Πλοῦτος καὶ πτωχεία συμπορεύονται στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι δύο πραγματικότητες ποὺ τὶς βλέπουμε καθημερινὰ τριγύρω μας. Ἄλλοτε ἁπλῶς συνυπάρχουν, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς συγκρούονται μὲ σφοδρότητα καὶ μὲ δεινὲς ἐπιπτώσεις. Ἐπιβεβαιώνεται ὁ λόγος τῆς Σοφίας Σειράχ: «τίς εἰρήνη πλουσίῳ πρὸς πένητα;» (Σοφ. Σειρ. ιγ΄ [13] 18). Καὶ ποιὰ εἶναι ἡ εἰρήνη μεταξὺ πλουσίου καὶ φτωχοῦ; ἀναρωτιέται ὁ σοφὸς Σειράχ, τονίζοντας τὴν ἀνυπαρξία πολλὲς φορὲς μιᾶς τέτοιας εἰρήνης. Γίνονται ἐπαναστάσεις, ἐγκλήματα, διαμαρτυρίες γιὰ τὴν ἴση κατανομὴ τοῦ πλούτου, γιὰ νὰ μὴ φτωχοποιοῦνται οἱ μάζες τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ ἐπικρατήσει σχετικὴ δικαιοσύνη καὶ στὸ ζήτημα αὐτό. Σύνηθες εἶναι κάποιοι νὰ ἔχουν πολλὰ ἀγαθὰ καὶ γεννήματα, πλούτη, σπίτια καὶ ἀρχοντικά, πολυτελὴ αὐτοκίνητα, κτήματα, ὑπηρέτες, ὑψηλὰ χρηματικὰ ποσὰ κατατεθειμένα σὲ τραπεζικοὺς λογαριασμοὺς καὶ θυρίδες· νὰ ξοδεύουν, ἐνδεχομένως ἀλόγιστα. Καὶ δίπλα τους ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ἄλλοι νὰ πεινοῦν, νὰ μὴν ἔχουν οὔτε «τὰ πρὸς τὸ ζῆν», νὰ μὴ γνωρίζουν ἂν θὰ βγάλουν τὴν ἡμέρα. Οἰκογενειάρχες ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε ἕνα εὐρὼ στὴν τσέπη τους γιὰ νὰ ἀγοράσουν τροφὴ γιὰ τὰ παιδιά τους. Καταστάσεις φοβερὰ ἀντιθετικὲς καὶ προκλητικές.
Πόσο μᾶς θυμίζουν αὐτὰ τὰ γεγονότα τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, ποὺ ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε! Ὁ πλούσιος ζοῦσε «καθ’ ἡμέραν εὐφραινόμενος λαμπρῶς», μὲ τραπέζια, φαγοπότια, διασκεδάσεις. Φοροῦσε «πορφύραν καὶ βύσσον», ἐνδύματα λαμπρά. Δίπλα του ὅμως, ἔξω ἀπ’ τὸ ὑπερπολυτελὲς σπιτικό του βρισκόταν «ἡλκωμένος», πληγωμένος καὶ πεινασμένος, ἕνας φτωχὸς ὀνόματι Λάζαρος. Πόσο χαρακτηριστικὰ βλέπουμε τὸ ἴδιο σκηνικὸ νὰ ἐπαναλαμβάνεται σὲ κάθε ἐποχή, ἀλλὰ καὶ στὶς ἡμέρες μας! Δημοσιεύονται φωτογραφίες ἀπὸ χῶρες τοῦ ἐξωτερικοῦ, ὅπου τὰ ἀνάκτορα τῶν σημερινῶν πλουσίων συνυπάρχουν κυριολεκτικὰ δίπλα-δίπλα μὲ τὰ χαμόσπιτα τῶν φτωχῶν.
Εἶναι ὄντως θλιβερὸ τὸ γεγονὸς ὅτι πολλὲς ψυχὲς στὸ διάβα τοῦ χρόνου ἐξαπατήθηκαν ἀπὸ αὐτὸ τὸ μανιῶδες κυνήγι τῆς ὕλης. Ὑπέπεσαν σ’ αὐτὸ τὸν μεγάλο πειρασμὸ ποὺ λέγεται φιλαργυρία. Κόλλησε ἡ καρδιά τους στοὺς ἐπίγειους θησαυρούς. Ἔκαναν λουτρὸ μέσα στὰ χρυσάφια τους καὶ εἶχαν ἐμμονὴ στὰ πλούτη τους. Ἄνθρωποι πραγματικὰ δυστυχεῖς, φιλάργυροι, ποὺ λάτρευσαν τὸν Μαμωνὰ καὶ ἔκαναν θεὸ τὴν κοιλία τους, τὰ ἐπίγεια ἀγαθά τους.
Βέβαια, στὴ διαδρομὴ τοῦ κόσμου ὑπῆρξαν καὶ πάμπολλοι φτωχοί, ἴσως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ποὺ διάβηκαν τὴ γῆ μας.
Ἀλήθεια, ὅμως, ἡ δική μας θέση ποῦ βρίσκεται μέσα σ’ ὅλη αὐτὴ τὴν πραγματικότητα; Ἴσως ὁρισμένοι νὰ ἔχουν κάποιο πλοῦτο στὴ διάθεσή τους. Δὲν δαιμονοποιοῦμε τὸν πλοῦτο. Ἀλλὰ καὶ πόσο μεγάλος πειρασμὸς μπορεῖ νὰ γίνει! Πόση προσοχὴ ἀπαιτεῖται! Διότι ἀσφαλῶς τίποτε δὲν θὰ μᾶς ἀκολουθήσει ἀπ’ τὰ ἀποκτήματά μας στὴν ἄλλη ζωή. Ἀκόμη καὶ ἂν κάποτε ὁρισμένους βασιλεῖς τοὺς ἔθαβαν μαζὶ μὲ τὰ χρυσά τους νομίσματα καὶ πολυτελὴ ἀντικείμενα, αὐτὸ ἦταν μία τρομερὰ ἀπατηλὴ ψευδαίσθηση ὅτι κάτι ἀπ’ αὐτὰ θὰ τοὺς συνοδεύσει στὸ αἰώνιο ταξίδι τους. Βέβαια καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ φτωχοῦ δὲν πρέπει νὰ κολλήσει καὶ νὰ προσανατολισθεῖ στὴν ἀτελείωτη ἀναζήτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν – ἀφοῦ πολλὲς φορὲς ἔχουμε φιλάργυρους φτωχούς, σὲ ἀντίθεση μὲ κάποιους πλουσίους, ποὺ εἶναι ἀφιλάργυροι.
Εἴτε βρισκόμαστε στὴ μία κατάσταση εἴτε στὴν ἄλλη, πρέπει νὰ ἔχουμε ὀρθή, πνευματικὴ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων. Ἂς ἐμπνευσθοῦμε ἀπ’ τὰ αἰώνια παραδείγματα τόσων ἁγιασμένων ψυχῶν ποὺ σήκωσαν τὶς εὐλογίες καὶ συνάμα τοὺς σταυροὺς τοῦ πλούτου καὶ τῆς πτωχείας, ὅπως ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ποὺ ἔδωσε ὅλη του τὴν περιουσία καὶ ἀφιερώθηκε στὸ Θεό. Ἢ τὴν ἁγία Φιλοθέη, τὴν ἀρχοντοπούλα τῶν Ἀθηνῶν, ποὺ ἔδωσε τὸ βιός της ὑπὲρ τῶν πτωχῶν καὶ ἀδυνάτων. Φρόνημά μας ἂς εἶναι τὸ «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν», ὅπως ψάλλουμε γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, ἀλλὰ καὶ ἄλλους πολλοὺς ἐπώνυμους καὶ ἀνώνυμους, ποὺ δόξαζαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πτωχεία τους. Πνεῦμα θυσίας καὶ ἐμπιστοσύνης στὸ Θεὸ ἂς ὑπάρχει μέσα μας. Ἐπιδίωξή μας μόνιμη ἂς εἶναι τὸ νὰ πλουτίζουμε κατὰ Θεόν, νὰ αὐξάνουμε σὲ ἀρετὲς «ἐν Χριστῷ». Ὄχι φιλάργυροι, ἀλλὰ ἀνάργυροι!