ΤΡΙΤΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Ἀπόστολος: ἀποστόλου, Δευτ. διακαιν. (Πρξ. α΄ 12 – 17, 21 – 26):

12 Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἱερουσαλήμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν. 13 καὶ ὅτε εἰσῆλθον, ἀνέβη­σαν εἰς τὸ ὑπερῷον οὗ ἦσαν καταμένοντες, ὅ τε Πέτρος καὶ Ἰάκω­βος καὶ Ἰωάννης καὶ Ἀν­δρέ­ας, Φί­λιππος καὶ Θω­μᾶς, Βαρ­θολομαῖος καὶ Ματ­θαῖος, Ἰά­κωβος Ἀλ­φαίου καὶ Σίμων ὁ Ζηλω­τὴς καὶ Ἰού­­δας Ἰακώβου. 14 οὗτοι πάντες ἦσαν προ­σ­καρτεροῦντες ὁμο­θυ­μαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει σὺν γυναιξὶ καὶ Μαρίᾳ τῇ μητρὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ σὺν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ. 15 Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἀναστὰς Πέτρος ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν εἶπεν· ἦν τε ὄχλος ὀνομάτων ἐπὶ τὸ αὐτὸ ὡς ἑκατὸν εἴκοσιν· 16 ἄνδρες ἀδελφοί, ἔδει πληρωθῆναι τὴν γραφὴν ταύτην ἣν προεῖπε τὸ Πνεῦ­μα τὸ Ἅγιον διὰ στόμα­τος Δαυῒδ περὶ Ἰούδα τοῦ γε­νο­μένου ὁδηγοῦ τοῖς συλ­λαβοῦσι τὸν Ἰησοῦν, 17 ὅτι κατηριθμημένος ἦν σὺν ἡμῖν καὶ ἔλαχε τὸν κλῆ­ρον τῆς διακονίας ταύτης. 21 δεῖ οὖν τῶν συνελθόν­των ἡμῖν ἀνδρῶν ἐν παντὶ χρόνῳ ἐν ᾧ εἰσῆλθε καὶ ἐξῆλθεν ἐφ᾿ ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς, 22 ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ βαπτίσματος Ἰωάννου ἕως τῆς ἡμέρας ἧς ἀνελήφθη ἀφ᾿ ἡμῶν, μάρτυρα τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ γενέσθαι σὺν ἡμῖν ἕνα τούτων. 23 Καὶ ἔστησαν δύο, Ἰω­σὴφ τὸν καλούμενον Βαρ­σαββᾶν, ὃς ἐπεκλήθη Ἰοῦ­στος, καὶ Ματθίαν, 24 καὶ προσευξάμενοι εἶπον· σὺ Κύριε, καρδιογνῶ­στα πάν­των, ἀνάδειξον ὃν ἐξε­λέ­ξω ἐκ τούτων τῶν δύο ἕνα, 25 λαβεῖν τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης καὶ ἀπο­στολῆς, ἐξ ἧς παρέβη Ἰού­δας πορευθῆναι εἰς τὸν τόπον τὸν ἴδιον. 26 καὶ ἔδωκαν κλήρους αὐτῶν, καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος ἐπὶ Ματθίαν, καὶ συγκατεψηφίσθη μετὰ τῶν ἕνδεκα ἀποστόλων.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

12 Τότε οἱ ἀπόστολοι ἐπέστρεψαν στήν Ἱερουσαλήμ ἀπό τό ὄρος πού λεγόταν Ἐλαιώνας καί εἶναι κοντά στήν Ἱερουσαλήμ, σέ τόση ἀπόσταση ὅση ἐπιτρε­πό­ταν νά βαδίσουν οἱ Ἰουδαῖοι τό Σάββατο. 13 Ὅταν μπῆκαν στήν πόλη, ἀνέβηκαν στό ὑπερῶο, στόν ἐπάνω δηλαδή ὄροφο τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου τακτικά συ­ναθροίζονταν ὅλοι οἱ πιστοί· ἀνέβηκαν ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης καί ὁ Ἀνδρέας, ὁ Φίλιππος καί ὁ Θωμᾶς, ὁ Βαρθολομαῖος καί ὁ Ματθαῖος, ὁ Ἰά­κω­βος, ὁ γιός τοῦ Ἀλφαίου, καί ὁ Σίμων ὁ Ζηλωτής καί ὁ Ἰού­δας, ὁ γιός τοῦ Ἰακώβου. 14 Αὐτοί ὅλοι μέ μιά ψυχή καί μιά καρδιά καί μέ τά ἴδια αἰ­σθήματα καί τίς ἴδιες διαθέσεις ἔμεναν ἀφο­σι­­ω­­μέ­­νοι, ἀ­κού­ρα­­­­στοι καί καρτερικοί στήν προσευχή καί στή δέ­η­ση μα­­­­­­ζί μέ τίς εὐσεβεῖς γυναῖκες πού ἀκο­λού­θησαν τόν Κύ­­­­­­­ριο ἀπό τή Γαλιλαία, καί μέ τή Θεοτόκο Μαρί­α, τή μητέρα τοῦ Ἰησοῦ, καί μαζί μέ τούς θεωρούμενους ἀδελφούς του. 15 Μιά ἀπό τίς ἡμέρες ἐκεῖνες πού ἀκολούθησαν με­τά τήν ἀνά­λη­ψη τοῦ Κυρίου, σηκώθηκε ὁ Πέτρος, στάθηκε στό κέντρο ἀνάμεσα στούς μαθητές καί εἶπε: (Ἦταν τότε συναθροισμένοι στό ἴδιο μέρος περίπου ἑκατόν εἴ­κο­σι πιστοί). 16 Ἄνδρες ἀδελφοί, ἀφοῦ ἦταν θεόπνευστος, ἔπρεπε νά πραγματοποιηθεῖ ἐπακριβῶς καί ὁλοκληρωτικά ὁ λό­γος τῆς Ἁγίας Γραφῆς πού προεῖπε τό Ἅγιον Πνεῦμα μέ τό στόμα τοῦ Δαβίδ γιά τόν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος κατάντησε νά γίνει ὁδηγός ἐκείνων πού συνέλαβαν τόν Ἰησοῦ. 17 Ἡ προφητεία αὐτή μιλάει γιά τό ἀξίωμα ἀπό τό ὁποῖ­ο ἐξέπεσε ὁ Ἰούδας. Διότι αὐτός εἶχε συγκαταριθμηθεῖ ­μα­ζί μέ μᾶς καί ἔλαβε τό μερίδιό του στήν ἀποστολική αὐ­τή διακονία ὄχι βέβαια ἐπειδή τό ἄξιζε, ἀλλά σάν κλῆρο κατά θεία χάρη, τήν ὁποία δέν ἐκτίμησε. 21 Ἀφοῦ λοιπόν μέ τό θάνατο τοῦ Ἰούδα καί τήν ἐρή­μω­ση τοῦ χωραφιοῦ του ἐκπληρώθηκε ἡ πρώτη προφητεία, πρέπει νά γίνει καί ἡ ἀντικατάσταση τοῦ Ἰούδα, γιά νά ἐκπληρωθεῖ καί ἡ τελευταία αὐτή προφητεία.Ἀπό τούς ἄνδρες δηλαδή πού ἦταν μαζί μας καί πα­ρα­­­κολούθησαν σ’ ὅλη τους τή διάρκεια τά γεγονότα καί τή δράση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς συ­να­­να­στρε­φόταν καί μπαινόβγαινε ἀνάμεσά μας, 22 ἀπό τόν καιρό δηλαδή πού ξεκίνησε τή δημόσια δρά­­­ση του, ὅταν βαπτίσθηκε ἀπό τόν Ἰω­άν­­νη, μέχρι τήν ἡμέρα πού ἀναλήφθηκε κι ἔφυγε ἀπό κοντά μας· ἀπό τούς ἀνθρώπους αὐτούς λοιπόν πρέπει νά ἐκλεγεῖ ἕνας καί νά γίνει μαζί μέ μᾶς μάρτυρας τῆς Ἀνα­στά­σε­ώς του. 23 Πρότειναν λοιπόν δύο ὑποψήφιους, τόν Ἰωσήφ, πού ὀνομαζόταν Βαρσαββᾶς, ὁ ὁποῖος πῆρε καί τό ἐπώ­­­­­­­­­νυμο Ἰοῦστος, καί τόν Ματθία. 24 Προσευχήθηκαν ἔπειτα καί εἶπαν: Ἐσύ, Κύριε, πού γνω­ρίζεις τίς καρδιές ὅλων, φανέρωσε καθαρά ἐκεῖνον πού διάλεξες, ἕναν ἀπ’ αὐτούς τούς δύο, 25 γιά νά ἀναλάβει τό ἀξίωμα τῆς διακονίας αὐτῆς, δη­λα­δή τό ἀποστολικό ἀξίωμα, πού πα­ρέχεται κατά θεία βου­­λή καί χάρη σάν κλῆ­ρος. Ἀπ’ αὐτό τό ἀξίωμα ἐξέ­­πε­σε ὁ Ἰούδας, γιά νά πάει στόν τόπο τῆς αἰώνιας κα­τα­δίκης πού τοῦ ἄξιζε καί τόν ὁποῖο μόνος του διά­λεξε. 26 Ἔριξαν τότε κλήρους μέ τά ὀνόματά τους, κι ὁ κλῆ­ρος ἔπεσε στό Ματθία. Καί κατατάχθηκε αὐτός μαζί μέ τούς ἕντεκα ἀποστόλους.