Ὁ Ὅσιος Πορφύριος ἐπίσκοπος Γάζης
Δύναμη μεγάλη γιά τήν Ἐκκλησία μας ἀποτελοῦν ἀνά τούς αἰῶνες οἱ κληρικοί καί μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, ὅταν αὐτοί ἐμπνέονται ἀπό τά ἱερά δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας μας, ἀπό θεῖο ζῆλο καί συγχρόνως παρουσιάζουν ζωή ἁγία καί δημιουργική. Τότε καθοδηγοῦν καί διδάσκουν τούς πιστούς, ἀλλά καί γίνονται σεβαστοί ἀπό φίλους καί ἐχθρούς, ἀπό ἄρχοντες καί ἀρχομένους. Εἶναι φῶτα πνευματικά, πού φωτίζουν τήν κοινωνία. Ὁ Ἐπίσκοπος Γάζης Πορφύριος συγκεντρώνει ὅλα αὐτά τά μεγάλα καί ἀξιοθαύμαστα προσόντα.
Ἀπό τήν πόλη τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τή Θεσσαλονίκη καταγόταν ὁ Ἅγιος καί εἶχε τό προνόμιο νά γεννηθεῖ ἀπό γονεῖς πλουσίους. Πλουσίους τόσο στά ὑλικά ἀγαθά, ὅσο καί στά πνευματικά. Ὅμως ὁ Πορφύριος ἀπό τήν πρώτη του ἡλικία δέν ἑλκύσθηκε ἀπό τά ὑλικά άγαθά, χρήματα καί κτήματα. Ἑλκύσθηκε μέ τρόπο θαυμαστό καί ἐντυπωσιακό ἀπότόν πνευματικό θησαυρό τῶν γονέων του, τήν εὐλάβεια καί τήν ἀγάπη πρός τόν Κύριο, τόν ὁποῖο κι αὐτός ἀγάπησε «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδίας». Παραδόθηκε σ’ αὐτόν μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη. Ὡραῖα τό σημειώνει ὁ ἱερός ὑμνωδός: «Ὅλον ἀπό σπάργανων σεαυτόν Κυρίω προσανέθηκας καί αὐτῷ ἐκολλήθης καί ψυχῇ καί καρδίᾳ».
Ἡ εἰδική κλήση τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τά βήματα τοῦ Πορφυρίου νωρίς στήν Αἴγυπτο, γιά νά γνωρίσει τήν ἐκεῖ μοναστική πολιτεία καί νά καρεῖ μοναχός. Καί ἦταν τότε ἡ Αἴγυπτος μέ τίς πάμπολλες ἐκεῖ ἱερές Μονές πραγματικό πανεπιστήμιο γιά τόν Πορφύριο καί τοῦ ἔδωσε τήν εὐκαιρία νά ἐμβαθύνει καλύτερα στήν ἀλήθεια καί τά δόγματα τῆς πίστεως καί νά σπουδάσει τήν ἁγία ζωή τῶν ὁσίων μοναχῶν. Μετά ἀπό πενταετῆ εὐλαβική μαθητεία στήν ἔρημο ἔρχεται στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Πραΰλιος τόν χειροτονεῖ πρεσβύτερο καί ἀργότερα ὁ Ἐπίσκοπος Καισαρείας Ἰωάννης καί οἱ γύρω του Ἱεράρχες, τόν προάγουν Ἐπίσκοπο Γάζης. Ἡ Γάζα ἦταν μιά πόλη τῆς Παλαιστίνης πού ἀπέχει 5 χιλιόμετρα ἀπό τήν Μεσόγειο θάλασσα. Κι ἔτσι κατά τόν ἱερό ὑμνωδό «τῇ λυχνίᾳ ἐτέθη ἄξιος ἐργάτης».
Ἑτοιμασμένος πλέον μετά ἀπό πολυετῆ μαθητεία ὁ νέος Ἐπίσκοπος, ἀναλαμβάνει τό ἔργο του μέ ζῆλο, ἀλλά καί μέ τήν θερμή παράκληση στήν πηγή κάθε ἀγαθοῦ, τόν Κύριο (Ἰακ. α΄ 17), νά τόν ἐνίσχυσει «νά περιπατήσει ἀξίως τῆς ὑψηλῆς καί ὑπευθύνου κλήσεώς του» (Ἐφεσ. δ΄ 1). Σέ δυό κυρίως τομεῖς στρέφει τό ἐνδιαφέρον του ὁ Πορφύριος. Ὁ πρῶτος: Νά διδάξει τά πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας καί νά τά διασφάλισει μέσα στή ζωή καί τά δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί ὁ δεύτερος: Νά ὁδηγήσει στήν πίστη τούς εἰδωλολάτρες πού βρίσκονταν ἀκόμη μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια, ἀλλά καί τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι δροῦσαν μέ τρόπο προκλητικό καί ἐπικίνδυνο. Καί ἐργάσθηκε ὁ Ἅγιος μέ ὅλες του τίς δυνάμεις, ὅπως τό σημειώνει καί ὁ ὑμνογράφος: «Ράβδῳ τῶν δογμάτων σου ἐπί νομάς ζωῆς τήν ἱεράν ποίμνην σου ποιμάνας, τῷ Θεῷ εὐηρέστησας». Ἀλλά καί θαύματα τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά κάνει, ὅσο ἀκόμη ζοῦσε. Μέ τά θαύματα αὐτά οἱ πιστοί οἰκοδομοῦνταν πολύ, ἀλλά καί οἱ ἄπιστοι ἐντυπωσιάζονταν καί νά γίνονταν ἐπιδεκτικοί: «Θαύμασι πλείστοις καί σημείοις κατεκόσμησε τόν βίον σου ὁ Χριστός».
