καί ἀπό τήν ὀξύτερη γραφίδα. Ἔπειτα ἀπό τρία χρόνια πεθαίνει ὁ ἀγωνιστής τῆς πίστεως στή Λαζική τοῦ Πόντου, ὅπου εἶχε μεταφερθεῖ. Πεθαίνει, ἀλλά ζεῖ. Ζεῖ καί διδάσκει ποία μεγάλα κατορθώματα ἐπιτυγχάνει ἡ ζωντανή πίστη· ἡ ἀφοσίωση μέχρι θανάτου στήν ἀλήθεια, στήν ἁγία μας Ὀρθοδοξία.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπό τή Ζωή τῶν Ἁγίων»
Ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου
Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΓΝΗ
Ποιός εἶπε ὅτι ὁ Χριστιανισμός κάνει δειλούς τούς ἀνθρώπους, ἄτολμους τούς νέους; Ἕνας στρατός ὁλόκληρος ἑκατομμυρίων ἡρώων της πίστεως ἀνά τούς αἰῶνες τούς διαψεύδει. Καί παρουσιάζει νειάτα χριστιανικά, πού, ἐπειδή ἀκριβῶς ἔζησαν ἐν Χριστῷ, γι’ αὐτό καί ἔδρασαν δημιουργικά καί μαρτύρησαν ἡρωικά στό βωμό τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ νεαρή ἁγία μάρτυς Ἁγνή ἀποτελεῖ εὔγλωττο παράδειγμα.
Στή Ρώμη γεννήθηκε ἡ Ἁγνή καί ἀνῆκε σέ οἰκογένεια χριστιανική, εὐγενή καί πλούσια. Ἀξιώθηκε νά γνωρίσει «ἀπό βρέφους τά ἱερά γράμματα» (Α΄ Τίμ. γ΄ 15) καί τόν Χριστό μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς της νά ἀγαπήσει. Συντροφιά της εἶχε πάντοτε τόν λόγο τοῦ Κυρίου καί προσπαθοῦσε μέ ἐπίγνωση καί ζῆλο σέ κάθε περίπτωση νά τόν ἐφαρμόζει. Κι ἐπειδή ἀκριβῶς ἀπό τήν μικρή αὐτή ἡλικία αἰσθάνθηκε τήν ἀξία τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας, πόθησε νά τήν μεταδώσει καί στίς ἄλλες συνομήλικες συμμαθήτριές της.
Ἦταν τότε ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) περίοδος εἰδωλολατρίας καί ἠθικῆς διαφθορᾶς.
Ὅπως ἐπίσης καί ἐποχή ἀπροκάλυπτου καί φοβεροῦ διωγμοῦ ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν. Καί τί μ’ αὐτό; Ὅταν τήν ψυχή τοῦ πιστοῦ τήν φλογίζει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ὁ πόθος τῆς μαρτυρίας, σέ ὅποια ἡλικία κι ἄν εἶναι καί σέ ὁποία ἐποχή κι ἄν ζεῖ, δρᾶ μέ πίστη καί ἐνθουσιασμό, χωρίς φόβο καί δειλία. Καί καλοῦσε τότε στό χριστιανικό της σπίτι ἡ Ἁγνή καλοδιάθετες φίλες της καί μετέδιδε σ’ αὐτές λόγο ἀλήθειας καί χάριτος. Χαριτωμένη ἀπό τόν Θεό, οἰκοδομοῦσε μέ τά λόγια της, μέ τή σεμνότητα καί τήν ἀγάπη της. Βοήθησε πολλές νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια, νά πιστεύσουν στόν Χριστό, νά βαπτισθοῦν.
Ὥσπου τή συνέλαβαν. Κάποιος παρηκολούθησε καί, ὅταν εἶδε τό ἔργο της καί διεπίστωσε τά ἀποτελέσματα τῆς προσπάθειάς της, τήν κατήγγειλε. Ἔσπευσαν τότε οἱ ἄπιστοι, μοχθηροί καί αἱμοβόροι καί συνέλαβαν τήν ἔφηβο κόρη. Ἀλλά ἡ Ἁγνή δέν πτοήθηκε μπροστά στή μορφή τοῦ ἐξαγριωμένου δικαστῆ. Ἀπαντοῦσε μέ θαυμαστή παρρησία σέ κάθε του ἐρώτηση. Μάλιστα, πιστεύω στόν Χριστό, τόν ἀληθινό Θεό. Εἶμαι Χριστιανή! Διδάσκω καί τίς φίλες μου νά ἀφήσουν τήν πλάνη καί νά ἔλθουν στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Κι ἄν μέ σκοτώσεις, ὅπως μέ ἀπειλεῖς, δέν φοβᾶμαι. Τόν Χριστό δέν τόν ἀρνούμαι!
Δέν μπόρεσε ὁ δικαστής νά μεταπείσει μίαν ἔφηβο παιδούλα. Τήν ἔχει ὅμως στά χέρια του καί μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι θέλει. Ἔτσι τουλάχιστον νομίζει. Θά τήν ἐκδικηθεῖ μέ τή δύναμη, πού κρατᾶ στά χέρια του… Καί δίνει ἐντολή νά ὁδηγήσουν τήν μικρή Ἁγνή ἐκεῖ, ὅπου μόνο φρίκη εἶναι δυνατόν νά αἰσθανθεῖ μία σεμνή κόρη. Καί πέρασε πράγματι ἡ Ἁγνή ἀπό μία σοβαρή δοκιμασία. Ὅμως τήν ἐλπίδα της τήν στήριξε ὁλόκληρη στόν Κύριο καί Θεό της, ὁ ὁποῖος καί Δίκαιος εἶναι καί Παντοδύναμος. Καί τότε μέ συνοχή καρδιᾶς προσευχήθηκε θερμά σ’ ἐκεῖνον, νά κάνει τό θαῦμα του, ὥστε κι ἐκείνη νά σώσει καί τούς πονηρούς νά καταισχύνει. Καί τό θαῦμα ἔγινε. Ἡ Ἁγνή διαφυλάχθηκε πιστή, σεμνή καί ἁγνή, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσε καί προσευχήθηκε.
Ἀφηνίασε ὁ ἄρχων ἀπό τήν ἀποτυχία τῶν σχεδίων του ὀργισμένος ἔδωσε ἐντολή νά ρίξουν τή σεμνή νέα στό πῦρ! Κι αὐτή μέ τό πρόσωπο φωτεινό ἀπό τή χαρά τῆς θείας προστασίας περίμενε τό μαρτύριο ὡς λύτρωση καί σωτηρία. Σέ λίγο κάηκε τό παρθενικό της σῶμα, ἐνῶ ἡ ψυχή πάναγνη, ὡς ἁγνό καί εὐωδιαστό κρίνο, ἀνέβηκε στόν οὐρανό, γιά νά ἑνώσει, καί τό δικό της Ἀλληλούια μέ τό Ἀλληλούια τῶν Ἁγίων καί τῶν ἁγνῶν Ἀγγέλων καί Ἀρχαγγέλων.
Οἱ Χριστιανοί περισυνέλεξαν τό ἀπανθρακωμένο σῶμα της καί τό ἐνταφίασαν μέ εὐλάβεια πολλή σέ μιά κατακόμβη τῆς Ρώμης. Ἡ κατακόμβη πῆρε τό ὄνομα τῆς ἁγίας Ἁγνῆς, γιά νά ὑπενθυμίζει τήν ἱερή μορφή, τό ἔργο, τήν ὁμολογία καί τό μαρτύριο τῆς μικρᾶς ἡρωίδας. Ἀργότερα ὁ χριστιανός αὐτοκράτωρ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκτισε (349 μ.Χ.) πρός τιμή τῆς ἁγίας Ἁγνῆς μιά μικρή Βασιλική, μέσα στήν ὁποία ἐναπέθεσε μιά μαρμαρίνη λάρνακα μέ τά ἱερά λείψανα τῆς Ἁγίας. Στό ἐξωτερικό της μέρος ἡ λάρνακα εἶχε μιά ἀνάγλυφη παράσταση μέ τήν Ἁγία νά προσεύχεται.
Ποίος, ἀλήθεια, εἶπε ὅτι ὁ Χριστιανισμός κάνει δειλούς τούς ἀνθρώπους, ἄτολμους τούς νέους; Ἡ ἁγία μάρτυς Ἁγνή καί πλῆθος ἄλλο μιμητῶν της τούς διαψεύδουν. Οἱ μορφές ὅλων αὐτῶν ἐνέπνευσαν καί ἐμπνέουν τούς πιστούς νέους κάθε ἐποχῆς νά εἶναι γενναῖοι καί ἡρωικοί ὑπερασπιστές τῶν ἁγίων ἰδανικῶν τους, τῶν ἱερῶν καί ὁσίων.
Στιχηρόν Ἑσπερινοῦ. Ἦχος α΄.
Μύρα προσεκόμισας Χριστῷ, παρθενίαν ἄσπιλον
καί τούς ἱδρώτας τῶν πόνων σου θείως βιώσασα,
Ἁγνή θεονύμφευτε, εἴτα καί τό αἷμα σου
καί ὅλον σεαυτήν ὁλοκάρπωμα καί θύμα ἄμωμον,
ὅθεν δόξης σέ ἠξίωσε σύν Δικαίων καί Μαρτύρων τάγμασι.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄.
Μνηστευθεῖσα τῷ Λόγῳ, Ἁγνή Πανένδοξε, τῶν ἐπιγείων τήν σχέσιν πᾶσαν κατέλιπες
καί ἐνήθλησας λαμπρῶς ὡς καλλιπάρθενος· τόν γάρ ἀόρατον ἐχθρόν τῇ δυνάμει τοῦ Σταύρου
κατενίκησας Ἀθληφόρε. Καί νῦν πρεσβεύεις ἀπαύστως ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΟΣ
Πόντος! Μία πανέμορφη περιοχή τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μέ ἱστορία καί λάμψη καί δόξα. Ἀπό τότε πού ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας ἦλθε στό Βυζάντιο καί κήρυξε τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό του, ὁ εὐαγγελικός λόγος σπάρθηκε καί στήν περιοχή τοῦ Πόντου, ρίζωσε καί γρήγορα ἄρχισε νά φέρνει τούς ἐλπιδοφόρους καρπούς του.
Ὅμως μέ πολλές ἀντιδράσεις, ἐφόσον κι ἐκεῖ ἡ εἰδωλολατρία ἦταν καλά ριζωμένη καί οἱ ὀπαδοί της κατ’ ἐξοχήν φανατικοί. Στούς περισσότερους τήν θρησκευτική τους ἀνάγκη καί ζωή γέμιζαν ἀκόμη οἱ ἑλληνικές θεότητες καί ἰδιαιτέρως ἡ θρησκεία καί οἱ τελετές τοῦ ἐξελληνισθέντος θεοῦ Μίθρα, Ἡλίου, Ἀπόλλωνος… Πολύ περισσότερο στά ἐνδότερα τοῦ Πόντου τά βάρβαρα φύλα τῶν Τζάνων, οἱ Μοσσύνοικοι καί Ἐπτακομῆτες, λάτρευαν ὡς θεούς τά ἄγρια θηρία καί ζοῦσαν μιά ζωή γεμάτη αἰσχρότητες, ἐνῶ ἄλλες φυλές, τῶν Κόλχων καί Ἀβασγῶν, προσκυνοῦσαν τά δένδρα.
Σ’ αὐτήν τήν κατάσταση βρῆκε τόν Πόντο τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό καί κατά τήν περίοδο τῶν διωγμῶν τῶν Χριστιανῶν, τούς ὁποίους ἐξαπέλυσαν οἱ αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης Δέκιος (250 – 251) καί Διοκλητιανός (284 – 305), οἱ εἰδωλολάτρες Πόντιοι στράφηκαν μέ φανατισμό ἐναντίον τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος καί τῶν ὀπαδῶν του. Παρόλα αὐτά «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καί ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμός τῶν μαθητῶν» (Πράξ. ς΄ 7). Ὁμολογοῦσαν τήν πίστη τους καί μέ παρρησία καλοῦσαν ὅλους τους ἀνθρώπους στή σωτηρία.
Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἐποχή τοῦ Διοκλητιανοῦ ἐμφανίζεται στήν Τραπεζούντα ἡ φωτεινή ἀρχοντική μορφή τοῦ νεαροῦ Χριστιανοῦ Εὐγενίου, μόλις 20 ἐτῶν. Στήν Τραπεζούντα, στόν λόφο τῆς ὁποίας δέσποζε τό τεράστιο καί μεγαλοπρεπές ἄγαλμα τοῦ θεοῦ Μίθρα. Αὐτό τό ἄγαλμα τοῦ ψεύτικου Θεοῦ, πού ὅλοι οἱ εἰδωλολάτρες τό λάτρευαν, θέλησε νά γκρεμίσει ὁ νέος αὐτός πού ἦταν πιστός στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Καί μαζί μέ τούς ὁμόψυχους συναθλητές του, τόν Οὐαλεριανό, τόν Κάνδιδο καί τόν Ἀκύλα, τό συνέτριψαν μία μέρα καί διακήρυξαν συγχρόνως, ὅτι ἕνας εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός καί σωτήρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός. Ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ εἰδωλολάτρες τῆς Τραπεζουντος καί τῶν γύρω περιοχῶν ἐξεγέρθηκαν καί ἀπαίτησαν ἀπό τόν δούκα Λυσία, τόν ἔπαρχο, νά καταδικάσει τόν Εὐγένιο καί τούς συνεργούς του καί νά τούς τιμωρήσει παραδειγματικά. Ἰδιαιτέρως μάλιστα τόν Εὐγένιο, τόν ὁποῖο γνώριζαν ὡς τόν ἐνθουσιώδη διδάσκαλο τῶν Χριστιανῶν καί ἐμπνευστῆ τῶν συνεργῶν του. Κι ἐπειδή αὐτοί κρύβονταν στίς γύρω δασώδεις περιοχές, ὁ Λυσίας ἐξαπέλυσε ἔμπειρους κυνηγούς καί εἰδικευμένα σκυλιά γιά νά τούς ἀναζητήσουν. Ἔπειτα ἀπό μακρά ἀναζήτηση τούς βρῆκαν καί τούς ἔσυραν ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου.
Τότε ὁ δούκας ἀπαίτησε νά θυσιάσουν στά εἴδωλα, ὅπως αὐτά στέκονταν μέ μεγαλοπρέπεια στόν εἰδωλολατρικό ναό. Τότε δόθηκε καί ἐπισήμως ἡ εὐκαιρία στόν θαρραλέο καί ὁμολογητή νέο νά ὁμολογήσει τήν πίστη του καί νά καλέσει τούς γύρω του στόν Χριστό. Ἐγώ, εἶπε, εἶμαι Χριστιανός· πιστεύω καί ποθῶ καί διδάσκω τόν Χριστό. Δέν εἶμαι ἄξιος νά ὀνομάζομαι διδάσκαλος, ἀλλά εἶναι σωστό ὅτι ἐκείνους, πού μέ πλησιάζουν, τούς ὁδηγῶ στόν δρόμο τῆς ἀλήθειας καί τούς συμβουλεύω νά δείχνουν τέλεια περιφρόνηση πρός τούς πολλούς καί ψεύτικους θεούς, διότι πρόκειται γιά εἴδωλα καί πονηρά πνεύματα. Ἀντίθετα τούς συμβουλεύω νά πιστεύουν στόν ἕνα καί μοναδικό Παντοκράτορα Θεό, τόν δημιουργό ὁρατῶν καί ἀοράτων, καί στόν μονογενῆ του Υἱό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί ζωοποιοῦν.
Μετά τήν ὁμολογία αὐτή ὑποβλήθηκε στούς τέσσερις ὡς πρώτη σωφρονιστική καί δοκιμαστική ποινή ἡ ἐξορία. Τούς ἐξόρισαν στό χωριό Πιτυούς τῆς Λαζικῆς. Ἐκεῖ ἔζησαν μέ στερήσεις καί κακουχίες, μέ τήν παρουσία ὅμως τοῦ Θεοῦ, μέ προσευχές καί ὕμνους πρός Αὐτόν, μέ τήν μεταξύ τούς πνευματική ἐνίσχυση καί βοήθεια. Κι ὅταν ἀνακλήθηκαν στήν Τραπεζούντα καί ὁδηγήθηκαν πάλι ἐνώπιον τοῦ Λυσία, ἦταν περισσότερο πιστοί, ἐνισχυμένοι, θαρραλέοι ὁμολογητές τῆς πίστεώς τους.
