Σήμερα 24/1/2016 εορτάζουν:
- Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της
- Άγιοι Βαβύλας ο εν Σικελία και Αγάπιος και Τιμόθεος οι μαθητές του
- Όσιος Νεόφυτος ο έγκλειστος που ασκήτευσε στην Κύπρο
- Όσιος Φίλων ο Θαυματουργός Επίσκοπος Καρπασίας της Κύπρου
- Άγιοι Παύλος, Παυσίριος και Θεοδοτίων οι Αυτάδελφοι
- Όσιος Μακεδόνιος
- Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Οσιομάρτυρος Αναστασίου του Πέρσου
- Άγιοι Ερμογένης και Μάμας
- Όσιος Φιλιππικός ο Πρεσβύτερος
- Άγιος Βάρσιμος και τα δύο αδέλφια του
- Όσιος Ζωσιμάς
- Μνήμη του Aγίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου πλησίον του Ταύρου
- Άγιος Φιλήμων επίσκοπος Καρπάθου
- Ανάμνηση των εγκαινίων της Μεγάλης Εκκλησίας στη Θεσσαλονίκη
- Ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού του Αγίου Ζαχαρία στη Μονή της Οσίας Δομνίκης
- Οσία Ξένη η Διά Χριστόν Σαλή
- Άγιος Cadoc
- Άγιος Ιωάννης ο Μάρτυρας εκ Καζάν
- Αγία Χρυσοπλόκη
- Άγιος Ελλάδιος ο Κομενταρήσιος
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ
1. Ἡ ὑψηλή κλήση.
Δόξα καί καύχημα τῆς Κύπρου καί τῆς ὅλης Ἐκκλησίας μας εἶναι ὁἅγιος Νεόφυτος, πού ἐπονομάσθηκε Ἔγκλειστος. Μέ πολλή εὐλάβεια ἑορτάζουν τήν ἱερή μνήμη του στήν Μεγαλόνησο, ὅπου, κοντά στήν Πάφο, ὑπάρχει καί ἡἱστορική καί περιώνυμη ἱερά Μονή τοῦἉγίου.
ὉὍσιος γεννήθηκε στήν Κάτω Δρύ τῶν Λευκάρων τό 1134. Οἱ γονεῖς του, Ἀθανάσιος καί Εὐδοξία, γεωργοί στό ἐπάγγελμα, ἀπέκτησαν ὀκτώ παιδιά, τά ὁποῖα καί ἀνέθρεψαν μέ ἰδιαίτερη προσοχή καί εὐλάβεια καί μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐκτός ἀπ’ αὐτόν τόν πνευματικό θησαυρό, ἄλλον ὑλικό πλοῦτο δέν εἶχαν νά τούς παραδώσουν. Γι’ αὐτό καί δέν κατόρθωσαν νά τούς βοηθήσουν νά μάθουν οὔτε τά στοιχειώδη γράμματα. Κι ὁ ἴδιος ὁ Νεόφυτος, ἀσχολούμενος μέ τήν ἀμπελουργία, εἶχε τή συνείδηση, ὅτι σέ τίποτε δέν διέφερε ἀπό ἕνα ἄπλαστο καί ἀμαθές πρόβατο. Πρόβατο ὅμως ἐκλεκτό τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο «ἐκ καρδίας ἀγαποῦσε καί ἐκ βρέφους τῷ Θεῷ κολληθείς τοῦ Πνεύματος σεπτόν ἀνεδείχθη δοχεῖον».
Ὅταν ὁ Νεόφυτος ἦλθε σέ κατάλληλη ἡλικία, μέ τήν σκέψη ὅτι τά ἄνω εἶναι προτιμότερα τῶν κάτω, κατέφυγε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Χρυσοστόμου γιά νά μονάσει. Αἰσθάνθηκε στά βάθη τῆς ψυχῆς του τήν εἰδική αὐτή κλήση τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τόν ἀπορρόφησε τελείως. Ποτέ νυμφικός στολισμός δέν ἔθελξε τόσο κάποιον νυμφίο, ὅσο ἔθελξε ἐκεῖνον ἡ περιβολή τῆς μοναχικῆς ἐσθῆτος, γράφει ὁἱερός βιογράφος του. Στήν ἱερά Μονή παρέμεινε ὡς μοναχός πέντε χρόνια καί παράλληλα μέ τό εἰδικό διακόνημα τοῦἀμπελουργοῦ ἔμαθε καί τά πρῶτα γράμματα καί μάλιστα ἀπό τό ἱερό Ψαλτήρι καί ὅλη τήν Ἁγία Γραφή.
Ἀφοῦ ἐκπλήρωσε τόν ἱερό του πόθο καί προσκύνησε «ὅπου οἱ πόδες τοῦ Κυρίου ἕστησαν», τά ἱερά δηλαδή προσκυνήματα τῆς Ἁγίας Γῆς, ἐπανῆλθε γιά λίγο στήν Ἱερά Μονή Χρυσοστόμου κι ἀπό ἐκεῖ στήν Πάφο, μέ τό σκοπό νά διαπεραιωθεῖ στήν Μικρά Ἀσία, ὅπου καί θά ἔκτιζε δικό του Ἐρημητήριο. Ὅμως ὁ Θεός, ὁὁποῖος κατευθύνει τή ζωή τοῦ καθενός, καί μάλιστα τῶν πιστῶν του, ἤθελε νά παραμείνει ὁ Κύπριος Ἅγιος στήν πατρίδα του. Καί μέ κάτι, πού θεωρήθηκε ἀρχικά θλιβερό συμβάν, τόν κράτησε ὁ Κύριος ἐκεῖ. Φωτισμένος ἀπό τόν Θεό ὁ Νεόφυτος, γρήγορα διέκρινε ὅτι αὐτό ἦταν τό σχέδιο τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτό καί μέ ἀπόλυτη ὑπακοή καί ἀδιατάρακτη εἰρήνη πειθάρχησε.
Ἐδῶ λοιπόν στήν Κύπρο, κοντά στήν Πάφο, σέ μία ἄκρη τοῦ Μεσοβουνίου, λάξευσε ἕνα μικρό σπήλαιο καί μέσα σ’ αὐτό τό μικρό σπήλαιο ἔστησε θυσιαστήριο τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν μέ ὅλα τά ἀπαραίτητα. Ἔκτισε κι ἕνα πέτρινο βάθρο, τό ὁποῖο χρησιμοποίησε ὡς κρεββάτι του, καί κοντά τουἕνα εἰδικό κατασκεύασμα ὡς βιβλιοθήκη, γιά νά τοποθετήσει τά λίγα, ἀλλά πολύτιμα γι’ αὐτόν οἰκοδομητικά βιβλία καί μάλιστα τήν Ἁγία Γραφή. Δέν παρέλειψε νά ἑτοιμάσει ἐκεῖ καί τόν τάφο του. Ὅλα αὐτά, περιποιημένα καί ἁγιογραφημένα, τά περιέλαβε στό μικρό αὐτό σπήλαιο, πού τό ὀνόμασε «ἐγκλείστρα». Ἐκεῖ ἔμεινε ὁἍγιος ἔγκλειστος γιά νά ζεῖ μέσα στήν ἄσκηση, «ἵνα μόνος τῷ Μόνῳ συνομιλῇ», καί ἀπό ἐκεῖ ἔλαβε τήν προσωνυμία, μέ τήν ὁποία εἶναι γνωστός: Ἔγκλειστος.
Ὅταν ὁ Νεοφυτος ἔφθασε σέ ἡλικία 32 (ἤ 36) ἐτῶν, ὁ Μητροπολίτης Πάφου Βασίλειος τόν κάλεσε γιά νά λάβει καί τόν βαθμό τῆς Ἱερωσύνης. Τόν χειροτόνησε ἱερέα! Καί ὁἀσκητής Νεόφυτος τότε δέχθηκε τή χάρη τῆς ἱερωσύνης μέ πολλή εὐλάβεια καί βαθύτατη συναίσθηση, γιά νά ἀρχίσει ἀπό τότε ἡ μεγάλη του ἀσκητική καί ἱερατική, ἀκόμη καί ἱεραποστολική δράση.
