Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία συχνά – πυκνὰ μᾶς ὑπενθυμίζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ: Καθημερινὰ μὲ τὶς Ἀκολουθίες τῆς ΣΤ΄ καὶ τῆς Θ΄ Ὥρας, καὶ ἑβδομαδιαίως κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευή, τὶς ὁποῖες ἀφιερώνει στὰ Σεπτὰ Πάθη τοῦ Κυρίου. Ἐτησίως κυρίως μὲ τὴ Μεγάλη Παρασκευή, τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, μὲ διάφορες μικρότερες ἑορτές, κατεξοχὴν ὅμως μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὶς 14 Σεπτεμβρίου, ἡ ὁποία μάλιστα «φέρει τὰ ἴσα τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Παρασκευῆς».
Κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως ἑορτάζουμε τὴν κατὰ θαυμαστὸ τρόπο ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὴ μητέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὴν ἁγία Ἑλένη, καὶ τὴν Ὕψωσή του πρὸς προσκύνηση τῶν πιστῶν στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 335 μ.Χ. Ὕστερα ἀπὸ τρεῖς αἰῶνες, τὸ 629 μ.Χ., ἔγινε καὶ δεύτερη ἀνύψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, κατὰ τὴν ἐπαναφορά του στὰ Ἱεροσόλυμα ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Ἡράκλειο. Ὅλοι μαζὶ τότε ἔψαλαν τὸν γνωστὸ ὕμνο: «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου…».
Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ καύχημα τῶν Χριστιανῶν, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ποτὲ νὰ μὴ συμβεῖ ἐγὼ νὰ καυχηθῶ γιὰ τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο γιὰ τὸ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς γιὰ χάρη μου πῆρε μορφὴ δούλου καὶ σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μου. Μόνο καύχημά μου εἶναι ὁ Σταυρός, ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Κυρίου· «ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. ς΄ 14).
Καύχημά μας λοιπὸν εἶναι ὁ Σταυρός, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἀρραγὲς θεμέλιο τῆς πνευματικῆς μας «ἐν Χριστῷ» ζωῆς. Ἡ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωὴ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴ χάρη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μὲ τὸ βάπτισμά μας συσταυρωνόμαστε, πεθαίνουμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ βγαίνουμε ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ Βαπτίσματος ἀναστημένοι στὴ νέα «ἐν Χριστῷ» ζωή. Γινόμαστε κοινωνοὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του.
«Καὶ τί ἐστι τὸ καύχημα τοῦ σταυροῦ;», ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καὶ δίνει τὴν ἀπάντηση: «ὅτι ὁ Χριστὸς δι᾽ ἐμὲ δούλου μορφὴν ἀνέλαβε, καὶ ἔπαθεν ἅπερ ἔπαθε, δι᾽ ἐμὲ τὸν δοῦλον, τὸν ἐχθρὸν, τὸν ἀγνώμονα· ἀλλ᾽ οὕτω με ἠγάπησεν, ὡς καὶ ἑαυτὸν ἐκδοῦναι» (PG 61, 679).
Αὐτὴ ἡ ἀπολυτρωτικὴ καὶ ἁγιαστικὴ χάρη ποὺ ἀπέρρευσε ἀπὸ τὸν Σταυρό, προσφέρεται στοὺς πιστοὺς διὰ μέσου τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι καὶ τὸ πανίσχυρο πνευματικὸ ὅπλο στὸν καθημερινὸ πνευματικὸ ἀγώνα μας: «Κύριε, ὅπλον κατὰ τοῦ Διαβόλου τὸν Σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας». Ὁτιδήποτε κάνουμε οἱ Χριστιανοί, τὸ ἐπιτελοῦμε μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς δυνάμεως τοῦ Σταυροῦ, προτρεπόμεθα δὲ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες μας νὰ τὸ ἐπιμελούμεθα αὐτό: «Μὴ τοίνυν ἐπαισχυνθῶμεν τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ· ἀλλὰ κἂν ἄλλος ἀποκρύπτῃ, σὺ φανερῶς ἐπὶ μετώπῳ σφραγίζου· ἵνα οἱ δαίμονες τὸ σημεῖον ἰδόντες τὸ βασιλικὸν, μακρὰν φύγωσι τρέμοντες» (Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Δ΄). Νὰ μὴ ντρεπόμαστε νὰ σφραγίζουμε τὸ μέτωπό μας φανερὰ μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἔστω κι ἂν ἄλλος τὸ κρύβει· ὥστε νὰ βλέπουν οἱ δαίμονες τὸ βασιλικὸ σημάδι καὶ νὰ φεύγουν μακριὰ τρέμοντας.
Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι πηγὴ τῆς Χάριτος, εἶναι «ὅπλον κατὰ τοῦ Διαβόλου», εἶναι καὶ πηγὴ δυνάμεως. Σὲ μᾶς τοὺς Χριστιανούς, ποὺ εἴμαστε στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας, ὁ Σταυρὸς εἶναι δύναμη Θεοῦ ποὺ μᾶς σώζει. Εἶναι δύναμη Θεοῦ ποὺ μᾶς φωτίζει, μᾶς ἀναγεννᾶ καὶ μᾶς ἁγιάζει.
Χωρὶς τὴ σταυρικὴ Θυσία, χωρὶς τὸν Τίμιο Σταυρό, δὲν ὑπάρχει λύτρωση, σωτηρία καὶ ἁγιασμός. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι τὸ καύχημά μας, ἡ δύναμή μας, ἡ δόξα μας, ἡ ζωή μας. Ἡ αἰώνια ζωή!