Ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς

   Ὁμιλεῖ ὁ Θεός; Ναί.
   Πολλὲς φορὲς καὶ μὲ πολλοὺς τρόπους κατὰ τὴν πρὸ Χριστοῦ παλαιότερη ἐποχὴ μίλησε ὁ Θεὸς στοὺς Ἰσραηλίτες διὰ μέσου τῶν Προφητῶν. Κατὰ τὶς τελευταῖες δὲ αὐτὲς ἡμέρες ποὺ πῆρε τέλος ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, μᾶς μίλησε διὰ μέσου τοῦ Υἱοῦ Του (βλ. Ἑβρ. α΄ 1). Μᾶς μίλησε! Τὰ λόγια Του ἀποθησαυρίστηκαν στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ὅλα δὲ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ περιλαμβάνονται στὴν Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη.
   Πράγματι, μὲ τὴν ἐναθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁλοκληρώνεται ἡ θεία ἀποκάλυψη ὄχι μόνο κατὰ τὴ μορφή, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ περιεχόμενο. Τώρα πλέον μᾶς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ πλήρως καὶ τελείως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς εἶναι ἀναγκαῖος γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ μας ἐδῶ στὸν κόσμο.
   Ὅπως ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ «σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. α΄ 14), ἔτσι καὶ οἱ ἀλήθειες ποὺ ἀπεκάλυψε στὸν κόσμο πῆραν τὸ ἔνδυμα τῆς ἀνθρώπινης διατυπώσεως καὶ ἐκ­φράσεως. Αὐτὲς οἱ οὐράνιες ἀλήθειες ἔχουν καταγραφεῖ στὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπὸ διαφορετικοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἦταν ὅμως ἄνθρωποι τοῦ Θε­οῦ, θεοκίνητοι. Οἱ Ἀπόστολοι μιλοῦ­σαν, ἀλλὰ ὁ Θεὸς τοὺς ἐνέπνεε. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοὺς φώτιζε γιὰ νὰ λαλοῦν καὶ νὰ γράφουν τὴν ἀλήθεια. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἐπιστατοῦσε γιὰ νὰ ἀποφεύγουν κάθε πλάνη καὶ ἀνακρίβεια.
   Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἔχει γραφεῖ μὲ ἀνθρώπινο χέρι καὶ μὲ μελάνι ὅπως ὅλα τὰ βιβλία, καὶ πιθανὸν νὰ τὴ θεωροῦμε σὰν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ βιβλία ποὺ κυκλοφοροῦν. Ὅμως τὸ ὑλικό της, μολον­ότι ἐμφανίζεται ἐξωτερικῶς γήινο καὶ ἀν­θρώπινο, εἶναι ἅγιο, θεϊκό. Ἔχει μέσα της κρυμμένη τὴν πνοὴ καὶ τὴ χάρη τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ. Ἀφυπνίζει καὶ ἐξ­υψώνει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀναγεννᾶ καὶ ἐξαγιάζει τὶς ψυχές μας.
   Γι᾿ αὐτὸ εἶναι φάρμακο τῆς ψυχῆς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὠφέλιμος γιὰ νὰ διδάσκει τὴν ἀλήθεια, νὰ ἐλέγχει τὶς πλάνες καὶ τὶς παρεκτροπές, νὰ διορθώνει τοὺς ἁμαρτάνοντες καὶ νὰ παιδαγωγεῖ στὴν καθόλου ἀρετή. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν θεῖο λόγο καθίσταται τέλειος, καταρτισμένος σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό (βλ. Β΄ Τιμ. γ΄ 16-17). Ἐὰν συμβεῖ κάποιο λυπηρὸ γεγονός, μιὰ ὑλικὴ ζημία ἢ κάποια ἀσθένεια ἢ θάνατος προσ­φιλοῦς μας προσώπου, ἂς σκύβουμε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἂς τὸν μελετοῦμε προσεκτικά. Θὰ παίρνουμε παρηγοριὰ στὴ δοκιμασία ποὺ μᾶς βρῆκε.
   Δὲν ὑπάρχει ὡραιότερο καὶ ὠφελιμότερο γιὰ τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὸ νὰ μελετοῦμε καὶ νὰ ἐρευνοῦμε τὶς θεῖες Γραφές. Ὅπως τὸ δένδρο ποὺ εἶναι φυτευμένο «παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων» (ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχουν καὶ τρέχουν ἄφθονα νερά· βλ. Ψαλ. α΄ 3) μεγαλώνει καὶ ἐπεκτείνεται, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή μας, ὅταν ποτίζεται μὲ τὰ θεῖα νάματα τῆς Γραφῆς· δίνει ὥριμο καρπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἐξωραΐζεται μὲ τὶς θεάρεστες ἀρετές.
   Ἀφοῦ εὐχαριστήσουμε τὸν Θεὸ γι᾿ αὐτὸ τὸ ἀνυπολόγιστης ἀξίας πολύτιμο δῶρο Του πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, ἂς ἀνανεώσουμε τὸν ζῆλο μας καὶ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο. Νὰ μὴ λείπει ποτὲ ἀπὸ τὰ χέρια μας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά μας, στὴ σκέψη μας, στὸ στόμα μας. Μελέτη συνεχὴς καὶ ἀδιάκοπη. Λαλεῖ ὁ Θεὸς γιὰ νὰ ἀκοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι. Νὰ ἀκοῦμε καὶ νὰ ὑπακοῦμε. Νὰ ὑπακοῦμε καὶ νὰ συμμορφώνουμε τὴ ζωή μας σύμφωνα μὲ αὐτὰ ποὺ μᾶς λέγει. Νὰ ἔχουμε δὲ πλήρη τὴ βεβαιότητα καὶ πεποίθηση ὅτι, ἂν διαθέτουμε λίγο χρόνο στὸ νὰ ἐντρυφοῦμε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, θὰ εὐλογεῖ καὶ θὰ εὐοδώνει ὁ Θεὸς τὶς ἐργασίες μας καὶ ὅλη τὴ ζωή μας. Ἂς τὸ ἐπιχειρήσουμε ἀπὸ αὐτὴ τὴ στιγμή.