Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Μεγαλομάρτυρας καὶ Τροπαιοφόρος
1) Ὡς ρόδον ἐν μέσῳ ἀκανθῶν.
«Ἀνέτειλε τό ἔαρ, δεῦτε εὐωχηθῶμεν· ἐξέλαμψεν ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ, δεῦτε εὐφρανθῶμεν· ἡ τοῦ ἀθλοφόρου μνήμη τούς πιστούς φαιδρύνουσα ἀνεδείχθη· διό, φιλέορτοι, δεῦτε ψαλμικῶς αὐτήν πανηγυρίσωμεν».
Μ’ αὐτούς τούς στίχους ὁ ἱερός ὑμνογράφος καλεῖ τούς Ὀρθοδόξους πιστούς μέσα στή μυροβόλο ἐαρινή καί ἀναστάσιμο ἀτμόσφαιρα νά τιμήσουν καί νά ὑμνήσουν τόν Μεγαλομάρτυρα τοῦ Θεοῦ Γεώργιο τόν τροπαιοφόρο. Μέ τό ὄνομα τοῦ λαοφιλοῦς μας Ἁγίου τιμῶνται ἀμέτρητοι ἱεροί Ναοί καί αὐτό τό ὄνομα φέρουν μυριάδες Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων στή χώρα μας καί στό ἐξωτερικό. Μορφή φωτεινή ὁ Γεώργιος, ἐπιβλητική, εἶναι μία ἀπό τίς πλέον ἐνδοξες φυσιογνωμίες τοῦ πρωτοχριστιανικοῦ μαρτυρολογίου μας, ἡ ὁποία ἐμπνέει ὅλες τίς γενιές.
Ἡ Καππαδοκία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἶναι ἡ πατρίδα τοῦ Γεωργίου, ὅπου γεννήθηκε στά τέλη τοῦ 3ου αἰῶνος. Εἶχε μάλιστα τό ἐξαιρετικό προνόμιο ὁ Ἅγιος νά κατάγεται ἀπό γονεῖς ὄχι μόνο ἐκλεκτούς καί ἐπιφανεῖς, ἀλλά καί Χριστιανούς καί βαθύτατα εὐσεβεῖς. Γι’ αὐτό καί εὐτύχησε νά διδαχθεῖ «ἀπό βρέφους τά ἱερά γράμματα» (Β΄ Τίμ. γ΄ 15). Ἀναδείχθηκε «Θεοῦ γεώργιον» (Α΄ Κόρ. γ΄ 9), μέσα στό ὁποῖο σπάρθηκαν μέ ἐπιμέλεια ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς του τά σπέρματα τῆς ἀρετῆς καί τῆς σωτηρίας. Καί τά σπέρματα αὐτά βρῆκαν γῆ ἀγαθή καί ἀναπτύχθηκαν καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔφεραν καρπό πολύ.
Σέ νεότατη ἡλικία ὁ Γεώργιος κατατάχθηκε στό τάγμα τῶν Τριβούνων τοῦ ρωμαικοῦ στρατοῦ, τότε πού αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ φοβερός διώκτης τῶν Χριστιανῶν Διοκλητιανός (284 – 305). Γρήγορα ὁ Γεώργιος ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπό τούς καλύτερους ἀξιωματικούς τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ, δυνατός, ἀνδρεῖος, ἀλλά συγχρόνως καί χαρακτήρας ἀδαμάντινος, μορφή φωτεινή καί ἑλκυστική. Ὅλα αὐτά τά ἐξαιρετικά προσόντα τοῦ ἔδωσαν πολύ σύντομα τόν τίτλο τοῦ κόμη.
Τό περιβάλλον τοῦ στρατοῦ, μέσα στό ὁποῖο ζεῖ καί ἀναστρέφεται ὁ νεαρός Γεώργιος, εἶναι δυσμενές γιά τή χριστιανική τοῦ ἰδιότητα. Τόν περιστοιχίζουν μέ τίς εἰδωλολατρικές τούς συνήθειες ἄνθρωποι, τούς ὁποίους ὁ ἀπόστολος Παῦλος θά μποροῦσε νά χαρακτηρίσει «πεπληρωμένους πάσῃ ἀδικίᾳ… πονηρίᾳ… μεστούς φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου, κακοηθείας…» (Ρώμ. α΄ 29 κ. ἑξῆς). Κι ὅμως, παρά τούς δυνατούς πειρασμούς, αὐτός, καθώς μεγαλώνει στήν ἡλικία καί ἀποκτᾶ μεγάλη σοφία, δέν συσχηματίζεται μέ τό περιβάλλον του, δέν ἐπηρεάζεται καί δέν μολύνεται. Μένει ἄκαμπτος καί ἀνυποχώρητος στίς χριστιανικές ἀρχές καί τή σεμνή ζωή του. Αὐτός, «λαμπρός ἀριστεύς τῆς ἀρετῆς», πραγματικά ἅγιος στήν καθημερινή του ζωή, ἀγωνίζεται «τόν καλόν ἀγώνα», εὐφραίνεται μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ, τρέφεται μέ τό οὐράνιο μάννα, εὐφραίνεται νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Κύριό του. «Ὡς ρόδον ἐν μέσῳ ἀκανθῶν καί κρίνον εὐωδιάζον τήν εὐσέβειαν», ὁ Γεώργιος μέ τήν ἀναστροφή του στό περιβάλλον του γίνεται «Χριστοῦ εὐωδία». Γιά πόσους, ἀλήθεια, εἰδωλολάτρες στρατιωτικούς θά ἔγινε ἀφορμή ἡ ἐνάρετη καί ἁγία καί ἀκτινοβόλος διαγωγή του νά ἀναθεωρήσουν τή ζωή τους καί νά παραδειγματισθοῦν ἀπ’ αὐτόν!
Θά ἀναφέρουμε ὅμως κι ἕνα ἀκόμη μεγάλο προσόν τοῦ Γεωργίου. Ὅτι δηλαδή δέν ἐπηρεάσθηκε, ἀλλά ἀποδείχθηκε ἀνώτερος τῶν χρημάτων καί τοῦ πλούτου. Διότι πράγματι κληρονόμησε ἀπό τούς εὔπορους γονεῖς του μεγάλο πλοῦτο, ὁ ὁποῖος στά χέρια πολλῶν κενόδοξων νέων γίνεται συνήθως αἰτία καταστροφῆς. Διαφθείρει τήν καρδιά καί τή στρέφει πρός τή ματαιότητα καί τήν τρυφή. Ὁ Γεώργιος «σοφός κατά Θεόν», ἄκουσε τή φωνή τοῦ σοφοῦ παροιμιαστῆ: «ὅποιος πιστεύει στόν πλοῦτο, θά χαθεῖ· ἐκεῖνος ὅμως πού ἐλεεῖ τούς πτωχούς θά γίνει λαμπρός καί ἔνδοξος». (Παρ. ια΄ 28). Ὁ Γεώργιος ἄλλωστε βρῆκε τόν πολύτιμο μαργαρίτη καί ἡ ψυχή του ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἑλκύσθηκε ἀπό τόν οὐράνιο θησαυρισμό. Ὅλη του λοιπόν τήν περιουσία τή δώρησε μέ ἀγάπη πολλή, τή μοίρασε στούς πτωχούς. Ἔγινε ἀντιλήπτωρ τῶν πτωχῶν —τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής—, στόν ὁποῖο οἱ κουρασμένοι τῆς ζωῆς, οἱ ἄποροι καί ἐνδεεῖς ἔβρισκαν ἀνακούφιση καί στήριγμα.
Ἅγιος λοιπόν δέν ἀναδείχθηκε ὁ Γεώργιος μόνο μέ τό μαρτύριό του, ἀλλά καί μέ τήν ἀναστημένη λαμπρή καί φωτοβόλο ζωή του, μέ τή θεάρεστη καί σέ ὅλα ἁγνή ἀναστροφή του, καί μάλιστα μέσα στό ρωμαϊκό στρατό καί τήν εἰδωλολατρική κοινωνία. Ἀλλά μέ τήν ἔννοια αὐτή ἅγιοι μποροῦμε νά γίνουμε ὅλοι μας, ὅταν μέσα στό περιβάλλον μας ζοῦμε «ἐν καινότητι ζωῆς», ὅπως ὁ Ἀναστάς Κύριος ζητᾶ ἀπό ὅλους μας.
2) Στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἦλθε ὅμως ἡ στιγμή νά φανεῖ καί ἡ ἀξία τοῦ Γεωργίου ὡς «καλοῦ στρατιώτου Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Τίμ. β΄ 3) μέσα στόν πόλεμο, πού τοῦ κήρυξαν. Διότι ὁ φοβερός διώκτης τῶν Χριστιανῶν Διοκλητιανός, ὁ ὁποῖος κατεῖχε τότε τόν αὐτοκρατορικό θρόνο, ἐξέδωσε διάταγμα, μέ τό ὁποῖο καταδίωκε μέ κάθε μέσο τήν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σύμφωνα μέ τήν αὐτοκρατορική ἐντολή οἱ Χριστιανοί ὄχι μόνο δέν ἐπιτρεπόταν νά κατέχουν στρατιωτικά ἤ πολιτικά ἀξιώματα, ἀλλά καί καταδιώκονταν μέχρι θανάτου καί ἐξοντώσεως.
Καί ὁ Γεώργιος; Ἦταν φανερό! Ἄν δήλωνε, ὅτι ἦταν Χριστιανός, καί θά ἔχανε τήν ἐπίζηλη θέση του, τό μέλλον καί τή δόξα, ἀλλά καί θά ὁδηγοῦνταν σέ μαρτυρικό θάνατο. Ἀλλά ποιός γενναῖος στρατιώτης φοβᾶται τόν ἐχθρό, τή μάχη, τό θάνατο; Καί ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ δέν δειλιάζει. Αὐτός πάνω ἀπό τούς ἐπίγειους βασιλεῖς ἔχει ἀρχηγό τόν «Βασιλέα τῶν βασιλευόντων καί Κύριον τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. στ΄ 15), τόν Χριστόν Ἰησοῦ. Τά δικά του λόγια θυμᾶται: «ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Μάτθ. ι΄ 32). Σπεύδει λοιπόν καί χωρίς δισταγμό ὁμολογεῖ μέ παρρησία θαυμαστή τήν ἰδιότητά του. Εἶναι καιρός πλέον, ὅπως μέχρι τώρα διεκήρυξε τόν Χριστό μέ τήν ἁγνότητα τῆς ζωῆς του, νά τόν ὁμολογήσει καί ἐνώπιον τῶν ἐξουσιῶν. Νά ἐλέγξει τήν πλάνη τους, νά στηλιτεύσει τήν ἁμαρτωλή ζωή τους. Δέν πιστεύω στούς θεούς σας, λέει. «Θεοί, οἵ τόν οὐρανόν καί τήν γῆν οὐκ ἐποίησαν, ἀπολέσθωσαν». Ἐγώ εἶμαι Χριστιανός!
Μέ ἔκπληξη πολλή οἱ ἄρχοντες καί ὁ Διοκλητιανός ἀκοῦν τήν ἀνέλπιστη διακήρυξη καί τόν ἔλεγχο τοῦ ἐκλεκτοῦ τους κόμη. Πρέπει ὅμως ὁ γενναῖος μαχητής νά μεταπεισθεῖ. Τό σχέδιο εἶναι γνωστό. Οἱ ὑποσχέσεις καί οἱ ἀμοιβές. Ἐάν ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί θυσιάσει στούς θεούς τῶν ἐθνῶν, μεγαλεῖο καί τιμές ἀναμένουν τόν νεαρό ἀξιωματικό. Εὐρύ στάδιο δόξας ἀνοίγεται μπροστά του. Ὁ αὐτοκράτωρ τοῦ ὑπόσχεται ἀνθρώπινη δόξα. Ἀλλά ὁ Γεώργιος σκέπτεται τό μεγαλεῖο τῆς αἰώνιας δόξας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ στήν οὐράνια Βασιλεία του. Μένει ἀμετάπιστος, φλογερός, σταθερός στίς ἀρχές του. Τό ἴδιο κάνει, ὅταν οἱ ὑποσχέσεις μεταβάλλονται σέ ἀπειλές. Ἀλλά ὅπως προηγουμένως οἱ ὑποσχέσεις, μέ τόν ἴδιο τρόπο καί οἱ ἀπειλές δέν πτοοῦν τόν στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλίψις ἤ στενοχώρια ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;» (Ρώμ. η΄ 35). Ἡ διαταγή δίνεται νά προχωρήσουν οἱ βασανιστές!. Καί ὁ Γεώργιος «ρωμαλέω φρονήματι» σπεύδει πρός τήν ἄθληση.
Τόν μαστιγώνουν, τόν ραβδίζουν ἀνελέητα, τρυποῦν τήν κοιλιά του μέ δόρυ καί τόν ρίχνουν στή φυλακή. Προσδένουν κατόπιν τό σῶμα του στόν τροχό, ὁ ὁποῖος περιστρέφεται μέ ὁρμή. Τό σῶμα του καταξεσχίζεται ἀπό τά φοβερά μαχαίρια καί τό αἷμα τρέχει ἄφθονο ἀπό τήν ὁλόσωμη πληγή του. Ἀκολουθοῦν κι ἀλλά φρικτά μαρτύρια. Τοῦ φοροῦν πυρακτωμένα σιδερένια ὑποδήματα καί τόν ὑποχρεώνουν νά τρέχει μ’ αὐτά, τόν ρίχνουν σ’ ἕνα καμίνι μέ ἀσβέστη, μέ σκοπό καί ἐλπίδα, ὅτι κάποτε ὁ μάρτυς θά καμφθεῖ καί θά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του. Ὁ Γεώργιος ὅμως μένει ἄκαμπτος. Ἡ ψυχή του ἐπικοινωνεῖ μέ τόν πρῶτο Μάρτυρα καί Ἀρχηγό τῶν Μαρτύρων, τόν Κύριο Ἰησοῦ, στό στρατό τοῦ ὁποίου ἀνήκει. Ἀπ’ Αὐτόν ἀντλεῖ θάρρος καί δύναμη.
Ἡ καρτερία τοῦ μάρτυρος, τό ἀδούλωτο φρόνημα, ἡ ἔμμονη στίς ἀρχές του, ἀλλά καί τά θαύματα, τά ὁποῖα ὁ Θεός ἐπιτελεῖ τήν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, προκαλοῦν τήν ἔκπληξη πολλῶν ἐθνικῶν. Συγκινοῦνται, μαλακώνουν οἱ ψυχές τους καί στρέφονται μέ θαυμασμό στόν Γεώργιο καί τόν Θεό τοῦ Γεωργίου. Μεταξύ αὐτῶν καί ἡ αὐτοκράτειρα Ἀλεξάνδρα, ἡ σύζυγος τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἡ ὁποία μαζί μέ τρεῖς ὑπηρέτριές της πιστεύει στόν Χριστό καί ὁμολογεῖ τήν πίστη της. Ὁ Διοκλητιανός δέν εἶναι δυνατόν πλέον νά ἀντέξει. Καταντροπιάσθηκε μπροστά σέ ὅλους. Δίνει ἐντολή νά ἀποκεφαλίσουν τόν Γεώργιο. Καί ὁ Μάρτυς λαμπρός στό πρόσωπο, χαρούμενος, διότι σέ λίγο θά βρίσκεται κοντά στόν αἰώνιο Βασιλέα του, ἀφήνει νά βγοῦν ἀπό τό στόμα του οἱ τελευταῖες του λέξεις δοξολογίας πρός τόν Κύριό του: «Εὐλογητός Κύριος, ὅς οὐκ ἔδωκεν ἡμᾶς εἰς θήραν τοῖς ὁδοῦσιν αὐτῶν» (Ψάλμ. ρκγ 6). Καί παρέδωσε τό πνεῦμα του!
Πράγματι μεγάλος Μάρτυρας, τροπαιοφόρος, ὁ Γεώργιος! Μέ τή ζωή του, τήν ἀρετή του, τή σταθερότητα, τό μαρτύριο γίνεται παράδειγμα γιά μίμηση ὅλων μας καί ἰδιαιτέρως γιά τούς νέους πού ζητοῦν ἄξια πρότυπα γιά μίμηση. Ἡ ἔνδοξη μορφή του φωτίζει ἀοράτως τίς καρδιές μας. Καί μεῖς θαυμαστές του μαζί μέ τόν ἱερό ὑμνωδό τοῦ ψάλλουμε:
«Χαίροις στρατιώτα τοῦ μεγάλου βασιλέως Χριστοῦ· χαίροις τό ὑπέρλαμπρον αὖχος (καύχησις) τῆς πίστεως· χαίροις παμφαέ καί πανόλβιε (παμφώτεινε καί πανευτυχή). Ὑπέρ ἡμῶν παμμάκαρ τόν ὅλων ἄνακτα Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν ἱκέτευε ρυσθῆναι ἐκ σκανδάλων τοῦ ἀλάστορος (τοῦ κακούργου Σατανᾶ) καί σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».
Δοξαστικόν τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ. Ἦχος δ.
Τόν νοερόν ἀδάμαντα τῆς καρτερίας, ἀδελφοί, πνευματικῶς εὐφημήσωμεν,
Γεώργιον τόν ἀοίδιμον Μάρτυρα, ὅν ὑπέρ Χριστοῦ πυρούμενον,
ἐχάλκευσαν κίνδυνοι καί ἐστόμωσαν βάσανοι καί ποικίλαι κολάσεις ἀνήλωσαν σῶμα
τό φύσει φθειρόμενον· ἐνίκα γάρ ὁ πόθος τήν φύσιν διά θανάτου πείθων τόν ἐραστήν διαβῆναι
πρός τόν ποθούμενον Χριστόν τόν Θεόν καί Σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Ἀπολυτίκιόν του Ἁγίου. Ἦχος δ.
Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής καί τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής,
ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε,
πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀθλητές Στεφανηφόροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη