Ὁ ὅσιος Σενούφιος ἀνήκει στὴ χορεία τῶν ταπεινῶν καὶ εὐλαβῶν ἀσκητῶν τοῦ 9ου αἰῶνος. Τὸν συναντοῦμε στὴν ἔρημο τῆς Νιτρίας τῆς Αἰγύπτου, τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλευε στὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ὁ Λέων ὁ Ε΄ ὁ Ἀρμένιος, ποὺ ὑπῆρξε σφοδρὸς πολέμιος τῶν ἱερῶν εἰκόνων.
Ὁ Σενούφιος ζοῦσε τὴν ἀσκητική του πολιτεία μὲ αὐστηρὴ συνέπεια. Ἀγαποῦσε πολὺ τὴν προσευχὴ καὶ λάτρευε τὸν Θεὸ μὲ θαυμαστὴ ἁπλότητα. Κάποτε προσευχήθηκε μὲ δυνατὴ πίστη στὸ Θεὸ καὶ εἶπε: «Κύριε, ἀποκάλυψέ μου τὸ πανάγιο πρόσωπό Σου. Θέλω πολὺ νὰ Σὲ δῶ μέσα στὴ θεϊκή Σου δόξα, ὅπως θὰ εἶσαι στὴ Δευτέρα Παρουσία Σου». Καὶ ἀμέσως δέχθηκε ἀπάντηση ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ μυστικὴ πληροφορία ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Σενούφιε, ἂν θέλεις νὰ δεῖς τὸ μεγαλεῖο τῆς μορφῆς μου, νὰ πᾶς στὴ Θεσσαλονίκη, στὴ Μονὴ Λατόμου».
Ὁ Σενούφιος ὑπάκουσε μὲ παιδικὴ ἁπλότητα. Ἄφησε τὸ ἀσκητήριό του καὶ ἐπιχείρησε τὸ μακρύτατο αὐτὸ καὶ ἐπικίνδυνο γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ταξίδι πρὸς τὴν ἔνδοξη πόλη, τὴ νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ, τὴ Θεσσαλονίκη.
Ὅταν ὁ Σενούφιος ἔφθασε στὴ Μονὴ Λατόμου, ποὺ ἦταν κτισμένη στὴν ἄνω πόλη τῆς Θεσσαλονίκης, ἄκουσε μὲ ἔκπληξη τοὺς Μοναχοὺς νὰ τὸν διαβεβαιώνουν ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἐκεῖ τέτοια εἰκόνα ποὺ ἔψαχνε. Χωρὶς νὰ ἀπελπισθεῖ ὁ Ὅσιος, ἐπισκέφθηκε καὶ ἄλλους Ναούς. Ἕξι μῆνες ἀναζητοῦσε τὸν ποθούμενο θησαυρό, ἀλλὰ πουθενὰ δὲν ἀνακάλυψε οὔτε τὰ ἴχνη του. Ἔτσι ἐπέστρεψε ἀπογοητευμένος πίσω στὴ Νιτρία συνεχίζοντας τὴν ἄσκησή του καὶ ἔχοντας μέσα του τὸν λογισμὸ μήπως τὸν εἶχε ἐξαπατήσει ὁ Πονηρός. Ὁ πανάγαθος Θεὸς ὅμως, ποὺ ἀγαπᾶ τοὺς ἄκακους δούλους Του, τὸν πληροφόρησε μέσα του ὅτι θὰ τοῦ ἐκπλήρωνε τὸν βαθύ του πόθο, ἀρκεῖ νὰ γύριζε πάλι πίσω στὴ Μονὴ Λατόμου καὶ νὰ ἔδειχνε περισσότερη ὑπομονὴ καὶ πίστη.
Ἔτσι ὁ Σενούφιος ξεκίνησε πάλι τὸ ἴδιο ταξίδι. Ἔφθασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ καὶ συγκαταριθμήθηκε στὴ συνοδεία τῶν Μοναχῶν της. Συνέχισε καὶ ἐδῶ μὲ τὸν ἴδιο ζῆλο ὅπως καὶ στὴν Αἴγυπτο τὴν ἄσκησή του, ποὺ ἦταν ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ δουλαγωγία τοῦ σώματος, ἡ ἐπιμέλεια τῶν διακονημάτων του καὶ ἡ ἐν Κυρίῳ στηρικτικὴ ἀγάπη πρὸς ὅλους τοὺς συμμοναστές του.