Ὅταν λοιπόν ὁ ἔπαρχος διαπίστωσε τή σταθερότητα καί τήν τόλμη τους, δέν εἶχε ἄλλο τίποτε νά δοκιμάσει, παρά τά μαρτύρια. Ὑπέβαλε ὅλους σέ φρικτά βασανιστήρια, περισσότερο ὅμως τόν δάσκαλό τους Εὐγένιο. Ἔδωσε διαταγή καί πρῶτα τόν ἔδειραν σκληρότατα. Κατόπιν γυμνό τόν ἀνάρτησαν πάνω στό ξύλο καί ἔξυσαν ὅλο τό σῶμα του μέ σιδηρένια νύχια. Καί ἔκαψαν τό σῶμα του πού ἦταν γεμάτο πληγές μέ ἀναμμένες λαμπάδες. Στήν κατάσταση αὐτή ἔκλεισαν κατόπιν ὅλους στή φυλακή. Ἐπανέλαβαν καί πάλι, πολλές φορές τά ἴδια μαρτύρια.
Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι, ἐνῶ οἱ μάρτυρες κλείνονταν στή φυλακή σέ κατάσταση ἀξιοθρήνητη, καί βρισκόταν στά πρόθυρα τοῦ θανάτου, τήν ἑπόμενη μέρα θαυματουργικά βρίσκονταν τελείως ὑγιεῖς. Οὔτε τό θαῦμα αὐτό ὅμως συγκίνησε καί συνέτισε τόν ἔπαρχο καί τούς γύρω του. Τελικά καί γιά νά ἐκλείψει καί ὁ τρόπος αὐτός τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος, ὁ Λυσίας ἔδωσε τήν ἐντολή καί τούς ἀπεκεφάλισαν ὅλους, ἐκτός ἀπό τόν Εὐγένιο. Σ’ αὐτόν, γιά νά τόν ἐκδικηθοῦν, ἐπανέλαβαν πολλές φορές ἀκόμη τά μαρτύρια. Κι ὅμως ὁ Μάρτυρας πάλι ἐμφανιζόταν ἄτρωτος. Αὐτό ἐντυπωσίασε πολλούς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἦταν παρόντες καί ἔτσι μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Θεοῦ ὁμολόγησαν πίστη στόν Χριστό. Τελικά ὁ Εὐγένιος ὁδηγεῖται ἀνέπαφος στόν ἔπαρχο καί ἐνώπιόν του ἀποκεφαλίζεται. 21 Ἰανουαρίου ἦταν ἡ μέρα τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου.
Τό ὅλο μαρτύριο τοῦ Εὐγενίου, τό ὁποῖο μᾶς διασώθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννη τόν Ξιφιλίνο, ἀνέδειξε τόν Εὐγένιο πολιοῦχο τῆς Τραπεζουντος, Διδάσκαλο, Ὁμολογητή καί Μάρτυρα, ἄξιο νά τιμᾶται στή γῆ καί στόν οὐρανό.
Ὡραῖα τόν ὑμνεῖ ὁ ἱερός ὑμνογράφος:
Αὐγασθείς τήν διάνοιαν τῇ ἑλλάμψει τοῦ Πνεύματος, τῶν εἰδώλων ἔθραυσας τά ἰνδάλματα καί τοῦ Λυσίου κατήσχυνας τήν φλήναφον ἄνοιαν καί Θεόν ἀληθινόν τήν Τριάδα ἐκήρυξας πανσθενέστατον καί πανσόφως τήν κτίσιν διοικοῦντα τῇ αὐτοῦ θείᾳ προνοίᾳ, μαρτύρων κλέος, Εὐγένιε.
Τέτοιων Ἁγίων ἀπόγονοι εἶναι οἱ σημερινοί Πόντιοι ἀδελφοί μας καί αὐτούς τούς Ἁγίους πρέπει νά μιμηθοῦν σέ ἀγωνιστικότητα καί σταθερότητα στήν πίστη καί στά μεγάλα ἰδανικά τῆς φυλῆς μας!
Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη