Στὸ ὑπέροχο καὶ θεόπνευστο βιβλίο τῶν Ψαλμῶν, ποὺ εἶναι τὸ ὡραιότερο καὶ γλυκύτερο βιβλίο προσευχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, περιλαμβάνεται καὶ μιὰ ὁμάδα 15 Ψαλμῶν ἡ ὁποία ὀνομάζεται «ᾨδὴ τῶν Ἀναβαθμῶν». Εἶναι οἱ Ψαλμοὶ 119-133. Καὶ οἱ 15 αὐτοὶ πολὺ σύντομοι Ψαλμοὶ γεμάτοι χάρη καὶ λυρισμὸ ἐκφράζουν βαθεῖς, ἁγίους καὶ τρυφεροὺς πόθους.
Ὁ τίτλος τῶν Ψαλμῶν αὐτῶν «ᾨδὴ τῶν Ἀναβαθμῶν» ἔχει ἑρμηνευθεῖ μὲ ποικίλους τρόπους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ σπουδαιότεροι εἶναι οἱ ἀκόλουθοι τέσσερις:
α) Οἱ Ψαλμοὶ αὐτοὶ ψάλλονταν ἀπὸ ὁμάδες Ἰσραηλιτῶν ποὺ ἐπέστρεφαν στὴν Ἱερουσαλὴμ μετὰ τὴν αἰχμαλωσία τῶν 70 ἐτῶν στὴ Βαβυλώνα, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἔκδοση τοῦ διατάγματος τοῦ Κύρου γιὰ τὴν ἐπάνοδό τους στὴν πατρίδα τους. Ψάλλονταν καθὼς ἀντίκριζαν τὴν ἁγία πόλη καὶ ἄρχιζαν νὰ ἀνεβαίνουν τὸν λόφο τῆς Σιών. Ἑπομένως οἱ Ψαλμοὶ αὐτοὶ εἶναι χαρμόσυνα πατριωτικὰ καὶ θρησκευτικὰ ἄσματα τῶν ἐπαναπατριζομένων Ἰουδαίων. Ὡστόσο δὲν μποροῦν νὰ προσαρμοσθοῦν στὴν ἀνάβαση αὐτὴ ὅλοι οἱ Ψαλμοὶ τῆς «ᾨδῆς», ἐκτὸς τῶν Ψαλμῶν 121, 123-125 καὶ 128.
β) Κατ’ ἄλλους οἱ Ψαλμοὶ αὐτοὶ ἦσαν ἄσματα ποὺ ἔψαλλαν οἱ Ἰσραηλίτες οἱ ὁποῖοι ἀνέβαιναν γιὰ νὰ προσκυνήσουν στὰ Ἱεροσόλυμα τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο: στὶς ἐπίσημες ἑορτὲς τοῦ Πάσχα, τῆς Πεντηκοστῆς καὶ τῆς Σκηνοπηγίας. Καθ’ ὁδὸν στάθμευαν σὲ ἀλλεπάλληλους σταθμοὺς ἢ ἀνέβαιναν σὲ ψηλοὺς τόπους. Γι’ αὐτὸ ἔχουμε καὶ τὶς ἐπιγραφὲς «ἀναβάσεις» (Ἀκύλας) καὶ «ᾆσμα ἀναβάσεων» (Θεοδοτίων). Ἀλλὰ στὶς συνθῆκες τῶν ἀναβάσεων αὐτῶν μόνο δύο Ψαλμοὶ ἀπὸ τοὺς δεκαπέντε μποροῦν νὰ προσαρμοσθοῦν: ὁ 121ος καὶ ὁ 132ος, ἴσως καὶ ὁ 120ός. Οἱ ἄλλοι δὲν συμφωνοῦν, μάλιστα δὲ ὁ 122ος.
γ) Σύμφωνα μὲ πληροφορίες τοῦ «Ταλμούδ»1, στὴν αὐλὴ τοῦ Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων ὑπῆρχε μία κλίμακα ἡμικυκλικὴ μὲ 15 σκαλοπάτια. Αὐτὴ ὁδηγοῦσε ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῶν γυναικῶν στὴν αὐλὴ τῶν ἀνδρῶν. Στὰ σκαλοπάτια τῆς κλίμακας αὐτῆς συναθροίζονταν οἱ Λευΐτες, ὅταν ἔψαλλαν τοὺς 15 Ψαλμοὺς τῆς «ᾨδῆς» αὐτῆς κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας. Ἀπὸ τὶς βαθμίδες, δηλαδὴ τὰ σκαλοπάτια τῆς κλίμακας αὐτῆς, ἔλαβαν καὶ οἱ Ψαλμοὶ αὐτοὶ τὸ ὄνομα «Ψαλμοὶ τῶν ἀναβαθμῶν». Ὡστόσο ἡ ἄποψη αὐτὴ εἶναι ἐλάχιστα πιθανή.
δ) Σύμφωνα μὲ νεότερη ἄποψη, τὴν ὁποία ἀσπάζονται οἱ περισσότεροι, ἡ ὀνομασία «ᾨδὴ τῶν Ἀναβαθμῶν» ἔχει σχέση μὲ τὸν φιλολογικὸ χαρακτήρα τῶν Ψαλμῶν αὐτῶν. Στοὺς 15 αὐτοὺς Ψαλμοὺς ὑπάρχει ἕνας ρυθμὸς κλιμακωτός, προοδευτικὸς βαθμιαίων ἐκφράσεων καὶ σκέψεων. Οἱ Ψαλμοὶ κινοῦνται τρόπον τινὰ «δι’ ἀναβάσεων, χάρις εἰς τὴν ἐπανάληψιν ὡρισμένων λέξεων περισσότερον τονιζομένων καὶ σχηματιζουσῶν κλιμακωτά»2. Λέει, δηλαδή, μιὰ ἔννοια, τὴν ἐπαναλαμβάνει καὶ στὴ συνέχεια προσθέτει κάποιαν ἄλλη. Π.χ.: «Ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου εἰς τὰ ὄρη, ὅθεν ἥξει ἡ βοήθειά μου· ἡ βοήθειά μου παρὰ Κυρίου τοῦ ποιήσαντος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Ψαλ. ρκ΄ [120] 1-2). «Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου ἀπὸ χειλέων ἀδίκων καὶ ἀπὸ γλώσσης δολίας· τί δοθείη σοι καὶ τί προστεθείη σοι πρὸς γλῶσσαν δολίαν;» (Ψαλ. ριθ΄ [119] 2-3). «Ἑστῶτες ἦσαν οἱ πόδες ἡμῶν ἐν ταῖς αὐλαῖς σου, Ἱερουσαλήμ. Ἱερουσαλὴμ οἰκοδομουμένη ὡς πόλις, ἧς ἡ μετοχὴ αὐτῆς ἐπὶ τὸ αὐτό» (Ψαλ. ρκα΄ [121] 2-3). «Ἰδοὺ ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν, ὡς ὀφθαλμοὶ παιδίσκης εἰς χεῖρας τῆς κυρίας αὐτῆς, οὕτως οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν (…)· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, ὅτι ἐπὶ πολὺ ἐπλήσθημεν ἐξουδενώσεως, ἐπὶ πλεῖον ἐπλήσθη ἡ ψυχὴ ἡμῶν…» (Ψαλ. ρκβ΄ [122] 2-4). Τὸ προοδευτικὸ κλιμακωτὸ αὐτὸ σχῆμα παρατηρεῖται σ’ ὅλους σχεδὸν τοὺς Ψαλμοὺς τῆς «ᾨδῆς» αὐτῆς.
Μερικὰ ἀπὸ τὰ γενικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν Ψαλμῶν τῆς «ᾨδῆς τῶν ἀναβαθμῶν» εἶναι: «ἡ ἡδύτης καὶ τρυφερότης, τόνος θλιβερὸς καὶ παθητικός, βραχύτης καὶ ἔλλειψις παραλληλισμοῦ ἐν τῇ κυρίᾳ ἐννοίᾳ, ρυθμὸς γοργός»3. Σημειώνουμε ὅτι ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ψαλμοὶ εἶναι ἐθνικοὶ καὶ ὄχι ἀτομικοί. Ἐκφράζουν τὴν ἀγάπη τοῦ παλαιοῦ Ἰσραὴλ πρὸς τὴν πατρίδα του καὶ τὴ θερμὴ πίστη του στὸ Θεὸ τῶν πατέρων του. Εἶναι δὲ μᾶλλον μεταιχμαλωσιακοί, ἂν καὶ ὁρισμένοι ἔχουν χαρακτήρα προαιχμαλωσιακό.
Στὴν ἑλληνικὴ μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄) κανένας Ψαλμὸς τῆς «ᾨδῆς» αὐτῆς δὲν ἔχει ἐπιγραφὴ μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Δαβὶδ ἢ ἄλλου συγγραφέως. Ὅμως στὸ πρωτότυπο ἑβραϊκὸ κείμενο κάποιοι ἀποδίδονται στὸ Δαβίδ (οἱ 122, 124, 131, 133, κατὰ τὴν ἀρίθμηση τοῦ ἑβραϊκοῦ κειμένου), ἕνας δέ, ὁ 127ος (ἑβραϊκὴ ἀρίθμηση), στὸ Σολομώντα, ἴσως διότι τὰ νοήματα τοῦ Ψαλμοῦ αὐτοῦ συγγενεύουν κάπως πρὸς τὰ νοήματα τοῦ βιβλίου τῶν Παροιμιῶν τοῦ Σολομῶντος.
Οἱ γεμάτοι ἱερὸ λυρισμό, ἀγάπη στὴν πατρίδα καὶ δυνατὴ πίστη στὸ Θεὸ αὐτοὶ Ψαλμοὶ ἀναγινώσκονται ὡς ὑπέροχη κατανυκτικὴ εἰσαγωγὴ στὴ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ποὺ τελεῖται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἀναγνώστης ἀναγινώσκει τὸ Κάθισμα αὐτὸ τοῦ Ψαλτηρίου, δηλαδὴ τοὺς 15 Ψαλμοὺς σὲ τρεῖς στάσεις, ὁ Λειτουργὸς στὸ ἅγιο Βῆμα ἑτοιμάζει τὰ Προηγιασμένα Δῶρα γιὰ τὴν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ὥστε, ὅταν ἔλθει ἡ ὁρισμένη ὥρα, νὰ κοινωνήσουν οἱ πιστοὶ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Αὐτοὺς τοὺς 15 θεόπνευστους Ψαλμούς, τοὺς γεμάτους ἱερὸ λυρισμό, ἅγια νοήματα καὶ αἰτήματα σωτήρια, ποὺ οἰκοδομοῦν καὶ ἀνεβάζουν τὴν ψυχή, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἑρμηνεύσουμε στὴ συνέχεια, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ βαθύτερη κατανόησή τους ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
1. «Ταλμοὺδ» σημαίνει «μάθηση»· εἶναι συλλογὴ τοῦ προφορικοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου μὲ σχόλια τῶν ραββίνων, σὲ ἀντίθεση πρὸς τὶς Γραφές, τὸν Γραπτὸ Νόμο. Τὸ «Ταλμοὺδ» εἶναι σεβαστὸ ἀπὸ τοὺς Ὀρθόδοξους Ἑβραίους ὅλου τοῦ κόσμου.
2. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ συντόμου ἑρμηνείας, τόμ. 10ος: Ψαλμοί, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 20125, σελ. 510.
3. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π.