Κάποια μέρα ὁ Ὅσιος, ἐνῶ βρισκόταν μόνος μέσα στὸ Ναὸ καὶ προσευχόταν, ἄκουσε ἔξω δυνατὲς βροντὲς καὶ ἀστραπές. Ἔπεφτε φοβερὴ νεροποντὴ καὶ δυνατὸ χαλάζι. Τὸ νερὸ τῆς βροχῆς πότιζε τοὺς ἐξωτερικοὺς τοίχους. Ἀληθινὴ θεομηνία, ποὺ τὴν ἀκολούθησε καὶ ξαφνικὸς σεισμός. Ἀπὸ τὴν ἰσχυρὴ δόνηση ξεκόλλησαν τὰ ἀσβεστώματα τῆς ἀνατολικῆς ἁψίδας καὶ ἔπεσαν μὲ πάταγο στὸ δάπεδο τοῦ Ναοῦ. Καὶ τότε, μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια του, ἀποκαλύφθηκε μιὰ θαυμαστὴ εἰκόνα τοῦ ἐνδόξου Κυρίου! Ἕνα σπάνιο ψηφιδωτὸ ἀπαράμιλλης ἀξίας ποὺ ἔδειχνε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ φωτεινὲς ἀκτίνες νὰ κάθεται μεγαλοπρεπὴς πάνω σὲ οὐράνιο τόξο, κρατώντας μὲ τὸ ἀριστερό Του χέρι εἰλητάριο μὲ προφητεῖες ποὺ ἐκπληρώνονται, καὶ μὲ τὸ δεξί Του χέρι νὰ μᾶς εὐλογεῖ. Τὸ ἀρχαιότατο αὐτὸ ἐξαίσιο ἀριστούργημα τοῦ 4ου αἰῶνος, γιὰ νὰ μὴ βεβηλωθεῖ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, εἶχε φροντίσει ἡ Θεοδώρα, μιὰ πιστὴ χριστιανὴ καὶ κόρη τοῦ εἰδωλολάτρη Μαξιμιανοῦ Γαλερίου, νὰ τὸ ἀσφαλίσει. Εἶχαν καλύψει τὸ ψηφιδωτὸ μὲ δέρμα βοδιοῦ καὶ τὸ εἶχαν στερεώσει μὲ πλίνθους καὶ ἐξωτερικὰ τὸ εἶχαν ἀσβεστώσει, ὥστε νὰ παραμένει ὁ θησαυρὸς κρυμμένος καὶ ἀσφαλισμένος.
Καὶ τώρα, ὕστερα ἀπὸ 5 αἰῶνες, τὴ στιγμὴ τῆς μεγάλης θεομηνίας ἐπέτρεπε ὁ Θεὸς νὰ γίνει ἡ ἀνέλπιστη αὐτὴ ἀποκάλυψη μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Σενουφίου. Τὰ συναισθήματα ποὺ δημιουργήθηκαν στὴν ψυχὴ τοῦ ὁσίου αὐτοῦ Μοναχοῦ τὴν ὥρα ἐκείνη, ἦταν ἀπερίγραπτα. Μὲ βουρκωμένα μάτια εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ γιὰ τὸ μεγάλο θαῦμα καὶ πλημμυρισμένος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη παρέδωσε εἰρηνικὸς τὸ πνεῦμα του στὸν Πλάστη του.
Οἱ Μοναχοὶ κήδεψαν τὸν ἐνάρετο συνασκητή τους μὲ τιμὲς καὶ συγκίνηση. Καὶ τὸν ἔθαψαν ἀκριβῶς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴ θαυμαστὴ παναγία μορφὴ τῆς εἰκόνος τοῦ ἐνδόξου Κυρίου.
Κάθε εὐλαβὴς προσκυνητὴς τῆς ἁγιοτόκου πόλεως Θεσσαλονίκης ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ θαυμάσει τὴ μεγαλοπρεπὴ σύνθεση τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοῦ ψηφιδωτοῦ στὸ ἀνατολικὸ τεταρτοσφαίριο τῆς κόγχης τοῦ ἱεροῦ Βήματος τῆς Μονῆς τοῦ Λατόμου. Καὶ ἀφοῦ προσκυνήσει μὲ εὐλάβεια καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ὁσίου Σενουφίου, μπορεῖ νὰ δεῖ καὶ τὴ σιδερένια ζώνη ποὺ φοροῦσε ὁ Ὅσιος – ἀπόδειξη τῆς σκληρῆς του ἀσκήσεως – ποὺ φυλάσσεται στὸ ἐπιτροπικὸ τοῦ Ναοῦ.
Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ὁσίου Σενουφίου νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀντικρίσουμε τὸν Κύριο «καθώς ἐστι» (Α΄ Ιω. γ΄ 2) στὴν ἐπουράνιο δόξα τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του.