Πορεία μέσα στὸ Φῶς

   Ἡ ὁδὸς τοῦ Κυρίου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή, εἶναι «τεθλιμμένη», γεμάτη δυσκολίες, κινδύνους. Γι’ αὐτὸ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐπανειλημμένα μᾶς δίνει ὁδηγίες πορείας. Γιὰ νὰ πορευόμαστε σωστά, νὰ μὴ χάνουμε τὸν δρόμο μας. Διότι χάνοντας τὸν δρόμο μας, δὲν χάνουμε ἁπλῶς μιὰ πορεία. Χάνουμε τὴ σωτηρία μας, χάνουμε τὰ πάντα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπανειλημμένα προτρέπει τοὺς πιστοὺς νὰ πορεύονται στὴν ὁδὸ αὐτὴ τοῦ Κυρίου ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἴδιος τοὺς ἔδειξε. Λέει συγκεκριμένα: Σᾶς παρακαλοῦμε, ὅπως ἀκριβῶς σᾶς διδάξαμε, «πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν» (Α΄ Θεσ. δ΄ 1), ἔτσι νὰ πορεύεσθε καὶ νὰ ­συμ­­περιφέρεστε στὸ δρόμο τῆς ζωῆς σας.
   Καὶ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἔλεγε στοὺς Μα­θητές Του: «Ἂν κανεὶς περπατάει τὴν ἡ­­μέρα, δὲν σκοντάφτει, ἀλλὰ βαδίζει μὲ ἀσφάλεια, διότι βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου ποὺ φωτίζει τὸν δρόμο του. Ἐὰν ὅμως κανεὶς περπατάει τὴ νύχτα, σκοντάφτει, διότι δὲν ὑπάρχει γύρω του φῶς νὰ τὸν φωτίζει» (Ἰω. ια΄ [11] 9-10). Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ πνευματικὸς ἥλιος ποὺ φωτίζει τὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας; Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης.
   Στὴν πορεία μας λοιπὸν πρὸς τὸν οὐρανό, θὰ πρέπει νὰ πορευόμαστε μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν φωτισμὸ τῶν ἐντολῶν Του. Διαφορετικά, μακριὰ ἀπὸ τὸ φῶς αὐτό, μέσα στὸ σκοτάδι τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς πλάνης, κινδυνεύουμε ὄχι μόνο νὰ χάσουμε τὸν δρόμο μας, ἀλλὰ καὶ νὰ γκρεμοτσακιστοῦμε στὴν ἄβυσσο τοῦ κακοῦ.
   Τὸ φῶς αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ ἔχουμε καὶ μέσα μας, στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας. Διαφορετικά, ὅσο κι ἂν φωτίζει ὁ Κύριος τὸν δρόμο μας, ἐμεῖς θὰ μένουμε τυφλοὶ καὶ ἀνίκανοι νὰ πορευθοῦμε. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει, ὅταν εἴμαστε κυριευμένοι ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ δὲν ἀφήνουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ νὰ φωτίσει τὸ νοῦ μας. Τότε περπατοῦμε μέσα στὸ σκοτάδι καὶ κινδυνεύουμε. Τὰ πάθη τῆς ψυχῆς σκοτίζουν τὸ νοῦ καὶ μᾶς καθιστοῦν τυφλοὺς στὴν πορεία μας.
   Καὶ πάλι ὅμως δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ ἔχουμε νοῦ καθαρὸ καὶ μάτια πνευματικά, γιὰ νὰ βλέπουμε στὸ δρόμο μας. Θὰ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε καὶ συγκεκριμένη πορεία. Καὶ ποιὰ εἶναι ἡ πορεία αὐτή; Εἶναι αὐτὴ ποὺ διάβηκε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Αὐτὸ μας ὑπογραμμίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης σημειώνοντας: «Ὁ λέγων ἐν αὐτῷ μένειν, ὀφείλει, καθὼς ἐκεῖνος περιεπάτησε, καὶ αὐτὸς οὕτω περιπατεῖν» (Α΄ Ἰω. β΄ 6). Ἐκεῖνος ποὺ λέει ὅτι ζεῖ μὲ τὸν Χριστό, ὀφείλει, ὅπως Ἐκεῖνος ἔζησε καὶ βάδισε, ἔτσι κι αὐτὸς νὰ βαδίζει καὶ νὰ ζεῖ. 
   Καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, πιὸ συγ­κεκριμένα, λέει: Ὁ Χριστὸς ἔπαθε γιὰ χάρη σας καὶ σᾶς ἄφησε παράδει­γμα, «ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄ 21). Ἡ ὁδὸς λοιπὸν ποὺ πρέπει νὰ βαδίσει κάθε πιστός, εἶναι τελικὰ ἡ ὁδὸς ποὺ βάδισε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ Ὁποῖος εἰσῆλθε στὸν οὐρανό, στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, «πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν», γιὰ νὰ μᾶς ἀνοίξει τὸν δρόμο. Κι ὅταν ἐμεῖς Τὸν ἀκολουθοῦμε στὴν ἴδια πορεία, ἔχοντας Αὐτὸν στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας, ἔρχεται ὁ Κύριος καὶ συμπορεύεται μαζί μας, ὅπως τότε στοὺς δύο μαθητὲς ποὺ πορεύονταν πρὸς τὴν Ἐμμαούς, γιὰ νὰ ὁδηγήσει κι ἐμᾶς στὸν τελικὸ προορισμό μας, στὸ θρόνο Του καὶ στὴ βασιλεία Του.
   Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πορείας μας αὐτῆς ὁ Κύριος μένει μέσα μας. Κι ἐμεῖς γινόμαστε ναοί Του, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπαναλαμβάνοντας τὴν ὑπόσχεση ποὺ εἶχε δώσει ὁ Θεός: «Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω». Θὰ κατοικήσω μέσα τους καὶ θὰ περπατήσω ἀνάμεσά τους, καὶ θὰ εἶμαι Θεὸς δικός τους, κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου. Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἐμπειρία ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν ψυχή μας, ἀπὸ τὴν πρόγευση αὐτὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ;
   Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ βαδίζουμε μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀφήνοντας τὸ φῶς αὐτὸ νὰ καταυγάζει τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας, ἀκολουθώντας τὰ δικά Του ἴχνη, βαδίζοντας στὸν ἴδιο δρόμο ποὺ βάδισε καὶ Ἐκεῖνος, γιὰ νὰ φθάσουμε στὸν ἴδιο προορισμό, στὴ Βασιλεία τὴν αἰώνια καὶ πανευτυχή!