Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Παρ. στ΄ ἑβδ. Ματθ. (Μτθ. ιγ΄ 44 – 54):
44 Πάλιν ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν θησαυρῷ κεκρυμμένῳ ἐν τῷ ἀγρῷ, ὃν εὑρὼν ἄνθρωπος ἔκρυψε, καὶ ἀπὸ τῆς χαρᾶς αὐτοῦ ὑπάγει καὶ πάντα ὅσα ἔχει πωλεῖ καὶ ἀγοράζει τὸν ἀγρὸν ἐκεῖνον. 45 Πάλιν ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ ἐμπόρῳ ζητοῦντι καλοὺς μαργαρίτας· 46 ὃς εὑρὼν ἕνα πολύτιμον μαργαρίτην ἀπελθὼν πέπρακε πάντα ὅσα εἶχε καὶ ἠγόρασεν αὐτόν. 47 Πάλιν ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν σαγήνῃ βληθείσῃ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἐκ παντὸς γένους συναγαγούσῃ· 48 ἥν, ὅτε ἐπληρώθη, ἀναβιβάσαντες αὐτὴν ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν καὶ καθίσαντες συνέλεξαν τὰ καλὰ εἰς ἀγγεῖα, τὰ δὲ σαπρὰ ἔξω ἔβαλον. 49 οὕτως ἔσται ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ αἰῶνος. ἐξελεύσονται οἱ ἄγγελοι καὶ ἀφοριοῦσι τοὺς πονηροὺς ἐκ μέσου τῶν δικαίων, 50 καὶ βαλοῦσιν αὐτοὺς εἰς τὴν κάμινον τοῦ πυρός· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 51 Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· συνήκατε ταῦτα πάντα; λέγουσιν αὐτῷ, ναί, Κύριε. 52 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τοῦτο πᾶς γραμματεὺς μαθητευθεὶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ, ὅστις ἐκβάλλει ἐκ τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά. 53 Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς τὰς παραβολὰς ταύτας μετῆρεν ἐκεῖθεν, 54 καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν πατρίδα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν, ὥστε ἐκπλήττεσθαι αὐτοὺς καὶ λέγειν· πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη καὶ αἱ δυνάμεις;
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
44 Ἡ πολύτιμη διδασκαλία καί τά ἀνεκτίμητα ἀγαθά τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν μοιάζουν ἐπίσης μέ πολύτιμο θησαυρό κρυμμένο καί χωμένο στό χωράφι, τόν ὁποῖο, σάν βρῆκε κάποιος ἄνθρωπος, τόν ἔκρυψε στό ἴδιο χωράφι. Κι ἀπ’ τή μεγάλη του χαρά πηγαίνει καί πουλᾶ ὅλα ὅσα ἔχει κι ἀγοράζει τό χωράφι ἐκεῖνο. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού ἐκτίμησε τόν πλοῦτο τῆς θείας διδασκαλίας καί τούς θησαυρούς τῆς ἐπουρανίου βασιλείας, ἀπαρνεῖται καί περιφρονεῖ καί πετᾶ ὅλα τά ἐπίγεια, γιά νά κατακτήσει τά ἐπουράνια. 45 Ἡ ἀνυπολόγιστη ἀξία τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν πάλι μοιάζει μ’ ἕναν ἔμπορο πού ζητᾶ νά ἀγοράσει καλά καί πολύτιμα μαργαριτάρια. 46 Αὐτός ὅταν βρῆκε ἕνα σπάνιο μαργαριτάρι μεγάλης ἀξίας, ἔτρεξε καί πούλησε ὅλα ὅσα εἶχε καί τό ἀγόρασε. Ἔτσι καί ὁ καλός καί ἀφοσιωμένος χριστιανός. Σάν καλός ἔμπορος θυσιάζει μέ προθυμία τή ματαιότητα αὐτῆς τῆς ζωῆς, γιά νά κατακτήσει τήν αἰωνιότητα τῆς μελλοντικῆς βασιλείας. 47 Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν πάλι μοιάζει μέ δίχτυ πού ρίχθηκε στή θάλασσα καί τό ὁποῖο μάζεψε κάθε λογῆς ψάρια. (Ἔτσι καί μέ τό δίχτυ τοῦ θείου κηρύγματος ἑλ-κύονται στήν Ἐκκλησία κάθε διαθέσεως καί προελεύσεως ἄνθρωποι). 48 Τό δίχτυ αὐτό, ὅταν γέμισε, τό ἔσυραν καί τό ἀνέβασαν ἀπ’ τό βάθος τῆς θάλασσας στήν ἀμμουδιά τῆς παραλίας, κι ἀφοῦ κάθισαν, μάζεψαν τά καλά ψάρια μέσα σέ κοφίνια, ἐνῶ τά ἀκατάλληλα καί βλαβερά γιά φαγητό τά πέταξαν ἔξω. 49 Ἔτσι θά γίνει καί στή συντέλεια τοῦ κόσμου. Θά βγοῦν οἱ ἄγγελοι ἀπ’ τόν οὐρανό καί θά ξεχωρίσουν τούς πονηρούς, καί θά τούς πάρουν ἀνάμεσα ἀπ’ τούς δικαίους, μέ τούς ὁποίους τώρα εἶναι ἀνακατεμένοι. 50 Καί θά τούς ρίξουν στό ἀναμμένο καμίνι τῆς αἰωνίου κολάσεως. Ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι θά κλαῖνε καί θά τρίζουν τά δόντια τους. 51 Τούς ρωτᾶ ὁ Ἰησοῦς: Τά καταλάβατε ὅλα αὐτά; Τοῦ λένε: Ναί, Κύριε. 52 Κι ὁ Κύριος τούς εἶπε: Καλά λοιπόν. Ἀφοῦ κατανοήσατε τίς παραβολές αὐτές, σᾶς λέω ὅτι κάθε ἄνθρωπος πού ἐντρύφησε στό Μωσαϊκό νόμο καί συγχρόνως διδάχθηκε καί τίς ἀλήθειες τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, μοιάζει μέ ἄνθρωπο νοικοκύρη ὁ ὁποῖος ἀπ’ τό θησαυροφυλάκιό του βγάζει καινούργια καί παλιά. Ἔτσι κι αὐτός ὅταν θά διδάσκει, θά χρησιμοποιεῖ, ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες πού θά τοῦ παρουσιάζονται, γνώσεις ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί ἀπό τή νέα διδασκαλία μου. 53 Κι ὅταν ὁ Ἰησοῦς τελείωσε τίς παραβολές αὐτές, ἀνεχώρησε ἀπό ἐκεῖ. 54 Κι ἀφοῦ ἦλθε στήν πατρίδα του τή Ναζαρέτ, δίδασκε τούς κατοίκους της στή συναγωγή τους μέ τόση σοφία καί δύναμη, ὥστε αὐτοί νά ἐκπλήσσονται καί νά λένε: Ἀπό ποῦ αὐτός ἀπέκτησε αὐτή τή σοφία καί τά θαύματα;