Ὁ ξεπεσμὸς τῆς «εἰκόνος τοῦ Θεοῦ»!…

   Στὸν 48ο Ψαλμὸ τονίζεται ἡ μεγάλη τιμὴ μὲ τὴν ὁποία ὁ Δημιουργὸς περιέβαλε τὸ λογικό Του δημιούργημα, τὸν ἄνθρωπο, καὶ ταυτόχρονα διατυπώνεται θρῆνος γιὰ τὸν ξεπεσμό του. Ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς στὸν τελευταῖο στίχο τοῦ Ψαλμοῦ: «Καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλ. μη΄ [48] 21). Ὤ! τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο! Ἐνῶ εἶχε τιμὴ καὶ ἀξία, ἀφοῦ φέρει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα του, δὲν τὸ κατενόησε. Ἐξισώθηκε πρὸς τὰ ἀνόητα καὶ ἄλογα κτήνη καὶ ἔγινε ὅμοιος μὲ αὐτά!
   Δὲν εἶναι τυχαῖο πλάσμα ὁ ἄνθρωπος. Σὲ κανένα ἄλλο δημιούργημα δὲν δόθηκε τὸ λογικό, ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ αἰωνιότητα. Σὲ κανένα δημιούργημα δὲν δόθηκε ἡ ἐξουσία καὶ ἡ κυριότητα σ’ ὅλη τὴν κτίση. Εἶναι λίγο κατώτερος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους λόγῳ τῆς σχέσεως ποὺ ἔχει μὲ τὸ γήινο σῶμα του. Ὡστόσο κανένα δημιούργημα δὲν λέγεται «εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου». Κανένα δημιούργημα δὲν ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς, κανένα δὲν ἀπήλαυσε ἀποκαλύψεις. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔχουν σταλεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ Προφῆτες, ἀκόμη καὶ Ἄγγελοι! Γι’ αὐτὸν ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, ἐσταυρώθη, ἐτάφη καὶ ἀνεστήθη! Γιὰ τὸν θεόπλαστο ἄνθρωπο ἐδόθη ὁ νόμος, πρὸς χάριν του ἔγινε ὁ παράδεισος, ὅπου ὁ Θεὸς τοῦ ἑτοιμάζει ἀγαθὰ ἀμέτρητα καὶ αἰώνια.
   Ἐνῶ ὅμως ὁ δημιουργὸς Θεὸς τὸν ἐτίμησε τόσο πολύ, ὁ ἴδιος ἀντὶ ν’ ἀκολουθεῖ τὸν Πλάστη του, ποὺ τοῦ ὑπόσχεται ὅτι θὰ τὸν κάνει «θεὸν κατὰ χάριν», γίνεται δοῦλος στὰ πάθη, ἐξισώνεται πρὸς τὰ ἀνόητα καὶ ἄλογα κτήνη καὶ γίνεται ὅμοιος μὲ αὐτά. Ἀνάλογα μὲ τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν κακία του, μεταμορφώνεται σὲ ἄγριο θηρίο, γίνεται «ἵππος θηλυμανής, ἢ λύκος ἁρπακτικός, ἢ ὄφις, ἢ γέννημα ἐχιδνῶν», ἢ κάτι ἄλλο «παραπλήσιον» μὲ αὐτά1. Ὁ ἄνθρωπος δουλώθηκε στὰ πάθη τῆς σαρκός, λέει ὁ προφήτης Ἱερεμίας (βλ. Ἱερ. ε΄ 8). Κατάντησε λύκος ἁρπακτικὸς ποὺ ἐνεδρεύει νὰ ἁρπάξει τὰ ξένα πράγματα χύνοντας αἵματα (βλ. Ἰεζ. κβ΄ [22] 27). Ἐξαιτίας τῆς δολιότητος καὶ τῆς ἐνεδρευτικῆς ἀπάτης κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ του, συμπεριφέρεται σὰν πονηρὴ καὶ κακούργα ἀλεπού (βλ. Ἰεζ. ιγ΄ [13] 4· πρβλ. Λουκ. ιγ΄ [13] 32). Λόγῳ τῆς ἁμαρτωλότητός τους οἱ ἄνθρωποι ἀνταλλάσσουν τὰ οὐράνια ἀγαθὰ μὲ τὰ γήινα. Ἀρνοῦνται τὴ μεγάλη εὐγένειά τους καὶ παραδίδον­ται στὰ πάθη τῶν ἀλόγων ζώων. Παράλληλα γίνονται φιλοχρήματοι, λάτρεις τοῦ Μαμωνᾶ, κενόδοξοι. Ματαιοπονοῦν οἱ δυστυχεῖς, κάνουν πράγματα ἐντελῶς ἀντίθετα πρὸς τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία τους.
   Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ψαλμικοῦ στίχου· «καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε· παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς», λέει: Ἐδῶ λοιπὸν μοῦ φαίνεται ὅτι ὁ προφήτης θρηνεῖ, διότι τὸ λογικὸ ζῶο (ὁ ἄνθρωπος), στὸ ὁποῖο παραδόθηκε καὶ ἡ ἐπίγεια βασιλεία, ἐξέκλινε πρὸς τὴν ποταπότητα καὶ μικροπρέπεια τῶν ἀλόγων ζώων, καταγινόμενο μὲ μάταιους κόπους, κάνοντας πράγματα ἀντίθετα πρὸς τὴ σωτηρία του, ἐπιδιώκοντας τὴν κενοδοξία, ὑποχωρώντας στὴν πλεονεξία καὶ κοπιάζοντας ἀσταμάτητα. Διότι τιμὴ καὶ δόξα τοῦ ἀνθρώπου, συνεχίζει, εἶναι ἡ ἀρετὴ καὶ τὸ νὰ προσπαθεῖ νὰ ἀποκτήσει τὰ μελλοντικὰ ἀγαθά, τὸ νὰ κάνει ὅλα ἐκεῖνα ποὺ θὰ τὸν φέρουν πρὸς ἐκείνη τὴ ζωὴ καὶ νὰ περιφρονεῖ τὰ πράγματα τῆς παρούσης ζωῆς. Διότι ἡ μὲν ζωὴ τῶν ἀλόγων ζώων περιορίζεται μόνο στὴν παρούσα ζωή, ἐνῶ ἡ δική μας βαδίζει πρὸς ἄλλη καλύτερη καὶ ἀτελείωτη. Ὅμως αὐτοὶ ποὺ δὲν γνωρίζουν τίποτε, εἶναι χειρότεροι ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα· καὶ ὄχι μόνο αὐτοί, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν διεφθαρμένη ζωή, γινόμενοι φίδια καὶ σκορπιοὶ καὶ λύκοι μὲ τὴν κακία τους, βόδια μὲ τὴν ἀνοησία τους καὶ σκύλοι μὲ τὴν ἀδιαντροπιά τους2.
   Αὐτὴ τὴ θλιβερὴ εἰκόνα παρουσιάζουν σήμερα πολλοὶ συνάνθρωποί μας. Δοῦλοι στὰ ποικίλα πάθη, ζώντας σὲ μιὰ κτηνώδη ἀλογία δὲν ἔχουν καθόλου συν­αίσθηση τῆς πρώτης δημιουργίας τους. Λησμόνησαν ἐντελῶς ὅτι πλάστηκαν «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ», καὶ ὅτι ἐμεῖς, οἱ θεόπλαστοι ἄνθρωποι, «οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ΄ [13] 14). Ὅτι «ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20). Ἡ ἁμαρτία μᾶς ὑποδούλωσε τόσο πολὺ στὰ πάθη, ὥστε χάσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου ἀνθρώπου καὶ φορέσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ (βλ. Α΄ Κορ. ιε΄ [15] 49). Τόσο πολὺ σκοτιστήκαμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὥστε, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, τὰς πονηρὰς πράξεις», καὶ ἀποβάλαμε «τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου, τὴν πολιτείαν τὴν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»3.
Ὡστόσο ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε. Γιὰ νὰ μὴ μείνουμε αἰχμάλωτοι στὴν ἁμαρτία καὶ στὰ πάθη μας, «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. α΄ 14), καὶ ἐταπείνωσε τόσο πολὺ τὸν Ἑαυτό Του, ὥστε ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 28). Γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος: Ἂν λοιπὸν δὲν θυμᾶσαι, ὦ ἄνθρωπε, τὴν πρώτη σου ἔντιμη γέννηση, ὅμως ἀπὸ τὴν πληρωμὴ ποὺ πληρώθηκε κατόπιν γιὰ τὴ σωτηρία σου κατάλαβε τὴν ἀξία σου. Συλλογίσου τὸ ἀντάλλαγμα, τὸ ὁποῖο δόθηκε γιὰ σένα, καὶ γνώρισε τὴ δική σου ἀξία. Ἐξαγοράστηκες μὲ τὸ ἀκριβὸ καὶ πολύτιμο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, μὴ γίνεσαι πιὰ δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Κατάλαβε καλὰ τὴν τιμὴ τοῦ ἑαυτοῦ σου, γιὰ νὰ μὴ γίνῃς ὅμοιος μὲ τὰ ἀνόητα κτήνη4.
   Πόσο διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ ζωή μας, πόσο διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ κοινωνία μας, ἂν θέλαμε νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια! Σὲ ἀντίθετη περίπτωση ἡ κοινωνία μας θὰ συνεχίζει νὰ ταλανίζεται ἀπὸ τὰ πολυποίκιλα πάθη, ἰδιαίτερα σήμερα μὲ τοὺς νόμους περὶ ὁμοφυλοφιλίας καὶ «συμβίωσης ὁμοφυλοφίλων» κ.ἄ. παρόμοια· ὁ δὲ «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» πλασμένος ἄνθρωπος θὰ ἀποθηριώνεται ὁλοένα καὶ περισσότερο.

 

1. Εὐσεβίου Καισαρείας, Εἰς Ψαλ. οβ΄ [72], PG 23, 845ΑΒ.
2. Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Ψαλ. μη΄ [48] 6, PG 55, 232.
3. Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Α΄ Κορινθίους, PG 61, 363.
4. Μ. Βασιλείου, Ὁμ. εἰς Ψαλ. μη΄ [48] 8, PG 29, 452Β.