Ἀπόστολος: ἡμέρας, Σαβ. ε΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Ῥωμ. η΄ 14 – 21):
14 Ὅσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ. 15 οὐ γὰρ ἐλάβετε πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ᾿ ἐλάβετε πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν· ἀββᾶ ὁ πατήρ. 16 αὐτὸ τὸ Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα Θεοῦ. 17 εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν. 18 Λογίζομαι γὰρ ὅτι οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς. 19 ἡ γὰρ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τὴν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται. 20 τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι 21 ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
14 Θά ζήσετε αἰώνια καί εὐτυχισμένα, διότι ὅσοι κυβερνῶνται ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, αὐτοί εἶναι υἱοί τοῦ Θεοῦ. 15 Εἶστε λοιπόν κι ἐσεῖς υἱοί τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὅτι ἡ διάθεση καί τό φρόνημα πού τό Ἅγιον Πνεῦμα σᾶς ἐνέπνευσε ἀπό τή στιγμή τοῦ βαπτίσματός σας δέν εἶναι πάλι διάθεση δουλική καί φρόνημα σκλάβου, πού προκαλεῖ φόβο, ὅπως εἴχατε φόβο ὅταν ἤσασταν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Ἀλλά λάβατε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα φρόνημα καί διάθεση κατά χάριν υἱῶν τοῦ Θεοῦ. Μέ τό θάρρος μάλιστα πού μᾶς ἐμπνέει τό φρόνημα αὐτό φωνάζουμε στό Θεό μέ πόθο καί παρρησία: «Ἀββᾶ, Πατέρα μου». 16 Αὐτό τό Ἅγιον Πνεῦμα δίνει μαρτυρία μαζί μέ τό πνεῦμα μας ὅτι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ. 17 Ἀφοῦ λοιπόν εἴμαστε παιδιά, εἶναι φυσικό νά εἴμαστε καί κληρονόμοι· κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ ὡς πατέρα μας, καί συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀδελφοῦ μας. Καί γινόμαστε συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ, ἄν βεβαίως πάσχουμε μαζί μ’ αὐτόν, ἔτσι ὥστε καί νά δοξαστοῦμε μαζί του. 18 Μή σᾶς κάνει ὅμως ἐντύπωση τό ὅτι ὑποφέρουμε διωγμούς καί θλίψεις. Διότι, καθώς σκέφτομαι λογικά, πείθομαι ὅτι δέν εἶναι ἄξια τά ὅσα πάσχουμε καί ὑποφέρουμε τόν καιρό αὐτό σέ σύγκριση μέ τή δόξα πού πρόκειται νά μᾶς ἀποκαλυφθεῖ, γιά νά μᾶς δοθεῖ. 19 Ναί. Εἶναι τέτοια ἡ δόξα ἐκείνη, ὥστε ἡ σφοδρή προσμονή κι αὐτῆς τῆς ἄψυχης κτίσεως εἶναι νά περιμένει μέ πόθο τήν ἔνδοξη φανέρωση τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. 20 Διότι καί ἡ κτίση ὑποδουλώθηκε στό θάνατο καί τή φθορά ὄχι μέ τή θέλησή της ἀλλά ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος τήν ὑπέταξε στή φθορά μέ κάποια ἐλπίδα. 21 Καί ποιά ἐλπίδα; Ὅτι καί αὐτή ἡ κτίση θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωση στή φθορά, γιά νά πάρει μέρος στήν ἐλευθερία τῆς ἔνδοξης καταστάσεως τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ.