Ἀπόστολος: ἡμέρας, Παρ. ι΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Β΄ Κορ. α΄ 12 – 20):
12 Ἡ γὰρ καύχησις ἡμῶν αὕτη ἐστί, τὸ μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν, ὅτι ἐν ἁπλότητι καὶ εἰλικρινείᾳ Θεοῦ, οὐκ ἐν σοφίᾳ σαρ-κικῇ, ἀλλ᾿ ἐν χάριτι Θεοῦ ἀνεστράφημεν ἐν τῷ κόσμῳ, περισσοτέρως δὲ πρὸς ὑμᾶς. 13 οὐ γὰρ ἄλλα γράφομεν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἢ ἃ ἀναγινώσκετε ἢ καὶ ἐπιγινώσκετε, ἐλπίζω δὲ ὅτι καὶ ἕως τέλους ἐπιγνώσεσθε, 14 καθὼς καὶ ἐπέγνωτε ἡμᾶς ἀπὸ μέρους, ὅτι καύχημα ὑμῶν ἐσμεν, καθάπερ καὶ ὑμεῖς ἡμῶν, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 15 Καὶ ταύτῃ τῇ πεποιθήσει ἐβουλόμην πρὸς ὑμᾶς ἐλθεῖν πρότερον, ἵνα δευτέραν χάριν ἔχητε, 16 καὶ δι᾿ ὑμῶν διελθεῖν εἰς Μακεδονίαν, καὶ πάλιν ἀπὸ Μακεδονίας ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ ὑφ᾿ ὑμῶν προπεμφθῆναι εἰς τὴν Ἰουδαίαν. 17 τοῦτο οὖν βουλόμενος μήτι ἄρα τῇ ἐλαφρίᾳ ἐχρησάμην; ἢ ἃ βουλεύομαι, κατὰ σάρκα βουλεύομαι, ἵνα ᾖ παρ᾿ ἐμοὶ τὸ ναὶ ναὶ καὶ τὸ οὒ οὔ; 18 πιστὸς δὲ ὁ Θεὸς ὅτι ὁ λόγος ἡμῶν ὁ πρὸς ὑμᾶς οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὔ. 19 ὁ γὰρ τοῦ Θεοῦ υἱὸς Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ ἐν ὑμῖν δι᾿ ἡμῶν κηρυχθείς, δι᾿ ἐμοῦ καὶ Σιλουανοῦ καὶ Τιμοθέου, οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὔ, ἀλλὰ ναὶ ἐν αὐτῷ γέγονεν· 20 ὅσαι γὰρ ἐπαγγελίαι Θεοῦ, ἐν αὐτῷ τὸ ναὶ καὶ ἐν αὐτῷ τὸ ἀμήν, τῷ Θεῷ πρὸς δόξαν δι᾿ ἡμῶν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
12 Κι ἔχουμε κάποιο δικαίωμα νά ζητοῦμε τίς προσευχές ὅλων σας. Διότι ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο καυχόμαστε εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεώς μας ὅτι συμπεριφερθήκαμε μέσα στόν κόσμο καί προπαντός ἀπέναντί σας μέ εὐθύτητα καί εἰλικρίνεια, ὅπως ζητᾶ ὁ Θεός. Ὄχι μέ σοφιστεῖες καί μέ χρησιμοποίηση ἀπατηλῶν συλλογισμῶν πού μεταχειρίζονται οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, ἀλλά μέ τό φωτισμό καί τά σημεῖα πού ὁ Θεός μᾶς χαρίζει ὡς δωρεά του. 13 Διότι δέν σᾶς γράφουμε ἄλλα, διφορούμενα ἤ διαφορετικά ἀπό ἐκεῖνα πού σᾶς κηρύξαμε, ἀλλά αὐτά πού διαβάζετε καί ἀντιλαμβάνεσθε ἀπό τήν ἔννοια καί τή σημασία τῶν λέξεων πού σᾶς γράφουμε, ἡ ὁποία εἶναι καθαρή καί σαφής. Ἤ καί ὅπως μᾶς ξέρετε καλά καί ἀπό παλαιότερα, ἀπό τή διδασκαλία καί συμπεριφορά μας, κι ἐλπίζω ὅτι καί μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας θά μᾶς γνωρίσετε. 14 Εἴμαστε οἱ ἴδιοι πάντοτε. Εἴμαστε δηλαδή καί τώρα καί θά εἴμαστε καί στό μέλλον ὅπως μᾶς γνωρίσατε σέ κάποιο βαθμό ὡς καύχημά σας, διότι τόσο εἰλικρινεῖς καί θεοφώτιστους διδασκάλους ἀποκτήσατε. Καί ὁμολογῶ ὅτι κι ἐσεῖς εἶστε καύχημά μας, διότι φανήκατε ὑπάκουοι καί πρόθυμοι στό κήρυγμά μας. Κι ἀκόμη καλύτερα θά μᾶς γνωρίσετε κατά τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὁπότε ὁ ὑπέρτατος Κριτής θά διακηρύξει τήν εἰλικρίνειά μας καί τόν ἀποστολικό μας ζῆλο. 15 Καί μέ τό θάρρος καί τήν πεποίθηση αὐτή, ὅτι εἴμαστε καύχημά σας κι ἐσεῖς δικό μας καύχημα, ἤθελα νά ἔλθω σέ σᾶς πρωτύτερα, προτοῦ πάω στή Μακεδονία, ὥστε νά κάνω δύο ταξίδια στήν Κόρινθο, γιά νά ἔχετε διπλή χαρά καί παρηγοριά καί πνευματική ὠφέλεια ἀπό τίς δύο αὐτές ἐπισκέψεις μου. 16 Ἤθελα δηλαδή νά ἔλθω πρῶτα στήν Κόρινθο, καί διαμέσου τῆς Κορίνθου νά περάσω στή Μακεδονία, κι ἀπό τή Μακεδονία νά ἐπιστρέψω πάλι σέ σᾶς, κι ἐσεῖς νά μέ κατευοδώσετε στήν Ἰουδαία. 17 Ἐνῶ λοιπόν τό σκεφτόμουν αὐτό καί τό σχεδίαζα, δέν τό πραγματοποίησα. Μήπως ἄραγε ἀπό τή ματαίωση τοῦ σχεδίου μου αὐτοῦ μπορεῖ νά ἐξαχθεῖ τό συμπέρασμα ὅτι ἔδειξα ἐλαφρότητα καί ἐπιπολαιότητα, ὅπως μέ κατηγοροῦν μερικοί; Ὄχι. Ἤ μήπως ἐκεῖνα πού ἀποφασίζω, τά ἀποφασίζω ὡς ἄνθρωπος σαρκικός, πού ὁ ἴδιος ὁρίζει τόν ἑαυτό του καί δέν διευθύνεται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα; Μόνο ἄν ὅριζα τόν ἑαυτό μου θά ἦταν βέβαιο τό ναί καί τό ὄχι μου. Ἀλλά δέν ἀποφασίζω ὡς ἄνθρωπος σαρκικός, κι ἔτσι ἀναγκάζομαι νά ἀθετῶ τό λόγο μου καί τίς ἀποφάσεις μου, ὅταν τό Πνεῦμα πού μέ κυβερνᾶ διατάζει διαφορετικά. 18 Μήν ὑποθέσετε ὅμως ἀπ’ αὐτό ὅτι ὅλα ὅσα σᾶς λέω εἶναι ἄστατα καί ἀβέβαια. Εἶναι ἀπολύτως ἀξιόπιστος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἐγγυᾶται ὅτι ὁ λόγος μας πού σᾶς κηρύξαμε καί εἶναι λόγος δικός του, δέν ἔγινε ἀμφίβολος κι ἀβέβαιος, «ναί» καί «ὄχι» ταυτόχρονα. 19 Διότι τό κήρυγμά μου γιά τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, πού κηρύχθηκε ἀνάμεσά σας ἀπό μᾶς, δηλαδή ἀπό μένα καί τόν Σιλουανό καί τόν Τιμόθεο, δέν ἀποδείχθηκε ἀπό τήν πείρα σας «ναί» καί «ὄχι», δηλαδή ἀβέβαιο καί ἄστατο, ἀλλά ἀποδείχθηκε βέβαιο καί ἀπαρασάλευτο κάθε τι πού ἀναφέρεται στό Χριστό. 20 Διότι ὅλες οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ πραγματοποιήθηκαν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί βεβαιώθηκαν ἀπ’ αὐτόν καί ἀποδείχθηκαν «ναί» καί «ἀμήν», γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός μέ τή διακονία καί τό κήρυγμα πού κάνουμε ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι.