Ἡ «ἀλαζονεία» τῆς Ὀρθοδοξίας

   Μόνο θλίψη, βαθύτατη θλίψη προξενεῖ τὸ ἐκτενὲς κείμενο τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ἀβύδου κ. Κυρίλλου μὲ τὸν τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον» ποὺ ἀναφέρεται στὸ ἀντίστοιχο κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου καὶ δημοσιεύθηκε στὰ τέλη τοῦ περασμένου Μαΐου.
   Ἂν καὶ τώρα ποὺ δημοσιεύεται τὸ παρὸν σχόλιο, οἱ ἐργασίες τῆς Μεγάλης Συνόδου ἔχουν ἤδη τελειώσει, ἐντούτοις κρίνουμε ἀπαραίτητο νὰ κάνουμε ἔστω συντομότατη ἀναφορὰ στὸ θέμα λόγῳ τῆς σοβαρότητάς του.
   Ἡ ἐπιχειρηματολογία τοῦ Θεοφιλεστάτου ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ στηρίξει τὸ πολλαπλῶς ἐπικριθὲν προσυνοδικὸ σχετικὸ κείμενο. Τὴν ἐπικεντρώνει κυρίως στὴν ἀναγνώριση τῶν Μυστηρίων τῶν Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν καὶ κατὰ συνέπεια στὴν παραδοχὴ ὅτι εἶναι ἀληθινὲς Ἐκκλησίες. Γράφει: «Μὲ βάση αὐτὰ τὰ δεδομένα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν ἀναγνώριση τοῦ ὑποστατοῦ τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος ἑτεροδόξων, ὅταν πρωτίστως ἀποστῆ ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία τῆς ἀποκλειστικότητας. Ἡ ἀποκλειστικότητα δὲν ἀ­ποτελεῖ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».
   Οὔτε λίγο οὔτε πολὺ μᾶς λέει ὅτι εἶναι ἀλαζονεία νὰ πιστεύει ἡ Ὀρθοδοξία ὅτι μόνο αὐτὴ εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὅτι στὴ δική της αὐτὴ ἀλαζονεία ὀφείλεται ἡ μὴ ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν καὶ ὄχι στὴ δική τους ἄρνηση νὰ ἀποστοῦν ἀπὸ τὴν αἵρεση. Μάλιστα πρὸς ἐπίρρωση τῶν θέσεών του παραθέτει καὶ κείμενο ἀπὸ τὴ Δογματικὴ τοῦ ἀειμνήστου Τρεμπέλα: «Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἐξ ἄλλου καὶ ἡ σχετικὴ ἐπὶ τοῦ θέματος τοποθέτηση τοῦ Παναγιώτη Τρεμ­πέλα: “Ἀλλ᾽ ἐὰν τὰ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν ἢ σχισματικῶν τελούμενα εἶναι ἄκυρα καὶ κατ᾽ ἀκρίβειαν δέον νὰ ἐπαναλαμβάνωνται, δὲν δυνάμεθα ὅμως νὰ χαρακτηρίσωμεν αὐτὰ πάντῃ ἀνυπόστατα”».
   Καὶ καταλήγει ὁ Θεοφιλέστατος: «Ἀφοῦ τὰ ἐκτὸς Ἐκκλησίας τελούμενα μυστήρια εἶ­ναι οὐχί “πάντῃ ἀνυπόστατα”, ἄρα διαθέτουν κάποια ὑπόσταση καὶ εἶναι ὑπαρκτὰ καὶ κατ᾽ ἐπέκταση ἔγκυρα». Μέσα σὲ μία σο­φιστικὴ φράση ἀπίστευτη διαστροφή! Μὲ δύο αὐθαίρετα ἅλματα φθάνει στὸ ἀντίθετο ἀκριβῶς συμπέρασμα. Ἀπὸ τὸ «κατ᾽ ἀκρίβειαν δέον νὰ ἐπαναλαμβάνωνται» τοῦ Τρεμ­­πέλα καταλήγει στὸ «ὑπαρκτὰ καὶ ἔγ­κυρα»!
   Ὁ Θεοφιλέστατος δὲν ἀγνοεῖ ἀσφαλῶς ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία οὐδέποτε ἀνεγνώρισε μυστήρια αἱρετικῶν γενικῶς καὶ ἀορίστως, ὅπως ἀφήνει νὰ ἐννοηθεῖ στὸ κείμενό του. Ἀνεγνώρισε κατ᾿ οἰκονομίαν τὸ Βάπτισμα μόνο τῶν ἀρνουμένων τὴν αἵρεση καὶ προσερχομένων στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ μόνο ὑπὸ τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ἡ αἵρεση ἀπὸ τὴν ὁποία προσήρχοντο εἶχε τηρήσει στὸ μυστήριο τὸν ἐξωτερικὸ τύπο τοῦ Βαπτίσματος (τριπλὴ κατάδυση στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος). Τότε καὶ μόνο, μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος μετέδιδε τὴν πληρότητα τῆς χάριτος στὸ ἀτελὲς μυστήριο τῆς αἱρέσεως.
   Ἐκεῖνο ποὺ περισσότερο μᾶς λυπεῖ στὸ κείμενο τοῦ Θεοφιλεστάτου εἶναι ἡ ὀδυνηρὴ διαπίστωση γιὰ τὴ φθορὰ ποὺ ἔχει ἐπιφέρει ἡ οἰκουμενιστικὴ πλάνη ἀκόμη καὶ σὲ πανεπιστημιακοὺς ἐπισκόπους τῆς Ὀρθοδοξίας. Τόση φθορά, ὥστε νὰ φθάνουν νὰ ὁμιλοῦν γιὰ ἀλαζονεία τῆς Ὀρθοδοξίας, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ αὐτὴ διεκδικεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό της τὴν ἁπλὴ ἀλήθεια ὅτι εἶναι ἡ μόνη Ἐκκλησία.
   Σημεῖο τῶν ἔσχατων καιρῶν;