«Ὀρθοτόμησον ἡμῶν τὴν ὁδὸν»

   Πρὸ τοῦ τέλους τῆς θείας Λειτουργίας καὶ ἀφοῦ οἱ πιστοὶ ἔχουμε κοινωνήσει τῶν «θείων, ἀχράντων, ἐπουρανίων, ζωοποιῶν, φρικτῶν Μυστηρίων», αἰσθανόμαστε ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσουμε τὸν Κύριο τῆς δόξης. Τὸ ἱερὸ καθῆκον τῆς εὐγνωμοσύνης μᾶς τὸ ἐκφράζει ὁ Λειτουργός, καθὼς ἀπευθύνει τὴν εὐχαριστία μας μέσα ἀπὸ τὴ σχετικὴ εὐχή: «Εὐχαριστοῦμέν σοι, Δέσποτα φιλάνθρωπε, εὐεργέτα τῶν ψυχῶν ἡμῶν…».
   Ἡ εὐχαριστήρια αὐτὴ Εὐχὴ θυμίζει τὴν ἀντίστοιχη εὐχαριστία τῶν Μαθη­τῶν μετὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο: «Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν» (Ματθ. κς΄ [26] 30). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σημειώνει: «Αὐτὴ ἡ Εὐχὴ τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι σύμβολο ἐκείνης τῆς προσευχῆς. Ὁ Κύριος εὐχαρίστησε πρὶν δώσει τὸ ἅγιο Σῶμα Του στοὺς μαθητές, γιὰ νὰ εὐχαριστοῦμε κι ἐμεῖς. Καὶ ἀφοῦ τοὺς τὸ ἔδωσε, πάλι εὐχαρίστησε καὶ ὕμνησε, γιὰ νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς τὸ ἴδιο» (ΕΠΕ 12,198).
   Θερμὴ λοιπὸν ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Δεσπότη καὶ Εὐεργέτη τῶν ψυχῶν μας, διότι καὶ τὴν παρούσα ἡμέρα μᾶς ἀξίωσε τῆς κοινωνίας τῶν ἀχράντων Μυστηρίων Του. Ἡ εὐχαριστία ὅμως αὐτὴ εἶναι συνδεδεμένη καὶ μὲ ἱκετευτικὰ αἰτήματα. Εἶναι δικαιολογημένα αὐτὰ τὰ αἰτήματα. Πῶς θὰ κρατήσουμε τὴ χάρη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲν μᾶς ἐνισχύσει ὁ Κύριος;
   Γι᾿ αὐτὸ καὶ Τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς διατηρήσει μέσα στὴν εὐλάβειά Του, νὰ μᾶς κρατήσει στὸ σωστὸ δρόμο Του, νὰ περιφρουρήσει καὶ νὰ ἀσφαλίσει κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, νὰ στερεώσει τὰ βήματά μας.
   Ἰδιαιτέρως Τὸν παρακαλοῦμε: «ὀρθοτόμησον ἡμῶν τὴν ὁδόν»· κάνε ὀρθὴ καὶ ἴσια τὴν πορεία τῆς ζωῆς μας.
   Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητὴς Παναγιώτης Τρεμπέλας στὸ πνευματικὸ σύγγραμμά του «Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Λατρεία μας» σχολιάζει σχετικά:
   «Ὁ δρόμος τῆς ἁμαρτίας δὲν εἶναι δρόμος εὐθὺς καὶ ὁμαλός. Εἶναι ὁδὸς σκολιά, δύσβατη καὶ τραχεία. Τὸ αἴτημα λοιπὸν «ὀρθοτόμησον ἡμῶν τὴν ὁδὸν» σημαίνει κάνε εὐθεία τὴ συμπεριφορά μας καὶ τὸν ὅλο τρόπο τῆς ζωῆς μας. Ἐλευθέρωσέ μας, Κύριε, ἀπὸ κάθε στρεβλότητα καὶ κακία. Εὐδόκησε νὰ συμπεριφερόμαστε πάντοτε καὶ σὲ ὅλους μὲ εὐθύτητα καὶ εἰλικρίνεια καὶ ἀπομάκρυνέ μας ἀπὸ τὴ διεστραμμένη ὁδὸ τῆς ἁμαρτίας» (σελ. 467).
   Ὅλοι μας παρατηροῦμε πὼς δὲν εἶναι δύσκολο νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὴν πορεία μας, νὰ χάσουμε τὸν δρόμο, ν᾿ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο. Οἱ παγίδες τοῦ Πονηροῦ, οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς μᾶς λυγίζουν, τὰ θέλγητρα, οἱ σειρῆνες τοῦ κόσμου εὔκολα μᾶς τραβοῦν. Χάνουμε τὸν δρόμο, ἀλλάζουμε πορεία, ἀπομακρυνόμαστε χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε. Γιʼ αὐτὸ παρακαλοῦμε θερμά: «ὀρθοτόμησον τὴν ὁδόν», κάνε μας ἴσιο καὶ ὀρθὸ τὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας.
   Ναί, παρακαλοῦμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς κρατήσει κον­τά Του, στὸν ἀσφαλὴ δρόμο Του, γιατὶ Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ὁδός, ὅπως μᾶς τὸ εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄ [14] 6).
   Ἀκολουθώντας τὸ πανάγιο παράδειγμά Του, μιμούμενοι τὸν τρόπο τῆς ζωῆς Του, μποροῦμε νὰ μένουμε στὸ δικό Του δρόμο.