Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Παρ. δ΄ ἑβδ. Ματθ. (Μτθ. ιβ΄ 1 – 8):
Εν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἐπορεύθη ὁ Ἰησοῦς τοῖς σάββασι διὰ τῶν σπορίμων· οἱ δὲ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπείνασαν, καὶ ἤρξαντο τίλλειν στάχυας καὶ ἐσθίειν. 2 οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἰδόντες εἶπον αὐτῷ· ἰδοὺ οἱ μαθηταί σου ποιοῦσιν ὃ οὐκ ἔξεστι ποιεῖν ἐν σαββάτῳ. 3 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυῒδ ὅτε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ; 4 πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἐξὸν ἦν αὐτῷ φαγεῖν οὐδὲ τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ, εἰ μὴ μόνοις τοῖς ἱερεῦσι; 5 ἢ οὐκ ἀνέγνωτε ἐν τῷ νόμῳ ὅτι τοῖς σάββασιν οἱ ἱερεῖς ἐν τῷ ἱερῷ τὸ σάββατον βεβηλοῦσι, καὶ ἀναίτιοί εἰσι; 6 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι τοῦ ἱεροῦ μεῖζόν ἐστιν ὧδε. 7 εἰ δὲ ἐγνώκειτε τί ἐστιν ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν, οὐκ ἂν κατεδικάσατε τοὺς ἀναιτίους. 8 κύριος γάρ ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
Εκεῖνο τόν καιρό βάδιζε ὁ Ἰησοῦς τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου μέσα ἀπό σπαρμένα χωράφια. Καί οἱ μαθητές του πείνασαν καί ἄρχισαν νά μαδοῦν στάχυα καί νά τρῶνε. 2 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως, ὅταν τό εἶδαν αὐτό, τοῦ εἶπαν: Κοίτα, οἱ μαθητές σου κάνουν αὐτό πού δέν ἐπιτρέπεται νά τό κάνει κανείς τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. 3 Κι ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε: Δέν διαβάσατε τί ἔκανε ὁ Δαβίδ, ὅταν πείνασε κι αὐτός κι ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί του; 4 Πῶς δηλαδή μπῆκε στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ κι ἔφαγε τούς ἄρτους πού ἦταν βαλμένοι πάνω στήν τράπεζα τῆς σκηνῆς ὡς θυσία πρός τόν Θεό, ἐνῶ δέν ἐπιτρεπόταν νά τούς φάει οὔτε αὐτός οὔτε ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί του, παρά μόνον οἱ ἱερεῖς; Κι ὅμως, ἐπειδή ἡ ἀνάγκη τό ἐπέβαλλε, οἱ ἀφιερωμένοι στό Θεό ἄρτοι χρησιμοποιήθηκαν γιά τή διατροφή τῶν ἀνθρώπων πού δέν ἦταν ἱερεῖς· καί ὁ Θεός δέν ἀποδοκίμασε τήν πράξη αὐτή. 5 Ἤ – γιά νά σᾶς φέρω κι ἄλλη ἀπόδειξη – δέν διαβάσατε στό νόμο ὅτι κάθε Σάββατο οἱ ἱερεῖς μέσα στό ἱερό καταλύουν τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου μέ τήν ἐργασία πού κάνουν κόβοντας ξύλα, ἀνάβοντας φωτιά, σφάζοντας καί τεμαχίζοντας ζῶα, προκειμένου νά προσφερθοῦν οἱ θυσίες; Κι ὅμως γιά τίς ἐργασίες τους αὐτές εἶναι ἀκατηγόρητοι. 6 Σᾶς λέω ὅμως ὅτι ἐδῶ ἔχουμε κάτι ἀνώτερο ἀπό τό ναό, διότι οἱ μαθητές μου, τούς ὁποίους κατηγορεῖτε, ἔμειναν νηστικοί γιά νά ὑπηρετοῦν ἐμένα πού εἶμαι ἀνώτερος ἀπό τό ναό. 7 Ἄν ὅμως εἴχατε κατανοήσει τί σημαίνει θέλω εὐσπλα-χνική διάθεση καί συμπάθεια κι ὄχι θυσία στήν ὁποία ἀπουσιάζει ἡ πραγματική ἀφοσίωση καί ἡ εἰλικρινής ἀγάπη, δέν θά καταδικάζατε τούς μαθητές μου, πού εἶναι ἀθῶοι καί ἐλεύθεροι ἀπό κάθε κατηγορία. 8 Καί πράγματι εἶναι ἀθῶοι καί ἀκατηγόρητοι οἱ μαθητές μου, διότι ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἐλεύθερος καί ἀπό τήν τήρηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Τό Σάββατο εἶναι θεσμός παιδαγωγικός καί ἰσχύει μέχρι νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος σέ πνευματική τελειότητα. Κι ἐγώ πού εἶμαι ὁ κατεξοχήν ἀντιπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καί ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ἔχω ἐξουσία νά τροποποιήσω ἀκόμη καί τό θεσμό τοῦ Σαββάτου. Ὅ,τι λοιπόν ἔκαναν οἱ μαθητές μου τό ἔκαναν μέ τή σιωπηρή συγκατάθεσή μου.