Ἡ φήμη λοιπόν τοῦ Νεοφύτου, τώρα μάλιστα πού ἔλαβε καί τόν βαθμό τῆς ἱερωσύνης, φήμη μοναχοῦ ἀσκητικοῦ καί ἁγίου, ἔγινε ἡ αἰτία ὥστε γρήγορα νά τόν πλησιάσουν καί νά τόν πλαισιώσουν διψασμένοι μαθητές καί μάλιστα πολλοί. Αὐτή ὅμως ἡ προσέλευση μαθητῶν δημιούργησε τήν ἀνάγκη νά προστεθοῦν κοντά στήν ἐγκλείστρα νέα κτίσματα. Καί μαζί μέ τίς νέες αὐτές ἀπαραίτητες οἰκοδομές, ὁἅγιος ἡγούμενος θεώρησε ἀπαραίτητο νά σύνταξει καί τόν Κανονισμό τῆς Μονῆς, τήν γνωστή «Τυπική Διάταξη», γιά τήν πνευματική οἰκοδομή τῶν μοναχῶν.
Ὁ Θεός λοιπόν κατά καιρούς καί κατά τόπους ἐκλέγει ἀνθρώπους, οἱὁποῖοι θέλουν νά ζοῦν πάνω ἀπό τή συνηθισμένη φυσική ζωή καί ἀφιερώνονται στή μοναχική καί ἀσκητική ζωή γιά νά ὑμνοῦν συνεχῶς καί να δοξολογοῦν τόν Θεό· καί συγχρόνως γιά νά διακονοῦν ἐν Χριστῷ τούς πιστούς καί νά ἐργάζονται γιά τήν ψυχική τους σωτηρία. Ἐνώπιον αὐτῶν τῶν θεϊκῶν ἱερῶν κλήσεων πρέπει οἱ Χριστιανοί νά στεκόμαστε μέ δέος καί νά εὐχαριστοῦμε τόν Κύριο, ὁὁποῖος δίνει τούς ποιμένες καί διδασκάλους, «πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ΄ 11-12). Εἶναι τιμή γιά τίς χριστιανικές οἰκογένειες νά δέχονται τέτοιες κλήσεις γιά τά πιστά παιδιά τους, ὅπως δέχθηκε καί ἡ οἰκογένεια τῶν Κυπρίων Ἀθανασίου καί Εὐδοξίας, γονέων τοῦἁγίου Νεοφύτου.
2. Τό πολύπτυχο ἔργο του.
Τόν ἅγιο μοναχό καί ἀσκητή, τόν Νεόφυτο, δέν τόν πλησίασαν μόνο μοναχοί. Παράλληλα συνέρρεε γύρω ἀπό τήν ἐγκλείστρα του καί πλῆθος κόσμου, γιά νά δοῦν, νά ἀκούσουν καί συμβουλευθοῦν τόν Ἅγιο ἡγούμενο. Κι αὐτός ἀπό φόβο, μήπως ἔστω καί λίγο ἐκπέσει ἀπό τήν ἀγαπητική ἀναχώρηση καί θεόγνωστη ἡσυχία, δημιούργησε σέ ἀπόκρημνο μέρος, ὑψηλότερα ἀπό τήν πρώτη, ἄλλη ἐγκλείστρα κι ἐκεῖ ἀποσύρθηκε, ἐφόσον γι’ αὐτόν ἡἄσκηση ἦταν ὁ μεγάλος του πόθος, ἡ κορωνίδα τῶν πόθων, ὁ πόθος πού ἀποστάζει μέλι τῆς ἀΰλου ἡδονῆς. Δέν παρέλειπε ὅμως νά παραστέκει κοντά στόν πιστό λαό καί νά διδάσκει τούς προσερχόμενους, καί πολύ περισσότερο φρόντιζε γιά τήν ἐν Χριστῷ καθοδήγηση τῆς ἱερᾶς Μονῆς καί κάθε μοναχοῦ ξεχωριστά.
Προσεύχεται ὁἍγιος γιά τήν ἐγκλείστρα του, γιά νά φυλάσσεται ἀπρόσβλητη ἀπό ὁρατούς καί ἀόρατους ἐχθρούς. Προσεύχεται ὑπέρ τῶν μοναχῶν, πού βρίσκονταν κάτω ἀπό τή φροντίδα του, νά κρατηθοῦν ἀβλαβεῖς. Προσεύχεται ὑπέρ ὅλων. Προσεύχεται καί νηστεύει. Διότι πιστεύει, ὅτι «παντί ἀνθρώπῳ ἐπαινετόν ἡἐγκράτεια καί ὀλιγάρκεια, πολλῷ μᾶλλον μοναχῷ ἀναχωρητῇ καί ἡσυχίῳ».
Ἡ συνεχής καί προσεκτική, καί εὐλαβής μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόν ἀνέδειξε ἐμβριθή γνώστη τῶν χριστιανικῶν ἀληθειῶν, ἀκριβή ἑρμηνευτή καί ἄριστο διδάσκαλο. Ἦταν κήρυκας γλυκύς, πειστικός καί ἁγιογραφικός. Ὡραῖα τό σημειώνει ὁἱερός ὑμνογράφος: «Ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος τοῦἉγίου, σκηνώσασα ἐν τῇ καθαρᾷ σου καρδίᾳ, τήν θεόπνευστον Γραφήν ἐθεολόγεις τρανῶς». Ὅμως ὁἍγιος ἦταν καί ποιητής. Ποιητής ἱερῶν ποιημάτων δοξολογίας καί ὕμνου πρός τόν Θεό, ποιημάτων πού δίδασκαν τούς πιστούς μέ θεῖες διδασκαλίες, ὅπως καί τά καθήκοντά τους πρός τόν Θεό. Ἦταν καί συγγραφεύς πάρα πολλῶν ἄλλων βιβλίων οἰκοδομητικῶν, ἁγιογραφικῶν, ἑρμηνευτικῶν, λειτουργικῶν, ἀκόμη καί ἀσκητικοῦ περιεχομένου. Ὅλα αὐτά δείχνουν τόν ἱεραποστολικό του πόθο γιά τήν ὠφέλεια τῶν πιστῶν καί τόν μεγάλο καθημερινό του κόπο.
Ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τοῦ ἁγίου Νεοφύτου ἦταν ἡ μεγάλη του ἀγάπη πρός τήν πατρίδα καί τούς συμπατριῶτες του, τήν ὁποία ἐκδήλωνε πάντοτε καί μέ κάθε τρόπο, καί μάλιστα σέ καιρό θεομηνιῶν καί συμφορῶν. Καί πράγματι ἡ Κύπρος στήν ἐποχή τοῦὉσίου πέρασε ἀμέτρητες δοκιμασίες καί θλίψεις ἀπό ἀνομβρίες καί σεισμούς, ἀπό λιμό καί λοιμό. Σ’ ὅλα αὐτά τά δεινά ὁἍγιος βρισκόταν στό πλευρό τῶν πιστῶν, παρηγορώντας καί ἐνισχύοντας, καί μέ τόν ἁγιογραφικό λόγο τοῦ Θεοῦ ἔτρεφε τήν ἐλπίδα καί τήν πίστη τῶν Χριστιανῶν στόν πάνσοφο καί πανάγαθο Κύριο.
Ἦλθαν ὅμως καί φοβερότερα δεινά, ὅταν οἱἌγγλοι, ἀφοῦ ἅρπαξαν τούς θησαυρούς καί λαφυραγώγησαν τή χώρα, πούλησαν τήν Κύπρο στούς Λατίνους. Ἦταν τότε (1196) ὁἍγιος σέ ἡλικία 62 ἐτῶν καί στό μικρό σύγγραμμά του «περί τῶν κατά χῶραν Κύπρον σκαιῶν» περιγράφει τίς διάφορες καταστροφές πού ἐπέφεραν οἱ Λατίνοι στήν Κύπρο. «Κρατοῦσιν αὐτήν δουλικῶς καί λεηλατοῦσι καί ἕως ποτέ οὐδείς ἐν ἀνθρώποις τήν ἀπόβασιν οἶδε». Κι ἐνῶ οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ φεύγουν γιά νά σωθοῦν, «οἶκοι πολλοί καί αἱ κῶμαι σχεδόν ὅλαι ἔρημοι ἀνθρώπων καί ἄοικοι ἐναπέμειναν». Δέν ἔζησε ὁἍγιος νά δεῖ καί στή συνέχεια τούς διωγμούς πού ἐξαπέλυαν οἱ Λατίνοι ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων. Μέχρι τήν ὥρα τοῦ θανάτου τουὅμως ἀγωνίζεται μέ τόν γραπτό καί προφορικό θεῖο λόγο νά παρηγορήσει τούς θλιβομένους, νά στηρίξει τούς Ὀρθοδόξους, «τούς ἐγγύς καί τούς μακράν», νά ὁδηγήσει ὅλους στή μετάνοια. Διότι ὅλα αὐτά τά δεινά ὁ φωτισμένος ἡγούμενος τά βλέπει ὡς δοκιμασίες, τίς ὁποῖες ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ: Ἐάν ἐμεῖς δέν πικραίναμε τόν πανάγαθο Ἰατρό καί δέν πορευόμαστε ἐνάντια στό θέλημά του, οὔτε κι αὐτός θά πορευόταν ἐναντίον μας καί οὔτε θά μᾶς πίκραινε γιά τή δική μας σωτηρία.
Ὅμως ὁ ὅσιος Νεόφυτος κακοπάθησε. Δέχθηκε κι αὐτός τή δοκιμασία καί τό σταυρό τῆς θλίψεως. Κάποτε ξεκόλλησε ἀπό τήν ἐγκλείστρα τουἕνας μεγάλος λίθος, τόν κτύπησε σοβαρά καί ἀπό τό κτύπημα ἐκεῖνο ὑπέφερε ἕξι ὁλόκληρα χρόνια. Ὑπέμεινε ὅμως τή δοκιμασία του ὡς δῶρο Θεοῦ, ὡς δῶρο ταπεινώσεως καί ὑπομονῆς. Ἔτσι ξέρουν οἱἍγιοι νά δέχονται τίς δοκιμασίες. Ὡς ἐπισκέψεις Θεοῦ.
Ἔπειτα ἀπό τήν πολυχρόνια, πολύπτυχη καί πολύπονη διακονία του ὁ Κύριος θέλησε νά μεταφέρει καί νά δοξάσει στή Βασιλεία του τόν ἐργάτη του πού τόν δοξάσε κι ἐκεῖνος μέ τήν προσευχή του, τήν ἄσκησή του, καί τήν ἁγία ζωή του. ὉἍγιος προαισθάνθηκε τό θάνατό του. Κάλεσε τούς μοναχούς, συμβούλευσε τόν καθένα ξεχωριστά καί ὅλους μαζί καί ἔτσι εἰρηνικός καί γαλήνιος, πλήρης καλῶν ἔργων, παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Πλάστη καί Σωτήρα του. Στίς 12 Ἀπριλίου τοῦ 1219 σέ ἡλικία 85 ἐτῶν. Ψάλλει ὁἱερός ὑμνωδός: «Ἰδεῖν κατηξίωσαι, ἀπολυθείς τοῦ σώματος, ὀφθαλμός ἅ οὐκ εἶδε, οὖς τε οὐκ ἤκουσε..
Ἄφησε «εἰς τήν γῆν τό σαθρώτατον σπήλαιον, ὅπου ὡς δένδρον ἐνεφυτεύθη κρημνῷ ἀβάτῳ, καί ἀνῆλθε πρός νυμφώνας ἀθανάτους, πρός παστάδας ἀνεκλαλήτους καί πρός παραδείσου τρυφήν, συναποκομίζων καρπούς ὡραίους ἐνάρετων καί θείων πράξεων».
Οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Μονῆς μέ πολύ βαθειά θλίψη καί σεβασμό, ἀλλά καί μυστικότητα, ἐνταφίασαν τό ἱερό σκήνωμά του στόν τάφο πού ὁἴδιος λάξευσε στήν ἐγκλείστρα του, καί σέ κανένα δέν ἀποκάλυψαν τόν τόπο. Γι’ αὐτό καί ὁ τάφος του παρέμεινε ἄγνωστος μέχρι τό 1750. Κι ὅταν τότε ἀνακαλύφθηκε, ἔγινε πάνδημη Ἀνακομιδή μέ εὐλαβεῖς Λιτανεῖες καί ἱερές Ἀκολουθίες. Τά ἱερά λείψανα ἐναποτέθηκαν στόν μεγάλο Ναό τῆς ἱερᾶς Μονῆς, τῆς Παναγίας Ἐγκλειστριανῆς, ὅπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Εἶναι ἀνάγκη οἱ Χριστιανοί νά γνωρίζουμε τούς ὁσίους αὐτούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, εἴτε αὐτοί ἀσκήτευσαν ὡς μοναχοί προσευχόμενοι ὑπέρ τῆς σωτηρίας τῶν Χριστιανῶν εἴτε ἐργάσθηκαν ἱεραποστολικά ἀνάμεσα στό λαό τοῦ Θεοῦ μεταφέροντας τό μήνυμα τῆς σωτηρίας. Νά τούς γνωρίζουμε καί νά ἱκετεύουμε τόν Κύριο νά μή μᾶς στερήσει ποτέ τέτοιους ἁγίους μοναχούς καί ἱεραποστόλους, καί μάλιστα στίς περιόδους θρησκευτικοῦ καί ἠθικοῦ ἀποχρωματισμοῦ τῆς κοινωνίας μας.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἄνθοι τοῦ Παραδείσου»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ο ΑΓΙΟΣ ΦΙΛΩΝ
Κύπριος εἶναι ὁ ἅγιος Φίλων. Δόξασε τόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Καρπάθιας καί ἀναδείχθηκε ἐκλεκτός καί ὅσιος Ἱεράρχης, θερμουργός ἱεραπόστολος, δόκιμος συγγραφεύς καί θαυματουργός.
Στά τέλη τοῦ 4ου μ.Χ. αἰῶνος στήν Κύπρο κυριαρχοῦσε ἀκόμη ἡ εἰδωλολατρία. Οἱ θυσίες στούς ψεύτικους θεούς ἦταν σέ ἡμερήσια διάταξη. Οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν «ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου» καί εἶχαν ἀνάγκη φωτισμοῦ καί σωτηρίας. Ὅμως καί ἡ χριστιανική πίστη ἀντίστοιχα συνεχῶς φώτιζε πολλούς, οἱ ὁποῖοι γνώριζαν τό φῶς τό ἀληθινό καί βαπτίζονταν Χριστιανοί. Τήν ἐποχή ἐκείνη στήν Κύπρο δέσποζε ἡ μορφή τοῦ μεγάλου Ἐπισκόπου Κωνσταντίας ἁγίου Ἐπιφανίου, ἀνθρώπου μεγάλου ζήλου, ἁγιότητος, μορφώσεως καί δράσεως. Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος λοιπόν γνώρισε κάποτε τόν νεαρό Φίλωνα. Αὐτός ἦταν βεβαίως Χριστιανός καί πιστός, καί συγχρόνως εἶχε μόρφωση ἐξαιρετικῶς σπουδαία, τόσο διανοητική, ὅσο καί κυρίως πνευματική. Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος ἐκτίμησε ἰδιαιτέρως τά ἔκδηλα προσόντα του: τήν εὐσέβεια, τήν εὐλάβεια, τόν ἱεραποστολικό ζῆλο του καί μάλιστα τήν ταπείνωσή του. Τήν γνωριμία αὐτή ὁ Ἐπίσκοπος Κωνστάντιας τήν θεώρησε δῶρο Θεοῦ. Διότι στόν νεαρό Φίλωνα διέκρινε τόν αὐριανό ἐκλεκτό ἐργάτη τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί μετά τήν ἀπαραίτητη δοκιμασία τόν χειροτόνησε διάκονο καί ἀργότερα ἱερέα ἱερομόναχο. Καθώς μάλιστε εἶδε ζωηρό τόν πόθο τῆς ἱεραποστολῆς στήν ψυχή του, τοῦ ἀνέθεσε εἰδικῶς τό ἔργο τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν ἐκεῖ εἰδωλολατρῶν.
Καί ὁ Φίλων καθώς συναισθάνθηκε τήν μεγάλη τιμή πού τοῦ γινόταν καί τήν εὐθύνη του, ἄρχισε τό ἔργο του μέ φόβο Θεοῦ καί μέ ἔνθεο ζῆλο. «Παρωξύνετο τό πνεῦμα του, θλιβόταν πολύ στήν ψυχή του, ὅταν ἔβλεπε στήν Κύπρο, τήν ὁποία ἁγίασαν μέ τήν παρουσία τους καί τό κήρυγμά τους οἱ μεγάλοι Ἀπόστολοι Παῦλος καί Βαρνάβας, νά ὑπάρχουν ἀκόμη εἰδωλολάτρες μέ ἀνήθικη λατρεία καί ζωή. Δύσκολο τό ἔργο του. Πολλοί οἱ φανατικοί, οἱ ὁποῖοι, ἐμπνεόμενοι ἀπό τόν ἀρχέκακο ὄφι, τόν σατανᾶ, τοῦ παρενέβαλλαν ἐμπόδια, τόν συκοφαντοῦσαν, τόν καταδίωκαν. Χρησιμοποιοῦσαν τό πᾶν, γιά νά παρεμποδίσουν τό ἱερό του ἔργο. Μεγάλος ὅμως καί ὁ Θεός, στόν Ὁποῖο ὁ Φίλων, ὁ πιστός ἱερεύς τοῦ Θεοῦ, ἤλπιζε καί στόν Ὁποῖο μέ θερμότητα καί πίστη ἀπευθυνόταν. Ἄλλωστε τοῦ Θεοῦ ἦταν τό ἔργο καί αὐτός ἦταν ἐργάτης καί ὄργανο τοῦ Θεοῦ. Τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. β΄ 4).
Διδάσκει ὁ καλός μας ἱερομόναχος ἀκατάπαυστα, παντοῦ. Καί μεταδίδει τήν χριστιανική ἀλήθεια σέ πολλούς καί λίγους· σέ μεγάλους καί μικρούς. Ἄλλοι περιφρονοῦν ἄλλοι ὅμως συγκινοῦνται καί πλησιάζουν ν’ ἀκούσουν. Πείθονται καί γαληνεύουν. Τό κήρυγμά του συνδυάζεται καί μέ θαυματουργία, τήν ὁποία τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός ὡς εἰδικό χάρισμα. Ὅπως σημειώνει ὁ Ἱερός Συναξαριστής, ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε στή δύσκολη ἐκείνη περίοδο ἰδιαίτερη χάρη νά θαυματουργεῖ, ὥστε καί μέ τά θαύματά του νά ἑλκύει στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως ἦταν συνδυασμένο τό κήρυγμά του καί μέ τήν ὁσία καί ἁγία ζωή του, ἡ ὁποία ὡς φῶς ἔλαμπε στό περιβάλλον του καί ἐντυπωσίαζε καί ὠφελοῦσε Χριστιανούς καί εἰδωλολάτρες.
Μέ ὅλες αὐτές τίς προσπάθειες ὁ Ἅγιος, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πέτυχε πολλά. Πολλοί εἰδωλολάτρες κάθε ἡλικίας, τάξεως καί μορφώσεως ἀπαρνοῦνταν τήν παλιά θρησκεία καί ζωή καί μέ συναίσθηση ἀποδέχονταν τή χριστιανική ἀλήθεια καί μέ κατάνυξη βαπτίζονταν. Ἔβλεπε καί ὁ ἴδιος τό θαῦμα καί δόξαζε τόν Θεό.
Μετά ἀπό ἔτη ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος, καθώς παρακολουθοῦσε τήν πρόοδο τοῦ ζηλωτῆ ἱερομόναχου καί τοῦ ἔργου του, ὑπακούοντας σέ ἀποκάλυψη Θεοῦ, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἱστορικός Πολύβιος, χειροτόνησε τόν Φίλωνα Ἐπίσκοπο Καρπασίας. Τώρα πλέον ὁ Φίλων εἶναι ὑπεύθυνος ποιμένας τοῦ λογικοῦ ποιμνίου τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχει τά ἐφόδια, τά ὁποῖα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ζητοῦσε ἀπό τούς Ἐπισκόπους ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας: «δεῖ οὖν τόν ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι… νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον… διδακτικόν… μαρτυρίαν καλήν ἔχειν ἐκ τῶν ἔξωθεν» (Α΄ Τιμ. γ΄ 2 ἑξ.). Καί ἦταν πράγματι μιμητής τοῦ Καλοῦ Ποιμένος Κυρίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος «τήν ψυχήν αὐτοῦ ἔθηκεν ὑπέρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. ι΄ 11). Ἐργάσθηκε μέ ὅλες του τίς δυνάμεις, γιά νά ὁδηγεῖ «τά ἐγγύς καί τά μακράν πρόβατα» στόν Ἀρχιποίμενα Κύριο.
Παράλληλα μέ τό ποιμαντικό πολύπτυχο ἔργο του ὁ Φίλων ἀσχολήθηκε καί μέ τή συγγραφή, καί μάλιστα μέ τήν Ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἔγραψε ὑπόμνημα στήν Πεντάτευχο, στό Ἆσμα Ἀσμάτων, ὅπως ἐπίσης καί Ἐκκλησιαστική Ἱστορία.
Γενικῶς ὁ Φίλων ἦταν ἡ ἀναμμένη λαμπάδα, ἡ ὁποία ἔκαιγε, φώτιζε καί, φυσικά, ἔλειωνε. Δέν μαρτύρησε, ὅπως ἄλλοι καλλίνικοι Μάρτυρες. Ὅλη ὅμως ἡ ζωή του ἦταν μία συνεχής μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἕνα συνεχές μαρτύριο καί θυσία, μιά μαρτυρική πορεία στήν ὁδό τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος.
Ἦταν φυσικό κάποτε νά φθάσουν στό τέλος τά χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Μετά ἀπό πολύμοχθο ἀγώνα πολλῶν ἐτῶν, ὁ καλός Ἐπίσκοπος τῆς Καρπασίας ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ. Τό ποίμνιό του μέ πολύ πόνο καί θλίψη τόν κήδευσε καί τόν ἐνταφίασε. Ἐκεῖ κοντά, κοντά στή θάλασσα, ἀργότερα οἰκοδομήθηκε καί Ναός στό ὄνομα τοῦ ἁγίου Φίλωνος, Ἐπισκόπου τῆς Καρπασίας. Ἄς πρεσβεύει ὁ Ἅγιος ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καί μάλιστα ὑπέρ αὐτῆς, τήν ὁποία ποίμανε καί ἡ ὁποία ἐπί τόσα τώρα χρόνια καταπατεῖται ἀπό ἀντίχριστους κατακτητές· γιά νά δώσει ὁ Κύριος γρήγορα τήν ποθητή ἐλευθερία, ἐθνική καί πνευματική.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη