Ἀπόστολος: ἡμέρας, Πεμ. ε΄ ἑβδ. Πράξεων (Πρξ. ιδ΄ 20 – ιε΄ 14):
20 Κυκλωσάντων δὲ αὐτὸν τῶν μαθητῶν ἀναστὰς εἰσῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ τῇ ἐπαύριον ἐξῆλθε σὺν τῷ Βαρνάβᾳ εἰς Δέρβην. 21 εὐαγγελισάμενοί τε τὴν πόλιν ἐκείνην καὶ μαθητεύσαντες ἱκανοὺς ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Λύστραν καὶ Ἰκόνιον καὶ Ἀντιόχειαν, 22 ἐπιστηρίζοντες τὰς ψυχὰς τῶν μαθητῶν, παρακαλοῦντες ἐμμένειν τῇ πίστει, καὶ ὅτι διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. 23 χειροτονήσαντες δὲ αὐ-τοῖς πρεσβυτέρους κατ᾿ ἐκκλησίαν καὶ προσευξάμενοι μετὰ νηστειῶν παρέθεντο αὐτοὺς τῷ Κυρίῳ, εἰς ὃν πεπιστεύκασι. 24 καὶ διελθόντες τὴν Πισιδίαν ἦλθον εἰς Παμφυλίαν, 25 καὶ λαλήσαντες ἐν Πέργῃ τὸν λόγον κατέβησαν εἰς Ἀττάλειαν, 26 κἀκεῖθεν ἀπέπλευσαν εἰς Ἀντιόχειαν, ὅθεν ἦσαν παραδεδομένοι τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ ἔργον ὃ ἐπλήρωσαν. 27 Παραγενόμενοι δὲ καὶ συναγαγόντες τὴν ἐκκλησίαν ἀνήγγειλαν ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεὸς μετ᾿ αὐτῶν, καὶ ὅτι ἤνοιξε τοῖς ἔθνεσι θύραν πίστεως. 28 διέτριβον δὲ ἐκεῖ χρόνον οὐκ ὀλίγον σὺν τοῖς μαθηταῖς. Καί τινες κατελθόντες ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας ἐδίδασκον τοὺς ἀδελφοὺς ὅτι ἐὰν μὴ περιτέμνησθε τῷ ἔθει Μωϋσέως, οὐ δύνασθε σωθῆναι. 2 γενομένης οὖν στάσεως καὶ ζητήσεως οὐκ ὀλίγης τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Βαρνάβᾳ πρὸς αὐτούς, ἔταξαν ἀναβαίνειν Παῦλον καὶ Βαρνάβαν καί τινας ἄλλους ἐξ αὐτῶν πρὸς τοὺς ἀποστόλους καὶ πρεσβυτέρους εἰς Ἱερουσαλὴμ περὶ τοῦ ζητήματος τούτου. 3 Οἱ μὲν οὖν προπεμφθέν-τες ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας διήρχοντο τὴν Φοινίκην καὶ Σαμάρειαν ἐκδιηγούμενοι τὴν ἐπιστροφὴν τῶν ἐθνῶν, καὶ ἐποίουν χαρὰν μεγάλην πᾶσι τοῖς ἀδελφοῖς. 4 παραγενόμενοι δὲ εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπεδέχθησαν ὑ-πὸ τῆς ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν πρεσβυτέρων, ἀνήγγειλάν τε ὅσα ὁ Θεὸς ἐποίησε μετ᾿ αὐτῶν, καὶ ὅτι ἤνοιξε τοῖς ἔθνεσι θύραν πίστεως. 5 Ἐξανέστησαν δέ τινες τῶν ἀπὸ τῆς αἱρέσεως τῶν Φαρισαίων πεπιστευκότες, λέγοντες ὅτι δεῖ περιτέμνειν αὐτοὺς παραγγέλλειν τε τηρεῖν τὸν νόμον Μωϋσέως. 6 Συνήχθησαν δὲ οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἰδεῖν περὶ τοῦ λόγου τούτου. 7 Πολλῆς δὲ συζητήσεως γενομένης ἀναστὰς Πέτρος εἶπε πρὸς αὐτούς· ἄνδρες ἀδελφοί, ὑμεῖς ἐπίστασθε ὅτι ἀφ᾿ ἡμερῶν ἀρχαίων ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν ἐξελέξατο διὰ τοῦ στόματός μου ἀκοῦσαι τὰ ἔθνη τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου καὶ πιστεῦσαι. 8 καὶ ὁ καρδιογνώστης Θεὸς ἐμαρτύρησεν αὐτοῖς δοὺς αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καθὼς καὶ ἡμῖν, 9 καὶ οὐδὲν διέκρινε μεταξὺ ἡμῶν τε καὶ αὐτῶν τῇ πίστει καθαρίσας τὰς καρδίας αὐτῶν. 10 νῦν οὖν τί πειράζετε τὸν Θεόν, ἐπιθεῖναι ζυγὸν ἐπὶ τὸν τράχηλον τῶν μαθητῶν, ὃν οὔτε οἱ πατέρες ἡμῶν οὔτε ἡμεῖς ἰσχύσαμεν βαστάσαι; 11 ἀλλὰ διὰ τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ πιστεύομεν σωθῆναι καθ᾿ ὃν τρόπον κἀκεῖνοι. 12 Ἐσίγησε δὲ πᾶν τὸ πλῆθος καὶ ἤκουον Βαρνάβα καὶ Παύλου ἐξηγουμένων ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεὸς σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τοῖς ἔθνεσι δι᾿ αὐτῶν. 13 Μετὰ δὲ τὸ σιγῆσαι αὐτοὺς ἀπεκρίθη Ἰάκωβος λέγων· ἄνδρες ἀδελφοί, ἀκούσατέ μου. 14 Συμεὼν ἐξηγήσατο καθὼς πρῶτον ὁ Θεὸς ἐπεσκέψατο λαβεῖν ἐξ ἐθνῶν λαὸν ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
20 Ὅταν ὅμως τόν περικύκλωσαν οἱ μαθητές γιά νά τόν κηδεύσουν, ὁ Παῦλος μέ θεϊκή ἐπέμβαση συνῆλθε, σηκώθηκε ὑγιής καί μπῆκε στήν πόλη. Καί τήν ἄλλη μέρα ἔφυγε μαζί μέ τόν Βαρνάβα καί πῆγαν στή Δέρβη. 21 Καί ἀφοῦ κήρυξαν τό εὐαγγέλιο στήν πόλη ἐκείνη κι ἔκαναν πολλούς μαθητές, ἐπέστρεψαν στίς πόλεις Λύστρα, Ἰκόνιο καί Ἀντιόχεια, 22 στηρίζοντας ἀκόμη περισσότερο τίς ψυχές τῶν μαθητῶν, προτρέποντάς τους νά μένουν ἀμετακίνητοι στήν πίστη. Τούς ἔλεγαν ἀκόμη ὅτι πρέπει νά ὑποστοῦμε πολλές θλίψεις γιά νά εἰσέλθουμε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Διότι ἔτσι τό ὅρισε ὁ Θεός, ἀλλά καί ἡ ἠθική κατάσταση τόσο τοῦ κόσμου ὅσο καί ἡ δική μας τό καθιστᾶ ἀναπόφευκτο. 23 Ἔπειτα μέ χειροτονίες καί εὐχές ἐγκατέστησαν πρεσβυτέρους σέ καθεμία Ἐκκλησία ξεχωριστά. Κι ἀφοῦ προσευχήθηκαν μέ θερμότερη ἀφοσίωση, καθώς οἱ προσευχές τους συνοδεύονταν μέ νηστεῖες, τούς ἐμπιστεύθηκαν στήν προστασία τοῦ Κυρίου, στόν ὁποῖο εἶχαν πιστέψει. 24 Ὕστερα περιόδευσαν τή χώρα τῆς Πισιδίας κηρύττοντας καί ἦλθαν στήν Παμφυλία. 25 Κι ἀφοῦ δίδαξαν τό λόγο τοῦ Θεοῦ στήν Πέργη, κατέβηκαν ἀπό τά ἠπειρωτικά μέρη στήν παραλιακή Ἀττάλεια. 26 Κι ἀπό ἐκεῖ ἀναχώρησαν μέ πλοῖο στήν Ἀντιόχεια· στήν πόλη δηλαδή ἀπό τήν ὁποία εἶχαν ξεκινήσει, ὅταν οἱ ἀδελφοί τούς εἶχαν παραδώσει στή χάρη τοῦ Θεοῦ γιά τό ἔργο τό ὁποῖο ὁλοκλήρωσαν. Ἔτσι τελείωσε ἡ πρώτη ἀποστολική πορεία. 27 Ὅταν ὁ Παῦλος καί ὁ Βαρνάβας ἔφθασαν ἐκεῖ, συνάθροισαν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀντιόχειας καί τούς διηγήθηκαν ὅσα εἶχε κάνει ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τούς ἔδωσε τή χάρη του καί συνεργάστηκε μαζί τους. Τούς εἶπαν ἀκόμη ὅτι ὁ Θεός ἄνοιξε στούς ἐθνικούς τή θύρα μέσα ἀπ’ τήν ὁποία αὐτοί θά καλοῦνταν στήν πίστη καί θά σώζονταν. 28 Οἱ δύο ἀπόστολοι παρέμειναν ἀρκετό χρόνο ἐκεῖ στήν Ἀντιόχεια μαζί μέ τούς μαθητές. Στό μεταξύ μερικοί πού εἶχαν ἔλθει ἀπό τήν Ἰουδαία στήν Ἀντιόχεια δίδασκαν τούς ἀδελφούς ὅτι, ἐάν δέν περιτέμνεσθε σύμφωνα μέ τό ἔθιμο πού ἐπικρατεῖ ἀπό πολύ παλιά, τό ὁποῖο ἀναγνωρίσθηκε καί νομοθετήθηκε καί ἀπό τόν Μωυσῆ, μόνο μέ τό βάπτισμα δέν εἶναι δυνατόν νά σωθεῖτε. 2 Ἐπειδή λοιπόν δημιουργήθηκε ἀναστάτωση καί μεγάλη συζήτηση ἀνάμεσα σ’ αὐτούς καί στόν Παῦλο καί τόν Βαρνάβα, γιά νά τά ἀναιρέσουν αὐτά, ἀποφάσισαν νά ἀνεβοῦν ὁ Παῦλος καί ὁ Βαρνάβας καί μερικοί ἄλλοι ἀπ’ αὐτούς στά Ἱεροσόλυμα πρός τούς ἀποστόλους καί τούς πρεσβυτέρους, γιά νά λυθεῖ ἐκεῖ αὐθεντικά καί ὁριστικά τό ζήτημα αὐτό. 3 Ἀφοῦ λοιπόν τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας τούς κατευόδωσαν, αὐτοί διέρχονταν τίς χῶρες τῆς Φοινίκης καί τῆς Σαμάρειας καί διηγοῦνταν στούς ἐκεῖ Χριστιανούς τήν ἐπιστροφή τῶν ἐθνικῶν στό Χριστό. Κι ἔτσι ἔδιναν μεγάλη χαρά σ’ ὅλους τούς ἀδελφούς. 4 Ὅταν ἔφθασαν στήν Ἱερουσαλήμ, τούς ἔγινε ὑποδοχή ἀπό τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπό τούς ἀποστόλους καί τούς πρεσβυτέρους. Κι αὐτοί διηγήθηκαν ὅσα ὁ Θεός ἔκανε μαζί τους μέ τή συνέργεια καί ἐνίσχυσή του στό κήρυγμα καί τό ἔργο τους. Καί βεβαίωσαν ὅτι μέ εὐνοϊκές περιστάσεις ἄνοιξε ὁ Θεός στούς ἐθνικούς θύρα πού τούς ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή πίστη. 5 Σηκώθηκαν ὅμως μερικοί ἀπό τή θρησκευτική παράταξη τῶν Φαρισαίων πού εἶχαν πιστέψει, καί ἔλεγαν ὅτι πρέπει νά περιτέμνουν τούς ἐθνικούς πού πιστεύουν καί νά ἀπαιτοῦν ἀπ’ αὐτούς νά τηροῦν ὅλο τό νόμο τοῦ Μωυσῆ, καί αὐτές ἀκόμη τίς τυπικές διατάξεις του. 6 Συναθροίσθηκαν λοιπόν οἱ ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι γιά νά ἐξετάσουν τήν ὑπόθεση αὐτή. 7 Κι ἀφοῦ ἔγινε πολλή συζήτηση, σηκώθηκε ὁ Πέτρος καί τούς εἶπε: Ἄνδρες ἀδελφοί, ἐσεῖς γνωρίζετε ἀπό τό περιστατικό τοῦ Κορνηλίου ὅτι πρίν ἀπό πολύ καιρό, πρίν δώδεκα περίπου χρόνια, ὁ Θεός διάλεξε ἀνάμεσα ἀπ’ ὅλους ἐμᾶς τούς ἀποστόλους ἐμένα, προκειμένου ν’ ἀκούσουν μέ τό κήρυγμά μου οἱ ἐθνικοί τό λόγο τοῦ εὐαγγελίου καί νά πιστέψουν. 8 Καί ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ἔκρινε ἀλάνθαστα κατά πόσο ἦταν εἰλικρινής ἡ μετάνοια καί ἡ πίστη τῶν ἐθνικῶν αὐτῶν. Καί ἔδωσε τή μαρτυρία του γιά χάρη τους, μέ τήν ὁποία βεβαίωνε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός προσφέρει καί σ’ αὐτούς τή σωτηρία. Κι ἔδωσε ὁ Θεός τή μαρτυρία του γι’ αὐτό, μεταδίδοντάς τους τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως τά ἔδωσε καί σέ μᾶς πού καταγόμαστε ἀπό τόν Ἰσραήλ. 9 Καί δέν ἔκανε καμία διάκριση ἀνάμεσα σέ μᾶς πού εἴμαστε περιτμημένοι καί σ’ αὐτούς πού εἶναι ἀπερίτμητοι· ἀλλά καθάρισε τίς καρδιές τους μόνο μέ τήν πίστη, χωρίς νά λάβουν περιτομή. 10 Τώρα λοιπόν, ὕστερα ἀπό μιά τέτοια μαρτυρία τοῦ Θεοῦ, γιατί προκαλεῖτε καί θέλετε νά βάλετε σέ δοκιμασία τόν Θεό, σάν νά μήν εἶχε ἐκφράσει σαφῶς τό θέλημά του; Καί γιατί ζητᾶτε νά ἀποσπάσετε ἀπ’ αὐτόν ἄλλη νεότερη καί πιό ἐκπληκτική ἐκδήλωση τοῦ θελήματός του; Ζητᾶτε νά ἀλλάξει γνώμη ὁ Θεός, γιά νά ἐπιβάλετε στόν τράχηλο τῶν μαθητῶν τό ζυγό τῆς τηρήσεως τοῦ νόμου καί ὅλων τῶν τελετῶν καί τῶν τυπικῶν διατάξεών του; Μά τόν ζυγό αὐτόν οὔτε οἱ προπάτορές μας οὔτε ἐμεῖς μπορέσαμε νά σηκώσουμε. 11 Ἀλλά πιστεύουμε ὅτι καί μεῖς οἱ Ἰουδαῖοι μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ θά σωθοῦμε, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού θά σωθοῦν κι ἐκεῖνοι, δηλαδή οἱ ἐθνικοί. 12 Τότε σιώπησε ὅλο τό πλῆθος κι ἄρχισαν νά ἀκοῦν μέ προσοχή τόν Βαρνάβα καί τόν Παῦλο νά διηγοῦνται ὅσα ἀποδεικτικά καί καταπληκτικά θαύματα ἔκανε ὁ Θεός στούς ἐθνικούς διαμέσου αὐτῶν. 13 Ὅταν σταμάτησαν νά μιλοῦν οἱ δύο αὐτοί ἀπόστολοι, πῆρε τό λόγο ὁ Ἰάκωβος καί ἔδωσε κι αὐτός ἀπάντηση στούς ἰουδαΐζοντες λέγοντας: Ἄνδρες ἀδελφοί, ἀκοῦστε με. 14 Ὁ Συμεών, πού ὀνομάζεται καί Πέτρος, σᾶς διηγήθηκε πῶς τήν πρώτη φορά ὁ Θεός ἔδειξε τήν εὔνοιά του στά εἰδωλολατρικά ἔθνη καί φρόντισε νά ἀποκτήσει ἀπό τά ἔθνη αὐτά ἕναν λαό, ὁ ὁποῖος θά ἔχει τό ὄνομά του καί θά ὀνομάζεται λαός τοῦ Θεοῦ.