Ὅμως κάποτε παρουσιάσθηκε στή Γάζα ἕνα μεγάλο πρόβλημα. Οἱ ἐκεῖ κρατικοί ὑπάλληλοι, ἐθνικοί κυρίως καί αἱρετικοί, φέρονταν μέ τρόπο ἄδικο καί σκληρό στούς Χριστιανούς. Καί παρά τήν ἐπέμβαση τοῦ Ἐπισκόπου, παρά τίς συνεχεῖς παρακλήσεις, αὐτοί δέν πείθονταν. Ἀναλαμβάνει λοιπόν ὁ καλός Ποιμήν, ὁ Πορφύριος, νά ζητήσει πλέον τό δίκαιο ἀπό τόν ἴδιο τόν αὐτοκράτορα. Ἐπιχειρεῖ ἕνα ταξίδι στήν Κωνσταντινούπολη καί μέ τήν μεσολάβηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου γίνεται δεκτός ἀπό τήν βασίλισσα Εὐδοξία. Ἦταν ἐποχή, πού ὁ ἱερός Χρυσόστομος δέν εἶχε συγκρουσθεῖ ἀκόμη μέ τήν Εὐδοξία. Φωτισμένος ἀπό τόν Θεό ὁ Πορφύριος προέβλεψε καί προανήγγειλε στή βασίλισσα ὅτι τό παιδί πού περίμενε θά ἦταν ἀγόρι. Κι ὅταν αὐτό πραγματοποιήθηκε καί γέννησε τόν Θεοδόσιο τόν μικρό, γέμισε μέ χαρά τόσο ἡ Εὐδοξία, ὅσο καί ὁ αὐτοκράτωρ Ἀρκάδιος (395 – 408). Χαρά, ἀλλά καί ἐμπιστοσύνη καί ἀγάπη καί θαυμασμό πρός τόν Ἐπίσκοπο Γάζης, στόν ὁποῖο καί παρεχώρησαν ἀμέσως ὡς δῶρο ὅ,τι αὐτός ζητοῦσε κι ἀκόμη περισσότερα.
Ὁ Ἀρκάδιος παρέδωσε γράμμα στόν Πορφύριο, διαμέσου τοῦ ὁποίου τακτοποιοῦνταν μόνιμα πλέον τό θέμα τῶν κρατικῶν ὑπαλλήλων τῆς Γάζης. Ἡ Εὐδοξία ἐξάλλου ἔδωσε στόν Ἐπίσκοπο δυό κεντηνάρια χρυσοῦ (χρυσάφι βάρους διακοσίων λίτρων, δηλαδή 64 κιλῶν) γιά τήν ἀνέγερση Ὀρθοδόξου Ναοῦ, ὅπως ἐπίσης καί διακόσια νομίσματα γιά τά ὑπόλοιπα ἔξοδα. Μέ χαρά πολλή ὁ καλός Ποιμήν, ὁ Ἐπίσκοπος Πορφύριος ἐπέστρεψε στή Γάζα καί ἀνέλαβε νά ἐκτελέσει τά ὅσα τό αὐτοκρατορικό ζεῦγος τόν εὐκόλυνε νά ἐκτελέσει. Ἀνήγειρε ἕναν περικαλλῆ χριστιανικό Ναό μέ σχέδιο πού εἶχε καθορίσει ἡ βασίλισσα. Γεμάτοι χαρά, ὅλοι μαζί, ποιμένας καί ποίμνιο, πανηγύρισαν τή νέα δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἰδιαιτέρως οἱ Χριστιανοί εἶδαν γιά μία ἀκόμη φορά τήν ἀγάπη τοῦ Ἐπισκόπου τους, ὁ ὁποῖος ἐπιβλήθηκε σέ τόσους κόπους γιά νά ἔλθει τό ποθητό ἀποτέλεσμα.
Ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος τῆς Γάζης Πορφύριος ποίμανε θεοφιλῶς τήν Ἐπισκοπή του ἐπί 25 περίπου ἔτη καί τό ἔτος 420 μετέστη εἰρηνικά γιά τή βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. «Ἐκ τῆς γῆς τό πορφυρίζον ἀνθός ὡς Χριστοῦ εὐωδιά μετεφυτεύθη εἰς τούς κήπους τοῦ Παραδείσου». Εἶναι πολύ ἐπιτυχημένη ἡ ἐπιγραφή, ἡ ὁποία καί συνοψίζει τό ἀποτέλεσμα ὅλης της διακονίας του: «Ἥλιον ἔγνω τόν Χριστόν, ὁλολαμπής ἀστήρ ἐχρημάτισεν».
Αὐτοί εἶναι οἱ ἄξιοι κληρικοί καί μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι διακονοῦν, ἐμπνέουν, οἰκοδομοῦν. Καί δόξα τῷ Θεῷ, δέν λείπουν καί ἀπό τή σημερινή μας ἐποχή!
Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη